Ο αποκλεισμός για την Εθνική Ελλάδος σήκωσε αρκετή κουβέντα, όμως αυτή τη φορά πρέπει όσοι ασχολούνται με το μπάσκετ να καταλάβουν πολλά.

Η Εθνική Ελλάδος αποχαιρέτησε τη διοργάνωση και τυπικά την Κυριακή (3/9). Αυτό είχε συμβεί ουσιαστικά από τον αγώνα με τη Λιθουανία, όμως πλέον έχουμε και το… επίσημο. Όπως ήταν λογικό η όλη ήττα έφερε για ακόμη μία φορά πολλά σχόλια. Αρνητικά. Για το πως η Ελλάδα απέτυχε. Ότι δεν μπορούν οι παίκτες. Ότι φταίνε όσοι αποφάσισαν -για τους δικούς τους λόγους- να μην κατέβουν. Και πολλά άλλα.

Για ακόμη μία φορά στο ίδιο έργο θεατές. Δεν είναι δα και πυρηνική φυσική για να καταλάβει κάποιος τι φταίει. Το πρόβλημα είναι ξεκάθαρα στη βάση του ελληνικού μπάσκετ. Δεν φταίει κανένας Μποχωρίδης, κανένας Λούντζης, κανένας Μωραΐτης, κανένας Χατζηδάκης κλπ. Όλα αυτά τα παιδιά, πλην κάποιων ελαχίστων εξαιρέσεων, τόσο μπορούν να παίξουν και τόσο παίζουν. Τιμούν και με το παραπάνω τη φανέλα. Είναι στρατιώτες και μάγκες που αποφάσισαν να θυσιάσουν το καλοκαίρι τους για να βοηθήσουν την Εθνική. To θέμα είναι άλλο.

Το χρόνιο πρόβλημα με τον… Έλληνα παίκτη που επηρεάζει την Εθνική

Ένα από τα μεγάλα προβλήματα του ελληνικού μπάσκετ είναι το σουτ. Δεν υπάρχουν παίκτες που να σκοράρουν από μακριά, ή να έχουν ευχέρεια στο ένας με έναν. Αυτό είναι καθαρά θέμα προετοιμασίας των παιδιών στις ακαδημίες. Όταν βλέπει κάποιος μικρά παιδιά να παίζουν και το σουτ να… ποινικοποιείται δεν υπάρχουν λόγια. Είναι εγκληματικό να «βουτάνε» τα παιδιά σε ένα πρέπει για τη νίκη. Αυτό δεν τα κάνει να κυνηγούν κάθε φορά το θετικό αποτέλεσμα. Τους ρίχνει βάρος και τα κάνει ρομποτάκια.

Βλέπουμε και στις μικρές Εθνικές ομάδες τι συμβαίνει. Πόσες «γαλανόλευκες» είχαν βρεθεί στην κορυφή της Ευρώπης. Τι έκαναν μετά με τους Άνδρες; Ελάχιστα. Γιατί όταν οι «δικοί» μας έπαιζαν απλά για να νικήσουν με κάθε τρόπο, βγάζοντας τα συστήματα στη εντέλεια και παίζοντας με προσοχή. Οι άλλοι άφηναν ελεύθερους τους παίκτες να κάνουν το παιχνίδι τους για να δουλέψουν.

Γιατί ξεχνάμε ένα πράγμα στην Ελλάδα. Οι ακαδημίες (τόσο στις Εθνικές, όσο και στους συλλόγους) έχουν να κάνουν με τη βελτίωση των παικτών. Όχι με τη νίκη. Δεν λέμε πως δεν είναι σημαντική. Όμως έτσι κοιτάμε απλά το δέντρο και χάνουμε το δάσος. Ας τελειοποιηθούν ατομικά και στη συνέχεια θα μπουν στο πλαίσιο μιας ομάδας.

Σε μια συνέντευξη που είχε δώσει παλαιότερα ο πρώην προπονητής της Εθνικής μας ομάδας, Φώτης Κατσικάρης, στο Web Radio της ΕΟΚ είχε μιλήσει για την προετοιμασία των Ισπανών. Ο Έλληνας τεχνικός είχε τονίσει ότι ο προπονητής των Ανδρών είχε επικοινωνία και λόγο με όλες τις ομάδες. Χαρακτηριστικό είναι πως σε πολλές περιπτώσεις απαγορεύεται η ζώνη σε μικρές ηλικίες. Και ακόμα πιο χαρακτηριστικό ότι στην Καταλονία απαγορεύεται το pick n’ roll μέχρι τα 14. Επειδή δίνεται έμφαση στο ένας εναντίον ενός. Έτσι τα παιδιά «αναγκάζονται» να βελτιωθούν κατακόρυφα για να μπορέσουν να σκοράρουν.

Οι ευθύνες των ομάδων

Η παραγωγή παικτών στην Ελλάδα είναι προβληματική. Υπάρχει μια κουβέντα όσον αφορά τον αριθμό των ξένων. Μια αίσθηση που λέει ότι φταίνε οι ξένοι που δεν παίζουν τα ντόπια παιδιά. Οι Ισπανοί επιτρέπουν έξι ξένους έχοντας παράλληλα αρκετούς ακόμα που παίρνουν διαβατήρια. Και οι παίκτες που βγάζουν είναι πολύ καλού επιπέδου. Όσοι αξίζουν θα πρέπει να παίζουν. Όχι επειδή κάποιος διαθέτει το ελληνικό διαβατήριο να έχει μια… σίγουρη θέση και να επαναπαύεται σε αυτό.

Φυσικά και έχουν ευθύνες οι ομάδες. Είναι δεδομένο. Πχ, ο γνωστός δημοσιογράφος, Δημήτρης Καρύδας, αναφέρθηκε στην πορεία του Δημήτρη Μωραΐτη που στα 16 του θεωρούνταν ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα στη θέση του. Ξαφνικά όμως χάθηκε και εμφανίστηκε στα 22 του όταν πήγε στο Περιστέρι. Πλέον στα 24 του, όπως τόνισε, τον είδαμε να μπαίνει με τη Λιθουανία, κάνοντας καλά κάποια πράγματα και οι περισσότεροι έλεγαν «κοίτα ο Μωραΐτης». Αυτό είναι τρομακτικό.

Οι παίκτες που έρχονται από πίσω είναι λίγοι δυστυχώς. Ο Σαμοντούροφ πχ πλέον είναι στον Παναθηναϊκό. Στα 18 του θεωρείται τεράστιο ταλέντο. Θα παίξει όμως; Όχι απαραίτητα στους Πράσινους, έστω δανεικός. Ένα άλλο όνομα είναι ο Βενιαμίν Αμπόσι του Ολυμπιακού. Ακριβώς το ίδιο. Είδαμε τον Νίκο Ρογκαβόπουλο που πήγε στην τελευταία ομάδα της Τουρκίας, αφέθηκε ελεύθερος και έκανε μεγάλα ματς για να πάει στην Μπασκόνια.

Είναι δύσκολο, αλλά πρέπει οι ομάδες (ειδικά οι μικρές) να καταλάβουν πως πρέπει να στηριχθούν σε αυτά τα παιδιά. Σε βάθος χρόνου φυσικά. Όταν μπουν οι σωστές βάσεις στα νέα παιδιά. Οι Λιθουανοί δεν μας νίκησαν με τον Βαλαντσιούνας και τον Γιοκουμπάιτις. Αλλά με τον Καρινιάουσκας και τον Μπέντζιους. Παιδιά που κάνουν συγκεκριμένα πράγματα καλά. Αλλά τα δουλεύουν σωστά. O τελευταίος αγωνίζεται στη Σάσαρι και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έλεγαν πως μας κέρδισε ένας τέτοιος παίκτης. Αλήθεια; Πόσες ελληνικές ομάδες είναι καλύτερες από τους Ιταλούς; Όχι μόνο αγωνιστικά, αλλά και δομικά. Τροφή για σκέψη…

Η ΕΟΚ πρέπει να βοηθήσει την Εθνική

Πλέον η Ελλάδα θα διεκδικήσει τη συμμετοχή της στους Ολυμπιακού Αγώνες μέσω του προολυμπιακού τουρνουά. Και η μέριμνα της ΕΟΚ είναι να το φέρει στη χώρα μας. Μια κίνηση που είχε επιχειρήσει και η προηγούμενη διοίκηση. Το κόστος για όλο αυτό ανέρχεται στα 2,3 εκατομμύρια ευρώ και μπορεί να φτάσει στα 2,7! Είναι κάτι τουλάχιστον εξοργιστικό. Η λύση δεν είναι να φέρεις απλά ένα τουρνουά για να αυξήσεις τις πιθανότητες πρόκρισης.

Ειδικά δαπανώντας ένα τόσο μεγάλο ποσό. Η προτεραιότητα της ΕΟΚ και της κάθε ΕΟΚ είναι οι άνθρωποί της να καθίσουν στο τραπέζι και να μιλήσουν σοβαρά. Όχι ευχολόγια. Κανονικά. Σοβαρά και με δεδομένα. Να αφήσουν πίσω την ψευδαίσθηση πως είμαστε υπερδύναμη στο μπάσκετ. Το ότι οι ελληνικές ομάδες τα πήγαιναν καλά ευρωπαϊκά δεν έχει να κάνει. Ο κάθε σύλλογος λειτουργεί αυτόνομα.

Θα πρέπει να μπουν κάποιοι κανόνες στο πως προπονούνται τα παιδιά. Τόσο στο αγωνιστικό, όσο και στις συνθήκες. Ένα πρόγραμμα με βάθος που μπορεί να αργήσει, αλλά στο μέλλον θα φέρει αποτελέσματα. Ο προπονητής της ομάδας Ανδρών θα πρέπει να έχει λόγο για όλα. Να συνεννοείται με όλα τα κλιμάκια και να έχει μια γενική εικόνα για το υλικό. Γι’ αυτό και καλό θα ήταν να είναι κάποιος που θα δουλεύει μόνο για την Εθνική. Είτε λέγεται Ιτούδης, είτε Σφαιρόπουλος, είτε Μπαρτζώκας, είτε Σπανούλης.

Έχουν περάσει 14 χρόνια από την τελευταία μας διάκριση. Το χάλκινο μετάλλιο στο Eurobasket του 2009. Μιλάμε για 14 χρόνια που δεν έχει υπάρξει η παραμικρή βελτίωση. Καιρός είναι λοιπόν να αλλάξουν πολλά. Να γίνει μια ριζική ανανέωση. Για να μπορέσουμε να έχουμε ένα λαμπρό μέλλον τα χρόνια που έρχονται. Το θέμα είναι όμως να το καταλάβουν αυτοί που πρέπει και να προβούν στις απαραίτητες κινήσεις. Γιατί με «θα», ευχολόγια και πεπαλαιωμένες ιδέες θα παραμείνουμε στάσιμοι και θα μείνουμε να αναρωτιόμαστε σε κάθε αποκλεισμό τι πήγε λάθος, ζώντας στη δική μας ψευδαίσθηση….