Το να προσπαθήσεις να γράψεις για τον Μάικλ Τζόρνταν είναι τόσο ανώφελο όσο το να προσπαθήσεις να αιχμαλωτίσεις τον άνεμο στα χέρια σου.

“Όλα ξεκινάνε με ελπίδες”, είπε λίγο πριν το τέλος του ντοκιμαντέρ, “ο τελευταίος χορός”, που έγινε για εκείνον ο Μάικλ Τζόρνταν. Και έτσι είναι. Ακόμη και αυτό το κείμενο γράφεται με την ελπίδα πως θα καταφέρει κάπως να αναλύσει το εν λόγω φαινόμενο. Γιατί τέτοιο υπήρξε ο “Μαύρος Πάνθηρας”.

Όχι μόνο αθλητικό. Ούτε μόνο κοινωνικό. Αλλά ήταν κάτι παραπάνω. Ένα θαύμα. Γίνεται όμως να να δώσεις εξήγηση για έναν που πήγε κόντρα στους νόμους της Φυσικής; Για κάποιον που (δεν) ήταν ένας ακόμη απλός άνθρωπος; Για τον πρώτο που… περπάτησε στον αέρα;

Ή μάλλον για να το θέσουμε καλύτερα και πιο ταιριαστά με την περίσταση. Ο Μάικλ Τζόρνταν κατάφερε στην καριέρα του, αλλά και στη ζωή του, όπως είδαμε μέσα από δέκα επεισόδια, να χορέψει και να ξεφύγει από κάθε δυσκολία. Απλά και εύκολα. Αέρινα.

Η αρχή δεν ήταν εύκολη για τον Τζόρνταν

Τα παιδιά των 90’s

Όσο περνάνε τα χρόνια τα 90’s γίνονται για πολλούς και διάφορους λόγους vintage. Είναι μόδα να φοράς ρούχα που να θυμίζουν κάτι από τότε. Χωρίς φόβο και πάθος. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που τα αναπολούν. Που θα ήθελαν να ήταν ακόμη κάπου εκεί. Τότε όλα έδειχναν πιο απλά. Ίσως και πιο αγνά. Ίσως και να ήταν για εκείνα τα δεδομένα. Η ζωή κυλούσε χωρίς Ίντερνετ, χωρίς social media, η λέξη “κορονοϊός” ήταν μόνο στους… “Σίμπσονς” και στην Ελλάδα έκανε κουμάντο το ΠΑΣΟΚ (το παλιό, το καλό, το ορθόδοξο).

Αν δεν ζούσες στις ΗΠΑ έπρεπε να κάνεις τα αδύνατα… δυνατά για να δεις κάποιον αγώνα του ΝΒΑ. Ειδικά των Σικάγο Μπουλς του Τζόρνταν και των άλλων. Δεν άνοιγες απλά την τηλεόραση ή τον Η/Υ σου και έβλεπες ακόμη, όποιο παιχνίδι ήθελες.

Ωστόσο, ακόμη και αυτοί που γεννήθηκαν εκείνη τη δεκαετία μεγάλωσαν με τον “Μιχαλάκη” και ας μην τον είδαν ποτέ να παίζει στα “ντουζένια” του. Άκουγαν ιστορίες για εκείνον από μεγαλύτερους. Ή στην καλύτερη το μάτι τους έπαιρνε αραιά και που κάποιο βίντεο -εννοείται με “χιονάκι”- να παίζει σε κάποια αθλητική εκπομπή.

Όλο αυτό έκανε τον μύθο του MJ να μεγαλώνει. Αν ήσουν καλός στο μπάσκετ στο σχολείο σε φώναζαν “Τζόρνταν”. Αν ήθελες να ρίξεις ένα χαρτάκι σε σχήμα μπάλας στον κάδο σκεφτόσουν (σαν) τον Τζόρνταν. Ο “τελευταίος χορός” έδειξε σε όλη τη γενιά των 90’s τι και πώς έκανε ο μεγαλύτερος θρύλος της.

Και είναι από τις λίγες φορές που η πραγματικότητα ήταν ανάλογη της φαντασίας και της υπερβολής των λεγόμενων. Πως να μην είναι; Όταν βλέπεις με κάθε λεπτομέρεια ότι εκείνα που σου μετέφεραν τα μεγαλύτερα ξαδέρφια σου για εκείνον που φοράει  τη μπλούζα με το “23” στην πλάτη δεν ήταν… παπάτζες, τότε καταλαβαίνεις. Τότε νιώθεις περί τίνος πρόκειται.

Στο μέλλον -ήδη συμβαίνει και θα συνεχίσει να συμβαίνει- αν  πρέπει κάποιος να διαλέξει ένα άτομο που χάραξε όσο κανείς αυτή τη δεκαετία τότε ο παλαίμαχος μπασκετμπολίστας θα έβγαινε… άνετα. Χωρίς δεύτερη σκέψη. Τόσο απλά.

Αέρινος Τζόρνταν

Έχασε μάχες. Όχι τον πόλεμο

“Αυτό που σε κάνει σπουδαίο είναι το πώς περνάς μέσα στη φωτιά” είχε γράψει κάποτε ο Τσαρλς Μπουκόβσκι. Ο Μάικλ Τζόρνταν τα πήρε όλα. Δεν άφησε (σχεδόν) τίποτα για κανέναν. Ήταν ο ορισμός του “μονοφαγά”. Κι όμως. Ήθελε συνέχεια να τα σηκώνει όλα. Ήθελε να γεμίσει το σπίτι του από κάθε ατομική και ομαδική διάκριση. Να τερματίσει το κοντέρ.

Παρόλα αυτά μέχρι και εκείνος είδε την μπάλα να μην μπαίνει μέσα, ύστερα από κάποια δική του προσπάθεια. Ακόμη και αυτός έφυγε από το γήπεδο με κατεβασμένο κεφάλι. Με νεύρα. Με απογοήτευση. Με πίκρα. Με αμφιβολίες για εκείνον ή και τους συμπαίκτες του.

Ο “αέρινος” προσγειώθηκε απότομα πολλές φορές. Αλλά πάντα είχε τα καύσιμα για να απογειωθεί. Ξανά και ξανά. Και ξανά. Δεν σταμάτησε ποτέ. Ούτε όταν ακόμη άλλαξε σπορ. Ούτε όταν έχασε τον πατέρα του ή όταν έβλεπε τους αντιπάλους να τον αφήνουν εκτός τελικών.

Και ας ήταν ο πιο ταλαντούχος της γενιάς του. Και ας ήταν αυτός που έσπαγε τα ρεκόρ. Δεν είναι τα βραβεία που στα μάτια μας τον κάνουν θρύλο. Είναι ότι κατάφερε να ξεπεράσει τον εαυτό του αμέτρητες φορές. Έδινε το 101% αυτού που είχε. Στην προπόνηση, σε επίσημα ματς, σε τελικούς, σε πλέι οφ. Δεν ήθελε να ξεπεράσει τους άλλους. Ήθελε να ξεπεράσει τον εαυτό του. Να γίνεται καλύτερος. Κάθε μέρα που περνάει. Με κάθε σουτ που παίρνει πάνω του. Όπως και έγινε από την πρώτη μέρα μέχρι και την τελευταία της καριέρας του. Ένας μαχητής που δεν σταμάτησε ποτέ του να πολεμάει, βγαίνοντας πάντα νικητής.

“Πέταξε” μακριά από τον βούρκο

Καμία δουλειά δεν είναι ντροπή. Εκτός και αν την κάνεις για να βλάψεις εν γνώση σου κάποιον. Για να χαλάσει αυτό που με το τόσο κόπο “έχτιζε” μία ζωή. Ο Μάικλ Τζόρνταν ήταν κάτι παραπάνω από… πρώτο όνομα στο ΝΒΑ όταν ο πατέρας του πέθανε υπό… περίεργες συνθήκες. Κι όμως τα ΜΜΕ αντί να τον αφήσουν να ζήσει το πένθος προσπάθησαν να τον “κατασπαράξουν”. Να βγάλουν αποκλειστικό. Να πουν και να γράψουν τα δικά τους απίθανα/ άρρωστα/ ανύπαρκτα/ ακραία/ επιστημονικά σενάρια.

Και παραλίγο να “στιγματίσουν” την καριέρα ενός σπουδαίου παίκτη. Ο Τζόρνταν από την αρχή και μέχρι το τέλος ήταν… ιπτάμενος. Το ίδιο έκανε και εκείνη την εποχή που ήταν από τις πιο δύσκολες της ζωής του. Δεν έμεινε στον “βούρκο” των δημοσιογράφων και όλων εκείνων των ΜΜΕ που τον είχαν βάλει στο “στόχαστρο”.

Την ώρα που εκείνος είχε να αντιμετωπίσει με ένα σωρό αντιπάλους κάποιοι ήθελαν να παίξουν με τις αντοχές του. Με το μυαλό του. Με την ίδια του την υστεροφημία. Στο ντοκιμαντέρ καταλαβαίνει κανείς πόσο πουλούσε -και συνεχίζει να πουλάει- ο Αμερικανός βετεράνος παίκτης των Σικάγο Μπουλς.

Η ζωή του σε live μετάδοση. Εκεί ο άνθρωπος Τζόρνταν δεν υπάρχει. Γίνεται… προϊόν για να κατανάλωση. Η χαρά του, η δυστυχία του και το δράμα του είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Εκείνου που τον ήθελε να νικάει τους πάντες και τα πάντα. Να κερδίζει πολλά χρήματα και να είναι ο κορυφαίος όλων.

Ο κόσμος ήθελε να ξέρει τα πάντα για εκείνον. Ακόμη και όταν δεν ήταν πραγματικότητα. Εκείνος ποτέ δεν έπεσε στο επίπεδο εκείνων που του έριχναν “λάσπη”. Πέταξε μακριά και δεν γύρισε ποτέ του πίσω σε εκείνο τον “βούρκο”.Ένας και μοναδικός ο Τζόρνταν

Ο καλύτερος όλων, γιατί…

Έχουν γίνει έρευνες. Έχουν μιλήσει όσοι τον έζησαν από κοντά. Όσοι τον έζησαν από μακριά. Όσοι τον είδαν να παίζει live ή και σε κάποιο βίντεο. Ειδικοί και… άσχετοι. Όλοι συμφωνούν πως ήταν ο “Θεός του μπάσκετ”. Πιο πάνω από όλους. Δεν έχει υπάρξει άλλος σαν τον Μάικλ Τζόρνταν. Τέλος. End of story.

Όχι μόνο για τα καρφώματά του. Όχι μόνο για τα σουτ που έβαζε στο τέλος ή από το σπίτι του. Αλλά γιατί είχε τη νοοτροπία του νικητή από τότε που έπαιζε ακόμη με τον αδερφό του στον κήπο του πατρικού τους σπιτιού. Γιατί παρά την πίεση που είχε από ένα σημείο και έπειτα στην προσωπική του ζωή και με όλο τον πλανήτη να τον… ακολουθεί εκείνος συνέχισε κανονικά. Έκλεισε τα αυτιά του. Έκανε αυτό που ήξερε καλύτερα. Δεν πέρναγε καλά, όμως ακόμη και έτσι μπορούσε να το διαχειριστεί.

Ο Τζόρνταν ήταν ο καλύτερος όλων γιατί τα έβαλε με… όλους και τους ξεπέρασε κατά κράτος. Και όχι μόνο αυτό. Οι αντίπαλοί του “λύσσαγαν” όχι να τον δουν να χάνει. Αλλά να αστοχεί σε μία προσπάθεια. Σε κάποιο σουτ. Να νιώσουν ότι είναι ένας από αυτούς. Ότι είναι άνθρωπος με σάρκα και οστά. Ότι κυλάει αίμα στις φλέβες του.

Ξεχώριζε ο Τζόρνταν

Ο Τζόρνταν είναι παράδειγμα προς όλους γιατί όσο ψηλά και αν έφτασε δεν ξέχασε από που ξεκίνησε. Δεν άφησε τη φήμη, τα χρήματα και τον τζόγο να του αλλάξουν το DNA. Δεν σταμάτησε να δουλεύει. Δεν σταμάτησε να κάνει ό,τι κάνει με το δικό του ύφος και στυλ. Και ας πείραζε πολλούς μερικές φορές. Προσωπικότητα δεν είναι να κάνεις ό,τι πρέπει να κάνεις για να αρέσεις σε όλους. Αλλά να μπορείς να πεις ότι ακόμη και αν δεν αρέσεις σε όλους θα παραμείνεις έτσι.

Αυτός ήταν ο Τζόρνταν

Ο Τζόρνταν ήταν ο καλύτερος γιατί είχε πάθος με τη νίκη. Ήταν “άρρωστος” με αυτή. Αν έκανες λάθος θα σε… σκάτωνε. Λίγοι συμπαίκτες του τον πήγαιναν. Οι πιο πολλοί τον θεωρούσαν είτε “τύραννο”, είτε… δύσκολο.

Αλλά είναι οι ίδιοι που του βγάζουν το καπέλο για το πόσο πολύ τους βοήθησε να ξεφύγουν από τα δικά τους όρια. Να αλλάξουν επίπεδο και να γίνουν καλύτεροι. Όπως, ακριβώς, συνέβη με εκείνον.

Τι σημαίνει (τελικά) Μάικλ Τζόρνταν;

Λίγο ως πολύ όλοι ξέρουν ποιος ήταν ο Μάικλ Τζόρνταν. Τι έκανε. Που έπαιζε και με ποιους. Πότε έγινε θρύλος. Αλλά τι σημαίνει να είσαι ο Μάικλ Τζόρνταν; Σημαίνει να βγαίνεις μπροστά στα δύσκολα. Να γίνεσαι παράδειγμα προς όλους. Να δουλεύεις πιο πολύ απ’ όλους. Να σε βρίζουν και αυτό να σε… φτιάχνει.

Μάικλ Τζόρνταν σημαίνει να παίζεις χωρίς να δίνεις την μπάλα πολύ. Να μασάς τσίχλα, να μην φοβάσαι να κλάψεις μπροστά σε όλους, να βγάζεις γλώσσα πριν σκοράρεις και… να χορεύεις. Σαν να μην σε βλέπει κανείς. Σαν να είναι η τελευταία φορά. Ο τελευταίος χορός. Όπως τότε στη Γιούτα.