Μετά από δύο δεκαετίες και κάτι... ψιλά ο Αρσέν Βενγκέρ δίνει τέλος σε ένα από τα μεγαλύτερα love story του παγκοσμίου ποδοσφαίρου: εκείνο με την Άρσεναλ.

Λένε πως στα σημαντικά γεγονότα, εκείνα που σε σημαδεύουν και τα κουβαλάς μέσα σου για πάντα, θυμάσαι που ήσουν,τι έκανες και τι ώρα το έκανες.

Αυτό συνέβη και την 20η Απριλίου λίγο πριν τη 1. Μια μέρα που θα μπει στα κιτάπια όλων των φίλων της Άρσεναλ, αφού τότε έγινε γνωστό πως ο Αρσέν Βενγκέρ θα έφευγε από την ομάδα στο τέλος της σεζόν 2017-2018.

Η αλήθεια είναι πως πολλοί φίλοι των “κανονιέρηδων” περίμεναν χρόνια τώρα αυτή την είδηση. Είχαν βαρεθεί να ακούνε πως το καλοκαίρι που θα ερχόταν ο Αλσατός θα ήταν παρελθόν ή θα πραγματοποιούσε μεγάλες μεταγραφές για να κάνει και πάλι ανταγωνιστική την ομάδα του Βόρειου Λονδίνου και στο τέλος δεν έβλεπαν τίποτα από τα δύο.

Δεν ξέρω για τους πιο πολλούς. Αλλά εγώ προσωπικά εκείνη τη στιγμή όταν διάβασα την είδηση ανατρίχιασα. Ένιωσα μέσα του το “τέλος εποχής”. Ναι αυτό το κλισέ. Μεγαλώνοντας έμαθα πως τρία πράγματα ήταν σίγουρα στον πλανήτη: οι φόροι, ο θάνατος και ο Αρσέν Βενγκέρ στην Άρσεναλ.

Άλλωστε για όλα τα παιδιά των 90s που έχουν από τότε τις πρώτες (ποδοσφαιρικές) αναμνήσεις τους δεν είχαν μάθει και διαφορετικά. Ο Αλσατός μπορεί τα τελευταία χρόνια να τα πήγαινε ολοένα και χειρότερα όσον αφορά την υλοποίηση των στόχων που έθετε με την ομάδα, αλλά παρά τις όποιες αντιδράσεις εναντίον του εκείνος έδειχνε δυνατός και αγέρωχος.

Μέχρι που έσκασε η… βόμβα από το πουθενά. Την στιγμή κιόλας που είχε συμβόλαιο για ακόμη ένα καλοκαίρι. Τη στιγμή που το είχε ανανεώσει μόλις το περασμένο. Σίγουρα αρκετοί θα ήταν που θα σκέφτηκαν “μετά από εσένα, ποιος;”. Αλλά κακά τα ψέματα. Όλοι οι φίλαθλοι της Άρσεναλ είχαμε μάθει να κατηγορούμε για όλα τα στραβά του πλανήτη τον Βενγκέρ, ενώ στις επιτυχίες είχε το μικρότερο μερίδιο. Σας ακούγεται δίκαιο; Για εμένα σίγουρα δεν είναι.

Όλο το ανάθεμα πήγαινε σε εκείνον. Ο Αλσατός μπορεί να μην είχε την εικόνα του “μάτσο” τύπο ή εκείνου που δεν “μασάει” ποτέ και σε τίποτα. Ήταν και είναι ένα ντελικάτος τύπος, ντυμένος καθώς πρέπει. Παρόλα αυτά μέσα του ήταν εκείνος που δεν λύγιζε ποτέ και έδινε δύναμη, όραμα και κουράγιο σε όλους τους υπόλοιπους. Από τους παίκτες και το προπονητικό επιτελείο μέχρι και τους ανθρώπους της διοίκησης. Από τους φανατικούς οπαδούς της Άρσεναλ μέχρι και τους πιτσιρικάδες που ξεκινάνε τώρα την καριέρα τους στις ακαδημίες του συλλόγου.

Λένε πως εκτιμάς κάτι μόνο όταν το χάσεις. Πιστεύω πως αυτό θα συμβεί και με τον Βενγκέρ. Μπορεί τα τελευταία χρόνια από “immortal”, λόγω του πρωταθλήματος του 2004, να έγινε “θνητός” με τους προπονητές της εξέδρας να του τα “χώνουν” σε κάθε βαριά ήττα ή αποκλεισμό (και εν μέρει ίσως είχαν δίκιο), αλλά αυτή την εποχή και τη δεδομένη χρονική στιγμή, κοιτάζοντας κανείς το “ράφι” με τους διαθέσιμους προπονητές μόνο τα… γέλια μπορεί να βάλει.

Εκτιμώ πως η προπονητική κατάσταση στην Άρσεναλ θα θυμίσει σε πολλά την “μετά Σερ Άλεξ” εποχή στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ωστόσο, για τους Λονδρέζους τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα μιας και πιστεύουν πως η φυγή του Βενγκέρ… αυτομάτως θα κάνει μόνο καλό και ότι ο επόμενος προπονητής θα οδηγήσει άμεσα την ομάδα σε πολλές και νέες επιτυχίες. Κάτι που σημαίνει πως ο επόμενος “Βενγκέρ” θα έχει ήδη βάλει ψηλά τον πήχη χωρίς καν να το ξέρει.

Παράλληλα, μπορεί ο 68χρονος να είχε ακούσει πολλά όλα αυτά τα χρόνια για την αποτελεμαστικότητά του και την κατάκτηση τροπαίων, αλλά, σε ελάχιστες περιπτώσεις κάποιος μπορούσε να τον “φορτώσει” με το ότι η ομάδα δεν έπαιζε καλό και ελκυστικό ποδόσφαιρο. Κάτι που του το αναγνώριζαν όχι μόνο οι φίλοι, αλλά και οι… εχθροί. Πόσο μάλλον οι ουδέτεροι.

Σε πολλές κουβέντες, μετά από κάποιο ντροπιαστικό αποκλεισμό που ήταν σύνηθες φαινόμενο τα τελευταία χρόνια, είχα “κράξει” τον Βενγκέρ. Είχα ευχηθεί να φύγει… βράδυ. Ωστόσο, όταν η επιθυμία μου (και επιθυμία πολλών ακόμη) έγινε πραγματικότητα όχι μόνο δεν χάρηκα, αλλά στεναχωρήθηκα. Όχι μόνο δεν πανηγύρισα, αλλά έφτασα να βάλω τα κλάματα. Όπως πολλοί από τους φίλους της Άρσεναλ στο τελευταίο παιχνίδι του Αλσατού στον πάγκο στο εκτός έδρας ματς κόντρα στη Χάντερσφιλντ.

Έπρεπε να έρθει το τέλος για να καταλάβουμε ότι ο Βενγκέρ ήταν ένας ρομαντικός του ποδοσφαίρου. Ήταν εκείνος που δεν έβαζε λεφτά για μεταγραφές όχι επειδή ήταν τσιγκούνης, αλλά γιατί ήξερε πως αυτό ήταν “λάθος” και κόντρα στα πιστεύω του. Χρησιμοποιούσε παίκτες που δεν έπαιζαν καλά όχι επειδή δεν είχε άλλους, αλλά γιατί ήθελε να τους δείξει εμπράκτως πως συνεχίζει να πιστεύει σε εκείνους.

Δεν πούλαγε παίκτες για να κάνει το χατίρι της διοίκησης ή για να γεμίσει τους τραπεζικούς λογαριασμούς της Άρσεναλ. Αλλά για να φτιάξει το γήπεδο (όπως και έκανε) που θα κάνει την ομάδα πολύ πιο ισχυρή για τα επόμενα 50 με 60 χρόνια την ώρα που άλλες μεγάλες ομάδες έχουν το “παλιό” τους σπίτι.

Δεν έγινε ευκαιρίες σε νέους παίκτες γιατί δεν είχε επιλογές. Αλλά γιατί πίστευε πως όλοι αυτοί πρέπει να βρουν το χώρο και τις καταστάσεις για να αναπτυχθούν, να μεγαλώσουν σωστά και στη συνέχεια να αφήσουν το δικό τους στίγμα στο χώρο.

Δεν είπε όχι σε προτάσεις της Ρεάλ Μαδρίτης, της Μπαρτσελόνα και της Παρί Σεν Ζερμέν, γιατί φοβόταν το “νέο” ή τις προκλήσεις. Αλλά γιατί ήθελε να πάει την Άρσεναλ όσο πιο ψηλά γινόταν. Γιατί μαζί της αισθανόταν πως είχε υπογράψει συμβόλαιο ζωής και όχι απλά ένα χαρτί που θα είχε κάποιο χρονικό περιορισμό.

Για όλα αυτά που είναι τόσα πολλά υπάρχει ένας άνθρωπος. There is only one Arsene Wenger.