Το Debut.gr τιμά έναν από τους κορυφαίους μπασκετμπολίστες όλων των εποχών, τον Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ.

«Δεν μπορείς να κερδίσεις, εκτός αν μάθεις πρώτα να χάνεις». Πόσο ειρωνική και συνάμα διδακτική μπορεί να είναι αυτή η φράση, ειδικά όταν γνωρίζει κανείς ότι έχει ειπωθεί από έναν εκ των κορυφαίων ΝΒΑer όλων των εποχών; Ο λόγος φυσικά για τον κορυφαίο κατά πολλούς σέντερ όλων των εποχών και πρώτο σκόρερ στην ιστορία του ΝΒΑ, Φέρντιναντ Λιούις Άλσιντορ Τζούνιορ. Ή αλλιώς, Καρίμ Αμντούλ Τζαμπάρ, όπως ονομάστηκε αφού ασπάστηκε το Ισλάμ. Ένα όνομα που θεωρείται για αρκετούς, ταυτόσημο με το μπάσκετ και το ΝΒΑ. Μία καριέρα γεμάτη διακρίσεις και επιτυχίες, που τον κατέταξαν στο πάνθεον του κορυφαίου πρωταθλήματος μπάσκετ στον κόσμο πλάι σε άλλα ιερά τέρατα της «σπυριάρας», που ακούνε στα ονόματα των Τζόρνταν, Μαλόουν, Τζόνσον και πολλών άλλων.

Καταγράφοντας τα όσα έχει πετύχει στα είκοσι χρόνια που πατούσε τα παρκέ, μπορεί ο καθένας να καταλάβει με ευκολία το βάρος του ονόματός του. Έξι φορές πρωταθλητής, αντίστοιχες φορές MVP της σεζόν, δεκαεννέα παρουσίες σε all-star game αποτελούν ελάχιστα από τα κατορθώματα του Τζαμπάρ. Επιτεύγματα που τον ξεχώρισαν και δικαιολογημένα οδήγησαν τις ομάδες στις οποίες αγωνίστηκε να αποσύρουν τη φανέλα του σε ένδειξη τιμής προς τη συνεισφορά του.

Πριν γεννηθεί ο θρύλος

Γεννηθείς το μακρινό 1947 στη Νέα Υόρκη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, ο Άλσιντορ έδειχνε από αρκετά μικρή ηλικία την κλίση του προς το μπάσκετ. Κάτι η περιοχή στην οποία μεγάλωσε, που το συγκεκριμένο άθλημα μετατρεπόταν σταδιακά σε εθνικό σπορ, κάτι και η ίδια η σωματοδομή του, ο νεαρός Λιούις οδηγήθηκε από πιτσιρικάς κιόλας στην… πορτοκαλί.

Η αρχή έγινε με επίσημο τρόπο σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά Λύκεια του Μανχάταν, το Πάουερ Μεμόριαλ. Εκεί ήταν που ο προπονητής του, Τζακ Ντόναχι ξεχώρισε το ταλέντο του Άλσιντορ και προσπάθησε να τον πλάσει κατάλληλα προκειμένου να χτίσει μία… μηχανή του μπάσκετ. Και εκείνος δεν τον απογοήτευσε. Οδήγησε το Λύκειό του σε τρία συνεχόμενα πρωταθλήματα στα οποία πέτυχε το ασύλληπτο ρεκόρ των 71 συνεχόμενων νικών σε μία χρονιά που έκλεισε με το αδιανόητο 79-2 στα παιχνίδια που έδωσε το Μεμόριαλ. Τότε ήταν που γεννήθηκε και το πρώτο του παρατσούκλι ως ο Πύργος του Πάουερ (The Tower from Power). Και πως να μην συγκρίνεται με Πύργο, όταν στα χρόνια παραμονής του στο Μεμόριαλ είχε φτάσει τους 2.067 πόντους;

Τα χρόνια του Λυκείου και της… ξεγνοιασιάς πέρασαν αρκετά γρήγορα και πλέον είχε έρθει για τον Άλσιντορ η ώρα να αποδείξει πραγματικά την αξία του. Και αυτή η ευκαιρία του δόθηκε απλόχερα στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια. Ευκαιρία που ο εικοσάχρονος τότε Λιούις επρόκειτο να τραβήξει από τα μαλλιά. Για ακόμα μία φορά πρωταγωνιστής για την ομάδα του, με τα αποτελέσματα τα ίδια. Ρεκόρ, νίκες και διακρίσεις, όλα στο ρεπερτόριο του, με αποκορύφωμα το σερί 88-2 σε τρεις ολόκληρες σεζόν.

Ολόκληρη η ομάδα είχε χτιστεί γύρω από εκείνον. Στα ελάχιστα παιχνίδια που έμενε εκτός, εκείνη έδειχνε αδύναμη. Ήταν μία σχέση εξάρτησης, όπως περίπου με όλες τις ομάδες στις οποίες αγωνίστηκε και ηγήθηκε. Ήταν Γενάρης του 1968 όταν ένας ελαφρύς τραυματισμός στο μάτι τον άφησε εκτός δράσης για δύο αγώνες. Όσο και να προσπαθούσε η ομάδα του έδειχνε μισή χωρίς εκείνον κάτω από το καλάθι. Χωρίς τον άνθρωπο που ανάγκασε την Ομοσπονδία να καταργήσει το κάρφωμα στο κολλεγιακό μπάσκετ λόγω της υπεροχής του εναντίον των αντιπάλων του.

Η μύηση στο Ισλάμ

Το συγκεκριμένο κομμάτι της ζωής του Άλσιντορ είναι το ίδιο μικρό μα και σπουδαίο παράλληλα. Μικρό με τη χρονική απόσταση που μας επιτρέπει να θεωρούμε την κίνησή του ως κάτι το φυσιολογικό για κάποιον αλλά και σπουδαίο λόγω της επιρροής που άσκησε η νέα του θρησκεία στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε πολλά πράγματα στη μετέπειτα -μετά το μπάσκετ κυρίως- ζωή του.

Όντας ακόμα 21 ετών και με το ημερολόγιο να γράφει 1968, ο Λιούις πήρε την απόφαση να μυηθεί στο Ισλάμ και να αλλάξει τρία χρόνια μετά το όνομά του, που είχε ως Καθολικός μέχρι και εκείνο το καλοκαίρι. Ένα όνομα που έμελλε να γίνει γνωστό σε όλο τον κόσμο του μπάσκετ -και όχι μόνο- και να αποτελέσει το λόγο που εκατομμύρια άνθρωποι ασχολήθηκαν με το άθλημα αυτό.

Το «κυνήγι» των ομάδων και η πίστη στους Μπακς

Ο νεαρός ακόμη Άλσιντορ είχε μπει αισίως στο 22ο έτος της ηλικίας του και όλο το ΝΒΑ βρισκόταν ήδη στα πόδια του. Οι Χάρλεμ Γκλομτρότερς του προσέφεραν το μυθικό για τα τότε δεδομένα ποσό του ενός εκατομμυρίου δολλαρίων αλλά εκείνος αρνήθηκε θέλοντας να δοκιμάσει την τύχη του στο draft εκείνης της χρονιάς. Και γιατί άλλωστε να μην θέλει; Όλοι οι οιωνοί ήταν υπέρ του. Ήταν ο καλύτερος και πιο πολλά υποσχόμενος από τη γενιά του και η επιλογή του από κάποια ομάδα ήταν κάτι παραπάνω δεδομένη.

Και έτσι έγινε. Η πρώτη επιλογή εκείνου του draft φέρει το όνομά του. Η ομάδα του; Οι Μιλγουόκι Μπακς. Ένα brand όχι τόσο ισχυρό όσο των υπόλοιπων ομάδων του ΝΒΑ, αλλά ο Άλσιντορ ήταν αποφασισμένος να δοθεί ψυχή τε και σώματι στην ομάδα αυτή που τον εμπιστεύθηκε και θα έκανε πραγματικότητα το όνειρό του. Ένα όνειρο που μοιράζονται όλα τα παιδιά που κυκλοφορούν σε μία αλάνα, σε ένα πάρκο, παίζοντας μπάσκετ. Να αγωνιστούν στο ΝΒΑ.

Η απόδειξη της ιδιαίτερης σχέσης του Άλσιντορ με τους Μπακς ήρθε πολύ γρήγορα, όταν και οι Νετς του χτύπησαν την πόρτα, ρίχνοντας στο τραπέζι την εξωφρενική πρόταση των 3.25 εκατομμυρίων δολλαρίων προκειμένου να φορέσει τη φανέλα τους. Όλα του προμήνυαν πως θα εξελισσόταν σε έναν από τους κορυφαίους, αν όχι ο κορυφαίος. Εκείνος όμως παρέμενε ταπεινός και σταθερός στα πιστεύω του.

«Ένας πόλεμος προσφορών υποβαθμίζει τους ανθρώπους που εμπλέκονται σε αυτές. Θα με κάνει να νιώθω σαν πλειοδοτούμενη σάρκα και δεν θέλω να σκέφτομαι με αυτό τον τρόπο» είχε δηλώσει όταν οι Νετς ήρθαν στο Μιλγουόκι για να τον «αρπάξουν» από τους Μπακς.

Από την πρώτη του κιόλας χρονιά στο Μιλγουόκι και τον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ, ο Άλσιντορ θα ξεχώριζε σαν τη μύγα μες το γάλα. Όχι μόνο οδήγησε τους Μπακς στο ρεκόρ των 56 νικών και 26 ηττών εκείνη τη χρονιά (τερμάτισαν δεύτεροι στην περιφέρεια), βελτιώνοντας το 27-55 της προηγούμενης χρονιάς, αλλά αναδείχθηκε ο καλύτερος rookie της σεζόν, στέλνοντας την προειδοποιητική βολή ουσιαστικά ενόψει της επόμενης χρονιάς.

Τότε, παρέα με τον Όσκαρ Ρόμπερτσον που είχε προστεθεί στο ρόστερ της ομάδας του Μιλγουόκι, ο Άλσιντορ πήρε από το χέρι τους Μπακς και με επιβλητικές εμφανίσεις εναντίον ακόμη και των ισχυρών της λίγκα, κατάφεραν να πανηγυρίσουν το πρωτάθλημα με «σκούπα» (4-0) στους τελικούς απέναντι στους Μπάλτιμορ Μπούλετς. Ο ίδιος ο Άλσιντορ αναδείχθηκε σε MVP της σεζόν αλλά και των τελικών. Την 1η Μαΐου του 1971, μία μέρα μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος, ο 24χρονος Λιούις αποφασίζει να αλλάξει το όνομά του ούτως ώστε να συμβαδίζει περισσότερο με τη θρησκεία που είχε ασπαστεί τρία χρόνια πριν. Και κάπως έτσι, με συνοπτικές διαδικασίες, εγένετο ο Καρίμ-Αμπντούλ Τζαμπάρ.

Το ταλέντο του ολοένα αυξανόμενο. Οι προοπτικές του βρίσκονταν ήδη στο ανώτερο επίπεδο. Τα ρεκόρ έδιναν κι έπαιρναν, οι τίτλοι του MVP απέκτησαν μόνιμο κάτοχο αλλά οι Μπακς δεν ευτύχησαν να πανηγυρίσουν άλλο τίτλο. Ο ηγέτης τους έκανε τα πάντα αλλά το πρωτάθλημα δεν έμελλε να καταλήξει ξανά στο Μιλγουόκι.

Η μεταγραφή στη γη των Αγγέλων

Ακόμα και μετά από τριάντα χρόνια από τότε που εγκατέλειψε τα παρκέ, ο Τζαμπάρ δεν έχει ξεστομίσει ποτέ κάποια μομφή ή παράπονο για τα χρόνια παραμονής του στο Μιλγουόκι. Το 1974, όμως, και ύστερα από τρία χρόνια που προσπαθούσε μόνος να οδηγήσει την ομάδα του σε ακόμα ένα πρωτάθλημα, ο Καρίμ-Αμντούλ επικαλέστηκε δυσκολία προσαρμογής στη νοοτροπία της περιοχής και αιτήθηκε μεταγραφή σε κάποια ομάδα της Νέας Υόρκης ή του Λος Άντζελες.

Με την ταυτότητά του να γράφει ακόμα 28 δίπλα στην ηλικία, ο Αμπντούλ Τζαμπάρ δεν άργησε να βρει νέα «στέγη». Το 1975, οι Λος Άντζελες Λέικερς προσέφεραν τους Σμιθ, Ουίντερς, Μέγιερς και Μπριτζμαν για να φέρουν στην πόλη των αγγέλων τον ίδιο αλλά και τον Ουόλτ Ουέσλι.

Πολλοί περίμεναν ότι ο Τζαμπάρ θα δυσκολευόταν να προσαρμοστεί στο παιχνίδι της νέας του ομάδας, αλλά εκείνος τους απογοήτευσε, πραγματοποιώντας μία ακόμα ονειρική χρονιά και διαδραματίζοντας σπουδαίο ρόλο στην πορεία των Λέικερς, που όμως για τα πρώτα πέντε χρόνια παραμονής του Αμπντούλ Τζαμπάρ στο Λος Άντζελες, έμειναν χωρίς τίτλο.

Το πλήρωμα του χρόνου όμως είχε καταφθάσει για τους Λέικερς και τον ίδιο τον Αμπντούλ Τζαμπάρ για τη διάκριση και την επίσημη κατάταξη στο πάνθεον της ιστορίας του ΝΒΑ. Το 1979, η ομάδα τους Λος Άντζελες κάνει δικό της ένα ακόμα αστέρι του μπάσκετ που ήταν γραφτό να χαράξει το δικό του μονοπάτι στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου. Ο λόγος φυσικά για τον Έρβιν «Μάτζικ» Τζόνσον. Ο Μάτζικ Τζόνσον αποτέλεσε μαζί με τον Αμπντούλ Τζαμπάρ τους ηγέτες των Λέικερς που μετέτρεψαν τη δεκαετία των ’80 σε δεκαετία δυναστείας της ομάδας τους κατακτώντας πέντε πρωταθλήματα και πηγαίνοντας συνολικά σε οκτώ τελικούς.

Το ένδοξο φινάλε

Χορτασμένος από δόξα και διακρίσεις, ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ αποφάσισε το 1989 και μετά από είκοσι χρόνια παρουσίας στα παρκέ, να κρεμάσει τα παπούτσια του. Το φινάλε που έβαλε στην καριέρα του όντας 42 ετών τον βρήκε στην κορυφή της λίστας των παικτών με τα περισσότερα παιχνίδια, τους περισσότερους πόντους και μία πληθώρα άλλων ρεκόρ που είχε σπάσει αγωνιζόμενος τόσο με τη φανέλα των Μπακς όσο και με αυτή των Λέικερς.