Ο Valentino Rossi έβαλε το MotoGP σε κάθε σπίτι και το δικό μου δεν θα μπορούσε να αποτελεί την εξαίρεση. Σήμερα, ο Γιατρός το επαναλαμβάνει.

Εντάξει, το μικρόβιο το είχα από γεννησιμιού μου. Μια από τις πρώτες λέξεις που είπα ήταν η “Honda” κατά την μάνα μου, “Ford” χωρίς ρ κατά την θεία μου. Μικρή σημασία έχει. Στον δρόμο το μάτι μου έπεφτε συνέχεια σε δημιουργίες 2 ή 4 τροχών. Στο σπίτι, έβρισκες παντού και από μια τέτοια δημιουργία υπό κλίμακα. Η αλήθεια είναι, πως ακόμη, αρκετά χρόνια μετά, ακόμη βρίσκεις.

Ρόλο έπαιξε και ο πατέρας μου. Λάτρης των μηχανών αλλά και των αυτοκινήτων, θα τον άκουγα σπάνια, αλλά με προσοχή, να εξιστορεί κάποια καλοκαιρινή εξόρμηση με τα 125άρια και 250αρια της εποχής. Θα τον άκουγα να μου λέει για κάποιες Ιαπωνικές δίχρονες “σκοτώστρες” , όπως το Yamaha RD 350, που απλώς δεν φρέναραν και είχαν “φάει κόσμο”. Ή για τις απόκοσμες, επιβλητικές Ιταλίδες που τύχαινε να έρθουν στο νησί. Όχι γυναίκες καλέ. Μοτοσυκλέτες.

Στα νεότερα χρόνια, ξεφύλλιζε με μανία τους 2 και 4 τροχούς και το MOTO, και στεκόταν κάθε Κυριακάτικο μεσημέρι μπροστά από το μαγικό κουτί. Είχε αγώνα. MotoGP ή Formula 1; Μα ποιος νοιάζεται; Χρυσές εποχές Schumacher-Ferrari και Rossi είχαμε.

Εγώ αυτά τα πρότυπα πήρα, με αυτά μεγάλωσα, με αυτά γαλουχήθηκα, και σήμερα αυτά με εξιτάρουν. Τελεία. Βέβαια η ιστορία, ίσως να ήταν ελαφρώς διαφορετική αν την εποχή που ξεκινούσα να μάθω, που προσπαθούσα να καταλάβω και να θαυμάσω αυτήν την μηχανοκίνητη πανδαισία, δεν οδηγούσαν οι Rossi και Schumacher. Ένοχοι.

Η ανάμνηση που μου έχει μείνει χαραγμένη στο μυαλό από τον “Τρελογιατρό”

Θυμάμαι ακόμη εκείνο το ξέγνοιαστο καλοκαίρι του 2007. Οικογενειακώς στην Ιθάκη, παππούς, θείος, θεία ξαδέλφια, όλοι εκεί. Και έλειπε ο πατέρας μου. Για ένα παιδί 10 χρονών είναι κομματάκι δύσκολο να κατανοήσει πως μπορεί κάποιος να ταξιδέψει με μηχανή από την Ελλάδα στην Γερμανία για να παρακολουθήσει το Grand Prix. Δεν το πολυδούλευα στο μυαλό μου. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν την υπό κλίμακα μινιατούρα Yamaha YZF M1 με σπόνσορα την FIAT (2007) που θα ερχόταν πακέτο με το καπέλο Valentino Rossi. Η πρώτη θα διεύρυνε την συλλογή μου που ξεκινούσε από την Honda του 2002, το καπελάκι θα κοσμούσε το κεφάλι μου σε κάθε δημόσια ή μη εμφάνιση μου.

Εντάξει θα μου πείτε. Βρήκε το παιδάκι ποιος κερδίζει και άρχισε να τον υποστηρίζει. Πρωτότυπο. Και όμως, δεν ξέρω αν συνέβη ακριβώς αυτό. Ναι, φυσικά και σαν άνθρωποι και δη φίλαθλοι έχουμε την τάση να υποστηρίζουμε εκείνον που πρωταγωνιστεί. Ειδικά αν στο σπορ είμαστε νέοι, χωρίς προδιάθεση ή κάποιο «δεσμό» που κληρονομήσαμε από τον παππού μας επειδή στα νιάτα του οδηγούσε Ducati. (Εμένα δεν οδηγούσε.)

Και ο πατέρας μου τον Rossi είχε από κοντά, όπως οι περισσότεροι εκεί στις αρχές και προς τα μέσα του 2000. Μην κοροϊδευόμαστε, εκείνος έβαλε το άθλημα σε κάθε σπίτι. Εμένα αρχικά με κέρδισε το όλο παρουσιαστικό. Η Honda με τον ιστορικό πλέον σπόνσορα Repsol με αυτά τα πορτοκαλοκόκκινα γραφικά, τα τρελά και παλαβά σχέδια στα κράνη του Rossi, οι παραστάσεις που έδινε αφότου κέρδιζε, και βασικά το τελευταίο από μόνο του: το ότι κέρδιζε.

Οι λόγοι που υποστήριζα τον Rossi και η σειρά των αντιπάλων του που δεν με…κέρδισε.

Σαν παιδί, δεν ταυτίστηκα με τον (επιτυχημένο) Rossi, αλλά θαύμαζα με αγνό πάθος το ότι κατάφερνε να κερδίζει κάθε αντίπαλο. Τον Max Biaggi, τον Loris Capirossi, τον Alex Barros, τον Sete Gibernau, τον Nicky Heyden, τον Marco Melandri και τόσους άλλους.

Θα μπορούσα κάλλιστα, όταν ξεκίνησα να παρακολουθώ MotoGP, αν ήθελα να υποστηρίξω κάποιον να ήταν ένας εκ των προαναφερθέντων. Δεν «έκατσε».

Ο «Γιατρός» με συνεπήρε με την τρέλα του, με την διαφορετικότητα του, με την αύρα του. Ήταν μια άλλη πάστα ανθρώπου και οδηγού. Ήταν μια persona, μια ζωντανή διαφήμιση για τους αγώνες 2 τροχών. Τα κατορθώματα του εντός πίστας λένε μόνο την μισή αλήθεια. Ναι, 9 τίτλοι είναι αυτοί, δεν τους πετάς. Όμως ο Rossi κατάφερε να αγγίξει ένα κομμάτι του φίλαθλου κόσμου που κανένας άλλος δεν κατάφερε πριν από εκείνον, και που θεωρώ μέχρι και σήμερα δεν έχει καταφέρει και άλλος. Δεν ξέρω ποιο είναι αυτό. Όμως τέτοια φανατική βάση φιλάθλων δεν την χτίζεις εύκολα.

Και σίγουρα δεν την διατηρείς κιόλας. Ο Rossi έχει να πανηγυρίσει πρωτάθλημα από το 2009, και νίκη από το 2017. Και όμως, κανέναν ρόλο δεν παίζει για τους οπαδούς του. Κανένα ρόλο δεν παίζει ούτε για εμένα.

Ο Rossi που με έκανε να βλέπω MotoGP πριν από 15 χρόνια, σήμερα είναι ο ίδιος που με κάνει να επιστρέφω στο σπορ.

Ο Rossi μου έμαθε το MotoGP. Με καθήλωσε μπροστά από την οθόνη, αποσβολωμένο, σχεδόν μαγεμένο να παρακολουθώ αναβάτες να τιθασεύουν τα θηρία, να γίνονται ένα με την άσφαλτο, να κινούνται τόσο ομαλά και συγχρονισμένα σαν παράσταση μπαλέτου στο πολύ πιο γρήγορο. Κάποια στιγμή όμως το παράτησα. Και ήμουν πολύ ενημερωμένος όταν έγινε αυτό. Ήξερα τους οδηγούς, τους τεχνικούς κανονισμούς, τα πάντα. Πρέπει να ήταν όταν σταμάτησε να το δείχνει η τηλεόραση. Θλιβερή στιγμή, όταν παράλληλα (μας) πλασάρετε φτηνή, σχεδόν προσβλητική διασκέδαση όπως το Big Brother και το Bachelor.

Πέρασαν χρόνια και εγώ προσηλώθηκα στους αγώνες της Formula 1. Μεγάλη αγάπη και αυτή, αλλά διαφορετική. Άλλο σπορ, άλλα συναισθήματα. Για το MotoGP και τον αγαπημένο Rossi παρακολουθούσα αραιά και που καμία είδηση, ίσως για καμία ακόμη νίκη του δαιμόνιου Marquez.

Σήμερα είμαι πάλι εδώ. Και είμαι και πάλι λόγω του Rossi. Όχι επειδή κερδίζει. Επειδή όμως είναι και εκείνος εδώ. Αγέρωχος, ένας τύπος που στα 41 του μάχεται ακόμη ρόδα με ρόδα με την «πιτσιρικαρία». Τους κανονισμούς και τα σχετικά ακόμη τους ψάχνω. Παρακολουθώ όπως παρακολουθούσα όταν ήμουν 7 και 8 χρονών. Με συνεπαίρνει μόνο το θέαμα, οι οριακές μάχες ο ανταγωνισμός. Με συνεπαίρνει εκείνος ο τύπος με το παλαβό του κράνος, που βγάζει πόδι στις στροφές και στην φόρμα του γράφει “The Doctor”. Ας μην είναι η επόμενη χρονιά η τελευταία του στο σπορ.