Η Ρόμα δεν έγινε ποτέ αυτό που ήθελε ο Μουσολίνι, παίρνοντας την τελική μορφή της από τον κόσμο που την αγάπησε και όχι από έναν φιλόδοξο δικτάτορα.

Το DNA μιας ομάδας δεν γίνεται να το καθορίσεις. Όσο και να προσπαθείς να αλλάξεις κάτι προς το πως εσύ θες να το κάνεις, δεν μπορείς να το πετύχεις. Κάτι που ισχύει για τη Ρόμα, την πιο επιτυχημένη ομάδα της ιταλικής πρωτεύουσας. Ένα δημιούργημα ανθρώπων που καμία σχέση δεν έχουν με την ιδεολογία του συλλόγου σήμερα, ο κόσμος της ομάδας δεν επέτρεψε να μείνει η εικόνα της ομάδας που προοριζόταν για σύμβολο του φασισμού της Ιταλίας. Αλλά αντίθετα έφυγε αμέτρητα χιλιόμετρα μακριά.

Η ανάγκη μιας μεγάλης δύναμης στη πρωτεύουσα έφερε τη Ρόμα

Δεν είναι λίγες οι φορές του παρελθόντος, όπου έγιναν προσπάθειες εργαλειοποίησης του ποδοσφαίρου και του αθλητισμού γενικότερα για συμφέροντα τρίτων. Στο φασιστικό πολίτευμα του Μπενίτο Μουσολίνι, ο Ιταλός  δικτάτορας θέλησε να κάνει ακριβώς αυτό. Με τη Ρώμη να έχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά του, μιας και από την πορεία προς αυτή ξεκίνησε ο δικτατορικός κύκλος του, ο ίδιος επιθυμούσε την ισχυροποίησή της σε αθλητικό επίπεδο.

Ο ίδιος ήταν οπαδός της Λάτσιο, της μεγαλύτερης ομάδας της ιταλικής πρωτεύουσας. Έχοντας ιδρυθεί το 1900 από μια ομάδα αξιωματικών, οι «αετοί» ήταν ομάδα της ανώτερης κοινωνικής τάξης και της πλούσιας γειτονιάς της Ρώμης, Πράτι. Ωστόσο, η λέξη επιτυχία ήταν μια έννοια αντώνυμη με το όνομα της Λάτσιο, μιας και σε είκοσι χρόνια ύπαρξης δεν υπήρχε κάποια διάκριση.

Μίλαν, Ίντερ και Γιουβέντους μονολογούσαν στους τίτλους, με τον Μουσολίνι να ψάχνει τρόπο να σπάσει αυτή την κυριαρχία του Βορρά. Έτσι, κατόπιν υποδείξεως του Μουσολίνι, στις 7 Ιουνίου του 1927, o Ίταλο Φόσκι προχώρησε στην σύντηξη τριών συλλόγων της πρωτεύουσας. Μέλος του εσωτερικού κύκλου του φασιστικού κινήματος, ο Φόσκι έκανε το πρώτο βήμα για τη δημιουργία μιας ισχυρής ομάδας της Ρώμης. Φορτιτούντο, Ρόμαν και Άλμπα-Αουντάτσε, με τη Λάτσιο ωστόσο να αντιστέκεται. Έχοντας ήδη το δικό της κοινό, οι «αετοί» δεν επιθυμούσαν μια «μειωτική» ένωση με άλλα σωματεία. Έτσι, κατόπιν πίεσης του στρατηγού του φασιστικού κινήματος, Τζιόρτζιο Βακάρο, η Λάτσιο δεν έγινε μέρος της συγχώνευσης.

Το ντέρμπι της Ρώμης παραμένει το πιο δυναμιτισμένο της χώρας

Το κοινό της Ρώμης δεν άργησε να επιλέξει τη νέα του ομάδα. Με τη μεγαλύτερη μερίδα φιλάθλων να έχει επιλέξει ήδη αν επιθυμεί ή όχι να ακολουθεί τη Λάτσιο, η Ρόμα ήταν η λογική επιλογή. Και με τις κατώτερες κοινωνικές ομάδες να μην έχουν κάποιον άλλο σύλλογο να υποστηρίξουν, οι «τζιαλορόσι» έγιναν η οικογένειά τους. Στις φτωχογειτονιές του Τεστάτσιο, η Ρόμα βρήκε το πρώτο της σπίτι στα πρώτα χρόνια ύπαρξής της.

Το αριστερό στοιχείο στις κερκίδες της Ρόμα, ήταν αισθητό από τις πρώτες σεζόν της κοινής τους συνύπαρξης στην Ιταλία. Η κοινωνική διαφορά των δύο πλευρών ήταν εμφανής. Δύο κόσμοι αντίθετοι, με χαοτικές διαφορές στο πολιτικό και κατ’ επέκταση το κοινωνικό υπόβαθρο των φιλάθλων τους.  Και παρά την ένωση των συνδέσμων οπαδών της ομάδας (CUCS) να έχει εκφράσει τις δεξιές της πεποιθήσεις, δεν υπάρχουν οι ακραίες απόψεις που φιλοξενούνται στους συνδέσμους της Λάτσιο.

Για αυτό και τα ντέρμπι της πρωτεύουσας (Derby della Capitalle), είναι ίσως το πιο δυναμιτισμένο παιχνίδι της χώρας. Το Derby della Madoinnina ανάμεσα σε Ίντερ και Μίλαν και το Derby d’Italia (Μίλαν και Γιουβέντους), ίσως είναι μεγαλύτερα από άποψη τίτλων των ομάδων. Ακόμα και έτσι όμως, τα ντέρμπι της Ρώμης παραμένουν μερικές από τις μεγαλύτερες αντιπαλότητες του ποδοσφαιρικού πλανήτη.

Αμέτρητες φορές οι εντάσεις έχουν ξεφύγει πριν ή κατά τη διάρκεια αγώνων των δύο ομάδων. Συνήθως από τους ultras της Λάτσιο, οι οποίοι ακόμα και σήμερα παραμένουν υπερήφανοι για τις ακροδεξιές τους απόψεις. Θέση την οποία ο ίδιος ο σύλλογος καταδικάζει με κάθε δυνατή ευκαιρία. Οι «σβάστικες» τα ντροπιαστικά πανό  και οι φασιστικοί χαιρετισμοί, δεν λείπουν  από τα ντέρμπι της Ρώμης, προερχόμενα από τους φασίστες της Curva Sud.

Η παταγώδης αποτυχία της προπαγάνδας

Κοινώς, η ομάδα που δημιουργήθηκε ως το μεγάλο όπλο προπαγάνδας του Μουσολίνι στον αθλητισμό, δεν έγινε ποτέ αυτό που ο ίδιος ήθελε. Ένα σωματείο που ο κόσμος του το έκανε αντίθετο από αυτό που ήθελαν οι επίδοξοι δημιουργοί του, η Ρόμα δεν «λερώθηκε» από τα φασιστικά στοιχεία του Μουσολίνι. Ο κόσμος της Ρώμης μίλησε και προτίμησε την «ομάδα του λαού», από αυτή της συντηρητικής Λάτσιο.

Και ενώ οι «λατσιάλι» χρειάστηκαν να περιμένουν για μισό αιώνα μέχρι να δουν τίτλο, οι «τζιαλορόσι» πέτυχαν περισσότερα και πολύ πιο γρήγορα. Περισσότερα πρωταθλήματα, περισσότερα κύπελλα και μεγαλύτερο κοινό στην Ιταλία. Ακόμα και στη δημοτικότητα του συλλόγου, η Ρόμα μα μπορεί να χαίρεται για την επικράτησή της. Κάτι που ήρθε από την απλή αγάπη του κόσμου και όχι μέσω του σχεδίου του Μουσολίνι. Μάλιστα, φρόντισε να απορρίψει σχεδόν άμεσα τις τακτικές του και να εναντιωθεί άμεσα αυτών.