Το Debut.gr θυμάται τον Αντριάνο, ένα από τα μεγαλύτερα «what if» στην ιστορία του ποδοσφαίρου και σκιαγραφεί τον χαρακτήρα αλλά και την στιγμή που οδήγησαν την καριέρα του στην πτώση.

Μέσα από το ποδόσφαιρο γράφονται ιστορίες, ανεξίτηλες και αιώνιες. Οι περισσότερες που θυμάται ο κόσμος είναι αυτές που περιέχουν αγάπη, συναισθήματα και ένα «happy end». Ωστόσο, στη ζωή, υπάρχει ο πόνος, η θλίψη αλλά και εκείνο το «αν» που δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. Ο Αντριάνο Λέιτε Ριμπέιρο, πολέμησε το σκοτάδι, πέταξε προς το φως, αλλά ένα τηλεφώνημα βοήθησε τους… δαίμονές του να τον κυριεύσουν.

Η ζωή του Αντριάνο

Ο Αντριάνο γεννήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο, στις 17 Φεβρουαρίου του 1982. Μεγάλωσε στους δρόμους του Βίλα Κρουζέιρο, φαβέλα στη βόρεια ζώνη της πόλης. Μεγάλωσε σε μία από τις πιο επικίνδυνες φαβέλες,  με παρατσούκλι «εμπόλεμη ζώνη». Τα ποσοστά των θανάτων, των πυροβολισμών, αλλά και το γεγονός ότι ήταν η έδρα βαρόνων ναρκωτικών φανερώνει την τραγικότητα της κατάστασης. Μάλιστα, αστυνομία δεν πλησιάζει την εν λόγω περιοχή, παρά μόνο σε ακραίες περιπτώσεις, όπου τότε χρησιμοποιεί όλα τα μέσα που διαθέτει. Οι κάτοικοι -συμπεριλαμβανομένου του Αντριάνο- δεν είχαν/έχουν πράγματα που για την πλειοψηφία των κατοίκων του πλανήτη είναι «δεδομένα» (φαγητό, νερό, ρουχισμό). Στα παιχνίδια με τους φίλους του, στους δρόμους εμφανιζόταν πάντα ξυπόλητος. Αυτό έκανε και όταν πήγε στην «Όρντεμ ντε Προγκρέσο», ομάδα της κοινότητας όπου συστήθηκε με την πιο οργανωμένη δομή του σπορ που είχε ήδη αγαπήσει.

Η αρχή της καριέρας του

Ο τρόπος που είχε μάθει να «επιβιώνει» στα παιχνίδια που έπαιζε στο δρόμο (με τη φυσική δύναμη και την ταχύτητα) τον έκανε να ξεχωρίσει στη Φλαμένγκο, όπου πήγε το 1999. Σε ηλικία 17 ετών ήταν μέλος της αντρικής ομάδας. Τον Ιούνιο του 2000 υπέγραψε διετές συμβόλαιο ενώ το 2001 πουλήθηκε στην Ίντερ. Ο Βραζιλιάνος σταρ συστήθηκε στην Ευρώπη με τα χρώματα των «νερατζούρι», σκοράροντας το πρώτο του γκολ απέναντι στην Ρεάλ Μαδρίτης.

«Είχε απίστευτη δύναμη. Είπα μέσα μου ‘είναι ο νέος Ρονάλντο’. Είχε τα πάντα. Το κατάλληλο σώμα, ταλέντο, ταχύτητα. Με φόβιζε ότι προερχόταν από φαβέλα. Είχα δει τους κινδύνους του γρήγορου χρήματος σε ανθρώπους που δεν είχαν τίποτα. Κάθε μέρα τον ρωτούσα ‘τι θα κάνεις το βράδυ; Πού θα πας;’. Φοβόμουν πως θα μπλέξει. Ο πατέρας του τον πρόσεχε», είχε ξεκαθαρίσει ο Χαβιέρ Ζανέτι, στην Tutto Mercato, το 2018.

Ο Αντριάνο δόθηκε δανεικός σε Φιορεντίνα και Πάρμα, λίγο πριν επιστρέψει στην Ίντερ για την δεύτερη και λαμπρή θητεία του. Με μέντορα τον Ρονάλντο, την σεζόν 2004-05 έκανε την καλύτερη σεζόν της καριέρας του πετυχαίνοντας  42 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις.

«Μου έμαθε πώς να συμπεριφέρομαι εντός γηπέδου, για να κερδίσω τον κόσμο. Ο παιχνιδιάρικος χαρακτήρας του ήταν πολύ σημαντικός για εμένα. Με έκανε να νιώθω πως ήμουν σπίτι. Με έκανε και να σταματήσω να περνώ τα βράδια μου με γυναίκες, σε ξενοδοχεία» είχε αναφέρει σε δηλώσεις του για το «Φαινόμενο».

Όλα ήταν ονειρικά πλασμένα για τον Αντριάνο, ο οποίος είχε κερδίσει τους δαίμονες του και η πόρτα στο «Πάνθεον» του ποδοσφαίρου ήταν ανοικτή για εκείνον. Ωστόσο, μία στιγμή είναι αρκετή για να μετατρέψει ένα παραμύθι σε εφιάλτη. Μία στιγμή ήταν αυτή που εμπόδισε τον Βραζιλιάνο να περάσει το κατώφλι με αποτέλεσμα να τον ρίξει στην άβυσσο.

Το τηλεφώνημα

Στις 3 Αυγούστου του 2004, ενώ ήταν στην προετοιμασία με την Ίντερ δέχθηκε ένα τηλεφώνημα.

«Τον είδα να πετά το τηλέφωνο και να αλυχτά. Ακόμα και σήμερα που θυμάμαι εκείνη την στιγμή, ανατριχιάζω» είχε αποκαλύψει ο Ζανέτι. Η μητέρα του μόλις τον είχε ειδοποιήσει πως πέθανε ο πατέρας του.  Αυτή η στιγμή ήταν και το τέλος για την καριέρα του Αντριάνο. Ο πατέρας του, Αλμίρ ήταν αυτός που τον ηρεμούσε, το στήριγμά του και ο λόγος που ο «L’Imperatore» (ο Αυτοκράτορας όπως και τον αποκαλούσαν) έμεινε μακριά από το σκοτάδι του τόπου που μεγάλωσε. Μαζί με τον πατέρα του έχασε το νόημα και την χαρά του ποδοσφαίρου.

«Ο πατέρας του τον φρόντιζε, τον πρόσεχε και τον κρατούσε μακριά από τα προβλήματα. Τον είδα να κλαίει, να ουρλιάζει. Από εκείνη την ημέρα, μαζί με τον Μοράτι (πρόεδρος της Ίντερ) αποφασίσαμε να αναλάβουμε το ρόλο του Αλμίρ. Να γίνουμε αυτοί που θα τον φροντίζαμε.

Έπαιζε, σκόραρε, έδειχνε τον ουρανό, όπως αφιέρωνε τα πάντα στον πατέρα του. Όσοι όμως, ήμασταν κοντά του ξέραμε πως τίποτα δεν ήταν το ίδιο, έπειτα από αυτό το τηλεφώνημα. Ο Ιβάν Κόρντομπα του είχε πει ότι ‘είσαι μείξη του Ρονάλντο και του Ιμπραχίμοβιτς. Έχεις καταλάβει πως μπορείς να γίνεις ο καλύτερος παίκτης όλων των εποχών;‘. Το είχε καταλάβει. Και θαύμαζε και τους δυο παίκτες που είχε για ‘δασκάλους’. Αλλά δεν τον ένοιαζε. Τον είχαν νικήσει οι ‘δαίμονες’ του.

Δεν καταφέραμε να τον βγάλουμε από το αδιέξοδο και τη κατάθλιψη. Αυτή ίσως ήταν η μεγαλύτερη ήττα της καριέρας μου. Αυτό με κάνει μέχρι και σήμερα να νιώθω τόσο αδύναμος». Αυτά ήταν τα λόγια του δακρυσμένου Ζανέτι για τον Αντριάνο.

Η πτώση και το τέλος του Αντριάνο

Δυστυχώς, όχι μόνο για εκείνον αλλά και για τον κόσμο του ποδοσφαίρου, δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει αυτό το τηλεφώνημα. Ο Αντριάνο εμφανιζόταν στις προπονήσεις τις Ίντερ μεθυσμένος και άυπνος, αναγκάζοντας την ομάδα να τον παρουσιάζει τραυματισμένο. Τα διάφορα πειθαρχικά παραπτώματα τον οδήγησαν στην πόρτα τις εξόδου το 2009. Από τότε αγωνίστηκε με τα χρώματα των Ρόμα, Κορίνθιανς, Φλαμένγκο, Ατλέντικο Παρανένσε και Μαϊάμι Γιουνάιτεντ εκεί όπου και κρέμασε τα παπούτσια του. Η καριέρα του θύμισε ελεύθερη πτώση χωρίς αλεξίπτωτο. Κανείς δεν μπορούσε να βγάλει τον καλό του εαυτό προς τα έξω. Ο ίδιος, το 2017, είχε πει: «Ποτέ δεν έβλαψα κανέναν. Το μόνο άτομο που έβλαψα είμαι εγώ».

Ο Αντριάνο θα παραμείνει στην αιωνιότητα ως ένα από τα μεγαλύτερα «what if» στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Αν δεν είχε χτυπήσει ποτέ το τηλέφωνο εκείνη την μέρα ίσως τα γεγονότα να είχαν διαφορετική τροπή και ο «Αυτοκράτορας» να ξεπερνούσε τις προσδοκίες που συνόδευαν το όνομά του. Όμως εκείνο το «αν» μετατράπηκε σε «γιατί» και αργότερα σε «κρίμα».