Γιατί η Red Bull επέλεξε τον Sergio Perez; Και γιατί αυτή αποτελεί την ευκαιρία για τον Μεξικανό να εξιλεωθεί, αποδεικνύοντας το τι αξίζει;

Οριακά προβοκατόρικος τίτλος. Δεν συνηθίσω να τραβάω την προσοχή με τα γραφόμενα μου, και αν το κάνω, θα έχω λόγο. Λόγο, που μέχρι την τελευταία λέξη του κείμενου, θα έχω ορίσει, αποδημήσει και κατανοήσει. Και στο τέλος, θα σας φαίνεται και εσάς λογικός. Ή έστω λογικός σε μένα.

Ήμουν στον εργασιακό μου χώρο, “σκοτώνοντας” το διάλειμμα μου στο Facebook. Έπεσα έτσι σε μια δημοσίευση που αφορούσε τον Sergio Perez. Βασικά, αφορούσε τον «κουραστικό» Eddie Jordan που εξέφρασε την γνώμη πως ο Perez δεν είναι το ίδιο γρήγορος με τον Verstappen. Απάντησα πως ο Jordan, ίσως λόγω (και) της εμπειρίας του από τον χώρο, να ξέρει κάτι παραπάνω από εμάς τους κοινούς «θνητούς».

Αλλά ακόμη και αν δεν τα είχε ζήσει εκ των έσω, εξέφρασε το απολύτως λογικό: Αν ο Perez ήταν το ίδιο γρήγορος με τον Verstappen, η Red Bull δεν θα τον επέλεγε. Το θέμα της συζήτησης ήταν ο Jordan, αλλά εγώ στα κρυφά κάπου σημείωσα το «Γιατί η Red Bull επέλεξε τον Sergio Perez;» Και από εκείνη την σημείωση, εγένετο το παρόν άρθρο.

Η μεταγραφή του Μεξικανού που παρουσιάζει κοινά με εκείνη του Barichello το 2000 στη Ferrari

O 31χρονος Μεξικανός θα βρεθεί την φετινή σεζόν πίσω από το τιμόνι της Red Bull. Την τέταρτη, συνολικά, ομάδα της καριέρας του στην Formula 1. Είχε προηγηθεί η Sauber, με την οποία έκανε το ντεμπούτο του το 2011, το σύντομο πέρασμα του από την McLaren, και φυσικά η Force India, μετέπειτα Racing Point, πλέον Aston Martin. Έχοντας εκκινήσει σε 191 Grand Prix, έχει ανεβεί στο βάθρο δέκα συνολικά φορές, εκ των οποίων μια και στο υψηλότερο σκαλί του. Αρκετά όμως με τα στατιστικά. Το παρόν άρθρο δεν είναι βιογραφικό.

Η μεταγραφή του Sergio Perez, μου θυμίζει κατά πολλοίς εκείνη του Rubens Barichello, για τον οποίο έγραφα πρόσφατα. Ο Βραζιλιάνος, βρέθηκε το 2000 στη Ferrari, σε μια ηλικία (28) που πλέον δεν θεωρούταν «ταλέντο», ούτε ανερχόμενος οδηγός. Είχε ήδη εφτά γεμάτες χρονιές στην Formula 1, και είχε καταφέρει να λάμψει σε κάποιους αγώνες, κάνοντας μάλλον υπερπροσπάθεια για να το καταφέρει και βρισκόμενος στην μέρα του. Τα στατιστικά του έγραφαν έξι βάθρα, και καμία νίκη.

Με αυτό το «βιογραφικό», η Ferrari τον επέλεξε ώστε να πλαισιώσει τον Michael Schumacher. Ο Γερμανός βρισκόταν ήδη τέσσερα χρόνια στις τάξεις της, έχοντας καταφέρει να την κάνει δικιά του, και να γράψει ήδη κάποιες επιτυχίες μαζί της. Εκτός αυτού, ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της, ο άνθρωπος γύρω από την οποίο η ομάδα είχε στηθεί και λειτουργούσε. Η συνέχεια, γνωστή…

Αν δεν βλέπετε πολλά κοινά στις περιπτώσεις, θα σας το κάνω πιο ξεκάθαρο: Ο Perez, διανύοντας ήδη το 31ο έτος της ηλικίας του, κουβαλάει αγωνιστική εμπειρία πλέον δέκα σεζόν. Πάντα τον είχα στο μυαλό μου σαν τον οδηγό «Ναι μεν, αλλά». Έχει κάνει κάποιους εξαιρετικούς αγώνες, ειδικά την περσινή σεζόν όπου και το μονοθέσιο ήταν άξιος συμπαραστάτης του. Νομίζω όμως πως το άστρο του δεν άναψε ποτέ. Είναι ένας οδηγός που αξίζει 100% την θέση του στην Formula 1, αλλά που δεν θεωρώ πως ανήκει στην top κατηγορία που πολλοί τον θέλουν.

Η κακή σεζόν του στη McLaren, και η ευκαιρία του απέναντι σε έναν κορυφαίο team mate να αποδείξει τι αξίζει

Μεγάλο πλήγμα στην πορεία του αποτέλεσε το προαναφερθέν πέρασμα του από την McLaren το 2013. Η Βρετανική ομάδα η οποία το 2012 είχε ένα κορυφαίο μονοθέσιο, προτίμησε για το 2013 να σχεδιάσει το μονοθέσιο της από λευκό χαρτί. Κάτι που στην πίστα, δεν απέδωσε. Με το μονοθέσιο απελπιστικά αργό, ούτε ο Sergio Perez ούτε και ο team mate του Jenson Button κατάφεραν να βρεθούν στο βάθρο εκείνη την χρονιά. Ο Μεξικανός έχασε στην τελική βαθμολογία από τον Βρετανό, και σαν άλλος προπονητής Ελληνικής ομάδας, κλήθηκε να μαζέψει τα σπασμένα δια της εξόδους του.

Το γνωρίζει και ο ίδιος, (όπως το γνώριζε και ο Barichello) πως ακόμη δεν έχει αποδείξει τίποτα. Η Red Bull, όπως (τότε) η Ferrari, αποτελεί την -τελευταία- του ευκαιρία να το κάνει. Να εξιλεωθεί. Να οδηγήσει ένα ανταγωνιστικό μονοθέσιο, απέναντι σε έναν team mate σκληρό, δύσκολο, γρήγορο, ανελέητο. Έναν οδηγό σαν τον Max Verstappen, ο οποίος έχει χάσει μόνο σε δύο αγωνιστικές σεζόν από team mate του, το 2016 και το 2017. Και που γενικώς, τους έχει κερδίσει όλους. ( Επικράτησε του Daniel Ricciardo το 2018).

Ο “Checo” ξέρει ότι έχει να ανέβει βουνό για να το καταφέρει. Ο Verstappen, γέννημα-θρέμμα των ακαδημιών της Red Bull, βρίσκεται μαζί της από το 2015. Και έχει καταφέρει, σεζόν με την σεζόν, να γίνεται ολοένα και πιο γρήγορος. Ολοένα και πιο ώριμος. Ολοένα και πιο νούμερο 1. Δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης, κάτι που γνώρισε πέρσι με τον χειρότερο τρόπο, ο συμπαθέστατος Alex Albon. Η Αυστριακή ομάδα είναι χτισμένη γύρω από τον Ολλανδό, σε ένα σχεδόν τοξικό περιβάλλον για οποιονδήποτε μπει, και προσπαθήσει να το αλλάξει.

Γιατί όμως η Red Bull τον επέλεξε; Σίγουρα όχι για να εκθρονίσει τον Verstappen. Αλλά, για να τον ανταγωνιστεί, να τον παρακινήσει, να τον πάει ένα βήμα μπροστά. Αλλά και για να κάνει την ομάδα συνολικά δυνατότερη. Το μοντέλο αυτό μου θυμίζει το Vettel-Webber.  Ο Αυστραλός δεν ήταν ξεκάθαρα νούμερο 2, τουλάχιστον όχι πριν όντως γίνει. Διεκδίκησε όσα μπορούσε, ειδικά το 2010, αλλά ο Vettel, όπως και να το κάνουμε, ήταν ταχύτερος στην πίστα. Ήταν πιο απαιτητικός, πιο διεκδικητικός, πιο φτιαγμένος από το κράμα που είναι φτιαγμένοι οι πρωταθλητές. Και έτσι αναπόφευκτα, όταν ξεπέρασε το εμπόδιο του Webber έκανε την ομάδα εξ’ολοκλήρου δικιά του. O Sergio Perez έρχεται με μια βαλίτσα γεμάτη εμπειρία, και περγαμηνές για πλασαρίσματα στις μπροστά θέσεις, αν το μονοθέσιο το επιτρέπει. Κάτι που, σε μια ενδεχόμενη μάχη για το πρωτάθλημα, θα φανεί πολύ σημαντικό και χρήσιμο.

Η περίπτωση του μπορεί να έχει κοινά με εκείνη την Barichello, αλλά από αγωνιστικής άποψης και φιλοσοφίας είναι δύο κόσμοι σχεδόν αντίθετοι. Ο Μεξικανός είναι πιο επιθετικός οδηγός, που (θα) ρισκάρει και περισσότερο. Η Red Bull οφείλει να προστατέψει τον εαυτό της αλλά και να διαχειριστεί τον εκρηκτικό χαρακτήρα του Perez. Θυμίζω πως ο Μεξικανός, ενεπλάκη το 2018 σε τρία ατυχήματα με τον team mate του.  Πιο συγκεκριμένα, σε Ουγγαρία, Μπακού, και Σπα, μάλιστα το τελευταίο στην Eau Rouge με σχεδόν 300χλμ/ώρα. Πώς θα σταθεί, και προπάντων τι δίδυμο θα δημιουργήσει με τον Verstappen, ο οποίος δύσκολα κάνει πίσω στις μάχες του, και που έχει εμπλακεί και εκείνος σε αρκετά ατυχήματα τα τελευταία χρόνια;

Η Red Bull δεν θεωρώ πως θέλει να χαλάσει τις ισορροπίες, αλλά να τις ενδυναμώσει. Φέρνει έναν οδηγό δίπλα στον Verstappen, ο οποίος δεν υπογράφει ως νούμερο 2, αλλά θα χρειαστεί χρόνο και πείσμα για να καταφέρει να πάρει κεφάλι. Σίγουρα θα κοντράρει τον Ολλανδό, τόσο όσο. Θα καταφέρει πιθανότατα να κάνει αγώνες που θα χτίσου την υστεροφημία του και θα γεμίσουν βιογραφικό του. Και που βέβαια, θα βοηθήσουν και την ομάδα. Φέρνει έναν οδηγό ανταγωνιστικό, έναν οδηγό διψασμένο, έτοιμο να πετάξει μια και καλή από πάνω του αυτό το «αλλά». Ή και να το αφήσει να τον σκεπάζει για πάντα…

Για τον Perez ήρθε η στιγμή, να αποδείξει, πρώτα από όλα στον ίδιο, το τι αξίζει. Και φυσικά, να βάλει ένα τέλος στις φωνές που τον θεωρούν υποτιμημένο και αδικημένο. Καιρός, να γράψει εκ νέου την δική του ιστορία, χωρίς ναι μεν, αλλά…