Ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος στο Debut.gr: «Ξεχωριστή η τελευταία μου μέρα στην Πογκόν, είδα ανθρώπους να κλαίνε και να κρατούν ελληνικές σημαίες»
Ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος μίλησε αποκλειστικά στο Debut.gr για τα πρώτα χρόνια της καριέρας του, το μεγάλο κεφάλαιο του Παναθηναϊκού, τις στιγμές που έζησε φορώντας το «τριφύλλι» στο στήθος, τη συνεργασία του με τον Αστέρα Τρίπολης, τη μετάβαση στην Πολωνία, τη στιγμή και το γκολ που ξεχωρίζει από τη μέχρι τώρα καριέρα του αλλά και το αν εύκολο για έναν Έλληνα παίκτη να παίζει ποδόσφαιρο στην Ελλάδα.
Από μικρός προσπάθησε να ζει την κάθε στιγμή. Εξάλλου, δεν περνούσε από το μυαλό του πως θα γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Αυτό ήταν κάτι που προέκυψε στην πορεία. Όταν πήγε στην ακαδημία του Παναθηναϊκού και φόρεσε το «τριφύλλι» στο στήθος, πραγματοποιήθηκε ένα από τα όνειρά του. Σταδιακά και μέσα από καθημερινή δουλειά γινόταν όλο και καλύτερος. Θυμάται το ντεμπούτο του με τα «πράσινα»; Πως γίνεται να το ξεχάσει… Η ημερομηνία και οι λεπτομέρειες του αγώνα έχουν χαραχτεί στο μυαλό του και δεν γίνεται να… σβήσουν. Ήταν μπροστάρης στη νέα σελίδα του Παναθηναϊκού και στην ομάδα που δημιούργησε ο Γιάννης Αναστασίου, αποτέλεσε βασικό «γρανάζι» και σταδιακά άφησε το αποτύπωμά του στο παιχνίδι των «πράσινων». Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Κύπελλο με το υπερηχητικό 4-1 κόντρα στον ΠΑΟΚ, σπουδαίο «διπλό» κόντρα στον Ολυμπιακό με σκορ 0-3 και αναγνώριση πως εκείνη η ομάδα δίκαια βρισκόταν εκεί.
Φυσικά, στον αθλητισμό και όχι μόνο, δεν κυλούν όλα όπως τα θέλουμε. Ακολούθησε η αποχώρησή του από τον Παναθηναϊκό και η αλλαγή σελίδας. Εκνευρίστηκε και «χαλάστηκε» όπως λέει ο ίδιος. Πέρασε μία δύσκολη περίοδο αλλά στο τέλος της μέρας ξέρει πως πάντα έδινε το 110% για την ομάδα. Ακολούθησε η μετακίνηση του στον Αστέρα Τρίπολης και έπειτα το… μακρινό ταξίδι στην Πολωνία. Όσο διστακτικός κι αν ήταν στην αρχή, οι στιγμές που έζησε και ζει, τον αποζημιώνουν καθημερινά. Αποκορύφωμα η τελευταία του μέρα στην Πογκόν. Εκεί όπου είδε Πολωνούς φιλάθλους να κλαίνε, να φωνάζουν ρυθμικά το όνομά του και να κρατούν ελληνικές σημαίες. Είναι από τις εικόνες που δύσκολα θα ξεχάσει. Το ποδοσφαιρικό του «σπίτι» παραμένει η Πολωνία καθώς από το 2023 φορά τη φανέλα της Γκόρνικ Ζάμπρζε και συνεχίζει να κάνει αυτό που αγαπά. Να παίζει ποδόσφαιρο. Αν μπορούσαμε να τον περιγράψουμε με τρεις λέξεις, αυτές θα ήταν πάθος, δύναμη και αφοσίωση. Αυτός είναι ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος.
Το Debut.gr είχε τη μεγάλη τιμή να επικοινωνήσει μαζί του και εκείνος έδωσε απαντήσεις σε πάρα πολλά θέματα. Ποια ήταν η αφορμή να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο; Πώς έζησε τις πρώτες του επαγγελματικές μέρες στον Παναθηναϊκό; Περίμενε πως η πρώτη σεζόν με τον Γιάννη Αναστασίου στον πάγκο θα είχε αυτή την εξέλιξη; Πώς βίωσε τον τελικό του κυπέλλου κόντρα στον ΠΑΟΚ; Είναι το highlight εκείνης της χρονιάς το σπουδαίο «διπλό» κόντρα στον Ολυμπιακό με 0-3; Ήταν σωστή η απομάκρυνση του Γιάννη Αναστασίου; Πόσο δύσκολο ήταν το τελευταίο του εξάμηνο στον Παναθηναϊκό και πώς ήταν η συνύπαρξή του με τον Αντρέα Στραματσόνι; Ήταν σωστή η επιλογή του Αστέρα Τρίπολης; Πόσο εύκολο ήταν να πάρει την απόφαση και να μεταγραφεί στην Πολωνία; Ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα σε πολωνικό και ελληνικό πρωτάθλημα; Είναι εύκολο για έναν Έλληνα παίκτη να παίζει ποδόσφαιρο στην Ελλάδα; Θα άλλαζε κάτι από την μέχρι τώρα πορεία του στο ποδόσφαιρο; Αυτά κι άλλα πολλά θέματα στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος στο Debut.gr.
Τα πρώτα βήματα
Ξεκίνησες τα ποδοσφαιρικά σου βήματα από τις ακαδημίες του Παναθηναϊκού, μέχρι που υπέγραψες επαγγελματικό συμβόλαιο με την ομάδα. Βλέποντας τον εαυτό σου τότε φανταζόσουν ότι θα είχες αυτή την εξέλιξη και θα αγωνιζόσουν με την πρώτη ομάδα του Παναθηναϊκού, θα κατακτούσες τίτλο, ενώ θα αγωνιζόσουν και στο εξωτερικό;
Όταν ξεκίνησα και πήγα στην ακαδημία του Παναθηναϊκού, απλά ζούσα το όνειρο. Δεν υπήρχε στο μυαλό μου πως θα γίνω επαγγελματίας και πως θα καταφέρω να κάνω πράγματα στο ποδόσφαιρο. Απλά ζούσα την κάθε στιγμή και έκανα αυτό που αγαπούσα. Έπαιζα ποδόσφαιρο στην, κατά τη γνώμη μου, μεγαλύτερη ομάδα της Ελλάδας και σε μία συνθήκη πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με αυτή που ζούσα στο χωριό μου. Ήμουν ικανοποιημένος και ζούσα την κάθε μέρα ξεχωριστά. Δεν είχα βλέψεις για τεράστια πράγματα εκείνη την περίοδο. Ωστόσο, όσο περνούσε ο καιρός και ανέβαινα, άρχισα να βλέπω διαφορετικά κάποια πράγματα. Αλλιώς ήταν όταν πήγα στην ακαδημία του Παναθηναϊκού στα 13 μου και αλλιώς όταν υπέγραψα στα 16 μου το πρώτο συμβόλαιο. Εκεί σκέφτηκα πως ίσως έχω μία ευκαιρία στη ζωή μου να κάνω κάτι παραπάνω μέσα από το ποδόσφαιρο.
Ποια ήταν η αφορμή να ασχοληθείς με το ποδόσφαιρο;
Δεν υπήρχε κάποια συγκεκριμένη αφορμή. Στο χωριό σαν αγόρι δεν μπορείς να κάνεις κάτι άλλο. Ή θα είσαι με το ποδήλατο έξω ή θα παίζεις με μία μπάλα. Έτυχε να είμαστε μία παρέα από το σχολείο που γουστάραμε να παίζουμε από το πρωί μέχρι το βράδυ. Ήμασταν τυχεροί γιατί εγκρίθηκε η ομάδα του χωριού οπότε ενσωματωθήκαμε εκεί και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Κάθε μέρα, όλη μέρα, μπάλα με τους ίδιους.
Ξεχνιέται το ντεμπούτο μου με τον Παναθηναϊκό; Έγινε αρκετά τυχαία. Ήρθε η Πέμπτη και με βλέπω στο αρχικό σχήμα. Σκέφτομαι και λέω: «Αποκλείεται! Κάποια δοκιμή θα κάνει». Την Παρασκευή ξανά στο αρχικό σχήμα. Εκεί λέω: «Μάλλον δεν κάνει δοκιμή και ο Κωστάρας θα παίξει».
Πώς ήταν τα πρώτα σου ποδοσφαιρικά χρόνια;
Τελείως ανέμελα. Έκανα αυτό που γούσταρα, μακριά από κάθε πίεση. Απλά, έκανα αυτό που ήθελα και χαιρόμουν να παίζω με τους φίλους μου. Φυσικά, όταν μπήκαμε στην ομάδα του χωριού, θέλαμε να κερδίζουμε αγώνες και όχι μόνο να παίζουμε. Για παράδειγμα κάναμε την προπόνησή μας κανονικά και την επόμενη μέρα στο σχολείο κάναμε άλλα πράγματα όπως το να αλλάζουμε θέσεις. Σε αυτή την ηλικία, χαίρεσαι να κάνεις αυτό που αγαπάς.
Παναθηναϊκός: Ένα μεγάλο ποδοσφαιρικό (και όχι μόνο) κεφάλαιο
Όπως αναφέραμε και πριν, ξεκίνησες από τα τμήματα υποδομής του Παναθηναϊκού, μέχρι που το 2012 μπαίνεις κανονικά στο πρόγραμμα της πρώτης ομάδας. Ποια ήταν τα συναισθήματα που είχε ένα νέο παιδί όταν είδε τα όνειρά του να παίρνουν «σάρκα και οστά»;
Στην αρχή δεν το είχα συνειδητοποιήσει διότι όταν υπέγραψα το πρώτο μου συμβόλαιο με τον Παναθηναϊκό, συνέχισα να κάνω προπονήσεις με τους νέους. Σαν πιτσιρικάς δεν έχεις ιδέα για το τι συμβαίνει. Για παράδειγμα δεν μπαίνεις στον λογαριασμό σου να δεις τα χρήματα που έχουν κατατεθεί. Ουσιαστικά δεν αλλάζουν πολλά πράγματα για εσένα. Το βήμα παραπάνω γίνεται όταν μπαίνεις στα αποδυτήρια της πρώτης ομάδας, κάνεις προπόνηση μαζί τους, βλέπεις πως σκέφτονται, τι κάνουν και γιατί το κάνουν. Σταδιακά ξεκινάς να παρατηρείς τους επαγγελματίες παίκτες, τις συνήθειες τους αλλά και τις ιδιαιτερότητές τους. Τότε καταλαβαίνεις πως έχεις μπει σε ένα επαγγελματικό μοτίβο και αρχίζεις να διαμορφώνεσαι.
Και επαγγελματίας παίκτης να είσαι, μέχρι να μπεις στα αποδυτήρια και να πάρεις τη «μυρωδιά» του επαγγελματικού αποδυτηρίου, δεν αλλάζουν πολλά πράγματα. Μόλις συμβεί αυτό αλλάζει τελείως η νοοτροπία σου. Αλλιώς κατεβαίνει στην προπόνηση ένας πιτσιρικάς που αγωνίζεται στο πρωτάθλημα νέων και αλλιώς στην πρώτη ομάδα. Εκεί βλέπεις τους πάντες να προπονούνται στα… κόκκινα, παίκτες να διεκδικούν τη θέση τους και παίκτες που αγωνίζονται να συνεχίζουν να αποδεικνύουν πως δίκαια συμβαίνει αυτό. Είναι διαφορετική η νοοτροπία της ακαδημίας σε σχέση με την επαγγελματική ομάδα. Και σωστά συμβαίνει αυτό. Η ακαδημία πρέπει να φροντίσει για τη σωστή εξέλιξη και βελτίωση του παίκτη και όχι τόσο για τον ανταγωνισμό. Ο ανταγωνισμός και ο συναγωνισμός με τους συμπαίκτες σου προκειμένου να φέρεται την ομάδα στην κορυφή, υπάρχει στις επαγγελματικές ομάδες όπου εκεί πλέον πρέπει να αποδείξεις πράγματα.
Θυμάσαι το ντεμπούτο σου με τον Παναθηναϊκό;
Ξεχνιέται; Έγινε αρκετά τυχαία. Αν μπορούσα να αριθμήσω τη θέση μου στους στόπερ εκείνης της χρονιάς, θα έλεγα πως ήμουν ο 5ος-6ος στη σειρά. Το ντεμπούτο μου έγινε το 2012 σε έναν αγώνα κόντρα στον Αστέρα Τρίπολης. Ναι μεν έκανα προπόνηση με την πρώτη ομάδα, αλλά δεν έβλεπα να πλησιάζει η ώρα μου να αγωνιστώ. Εκείνη την περίοδο συνέβησαν ταυτόχρονα τραυματισμοί, κόκκινες κάρτες σε παίκτες αλλά και πειθαρχικά παραπτώματα. Γενικότερα, τα παιδιά που ανήκαμε στην ίδια «φουρνιά» όπως ο Λαγός, ο Χουχούμης και ο Φουρλάνος περιμέναμε να δούμε αν απλά θα ακολουθήσουμε την αποστολή. Δεν αναφέρω τον Μαυρία και τον Καπίνο διότι τα παιδιά έπαιζαν ήδη στην ομάδα. Ξαφνικά, έρχεται η Πέμπτη και με βλέπω στο αρχικό σχήμα. Σκέφτομαι και λέω: «Αποκλείεται! Κάποια δοκιμή θα κάνει». Την Παρασκευή ξανά στο αρχικό σχήμα. Εκεί λέω: «Μάλλον δεν κάνει δοκιμή και ο Κωστάρας θα παίξει». Βέβαια, δεν το ανέφερα πουθενά διότι δεν ήθελα να δώσω χαρά στους δικούς μου ανθρώπους και στο τέλος να αλλάξει η κατάσταση.
Μία μέρα πριν τον αγώνα, ήρθε ο κόουτς Φερέιρα και μου ανακοίνωσε πως θα αγωνιστώ. Τότε το είπα στους δικούς μου και τα συναισθήματα ήταν αρκετά έντονα. Έκανα το όνειρό μου πραγματικότητα. Δεν κρύβω πως είχα αρκετό άγχος μέχρι να φτάσω στο γήπεδο. Ωστόσο, όταν μπαίνεις μέσα στον αγωνιστικό χώρο, τα ξεχνάς όλα. Η αλήθεια είναι πως σε εκείνο το ματς ήμουν λίγο τυχερός. Υπάρχει μία φάση όπου ο Περόνε βγαίνει τετ α τετ κι εγώ είμαι ο τελευταίος παίκτης. Το πόδι μου με το πόδι του πατούσαν στην ίδια γραμμή αλλά τα σώματά μας ήταν σε αντίθετη κατεύθυνση και ο επόπτης υποδεικνύει οφσάιντ. Μετά που είδα ξανά τη φάση σκέφτηκα αμέσως τι θα συνέβαινε αν δεν σφυριζόταν το οφσάιντ. Φαντάσου να ευθυνόμουν εγώ που στο ντεμπούτο μου η ομάδα έχασε. Μετά από τέσσερις μέρες ήμουν στο βασικό σχήμα και κόντρα στην Τότεναμ. Η σεζόν προχώρησε κάπως έτσι. Σε άλλα ματς έπαιξα, σε άλλα όχι. Βέβαια, εκείνη η σεζόν ήταν αρκετά δύσκολη καθώς αλλάξαμε προπονητές, ενώ αποχώρησαν και παίκτες. Πραγματικά, ήταν μία πολύ δύσκολη σεζόν.
Από την πρώτη κιόλας σεζόν, αγωνίστηκες κανονικά σε «ντέρμπι αιωνίων» αλλά και σε ευρωπαϊκούς αγώνες. Θα μπορούσαμε να πούμε πως μπήκες αμέσως στα… βαθιά. Πώς έζησες εσύ αυτή την πρώτη χρονιά; Τι «γεύση» σου άφησε;
Πιο πολύ συνειδητοποίησα το «βάρος» και το τι σημαίνει Παναθηναϊκός. Σαν πιτσιρικάς δεν νιώθεις τόσο πολύ την πίεση. Και να συμβεί κάτι, δεν θα ρίξει κάποιος την ευθύνη πάνω σου. Την περίοδο που ήταν στην ομάδα οι Καρνέζης, Βιτόλο, Μπουμσόνγκ κ.α., έβλεπες το πως μιλούσαν μεταξύ τους αλλά και πως συμπεριφέρονταν μετά από ένα άσχημο αποτέλεσμα. Η διαχείρισή τους ήταν διαφορετική σε σχέση με έναν νέο παίκτη. Ειδικά, όταν μιλάμε για παίκτες που είχαν ζήσει και τις καλές σεζόν του Παναθηναϊκού. Εγώ έμπαινα στο γήπεδο, πάλευα με όλες μου τις δυνάμεις και προσπαθούσα να δώσω το καλύτερο για την ομάδα, για μένα και τον κόσμο. Ωστόσο, έχεις και το άλλοθι πως δεν μπορώ εγώ να σας σώσω. Κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ αλλά μόλις τώρα ξεκίνησα να παίζω. Τι μπορεί να σου προσφέρει άμεσα ένας πιτσιρικάς; Περιμένεις να κάνει τα βασικά και από κει και πέρα είναι στο χέρι του να ανεβαίνει επίπεδο. Δεν μπορείς να του «φορτώσεις» όλο το βάρος της ομάδας. Η σεζόν δεν είχε την εξέλιξη που θέλαμε αλλά εγώ ζούσα το όνειρό μου.
Και φτάνουμε στη σεζόν 2013-2014. Ο Παναθηναϊκός είχε τερματίσει την προηγούμενη σεζόν στην 6η θέση και έκανε ένα λεγόμενο restart. Ο Γιάννης Αναστασίου ανέλαβε την ομάδα και στηρίχθηκε σε αρκετούς νέους παίκτες. Ένιωθες πως υπήρχε μία αγωνία στις τάξεις τόσο του συλλόγου αλλά και της φιλάθλων για το πως θα εξελιχθεί η χρονιά;
Όλοι είχαμε στο μυαλό μας και σκεφτόμασταν το πως εξελιχθεί η σεζόν. Παράλληλα, η χρονιά εκείνη συνέπεσε με την αλλαγή του προπονητικού. Εγώ όλο αυτό το διάστημα έμενα στις εγκαταστάσεις του Παναθηναϊκού στην Παιανία. Μετά τον αγώνα που δώσαμε κόντρα στην Ξάνθη στο γήπεδο του Πανιωνίου και ουσιαστικά τελείωσε η σεζόν, έφυγα μαζί με την εθνική ομάδα U-20 προκειμένου να αγωνιστούμε στο Μουντιάλ που διεξαγόταν στην Τουρκία. Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, δεν μπορούσα να μπω στην Παιανία για να πάρω κάποια πράγματα που είχα ξεχάσει. Η ομάδα είχε ήδη μετακομίσει στο «Γιώργος Καλαφάτης». Ότι είχε να κάνει με τον ποδοσφαιρικό Παναθηναϊκό εκείνης της περιόδου, συνοδευόταν από ένα μεγάλο ερωτηματικό. Όλα ήταν καινούργια. Ήρθε καινούργιος προπονητής, έγιναν προσθαφαιρέσεις παικτών και υπήρχε μία αβεβαιότητα. Η περσινή σεζόν είχε εξελιχθεί άσχημα. Δεν μπορούσαμε να παρουσιάσουμε ξανά μία τόσο χάλια εικόνα. Είμαστε Παναθηναϊκός. Ωστόσο, δεν είχαμε ιδέα και πως θα εξελιχθεί η χρονιά. Εγώ και οι υπόλοιποι παίκτες που βρισκόμασταν στο Μουντιάλ, ενσωματωθήκαμε στο δεύτερο στάδιο της προετοιμασίας. Δεν ήξερα τι συνέβαινε και πως είχε εξελιχθεί το πρώτο στάδιο. Μέχρι να ενσωματωθεί ο Μπέργκ και να «κουμπώσουμε» όλοι μεταξύ μας, το κλίμα ήταν αρκετά μουδιασμένο. Κοιτώντας πίσω σημαντική αποδείχθηκε η αλλαγή έδρας και η επιστροφή του Παναθηναϊκού στη «Λεωφόρο». Δεν σου κρύβω πως πολλά παιχνίδια κερδήθηκαν λόγω της δύναμης του κόσμου του Παναθηναϊκού και της έδρας. Αλλιώς είναι να έχεις 20.000 κόσμο στο ΟΑΚΑ και αλλιώς 10.000 στη «Λεωφόρο». Μετά από μία-δύο καλές φάσεις, το γήπεδο αποκτά τεράστια δυναμική και αρχίζει να γέρνει…
Προσωπικά δεν περίμενα ούτε πως θα φτάσουμε στον τελικό και θα επικρατήσουμε του ΠΑΟΚ με 4-1 ούτε πως θα βγούμε δεύτεροι στη βαθμολογία και θα επιστρέψουμε στην Ευρώπη. Είναι πολύ μεγάλο το «κοντράστ» του πως τελειώνεις μία σεζόν με το πως αρχίζεις.
Πώς έζησες εσύ αυτή τη δεύτερη χρονιά σου στον Παναθηναϊκό;
Αν μπορούσα να την χαρακτηρίσω με μία λέξη αυτή θα ήταν «περίεργα». Στην αρχή της σεζόν, η ομάδα έκανε αρκετές αλλαγές μέχρι να καταφέρει να βρει έναν σταθερό κορμό. Εγώ είχα παίξει κάποια ματς σαν σέντερ μπακ και ξαφνικά γύρισα δεξί μπακ. Έπρεπε να συνηθίσω άλλο ρόλο και να κάνω διαφορετικά πράγματα μέσα στο γήπεδο. Μέσα σε όλη αυτή τη συνθήκη όπως είχε διαμορφωθεί, η ομάδα έπρεπε να παίρνει αποτελέσματα κι εγώ να ανταποκρίνομαι στον νέο μου ρόλο. Οι νέες μεταγραφές αποδείχθηκαν κομβικές, 100% στοχευμένες και χτίστηκε ένα πολύ καλό σύνολο. Μαζί με αυτούς ανέβηκα κι εγώ επίπεδο, αν και έπαιζα σε μία θέση που δεν μου ταίριαζε και δεν είχα παίξει ποτέ. Άρχισα να νιώθω περισσότερο την πίεση του αποτελέσματος αλλά και το πως είναι να παίζεις στον Παναθηναϊκό. Ναι μεν ήταν η πρώτη χρονιά αλλά όταν η ομάδα αρχίζει να κερδίζει, μετά δε θες αυτό να σταματήσει. Θέλεις να πηγαίνεις ακόμα πιο πάνω. Έτσι, η πίεση αυξάνεται. Συγκεντρωτικά, θεωρώ πως η σεζόν ήταν άκρως επιτυχημένη τόσο σε προσωπικό όσο και σε ομαδικό επίπεδο. Αγωνίστηκα σε πολλά παιχνίδια και η ομάδα πραγματοποίησε μία από τις καλύτερές της σεζόν.
Αν και η ομάδα χρειάστηκε λίγο χρόνο μέχρι να βρει τα πατήματά της, στο τέλος κατάφερε να «κλέψει» τις εντυπώσεις. Τερματίσατε στη δεύτερη θέση, κατακτήσατε το κύπελλο Ελλάδας με εμφατικό τρόπο και κλείσατε με τον καλύτερο τρόπο τη σεζόν. Όταν ξεκινούσε η προετοιμασία το καλοκαίρι, περίμενες πως η ομάδα θα είχε αυτή την εξέλιξη;
Σε καμία περίπτωση. Προσωπικά δεν περίμενα ούτε πως θα φτάσουμε στον τελικό και θα επικρατήσουμε του ΠΑΟΚ με 4-1 ούτε πως θα βγούμε δεύτεροι στη βαθμολογία και θα επιστρέψουμε στην Ευρώπη. Είναι πολύ μεγάλο το «κοντράστ» του πως τελειώνεις μία σεζόν με το πως αρχίζεις. Υπήρξαν πολλές αλλαγές και δεν περιμέναμε πως θα συμβεί κάτι τέτοιο. Προφανώς και προσπαθείς να το πετύχεις αλλά ξέρεις πως οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος σου. Θα ήταν ψέμα αν σου έλεγα πως όταν ξεκίνησε η προετοιμασία, έβλεπα να έρχεται η επιτυχία της ομάδας.
Είναι το highlight της σεζόν η νίκη με 0-3 κόντρα στον Ολυμπιακό;
Θα σχολιάσω και τα δύο ντέρμπι εκείνης της χρονιάς (σ.σ. 0-1 νίκη του Ολυμπιακού στη Λεωφόρο και 0-3 νίκη του Παναθηναϊκού στο «Καραϊσκάκης»). Το πρώτο παιχνίδι με «στιγμάτισε». Όποιος θέλει να το ρίξει πάνω μου, ας το κάνει. Δεν με απασχολεί πλέον. Σαν προσωπική απόδοση, έχω παίξει καλύτερα στο πρώτο παιχνίδι. Βγήκα πιο πολύ μπροστά σαν δεξί μπακ, έγινα πιο απειλητικός, δημιούργησα περισσότερα προβλήματα και είχα καλές τοποθετήσεις στο παιχνίδι μου. Ωστόσο, έρχεται αυτή η φάση στο τέλος. Είμαι ο πρώτος άνθρωπος που βλέπει ο προπονητής, μου μιλάει, εγώ ξέσπασα πάνω στα νεύρα μου κι έχει μείνει πως εγώ φταίω αλλά και πως έκανα ένα κακό ματς.
Στο δεύτερο παιχνίδι, ο Παναθηναϊκός έκανε τακτικά ένα τεράστιο ματς. Ίσως το καλύτερο τακτικά παιχνίδι εκείνης της σεζόν. Δεν κάναμε λάθη και δεν αφήσαμε την παραμικρή ελπίδα στον Ολυμπιακό να νομίζει πως μπορεί να σκοράρει. Ακόμα και στο πέναλτι που κέρδισε, είχε προηγηθεί φάουλ σε μένα που δεν δόθηκε. Δευτερόλεπτα πριν, διεκδίκησα μία κεφαλιά, δέχτηκα χτύπημα στο κεφάλι αλλά δεν σφυρίχτηκε. Έτσι, ακολούθησε το πέναλτι. Αν είχε δοθεί το φάουλ, δεν θα είχε καταγραφεί ούτε αυτή η φάση. Επειδή η ομάδα έκανε ένα εξαιρετικό παιχνίδι και το αποτέλεσμα ήταν εκκωφαντικό, έχει καταγραφεί στην μνήμη όλων ως ένα από τα καλύτερα ματς της σεζόν. Όλοι κάναμε αυτό που έπρεπε μέσα στο γήπεδο στο 110%. Και το αναφέρω ξανά γιατί έχει σημασία. Τακτικά ίσως είναι το καλύτερο ματς που έχω παίξει στη ζωή μου. Ο Ολυμπιακός στα πρώτα δέκα λεπτά μπήκε δυνατά στο παιχνίδι. Ένα κλασικό ντέρμπι στο «Καραϊσκάκης» όπου με τη δύναμη του κόσμου του ο Ολυμπιακός προσπάθησε να πάρει τον έλεγχο αλλά δεν υπήρξε ουσιαστική απειλή. Στη συνέχεια επικράτησε μία παγωμάρα λόγω του άσχημου περιστατικού με τον Ολαϊτάν. Όταν το παιχνίδι συνεχίστηκε, έγινε το 0-1 και κάπου εκεί φάνηκε πως όλα οδηγούν «σβηστά» σε δική μας νίκη. Όταν έγινε το 0-2, το παιχνίδι τελείωσε. Ειδικά μετά και το χαμένο πέναλτι του Τσόρι Ντομίνγκες. Είχαμε φέρει το παιχνίδι στα μέτρα μας και δεν γινόταν να χάσουμε.
Και περνάμε στον τελικό του Κυπέλλου κόντρα στον ΠΑΟΚ. Κάνατε μία ολοκληρωτική εμφάνιση, κερδίσατε με 4-1, δεν αφήσατε κανένα περιθώριο αμφισβήτησης και φτάσατε μέχρι την κατάκτηση του τροπαίου. Πώς έζησες εσύ αυτή τη βραδιά; Υπήρχε άγχος αλλά και εμπιστοσύνη στις δυνάμεις σας;
Υπήρχε μεγάλη προσμονή διότι παίζαμε έναν τελικό Κυπέλλου. Ειδικά για μένα που έπαιζα πρώτη φορά. Ακόμα, υπήρχε αυτοπεποίθηση πως δεν πρόκειται να χάσουμε. Όλες αυτές οι σκέψεις υπήρχαν μέχρι να φτάσουμε στο γήπεδο. Ήμουν σίγουρος για τον εαυτό μου και απλά ανυπομονούσα να ξεκινήσει η αναμέτρηση. Όταν μπήκα στον αγωνιστικό χώρο και είδα την ατμόσφαιρα με σχεδόν 50.000 κόσμο, τον καιρό που ήταν ιδανικός μαζί με το ψιλόβροχο που έπεφτε, σκεφτόμουν μόνο το πότε θα σφυρίξει ο διαιτητής την έναρξη του αγώνα. Δεν θυμάμαι ούτε ένα δευτερόλεπτο από το ζέσταμα. Χάζευα τον κόσμο, σκεφτόμουν διάφορα σκηνικά που θα μπορούσαν να συμβούν κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης και απλά περίμενα πως και πως. Ήταν η ιδανική συνθήκη για να κερδίσουμε τον αγώνα. Αυτή η σεζόν έπρεπε να κλείσει έτσι και με τον κόσμο στο πλευρό μας δεν γινόταν να χάσουμε.
Το παιχνίδι κύλησε όπως έπρεπε, με εξαίρεση δέκα λεπτά στο πρώτο ημίχρονο. Κάνω τον σταυρό μου που σε αυτό το σημείο απέτρεψαν το γκολ του ΠΑΟΚ κάποια δοκάρια και κάποια offside. Θα ήταν τελείως διαφορετικό αν το σκορ του ημιχρόνου ήταν 1-1 και ο ΠΑΟΚ έμπαινε με το πάνω χέρι. Απλά δεν τους βγήκε. Στο δεύτερο ημίχρονο, μπήκε ο Μάρκους Μπεργκ μαζί με τον Νίκο Καρέλη, πήραν στις «πλάτες» τους το ματς και το τελείωσαν.
Εκείνη την ώρα δεν συνειδητοποιείς τι έχεις πετύχει. Το κλίμα που επικρατούσε μέσα στην ομάδα αλλά και γενικότερα στην Ελλάδα ήταν πως το αξίζαμε. Ειδικότερα με την εξέλιξη που είχε η σεζόν, ο Παναθηναϊκός ήταν δίκαια εκεί που βρέθηκε. Αλλά έχεις ξεχάσει το πως ξεκίνησες και τι σκεφτόσουν μερικούς μήνες πριν. Με τη λήξη του αγώνα, προφανώς πανηγυρίζεις σαν τρελός, διότι μιλάμε για την κατάκτηση ενός τίτλου. Ωστόσο, εγώ ήμουν στα χαμένα. Προσπαθούσα να κάνω ό,τι προλάβω. Αγκάλιαζα τους πάντες, χαιρετούσα τη μητέρα μου στην κερκίδα και έτρεχα να πανηγυρίσω με τους οπαδούς και τους φίλους μου.
Πόσο επιδραστική ήταν η παρουσία του Νίκου Νταμπίζα στις τάξεις του Παναθηναϊκού εκείνη την περίοδο;
Ήταν άπειρα επιδραστική και σημαντική. Τόσο σε προσωπικό όσο και σε ομαδικό επίπεδο. Υπήρχαν φορές που μαζί με τον κύριο Αναστασίου καλούσαν στο γραφείο τους αμυντικούς και μας εξηγούσαν διάφορα πράγματα πάνω στο παιχνίδι. Εκτός από το μεταγραφικό κομμάτι και τον σχεδιασμό της ομάδας που ήταν 110% πετυχημένος, είχε επίδραση καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν. Συζητούσε πολύ μαζί μας. Δεν ήταν ένας απλός τεχνικός διευθυντής. Είχε συνεισφορά σε σημαντικά κομμάτια εντός της ομάδας.
Η σεζόν 2014-15 ήταν μία χρονιά με πολλά σκαμπανεβάσματα. Ωστόσο, φτάσαμε μετά τη νίκη κόντρα στον Ολυμπιακό, να είμαστε στο -3 από την κορυφή και να κυνηγάμε το πρωτάθλημα. Αν δεν μας έκοβαν τους βαθμούς, θα πηγαίναμε με αυτή τη διαφορά εννέα αγωνιστικές πριν το τέλος της κανονικής διάρκειας. Εκεί ποιος έχει την πίεση; Δεν λέω πως εμείς θα το κατακτούσαμε αλλά ποτέ δεν ξέρεις τι θα συνέβαινε.
Ήταν ένα όνειρο που πραγματοποιήθηκε η συμμετοχή με τον Παναθηναϊκό στην Ευρώπη; Πώς έζησες αυτές τις βραδιές;
Τα όνειρα «χτίζονται» όσο τα χρόνια προχωρούν. Δηλαδή όταν ήμουν πιτσιρικάς, το όνειρό μου ήταν να πάω στην Α’ ομάδα. Αφού το πέτυχα, ήθελα παίξω σε επίσημο παιχνίδι. Μετά να καθιερωθώ ως βασικός. Στην πορεία ήθελα να παίξω σε ευρωπαϊκό παιχνίδι και να κατακτήσω τίτλους. Δεν σταματάς ποτέ. Όταν πιάνεις μία κορυφή, αμέσως στοχεύεις σε κάποια άλλη. Όταν τελείωσε η σεζόν και βγήκαμε δεύτεροι, όνειρό μου ήταν να προκριθούμε στους ομίλους. Ναι μεν είχα παίξει την προηγούμενη χρονιά, αλλά τώρα είχα νέο ρόλο. Ήθελα να παίξω εγώ και η ομάδα να οδηγηθεί σε ομίλους ευρωπαϊκής διοργάνωσης. Ανάλογα με το που βρίσκεσαι σαν παίκτης και το status που έχεις στην ομάδα, θέλεις κι άλλα πράγματα.
Ας πάμε στην επόμενη χρόνια. Σεζόν 2014-15 και η δεύτερη με τον Γιάννη Αναστασίου στον πάγκο. Πώς εξελίχθηκε αυτή η χρονιά;
Μία χρονιά με πολλά σκαμπανεβάσματα. Ναι μεν περάσαμε στους ομίλους, αλλά η πορεία μας δεν ήταν καλή. Στο Κύπελλο αποκλειστήκαμε νωρίς, άρα μείναμε εκτός από έναν βασικό μας στόχο. Ωστόσο, στο πρωτάθλημα κάναμε καλή πορεία. Μάλιστα, φτάσαμε μετά τη νίκη κόντρα στον Ολυμπιακό, να είμαστε στο -3 από την κορυφή και να κυνηγάμε το πρωτάθλημα. Αν δεν μας έκοβαν τους βαθμούς, θα πηγαίναμε με αυτή τη διαφορά εννέα αγωνιστικές πριν το τέλος της κανονικής διάρκειας. Εκεί ποιος έχει την πίεση; Δεν λέω πως εμείς θα το κατακτούσαμε αλλά ποτέ δεν ξέρεις τι θα συνέβαινε. Αν γινόταν ένα στραβοπάτημα και βρισκόμασταν στο -1, όλα θα ήταν διαφορετικά. Φυσικά, μπορεί και εμείς να μην τα κερδίζαμε όλα τα ματς. Όλα αυτά είναι υποθετικά σενάρια. Μπορεί να μην πήγαμε καθόλου καλά στην Ευρώπη και στο Κύπελλο, αλλά διεκδικούσαμε στα ίσα το πρωτάθλημα. Λόγω της αφαίρεσης των βαθμών, μείναμε πίσω βαθμολογικά. Εν τέλει, βγήκαμε ξανά δεύτεροι και δεν κατακτήσαμε το Κύπελλο. Δεν είναι το ίδιο πετυχημένα όπως πέρσι, αλλά δεν είναι και άσχημα. Προφανώς, όταν έχεις δημιουργήσει προσδοκίες στον κόσμο μετά την προηγούμενη σεζόν, όλοι γυρνούν και λένε πως τώρα η χρονιά είναι αποτυχημένη. Κατανοώ τον κόσμο που έχει απαιτήσεις και θέλει να βλέπει την ομάδα του κάθε χρόνο να πηγαίνει καλύτερα. Αλλά δεν παίζεις μόνος σου. Μιλάμε για αθλητισμό. Και ας πούμε πως η δεύτερη χρονιά του Αναστασίου δεν ήταν τόσο καλή όσο η πρώτη. Μην ξεχνάμε που βρισκόταν η ομάδα δύο χρόνια πριν. Πλέον, ο Παναθηναϊκός είχε σταθερότητα, είχε τερματίσει δύο φορές δεύτερος, κατέκτησε Κύπελλο την πρώτη χρονιά και τη δεύτερη κόντραρες στα ίσα για το πρωτάθλημα. Ας βλέπουμε λίγο τη μεγαλύτερη εικόνα και όχι να κοιτάμε μόνο τη διαφορά στον βαθμολογικό πίνακα.
Ήταν θεωρείς σωστή η απομάκρυνση του Γιάννη Αναστασίου; Το κακό ξεκίνημα και ο αποκλεισμός από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις θεωρείς πως έπαιξε ρόλο στο να δημιουργηθεί ένα αρνητικό κλίμα;
Όλοι κρινόμαστε από τα αποτελέσματα. Εκείνη η σεζόν ξεκίνησε με μία τρομερή «σφαλιάρα» από την Γκαμπάλα που πραγματικά μας πόνεσε πάρα πολύ. Ο αποκλεισμός από την Ευρώπη, σε συνδυασμό με κάποιες μεταγραφές, δημιούργησε μία «μουρμούρα». Μόλις ήρθαν μερικά άσχημα αποτελέσματα, άρχισε το κλίμα να «βαραίνει» και να έχει γυρίσει εντελώς. Μπορεί εκείνη τη στιγμή να φαινόταν καλή η λύση της συνεργασίας με τον προπονητή. Ωστόσο, στην πορεία αποδείχθηκε εντελώς λάθος. Δεν έχω κάτι προσωπικό με κανέναν. Διώχνεις έναν άνθρωπο που έχετε ξεκινήσει ένα project και υπάρχει ένα όραμα. Και φέρνεις έναν άλλον άνθρωπο που είναι 180 μοίρες διαφορετικός από το όραμά σου και από αυτό που έχεις ξεκινήσει. Ουσιαστικά, προδίδεις το project σου μέσα σε μία νύχτα. Να αλλάξεις προπονητή, αν πιστεύεις πως αυτός είναι η πηγή του προβλήματος. Αλλά να φέρεις κάποιον που να έχει περίπου το ίδιο σκεπτικό και το ίδιο πλάνο. Και τονίζω ξανά. Όλοι κρινόμαστε από το αποτέλεσμα. Αν η κατάσταση είχε εξελιχθεί διαφορετικά, μπορεί τώρα να σου έλεγα άλλα πράγματα. Μετά από τόσα χρόνια, η άποψη μου είναι αυτή.
Ήταν η επόμενη και όπως αποδείχθηκε τελευταία σεζόν από τις πιο δύσκολες της μέχρι τώρα καριέρας σου;
Από το σημείο όπου αποκλειστήκαμε από την Μπριζ μέχρι να φύγω, εκείνη η περίοδος ήταν αρκετά δύσκολη για εμένα. Ήταν ένα δύσκολο εξάμηνο. Φορτώθηκα τον αποκλεισμό και γενικότερα συνέβησαν διάφορα στην ομάδα. Στη συνέχεια έγινε η αλλαγή προπονητή. Ήρθε ο κύριος Στραματσόνι και από εκεί που είχα πάνω από 100 συμμετοχές με την ομάδα στα 22 μου χρόνια, μου ζητήθηκε να πάω δανεικός. Γιατί; Να πάρω παιχνίδια στα πόδια μου και να με δουν; Έβλεπα πράγματα που δεν μου καθόντουσαν καλά και στο τέλος αποχώρησα. Το τελευταίο μου παιχνίδι με τον Παναθηναϊκό είναι με τον Ηρακλή όπου είχαμε χάσει με 1-0. Στη συνέχεια ήταν να ξεκινήσω βασικός στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, αλλά ο αγώνας δεν ξεκίνησε ποτέ. Μετά δεν έπαιξα ξανά. Ακόμα και σήμερα δεν ξέρω το λόγο. Κανείς δεν μου είπε ποτέ τίποτα. Απλά ήρθε ο Δεκέμβρης και μου είπαν πως στην ομάδα υπάρχουν πολλά σέντερ μπακ και δεξιά μπακ. Ναι, αλλά εγώ σαν τι λογιζόμουν; Η ομάδα με έκανε δεξί μπακ. Ούτε κατά διάνοια δεν είναι η θέση μου αυτή. Απλά κάλυπτα μία θέση. Για κάποιους ήμουν αξιοπρεπέστατος, ενώ για κάποιους άλλους όχι. Δεν με νοιάζει. Ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει. Εγώ ξέρω τι έκανα και πόσο προσπάθησα. Και για να παίξω τόσα ματς σημαίνει πως κάτι έκανα καλά. Κάθε καλοκαίρι ο Παναθηναϊκός αγόραζε δεξί μπακ προκειμένου να επιστρέψω στη θέση μου. Την πρώτη χρονιά ήμουν εγώ, ο Νίκος Μαρινάκης και ο Τάκης Σπυρόπουλος. Τη δεύτερη σεζόν η ομάδα απέκτησε τον Χρήστο Μπούρμπο και μοιραζόμασταν τα παιχνίδια. Έπειτα πήραμε τον Βέμερ κι έπαιζα ξανά εγώ. Στις θέσεις των σέντερ μπακ τα δύο πρώτα χρόνια υπήρχε ο Σίλντενφελντ, ο Κουτρουμπής, ο Ρισβάνης κι εγώ που έπαιζα κάποια ματς. Με την αποχώρηση του Σίλντενφελντ, η ομάδα απέκτησε τον Σάντσεθ, τον Τελάντερ ενώ είχε έρθει και ο Ταυλαρίδης. Η ομάδα έπαιρνε παίκτες σε αυτή τη θέση, ενώ εμένα δεν ήξεραν πως θέλουν να με χρησιμοποιήσουν. Παρόλα αυτά, πάντα έβρισκα τρόπο κι έπαιζα.
Πώς ήταν με δύο λόγια η συνεργασία σου με τον Αντρέα Στραματσόνι;
Δεν έχω ιδέα! Δεν έμαθα ποτέ πως με έβλεπε, τι ήθελε και γιατί έφυγα. Πραγματικά δεν ξέρω.
Σε πλήγωσε ο τρόπος αντιμετώπισής σου από τον Παναθηναϊκό που σε οδήγησε και στην έξοδο από την ομάδα; Σου άφησε στο τέλος μία γλυκόπικρη γεύση;
Εκείνη την περίοδο, είχα εκνευριστεί, είχα «χαλαστεί», είχα ξενερώσει. Αλλά ήμουν 22 χρονών. Έτσι όπως το βλέπω τώρα, το ποδόσφαιρο είναι ξεκάθαρα business όπως όλα. Για τους δικούς τους λόγους πήραν αυτές τις αποφάσεις. Σίγουρα θα υπήρχαν πράγματα που θα μπορούσα να είχα κάνει καλύτερα. Όμως, αυτό δεν σημαίνει πως δεν έκανα και κάποια πράγματα καλά. Σαν «περιουσιακό στοιχείο», θα μπορούσαν να με διαχειριστούν και να με «προσέξουν» καλύτερα. Είμαι 22 χρονών, έχω παίξει 100 παιχνίδια, έχω συμμετοχές σε ευρωπαϊκά παιχνίδια, ήμουν μέλος των εθνικών ομάδων και με άφησαν ελεύθερο. Μου πρότειναν να πάω δανεικός, εγώ αρνήθηκα γιατί θεώρησα πως δεν είχα κάτι να αποδείξω και δεν προσπάθησαν καν να με πουλήσουν. Με άφησαν ελεύθερο. Επιχειρηματικά δεν έχει λογική. Βλέπω πως διαχειρίζονται και πουλάνε στην Πολωνία τους πιτσιρικάδες και σκέφτομαι πόσοι νέοι Έλληνες παίκτες χάνουν ευκαιρίες επειδή δεν αντιμετωπίζονται σωστά. Στην Ελλάδα έχουμε το εξής κακό. Πουλάμε έναν παίκτη κάθε τρία χρόνια και πάμε μόνο από αυτόν να βγάλουμε 15 εκατομμύρια. Άμα δεν είσαι στην αγορά να κινείσαι και να πουλάς με συνέπεια, δεν θα χτίσεις ποτέ το momentum ώστε να διεκδικήσεις τα 15-20 εκατομμύρια. Έτσι το βλέπω εγώ από τη δική μου οπτική γωνία.
Η καλύτερή μου στιγμή με τη φανέλα του Παναθηναϊκού ήταν το γκολ που σημείωσα κόντρα στον ΠΑΟΚ. Σαν χειρότερη στιγμή θα βάλω το τελευταίο μου εξάμηνο στην ομάδα.
Αν σου ζητούσα να ξεχωρίσεις την καλύτερη και τη χειρότερη στιγμή σου από τον Παναθηναϊκό ποιες θα ήταν αυτές;
Η καλύτερή μου στιγμή με τη φανέλα του Παναθηναϊκού ήταν το γκολ που σημείωσα κόντρα στον ΠΑΟΚ στο 2-1 διότι ήταν το πρώτο μου στη Λεωφόρο μπροστά στη Θύρα 13. Σαν χειρότερη στιγμή θα βάλω το τελευταίο μου εξάμηνο στην ομάδα διότι ήταν η χειρότερη περίοδος.
Αλλαγή σελίδας και κεφάλαιο Αστέρας Τρίπολης
Τότε ανοίγεις νέο κεφάλαιο καθώς συμφώνησες να συνεχίσεις την καριέρα σου στον Αστέρα Τρίπολης. Ποιοι ήταν οι λόγοι που σε οδήγησαν σε αυτή την απόφαση;
Η απόφαση μου να ενταχθώ στον Αστέρα Τρίπολης εξελίχθηκε ως μία από τις καλύτερες που έχω πάρει. Εκείνη την περίοδο, ο Αστέρας έδειξε σοβαρό ενδιαφέρον, ενώ έπαιζε και στην Ευρώπη. Σκέφτηκα πως ναι μεν δεν θα κυνηγάω το πρωτάθλημα όπως με τον Παναθηναϊκό αλλά θα είμαι μέσα στην πεντάδα και θα παίζω σε ευρωπαϊκά παιχνίδια. Μπορεί να μην είχε την εξέλιξη που είχα σκεφτεί αλλά θεώρησα πως με αυτή μου την επιλογή θα έπαιζα στη θέση μου και θα μπορούσα να δείξω πράγματα που θα με βοηθούσαν στο μέλλον.
Πώς εξελίχθηκε η συνεργασία σου με την ομάδα;
Ο Αστέρας Τρίπολης είναι η ομάδα που με στήριξε και με σεβάστηκε πιο πολύ από τον καθένα. Πήγα στην ομάδα το χειμώνα και μετά από δύο μήνες έπαθα έναν τραυματισμό στον έσω πλάγιο. Όλοι στην ομάδα ήταν δίπλα μου και με βοήθησαν να το ξεπεράσω. Ξεκινάει η προετοιμασία και τον Αύγουστο παθαίνω χιαστό. Η ομάδα ήταν 100% «βράχος». Με στήριξε όσο δεν πάει. Πέρασαν οι εφτά μήνες της αποθεραπείας και η ομάδα βρισκόταν σε δύσκολη βαθμολογικά θέση. Πραγματοποίησα 5 συμμετοχές και καταφέραμε να σώσουμε την κατηγορία. Οι επόμενες δύο σεζόν αποτελούν τις καλύτερες που έχω παίξει ποτέ στην Ελλάδα ως σέντερ μπακ. Ειδικά η σεζόν με τον Σάββα Παντελίδη στον πάγκο ήταν πραγματικά ονειρική.
Σε πιο μικρές κοινωνίες, όπως αυτή της Τρίπολης, «νιώθεις» περισσότερο τον παλμό της ομάδας; Υπάρχουν διαφορές ως προς την λειτουργία ή ως προς την κοινωνία;
Το καλό με την Τρίπολη είναι πως είτε κερδίσεις είτε χάσεις, άμα είσαι τίμιος, σέβεσαι την ομάδα και την πόλη, τότε ο κόσμος σε αγαπά και σε στηρίζει. Προφανώς όταν κερδίζεις και την άλλη μέρα πας για καφέ έχεις άλλον αέρα. Θα ακούσεις κάποιες καλές κουβέντες. Υπάρχει αυτό το «σούσουρο». Το πιο σημαντικό είναι το πόσο κοντά θα έρθεις με τους ανθρώπους της κάθε πόλης. Εγώ είχα την τύχη λόγω του Κουρμπέλη που κάναμε αρκετή παρέα, να γνωρίσω αρκετούς ντόπιους και να κάνω πολλές παρέες. Στην κοινωνία δεν ένιωσα ποτέ ως ο ποδοσφαιριστής του Αστέρα που έκανε παρέα μόνο με τους συμπαίκτες του. Οι παρέες μου ήταν άνθρωποι από την Τρίπολη που είχαν τα μαγαζιά τους και τις οικογένειές τους. Σχολιάζαμε μαζί τα ματς και αυτό είναι το ωραίο σε μικρές κοινωνίες. Επειδή δεν υπάρχει η πίεση της μεγάλης ομάδας και κάτι να στραβώσει δεν θα σου «πάρουν το κεφάλι». Βέβαια αυτό έχει και θετικά και αρνητικά. Εξαρτάται από το πως θα το διαχειριστεί ο εκάστοτε ποδοσφαιριστής. Μπορεί κάποιος μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, μακριά από κάθε πίεση, να δουλέψει και να γίνει καλύτερος. Ωστόσο, κάποιος άλλος μπορεί να είναι αδιάφορος.
Από τον Αστέρα αποχώρησες το 2019. Στο τέλος βάζεις θετικό πρόσημο στη συνεργασία σας;
Είναι ξεκάθαρο θετικό. Όπως μας έβαζαν στους βαθμούς στο σχολείο Α+, έτσι βάζω κι εγώ στη συνεργασία μου με τον Αστέρα. Μη σου πω, μπορεί να έβαζα και δύο +.
Ανήκουν τα παιχνίδια με τη Χιμπέρνιαν στα προκριματικά του Europa League σε αυτά που λες ήμουν καλύτερος, άξιζα να κερδίσω και αν μπορούσα να το αλλάξω θα το έκανα. Διότι ήταν παιχνίδια που θα έδιναν συνέχεια στην πορεία του Αστέρα στην Ευρώπη.
Ήταν δικό μας «έγκλημα» που εκτός έδρας χάσαμε 3-2, ενώ είχαμε προηγηθεί με 0-2. Ωστόσο, αν κάποιος δει το ματς στην Τρίπολη, μένουμε με 10 παίκτες, χάνουμε με 1-0, καταφέρνουμε να ισοφαρίσουμε και τους έχουμε «πατητήρι». Δεν μπορώ να θυμηθώ άλλο παιχνίδι στον Αστέρα που να έχουμε κλείσει τους αντιπάλους στο δικό τους μισό, να παίζουμε με 10 παίκτες και να χάνουμε τόσες ευκαιρίες. Χαρακτηριστικά θυμάμαι μία φάση όπου παίρνω κεφαλιά στο πρώτο δοκάρι, ακολουθεί ο Ιγκλέσιας και αστοχεί με κεφαλιά-ψαράκι από τη μικρή περιοχή. Είναι από τα παιχνίδια που λες πως με τέτοια εμφάνιση δεν γίνεται να μένεις εκτός.
Η μετάβαση στην Πολωνία
Έτσι, το καλοκαίρι του 2019 αποφασίζεις να ανοίξεις τα φτερά σου και να μετακινηθείς για πρώτη φορά στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στην Πολωνία. Ήταν εύκολη αυτή σου η απόφαση;
Η απόφασή μου εκείνη τη στιγμή ήταν αρκετά δύσκολη. Ο Αστέρας μου είχε προτείνει να μείνω στην ομάδα και τους ευχαριστώ πάρα πολύ γι’ αυτό. Ωστόσο, ήθελα να δοκιμάσω στο εξωτερικό και να δω αν μπορώ να τα καταφέρω. Στην Ελλάδα άλλαξα δύο ομάδες, έπαιζα και στις δύο και απέδειξα πως μπορώ να τα καταφέρω. Όμως, ήθελα να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό. Μάλιστα, αρνήθηκα την πρόταση του Αστέρα χωρίς να έχω κάποια άλλη στα χέρια μου. Δεν με είχε προσεγγίσει ακόμα η Πογκόν. Ήθελα να μείνω ελεύθερος και να αναζητήσω μία ομάδα στο εξωτερικό. Το είχα αποδεχτεί μέσα μου και η απόφαση αυτή ήταν ειλημμένη. Απλώς δεν γνώριζα που θα πάω. Ήμουν λίγο στο άγνωστο, μέχρι που ήρθε η πρόταση της Πογκόν.
Δυσκολεύτηκες να προσαρμοστείς στο πρώτο διάστημα παρουσίας σου στη χώρα;
Δυσκολεύτηκα να προσαρμοστώ στον τρόπο παιχνιδιού. Είναι πολύ διαφορετικό. Έχει πολλά τρεξίματα και είναι περισσότερο physical. Μάλιστα, στην Πογκόν παίζαμε με την άμυνα πολύ ψηλά. Έτσι, ενώ στον Αστέρα και στην Ελλάδα παίζαμε με την άμυνα πιο χαμηλά και γενικότερα ήμασταν πιο υπομονετικοί, βρέθηκα να κάνω μέσα στο παιχνίδι 2-3 χιλιόμετρα παραπάνω. Μου πήρε λίγο παραπάνω χρόνο μέχρι να προσαρμοστώ σωματικά. Στον τρόπο ζωής δεν είχα κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα. Όλα ήταν αρκετά όμορφα.
Δέθηκα πολύ με την ομάδα, τους ανθρώπους αλλά και με τον κόσμο της Πογκόν. Μου συμπεριφέρθηκαν άψογα και πέρασα 4 υπέροχα χρόνια εντός και εκτός γηπέδου. Η ομάδα είχε πολλές επιτυχίες, ανέβαινε συνεχώς επίπεδο και χαιρόμουν που ήμουν μέρος της.
Η πρώτη ομάδα με την οποία συνεργάστηκες ήταν η Πογκόν. Πώς εξελίχθηκε η συνεργασία σας και τι εντυπώσεις σου άφησε το πολωνικό πρωτάθλημα;
Δεν περίμενα ποτέ πως θα αποκτήσω τέτοιο δέσιμο με μία ομάδα του εξωτερικού και με τους ανθρώπους που την απαρτίζουν. Έμεινα 4 χρόνια στην ομάδα και θα μπορούσα να μείνω και περισσότερα. Η αλήθεια είναι πως η Πογκόν μου είχε προτείνει να ανανεώσουμε τη συνεργασία μας. Ωστόσο, εκείνη την περίοδο ήθελα να ζήσω κάτι άλλο σε μία διαφορετική χώρα. Να συναντήσω μία διαφορετική κουλτούρα και μία άλλη νοοτροπία. Το πλάνο που είχα στο μυαλό μου ήταν αυτό, ασχέτως που το καλοκαίρι συμφώνησα να συνεχίσω την καριέρα μου στην Πολωνία.
Παρόλα αυτά, δέθηκα πολύ με την ομάδα και τους ανθρώπους της αλλά και με τον κόσμο. Μου συμπεριφέρθηκαν άψογα και πέρασα 4 υπέροχα χρόνια εντός και εκτός γηπέδου. Η ομάδα είχε πολλές επιτυχίες, ανέβαινε συνεχώς επίπεδο και χαιρόμουν που ήμουν μέρος της. Όταν εντάχθηκα στην Πογκόν, είχε ήδη ξεκινήσει διαδικασίες ανέγερσης νέου γηπέδου και καταφέραμε να βγούμε τρεις συνεχόμενες χρονιές στην Ευρώπη. Στο πρωτάθλημα ο σύλλογος είχε χρόνια να πλησιάσει στην πεντάδα. Καταφέραμε να τερματίσουμε δύο φορές στην 3η θέση και τη μία χρονιά διεκδικήσαμε το πρωτάθλημα μέχρι το τέλος. Όλο αυτό ανέβασε την Πογκόν πολλά επίπεδα κι εγώ είχα μεγάλη συμμετοχή στις επιτυχίες αυτές. Έπαιξα σε πολλά παιχνίδια και σημείωσα κάποια καθοριστικά γκολ. Ακόμα και φέτος που δεν ανήκω στην ομάδα, έχω βρεθεί με κάποιους παλιούς συμπαίκτες ή όταν παίξαμε αντίπαλοι στο πρωτάθλημα, φάνηκε το ξεχωριστό δέσιμο και η καλή σχέση που έχουμε. Κάτι που δεν το περίμενα.
Ποιες είναι οι διαφορές ή οι ομοιότητες που συνάντησες ανάμεσα σε πολωνικό και ελληνικό πρωτάθλημα;
Ομοιότητες η αλήθεια είναι πως δυσκολεύομαι να βρω. Οι διαφορές είναι πάρα πολλές. Για παράδειγμα, τις εγκαταστάσεις που έχουν οι ομάδες, σαν Ελλάδα τις ζηλεύουμε πάρα πολύ. Το 80% των γηπέδων είναι σαν το «Καραϊσκάκης». Και δεν αναφέρομαι μόνο στις ομάδες της πρώτης κατηγορίας. Ενδεικτικά αναφέρω τις Λέχια Γκντανσκ, Λεχ Πόζναν, Βίσλα Κρακοβίας ή την Γκόρνικ Ζάμπρζε. Πραγματικά, όποιος θέλει μπορεί να μπει στο πολωνικό πρωτάθλημα, να πάρει μία-μία τις ομάδες και να δει τις εγκαταστάσεις. Μιλάμε για πραγματικά «στολίδια». Αυτό ισχύει και για κάποιους συλλόγους που μπορεί να μην έχουν ακουστεί ποτέ ή να μην ξέρουμε καν πως υπάρχουν. Όλες οι ομάδες έχουν 3-4 γήπεδα με χορτάρι προπονητικό, γυμναστήρια. Εξαιρετικές υποδομές. Κάτι που φυσικά λείπει από την Ελλάδα. Το πρωτάθλημα έχει χτιστεί με τέτοιο τρόπο που έχει αρκετές ομοιότητες με αυτό της Bundesliga. Ο τρόπος παιχνιδιού μοιάζει εξίσου με αυτό του γερμανικού πρωταθλήματος. Εστιάζουν πολύ στα τρεξίματα, στο transition, οι ομάδες να πετυχαίνουν γκολ και να προσφέρουν θέαμα.
Στην Πολωνία υπάρχει ένας κανόνας που σε εμάς τους ξένους είναι αρκετά περίεργος αλλά είναι καλός για τους Πολωνούς παίκτες. Ο κανόνας αυτός αναφέρει πως οι ομάδες σε κάθε αγώνα θα πρέπει να έχουν έναν γηγενή παίκτη U-20 που θα ξεκινά και θα τελειώνει το ματς. Μπορεί να μην παίξει ένας 90 λεπτά και να χρησιμοποιηθούν δύο όπου ο ένας θα παίξει 60’ και ο άλλος 30’. Το προηγούμενα χρόνια ήταν υποχρεωτικό. Πλέον, αν κάποια ομάδα δεν το τηρεί, πληρώνει πρόστιμο. Υπάρχουν κάποιες ομάδες που δεν τους ενδιαφέρει και πληρώνουν πρόστιμο. Όμως, υπάρχουν κάποιες που δεν έχουν την οικονομική άνεση και βάζουν μικρούς παίκτες να παίξουν. Για τους Πολωνούς πιτσιρικάδες αυτό είναι τέλειο διότι έχουν την ευκαιρία να παίξουν. Υπάρχουν παίκτες που έχουν αρπάξει την ευκαιρία και έχουν πάρει μεταγραφή σε πρωτάθλημα της Ιταλίας ή της Γερμανίας με πολλά λεφτά. Αντίθετα, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι πιτσιρικάδες που δεν προπονούνται όσο πρέπει διότι ξέρουν πως με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ή θα παίξουν ή θα είναι στην αποστολή.
Στο πολωνικό πρωτάθλημα δεν θα βρεις την ποιότητα των ελληνικών ομάδων. Φυσικά, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. Για παράδειγμα στην ομάδα μας έχουμε τον Λούκας Ποντόλσκι ή στην Πογκόν είχα συμπαίκτη τον Καμίλ Γκροζίτσκι. Ωστόσο, στην Πολωνία δεν θα βρεις παίκτες με ποιότητα που υπάρχουν στην Ελλάδα. Παρόλα αυτά, συμβαίνει κάτι άλλο πολύ ενδιαφέρον. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα, πόσο εύκολα μπορούμε να δούμε την Λαμία να κερδίζει τον Ολυμπιακό; Είναι λίγες οι πιθανότητες. Στην Πολωνία συμβαίνει κάθε αγωνιστική. Μία ομάδα που είναι μέσα στις πέντε πρώτες θέσεις, σίγουρα θα κάνει «γκέλα» με μία ομάδα που είναι πιο χαμηλά στον βαθμολογικό πίνακα.
Από το καλοκαίρι του 2023 ανήκεις στην ομάδα της Γκόρνικ Ζάμπρζε. Μία ιστορική ομάδα με 14 πρωταθλήματα στην κατοχή της. Ποιοι ήταν οι λόγοι που σε έκαναν να παραμείνεις στην Πολωνία και ποιοι είναι οι στόχοι που έχεις θέσει;
Τη φετινή σεζόν δεν έχω αγωνιστεί πάρα πολύ για διάφορους λόγους. Θέλω να καθιερωθώ στο αρχικό σχήμα, όπως έχω συνηθίσει τον εαυτό μου όλα αυτά τα χρόνια και να καταφέρω να βοηθήσω την ομάδα μου όσο περισσότερο μπορώ. Κάθε χρόνο θέλουμε να τερματίσουμε όσο πιο ψηλά μπορούμε. Η Γκόρνικ είναι μία ιστορική ομάδα, με πολλούς τίτλους ειδικά τα παλαιότερα χρόνια. Όπως είναι φυσιολογικό, όλα κάνουν τον κύκλο τους και αυτή τη στιγμή διανύει μία δύσκολη περίοδο. Δεν είναι σε θέση να αγοράζει πολλούς παίκτες και κάθε χρόνο να πηγαίνει για πρωτάθλημα. Ωστόσο, θέλουμε να πλασαριστούμε όσο πιο κοντά γίνεται στη βαθμολογία και να κυνηγήσουμε το καλύτερο.
Βλέπουμε πως αρκετοί Έλληνες παίκτες, τόσο στο παρόν όσο και στο παρελθόν, αγωνίζονται στο πολωνικό πρωτάθλημα. Είναι ένα κατάλληλο περιβάλλον προκειμένου ένας παίκτης να εξελιχθεί και να αποκτήσει παραστάσεις που θα τον βοηθήσουν στην εξέλιξη της καριέρας του;
Θα το πω όσο πιο απλά μπορώ. Μακάρι να είχα πάει στην Πογκόν, γιατί αυτή είναι η πρώτη ομάδα με την οποία συνεργάστηκα στην Πολωνία, στα 23 μου. Βρίσκεται δίπλα από εξίσου ανεπτυγμένες χώρες και υπάρχουν παντού manager. Αναπόφευκτα, το περιβάλλον της Πολωνίας σε βοηθά περισσότερο να δουλέψεις παρά να πιείς καφέ. Σαν πιτσιρικάς μπορείς να προπονηθείς, να εξελιχθείς και να πάρεις μία μεταγραφή για ένα καλύτερο πρωτάθλημα. Στην αρχή ήμουν διστακτικός. Σκέφτηκα πως θα πάω στην Πολωνία; Ωστόσο, πριν κάποιες βδομάδες είχε πάρει μεταγραφή στην Πολωνία ο Μιχάλης Μανιάς που ήμασταν συμπαίκτες στον Αστέρα. Επικοινώνησα μαζί του και με παρότρυνε να το κάνω. Στην αρχή, από Έλληνες παίκτες, ήμασταν εμείς οι δύο. Την περσινή σεζόν, στο τέλος της κανονικής διάρκειας, ήμασταν 10. Και συνεχίζουμε να είμαστε αρκετοί. Εγώ είμαι ο γηραιότερος καθώς κλείνω πέντε χρόνια εδώ.
«Ξεχωρίζω την τελευταία μου μέρα στην Πογκόν. Αυτή είναι η πιο έντονη συναισθηματικά στιγμή της μέχρι τώρα ποδοσφαιρικής μου καριέρας»
Ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος νιώθει ικανοποιημένος με τις επιλογές του ή αν γυρνούσε τον χρόνο πίσω θα άλλαζε κάποια του επιλογή;
Με τις αποφάσεις που έχω πάρει, έχω διαμορφώσει τον άνθρωπο που είναι σήμερα. Τη στιγμή που έπαιρνα μία απόφαση, θεωρούσα πως είναι και η σωστή. Αν κάνω έναν μικρό απολογισμό, θα πω πως είμαι πολύ χαρούμενος για αυτό που είμαι και για ό,τι μου έχει συμβεί μέχρι τώρα. Δεν μπορούσα να φανταστώ ξεκινώντας από το Δερβένι Κορινθίας πως θα είχα δει τόσα πράγματα μέσα από το ποδόσφαιρο, θα είχα γνωρίσει τόσους ανθρώπους και θα είχα φίλους στο εξωτερικό όπου θα μπορούσα να πω μία κουβέντα. Όλοι θα θέλαμε να παίξουμε στη Ρεάλ και στην Μπαρτσελόνα αλλά δεν μπορούμε. Πέρα από το ποδοσφαιρικό κομμάτι, είναι και το κομμάτι του ανθρώπου και της ζωής. Καταλήγοντας, είμαι ευχαριστημένος με όσα έχουν συμβεί στη ζωή μου και εύχομαι να συνεχίσουν να πηγαίνουν έτσι. Σίγουρα θα έρθουν και οι δύσκολες στιγμές αλλά είμαι απόλυτα ικανοποιημένος με όσα έχω ζήσει. Έχω την γυναίκα μου, την οικογένειά μου και όλα έχουν πάρει τον δρόμο που θα ήθελα.
Δεν είναι εύκολο για έναν Έλληνα παίκτη να παίζει ποδόσφαιρο στην Ελλάδα. Δεν είναι εύκολο γιατί είναι Έλληνας.
Ποιες είναι οι συμβουλές που θα έδινες σε έναν νέο αθλητή που θα ξεκινούσε τώρα την ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο;
Αυτή τη στιγμή το ποδόσφαιρο θέλει καλούς αθλητές. Όλα τα παιδιά πρέπει να προπονούνται σωστά και να σέβονται αυτό που κάνουν. Αρχικά, πρέπει να ακούν και να μαθαίνουν από τους προπονητές τους. Έτσι, θα καταφέρουν να γίνουν καλύτεροι παίκτες εντός των τεσσάρων γραμμών. Ωστόσο, όσο ποδόσφαιρο και να ξέρεις, αν δεν κοιμηθείς σωστά, αν δεν φας σωστά, αν δεν προπονηθείς σωστά, αν δεν σπαταλήσεις έξτρα ώρες για τον εαυτό σου, τότε θα είσαι πάντα ένας παίκτης με skills. Μέχρι εκεί. Αν μπορούσα να δώσω μία συμβουλή, αυτή θα είναι μόνο δουλειά και προσπάθεια. Χωρίς αυτό δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Δεν δέχομαι όταν ακούω να λένε πως δεν μπορώ να κάνω μία έξτρα προπόνηση και από την άλλη κάθονται σε έναν καναπέ. Εκτός της βασικής προπόνησης, δεν μπορείς να πας να κάνεις βάρη ή να πας για τρέξιμο; Μόνο έτσι θα βελτιωθείς και θα πας μπροστά. Κι επειδή περνούν γρήγορα τα χρόνια, πρέπει να το συνειδητοποιήσουν γρήγορα. Διότι διαφορετικά θα φτάσουν 32 χρονών και θα πουν: «Ωραία και τώρα τι πρέπει να κάνω;». Ειδικά τη σημερινή εποχή που όσα περισσότερα κάνεις, τόσο περισσότερο παίζεις. Δεν είναι τυχαίο που βλέπουμε παίκτες 38 χρονών να διαπρέπουν. Δεν είναι μόνο πως είναι παικταράδες. «Λιώνουν» καθημερινά στην προπόνηση. Δείτε τον Κριστιάνο, δείτε τον Μέσι ή τον Πέπε που είναι 40 χρονών. Δεν είναι τυχαία όλα αυτά. Είναι ταγμένοι σε αυτό που κάνουν, ώστε να καταφέρουν να διατηρούν το κορμί τους στην τέλεια κατάσταση. Το μισό να κάνουμε όλοι οι υπόλοιποι, θα είμαστε ευχαριστημένοι. Αλλά έχουμε μία διαφορετική νοοτροπία στην Ελλάδα. Πολλοί λένε πως «κλωτσάω καλά την μπάλα, τι να την κάνω την προπόνηση». Δεν είναι έτσι. Πρέπει να είσαι καλός αθλητής, πέρα από καλός ποδοσφαιριστής.
Είναι εύκολο για έναν Έλληνα παίκτη να παίζει ποδόσφαιρο στην Ελλάδα;
Όχι! Δεν είναι εύκολο γιατί είναι Έλληνας. Για παράδειγμα, δεν είναι λογικό ο Κουλούρης να παίζει στην Πογκόν αλλά να μην έχει θέση στο βασικό σχήμα του ΠΑΟΚ ή να βρίσκεται στο ρόστερ και να παίρνει τα λεπτά που του αρμόζουν. Δεν γίνεται ο Ολυμπιακός να έχει αλλάξει επτά αριστερά μπακ αλλά ο Κούτρης να μην μπορεί να παίξει. Δεν γίνεται στην ΑΕΚ να μην έχει θέσει ο Σβάρνας. Τον εαυτό μου δεν τον αναφέρω καθόλου. Αυτά τα παιδιά δεν έχουν θέση στο ελληνικό πρωτάθλημα; Υπάρχουν Έλληνες παίκτες που αξίζουν την επιβράβευση και πρέπει να παίξουν. Προς Θεού δεν λέω πως οι ξένοι παίκτες δεν είναι αντίστοιχα καλοί. Όλοι οι αθλητές έχουν καλά στοιχεία. Αλλά γιατί να πρέπει οι Έλληνες παίκτες να φύγουν στο εξωτερικό για να πάρουν αυτές τις ευκαιρίες;
Αν σου έλεγα να ξεχωρίσεις μια στιγμή στην καριέρα σου; Ποια θα ήταν αυτή;
Ξεχωρίζω την τελευταία μου μέρα στην Πογκόν. Αυτή είναι η πιο έντονη συναισθηματικά στιγμή της μέχρι τώρα ποδοσφαιρικής μου καριέρας. Δεν έχει φωνάξει καμία άλλη ομάδα το όνομά μου. Και αυτό συνέβη σε μία ομάδα της Πολωνίας. Δεν έχω δεχτεί ξανά τόσο μεγάλο σε διάρκεια χειροκρότημα μέσα σε γήπεδο. Προς Θεού δεν λέω πως από τις άλλες ομάδες δεν έχω πάρει αγάπη. Αλλά εκείνη τη μέρα είδα ανθρώπους να κλαίνε, που ήταν στεναχωρημένοι που έφευγα και Πολωνούς να κρατάνε ελληνικές σημαίες. Αυτή η μέρα θα μου μείνει πραγματικά αξέχαστη.
Παρακολουθείς την εξέλιξη του ελληνικού πρωταθλήματος;
Παρακολουθώ αυστηρά τον Αστέρα Τρίπολης επειδή έχω παίξει στην ομάδα αλλά και επειδή αγωνίζεται ο Διαμαντής Χουχούμης που είναι κουμπάρος μου. Βλέπω επιλεκτικά κάποια παιχνίδια του Παναθηναϊκού και μέχρι εκεί.
Έβλεπες στον Παναθηναϊκό του Ιβάν Γιοβάνοβιτς κοινά στοιχεία σε σχέση με τη δική σας ομάδα;
Δεν μπορώ να σου δώσω τεκμηριωμένη απάντηση γιατί δεν έπαιξα αντίπαλος με αυτή την ομάδα. Ό,τι έχω δει είναι από την τηλεόραση. Όμως, δεν μπορούμε να συγκρίνουμε διότι είναι άλλο το μπάτζετ. Αυτό που μπορώ να πω είναι πως ο Παναθηναϊκός του Γιοβάνοβιτς ήταν ένας Παναθηναϊκός από τα παλιά. Είναι βγαλμένος από τις «χρυσές σελίδες» της ομάδας.
Ποιος είναι ο πιο δύσκολος αντίπαλος που έχεις αντιμετωπίσει;
Ξεχωρίζω τρεις παίκτες. Τον Κώστα Μήτρογλου που τότε ήταν ένα πραγματικό «τανκ», τον Αντεμπαγιόρ που στο ματς με την Τότεναμ «μονομαχήσαμε» πάρα πολλές φορές και ήταν κάτι ξεχωριστό αλλά και τον Ντεπάι που στην PSV ήταν πραγματικά πυραυλοκίνητος.
Ποιος είναι ο καλύτερος συμπαίκτης που έχεις συνεργαστεί;
Δεν θέλω να πω κάποιον από τον Σισέ ή τον Ζιλμπέρτο γιατί δεν έπαιξα ποτέ σε επίσημο παιχνίδι. Ο Ποντόλσκι, αν και είναι στα τελειώματα της καριέρας του, είναι ένας εξαιρετικά ποιοτικός παίκτης που το δείχνει μέσα στο γήπεδο. Επίσης, ο Γκροζίτσκι έχει μεγάλη επιρροή μέσα στην ομάδα. Παραλίγο να ξεχάσω τον Μπεργκ αλλά δεν γίνεται. Μπορεί ο Πράνιτς ή ο Πέτριτς να είχαν καλύτερη καριέρα αλλά σαν απόδοση ο Μπεργκ εκείνη την περίοδο ήταν σαρωτικός. Ήταν ο πιο ολοκληρωμένος παίκτης που είχα παίξει ποτέ.
Υπάρχει ένα σκηνικό στον Παναθηναϊκό με πρωταγωνιστές τον Φάμπρι και τον Καζιγιάμα. Το σκηνικό αυτό μπορεί εύκολα να περιγράψει τον Παναθηναϊκό εκείνης της περιόδου…
Ποιο από τα γκολ σου ξεχωρίζεις και γιατί;
Ξεχωρίζω ένα γκολ που έβαλα στο 94’ σε έναν αγώνα της Πογκόν κόντρα στην Βίσλα Κρακοβίας. Το σκορ ήταν 2-1 και σε αυτή τη φάση είχε ανέβει μέχρι και ο τερματοφύλακας. Πήδηξα πιο ψηλά από όλους, πήρα την κεφαλιά και έκανα το 2-2. Σκέψου δεν άκουσα καν το σφύριγμα της λήξης. Μόλις μπήκε η μπάλα στα δίχτυα, ο διαιτητής σφύριξε τη λήξη. Πιο buzzer beater πεθαίνεις.
Αν σου ζητούσα μέσα από μία αναδρομή όλα αυτά τα χρόνια, να μου πεις μία αστεία ιστορία ή ένα αστείο περιστατικό;
Υπάρχει μία αστεία στιγμή στην Πογκόν αλλά είναι inside joke. Ένας προπονητής που είχαμε στην Πογκόν, μπήκε στα αποδυτήρια στο ημίχρονο και κυριολεκτικά βγήκε έξω από τα ρούχα του. Σκίστηκαν φανέλες, μπλούζες, τα πάντα. Οπότε εκείνη τη στιγμή είσαι σε μία φάση και λες: «Καλά τι ζούμε τώρα…». Αλλά υπάρχει και ένα σκηνικό στον Παναθηναϊκό όπου πρωταγωνιστεί ο Φάμπρι με τον Καζιγιάμα. Ο ένας μιλάει μόνο ισπανικά και ο άλλος μιλάει μόνο γιαπωνέζικα. Σε μία προπόνηση, τον πιάνει ο Φάμπρι αγκαλιά και του εξηγεί την άσκηση στα ισπανικά. Ο Καζιγιάμα κουνούσε το κεφάλι του καταφατικά. Ξεκινάει η άσκηση και την κάνει σωστά. Απορώ πως κατάλαβε τι του ζήτησε. Όμως, στο τέλος κάνει πάσα, πετυχαίνει τον πάσσαλο και η μπάλα δεν πήρε σωστή κατεύθυνση. Τότε συνέβη μία τρομερή έκρηξη του Φάμπρι. Πέταξε κάτω το μπλοκάκι και το στυλό, διέκοψε την προπόνηση και φύγαμε. Αυτό το σκηνικό μπορεί εύκολα να περιγράψει τον Παναθηναϊκό εκείνης της περιόδου.
Πόσο σε βοήθησε η οικογένειά σου στην πορεία σου στον χώρο του ποδοσφαίρου;
Έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο διότι από την αρχή έκαναν το κάτι παραπάνω για να μπορέσω να μπω στις ακαδημίες του Παναθηναϊκού. Αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο διότι για ένα μεγάλο διάστημα μετακινούμασταν καθημερινά από το χωριό στην Αθήνα. Αλλά και κατά τη διάρκεια της καριέρας μου ήταν εκεί για να με στηρίξουν σε οποιαδήποτε δύσκολη στιγμή. Γενικά, θεωρώ πως ο θεσμός της οικογένειας είναι πάρα πολύ σημαντικός. Την ίδια στήριξη έχω και τώρα που έχω δημιουργήσει τη δική μου οικογένεια. Η γυναίκα μου είναι πάντα δίπλα μου σε ό,τι χρειαστώ. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό για εμάς τους αθλητές. Μία καλή ή κακή στιγμή μπορεί να σε φέρει μία αντίστοιχα καλή ή κακή κατάσταση πολύ εύκολα. Οπότε πρέπει από κοινού να τη διαχειριστούμε όσο καλύτερα γίνεται.
Τέλος, ποιος είναι ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος εκτός ποδοσφαιρικού γηπέδου;
Ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος είναι ένας άνθρωπος ήρεμος που του αρέσει να κάθεται στο σπίτι του μαζί με τη γυναίκα του. Φυσικά θα πάμε τις βόλτες μας, τους καφέδες μας, θα πάμε μαζί γυμναστήριο, για φαγητό και όποτε έχουμε ρεπό κάνουμε ταξίδια για να δούμε τον κόσμο και να γνωρίσουμε διαφορετικά πράγματα.