Αυτή δεν είναι η Άρσεναλ που εγώ αγάπησα!
Μόνο θλίψη προκαλεί τα τελευταία χρόνια το "φάντασμα" της Άρσεναλ που πάει από το κακό στο χειρότερο όσο περνάει ο καιρός.
Στη ζωή, άρα και στο ποδόσφαιρο, υπάρχει η ακμή και η παρακμή. Το τέλος και η αρχή. Νόμος. Δεν αλλάζει. Όσα χρόνια και αν κοιτάξουμε πίσω ή μπροστά. Ένας κύκλος κλείνει και ταυτόχρονα ανοίγει κάποιος άλλος. Σαν και αυτόν που έχει μπει τα τελευταία χρόνια η Άρσεναλ.
Όμως, αυτός φαίνεται για την ώρα αέναος. Όλα τριγύρω αλλάζουν και όλα τα ίδια μένουν θα μπορούσε να πει κάποιος που δεν ασχολείται με τη Φυσική, αλλά με το έντεχνο τραγούδι. Ό,τι και αν πει/ γράψει κάποιος για τους “κανονιέρηδες” σίγουρα δίκιο θα έχει και δεν χρειάζεται να είναι… επιστήμονας για να καταλάβει πως κάτι γίνεται λάθος στο Βόρειο Λονδίνο.
Τελευταίο “κατόρθωμα” των Άγγλων είναι ο αποκλεισμός από τον Ολυμπιακό στους “32” του Γιουρόπα Λιγκ. Μία διοργάνωση που ήθελε πώς και πώς να “χτυπήσει” το σύνολο του Μικέλ Αρτέτα. Όχι μόνο για λόγους πρεστίζ, αλλά και για οικονομικούς, αφού μόνο έτσι θα μπορούσε η Άρσεναλ να βρίσκεται στο Τσάμπιονς Λιγκ της επόμενης περιόδου. Μιας και στο πρωτάθλημα έχει χάσει προ πολλού το… τρένο. Πλέον δεν έχει κανένα στόχο και δεν έχουμε μπει καν στην Άνοιξη.
Κάθε πέρυσι και… καλύτερα!
Λένε πως “σύμπτωση επαναλαμβανόμενη παύει να είναι σύμπτωση”. Η Άρσεναλ για τρίτη συνεχόμενη σεζόν έδωσε το “παρών” στο Γιουρόπα Λιγκ. Για τρίτη λοιπόν σεζόν (αν και δεν είμαστε λάτρεις της στατιστικής) έμεινε με τις… εντυπώσεις. Πάντα οι “κανονιέρηδες” ξεκινούσαν με το ρόλο του φαβορί για την κατάκτηση της κούπας και πάντα έμεναν μακριά από εκείνη, γιατί κάποιος, κάπου έπαιζε καλύτερα από εκείνους. Ή εκμεταλλευόταν τις δικές τους επιλογές.
Τη σεζόν 2017-2018 ήταν η Ατλέτικο του Ντιέγκο Σιμεόνε και του Αντουάν Γκριεζμάν που την πέταξε εκτός τελικού μία “στροφή” πριν από αυτόν. Την επόμενη χρονιά (2018-2019) ο Ουνάι Έμερι -που είχε παράδοση στο να σηκώνει το Γιουρόπα Λιγκ με τη Σεβίλλη- είχε βάλει τα καλά του, είχε βάλει δύο κιλά τζελ στο μαλλί του και ήταν έτοιμος για τον πρώτο ευρωπαϊκό τίτλο με τη νέα του ομάδα.
Ωστόσο, η Τσέλσι του Μαουρίτσιο Σάρι άφησε στα κρύα του… λουτρού την έτερη ομάδα του Λονδίνου. 0/2 λοιπόν. Το κακό τρίτωσε με αντίπαλο τον Ολυμπιακό. Αυτή τη φορά ούτε στους “4”, ούτε στον τελικό. Αλλά στη φάση των “32”. Οι παίκτες του Μικέλ Αρτέτα ναι μεν έφυγαν από το “Καραϊσκάκη” με το “διπλό” και το 1-0, αλλά στη ρεβάνς ούτε που… εμφανίστηκαν στο “Έμιρεϊτς. Έτσι, οι “ερυθρόλευκοι” με κατάθεση ψυχής όχι μόνο πήραν την πρόκριση. Όχι μόνο πήραν τη νίκη στην παράταση με σκορ 2-1, αλλά έπαιξαν σαν τη… γάτα με το ποντίκι κατά διαστήματα τους γηπεδούχους που έδειχναν να είναι αλλού γι’ αλλού.
Πιο άνευροι και από… δημόσιοι υπάλληλοι!
Έχετε δει δημόσιο υπάλληλο Παρασκευή μεσημέρι λίγο πριν το σχόλασμα; Συνήθως το στόμα τους από το χασμουρητό έχει φτάσει σε αδιανόητα επίπεδα τεντώματος. Η βαρεμάρα σε τέτοιες στιγμές όχι απλά χτυπάει κόκκινο, αλλά το ξεπερνάει κατά πολύ. Και εκεί που νομίζετε ότι δεν υπάρχει κάτι πιο… άνευρο βλέπετε τους χαφ της Άρσεναλ.
Τους… παλαίμαχους της ζωής και των γηπέδων. Τον Μεσούτ Οζίλ που δεν τον νοιάζει να τρέξει. Τον Γρανίτ Τζάκα που δεν μπορεί να τρέξει. Τον Σκόρνταν Μουστάφι που έχει να τρέξει από το 2014 και τον Νταβίντ Λουίζ που τρέχει και δεν φτάνει. Παίκτες που έχουν δώσει ό,τι ήταν να δώσουν προ πολλού. Ποδοσφαιριστές που δείχνουν να μην έχουν ούτε τα ψυχικά, ούτε τα σωματικά προσόντα πλέον για να ξεχωρίσουν.
Κάποτε όλοι αυτοί ήταν πρώτα ονόματα στη μαρκίζα της εκάστοτε ομάδας που βρίσκονταν (όχι εσύ Μουστάφι). Πλέον εν έτει 2020 και όχι 2015 δεν θυμίζουν σε τίποτα τους παλιούς, καλούς εαυτούς τους. Πλέον παίζουν από συνήθεια. Από υποχρέωση. Το δείχνουν με κάθε κίνησή τους ότι είναι νωχελικοί. Ότι έχουν άλλα προβλήματα στο μυαλό τους και τη ζωή τους. Το ποδόσφαιρο έπαψε να είναι ένα από αυτά εδώ και καιρό. Αυτό φυσικά και δεν είναι κακό ούτε κατακριτέο. Ο καθένας μπορεί να κάνει και να πει ό,τι θέλει. Ωστόσο, με αυτή την εικόνα τους δημιουργούν πρόβλημα και στους συμπαίκτες τους που είναι πιο φιλότιμοι. Αλλά και στο ίδιο το κλαμπ που κάνει τα… στραβά μάτι επί σειρά ετών, με αποτέλεσμα να τους έχει στις τάξεις του ακόμη και τώρα.
Αρσέν, γύρνα πίσω ή έστω τηλεφώνα!
Το έχετε ακούσει. Σίγουρα. Έστω ότι το έχετε διαβάσει. Κάπου, κάποτε. “Εκτιμάς κάτι όταν το χάσεις”. Οι φίλοι της Άρσεναλ είχαν στην “μπούκα” τον Αρσέν Βενγκέρ. Του καταλόγιζαν όλα τα στραβά και τα άσχημα του συλλόγου. Αντιθέτως, όταν κάτι πήγαινε καλά αυτός ήταν ο τελευταίος που άκουγε ένα καλό λόγο.
Τον Μάιο του 2018 το πλήρωμα του χρόνου ήρθε και για τον Αλσατό. Ο “προφέσορας” πήγε σαν ένας προπονητής στο Βόρειο Λονδίνο και έφυγε σαν πραγματικός θρύλος. Ήταν ο άνθρωπος που ανέβασε την Άρσεναλ πολλά επίπεδα. Όχι μόνο στο αγωνιστικό κομμάτι. Από τις εγκαταστάσεις μέχρι και στον τρόπο σκέψεις. Ότι θα πρέπει η ομάδα να επενδύει στις ακαδημίες. Στα νέα παιδιά. Στους ταλαντούχους ποδοσφαιριστές από τις μικρές ομάδες και στη συνέχεια να τους πουλάει πανάκριβα. Και όλα αυτά ενώ παράλληλα το ποδόσφαιρο που παρουσίαζαν τα σύνολά του ήταν αρκετά καλό.
Μέχρι που αποχώρησε. Η άνευ προηγουμένου κριτική και οι διαμαρτυρίες του κόσμου τον έκαναν να φύγει λίγο πιο νωρίς απ’ ό,τι θα έπρεπε ή θα ήθελε ο ίδιος. Η ζωή δεν γινόταν να σταματήσει. Συνεχίστηκε. Όπως και η κατρακύλα της Άρσεναλ. Ο Ουνάι Έμερι προσπάθησε να βάλει τα πράγματα σε μία τάξη. Να φέρει δικές του ιδέες, δικούς του ανθρώπους για να κάνουν όλα εκείνα που τα έκανε μόνος του ο Αλσατός. Άντεξε την πίεση. Όχι για 20 χρόνια, όπως ο προκάτοχός του. Αλλά για περίπου 20… μήνες. Η διαφορά τεράστια.
Ο Ισπανός έδωσε συνέχεια στο επιθετικό ποδόσφαιρο που είχε ξεκινήσει ο Βενγκέρ. Ωστόσο, το μεγάλο πρόβλημα ήταν τα αποτελέσματα. Αυτά δεν ήρθαν, οπότε η έξοδος ήταν σίγουρη. Πλέον ο Μικέλ Αρτέτα πρέπει να κάνει… θαύματα, ώστε να επαναφέρει την Άρσεναλ εκεί που ήταν πριν από αρκετά χρόνια και εκεί που την είχαν μάθει οι οπαδοί της να τη βλέπουν. Πόσο σύντομα θα γίνει αυτό; Κανείς δεν το γνωρίζει. Το μόνο σίγουρο αυτή την ώρα είναι πως για να συμβεί αυτό η αναμονή θα είναι μεγάλη.
Ο Ισπανός τεχνικός ναι μεν είναι της ίδιας φιλοσοφίας με τον Βενγκέρ και τον Έμερι. Ναι μεν έμαθε δίπλα σε έναν από τους καλύτερους της γενιάς του (σ.σ Πεπ Γκουαρντιόλα), αλλά κάτι η απειρία του, κάτι και το φτωχό υλικό που έχει στα χέρια του του βάζουν “φρένο”. Ταυτόχρονα φαίνεται το μεγάλο κενό του Αλσατού. Του ανθρώπου που μπορούσε επί δύο δεκαετίες να δημιουργεί ομάδες που να δίνουν το “παρών” τόσο στο Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά και να είναι ανταγωνιστικές. Και όχι μόνο αυτό. Ο Βενγκέρ μπορούσε να πάρει έναν μέτριο παίκτη και να τον κάνει καλό. Οι περιπτώσεις πολλές. Από τότε που έφυγε αυτό δεν συμβαίνει, οπότε οι αναμνήσεις είναι οι μοναδικές που πλέον έμειναν στους φίλους της Άρσεναλ για να εκτιμήσουν τον “προφεσόρ”.
Οι Ανίκητοι: ο Ανρί, ο Μπέργκαμπ, ο Πιρές, ο Βιεϊρά και τα άλλα τα… παιδιά!
Θυμάσαι την πρώτη σου αγάπη; Φυσικά. Δεν γίνεται να ξεχαστεί. Θυμάσαι το πρώτο σου φιλί; Εννοείται. Ήταν αυτό που σε στιγμάτισε όταν μεγάλωσες. Θυμάσαι την πρώτη σου ποδοσφαιρική “καψούρα”; Εκείνους τους ήρωες που έβλεπες μόνο από την τηλεόραση και θυσίαζες τον κυριακάτικο ύπνο σου για εκείνους, ώστε να πάρεις μία… ιδέα για το πως παίζουν. Για το πως πανηγυρίζουν και το πως σκοράρουν. Για να τα κάνεις την επόμενη μέρα στο σχολείο.
Οι “Ανίκητοι” της Άρσεναλ στιγμάτισαν μία γενιά. Όχι μόνο ποδοσφαιριστών. Αλλά και παιδιών. Ο Τιερί Ανρί, ο Ντένις Μπέργκαμπ, ο Ρομπέρτ Πιρές και ο Πατρίκ Βιεϊρά έγιναν η πρώτη δυνατή εικόνα για όλους εκείνους που γεννήθηκαν στα 90s και στην εφηβεία έπαθαν την… πλάκα τους μαζί τους.
Πολλοί εξ αυτών επέλεξαν την ομάδα με το κανόνι στο στήθος. Η Άρσεναλ έγινε για πολλούς το πρώτο, αθώο, ποδοσφαιρικό “σ’ αγαπώ για πάντα”. Μιας και -παιδιά οι πιο πολλοί τότε- πίστεψαν πως τα πλασέ (του Ανρί), τα κοντρόλ (του Μπέργκαμπ), οι φωνές (του Βιεϊρά) θα συνεχίζονταν για πολλά χρόνια. Τελικά η… παγίδα ήταν μεγάλη.
“Θρησκεία γίνεται να αλλάξεις. Το ίδιο και γυναίκα. Το ίδιο και πολιτικές πεποιθήσεις. Ομάδα όμως όχι”, είχε πει κάποτε ο Ερίκ Καντονά. Μεγάλη αλήθεια. Πλέον είναι αργά για δάκρυα, γιατί “ουδέν λάθος αναγνωρίζεται μετά την απομάκρυνση από το ταμείο”. Αυτό είναι σίγουρο. Όπως και κάτι ακόμη. Αυτή δεν είναι η Άρσεναλ που εγώ αγάπησα.