Ο Ιωάννης Παπαπέτρου αποσύρθηκε από την ενεργό δράση σε ηλικία μόλις 31 ετών και τελείωσε μία καριέρα συνέπειας, ηγεσίας και πίστης.

Ο Ιωάννης Παπαπέτρου συγκλόνισε το ελληνικό και ευρωπαϊκό μπάσκετ με την απόφαση που πήρε να αποσυρθεί από την ενεργό δράση σε ηλικία μόλις 31 ετών. Μία απόφαση που ανακοίνωσε ένα απόγευμα του Ιουνίου που μύριζε καλοκαίρι, σιωπή και κάτι απροσδιόριστο. Σαν εκείνα τα λεπτά πριν από το τζάμπολ, όταν όλα είναι πιθανά.

«Από πού να ξεκινήσω… Το μπάσκετ με πήγε σε μέρη που δεν φανταζόμουν, με έκανε άντρα, με δοκίμασε, με γονάτισε, αλλά κυρίως με γέμισε. Ήρθε η στιγμή να το αποχαιρετήσω.»

Και κάπως έτσι, ένας από τους πιο συνεπείς και συναισθηματικούς μπασκετμπολίστες της γενιάς του, αποχώρησε με την ίδια σιωπηλή ευγένεια με την οποία πορεύτηκε πάντα. Ήσυχα. Με αξιοπρέπεια.

Από το Τέξας στον Πειραιά

Το 2013, ένα 19χρονο παιδί με βλέμμα καθαρό και σώμα ακόμη άγουρο, επιστρέφει στην Ελλάδα από το Texas των ΗΠΑ για να φορέσει τα ερυθρόλευκα. Ο Ολυμπιακός τον υποδέχεται σαν επένδυση μέλλοντος. Δεν ξέρουν ακόμη αν είναι σουτέρ, σμολ φόργουορντ ή γκαρντ. Ξέρουν όμως πως είναι κάτι.

Και εκείνος απαντά: με δουλειά. Με σιωπή. Με σκληρά λεπτά προπόνησης. Κερδίζει δύο πρωταθλήματα (2015, 2016), παίζει σε τελικούς EuroLeague, γεμίζει εμπειρίες – και μαθαίνει. Δίπλα σε παίκτες-θρύλους, καταλαβαίνει τι σημαίνει επαγγελματισμός, πίεση, νίκη.

Δεν γίνεται ποτέ “πρώτο όνομα”, αλλά είναι πάντα εκεί. Στον πάγκο. Στο παρκέ. Στη στήριξη. Είναι το είδος του παίκτη που θέλεις να έχεις δίπλα σου. Ο «στρατιώτης».

Η μεταγραφή που δίχασε και η ομάδα της καρδιάς του

Το 2018 κάνει τη μεγάλη αλλαγή. Φεύγει από τον Ολυμπιακό και πάει στον Παναθηναϊκό. Μια κίνηση που για τους περισσότερους θα σήμαινε ρήξη. Για εκείνον ήταν εξέλιξη.

Στο ΟΑΚΑ βρίσκει αυτό που έψαχνε: ρόλο. Όχι απλώς συμμετοχή. Ηγεσία. Κι ας μην φώναζε ποτέ. Κι ας μην έκανε δηλώσεις στα κανάλια. Έγινε αρχηγός μέσα από τη στάση του. Στο παρκέ, στην ήττα, στην προπόνηση, στα αποδυτήρια. Έγινε αρχηγός γιατί δεν ήθελε να γίνει.

Το καλοκαίρι του 2022 θα φύγει, θα επιστρέψει το 2023 – και το κοινό θα τον αγκαλιάσει σαν να μην έφυγε ποτέ. Γιατί μερικοί δεμένοι δεσμοί δεν χαλάνε, απλώς δοκιμάζονται.

Κατέκτησε πρωταθλήματα (2019, 2020, 2021, 2024), κύπελλα, Super Cup, και το αποκορύφωμα: η κατάκτηση της EuroLeague το 2024, με ηγέτη τον Αταμάν και συμπαίκτες όπως ο Σλούκας και ο Ναν. Ήταν η στιγμή που όλα είχαν νόημα. Το παιδί που ξεκίνησε από τον Πειραιά, που αμφισβητήθηκε, που γύρισε από τραυματισμούς, είχε φτάσει στην κορυφή.

Το διάλειμμα στο Βελιγράδι με τον Ζέλικο

Η μεταγραφή του στην Παρτιζάν ήταν έκπληξη. Αλλά και τιμή. Ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς τον ήθελε. Όχι για να σκοράρει 20 πόντους. Για να δέσει τα αποδυτήρια. Για να είναι πυλώνας.

Με την Παρτιζάν θα κατακτήσει το πρωτάθλημα ABA League το 2023. Θα ζήσει το σερβικό πάθος, θα νιώσει τι θα πει μπασκετική τρέλα στα Βαλκάνια, θα παίξει σε γεμάτο “Pionir”. Ήταν μια σεζόν σαν να ζούσε σε ξένο βιβλίο – και όμως, ταίριαξε.

Η επιστροφή του στην Ελλάδα την επόμενη χρονιά, όμως, φώναζε πως η ψυχή του ήταν αλλού.

Ένας στρατηγός για την Εθνική

Από το Ευρωπαϊκό Εφήβων το 2010, μέχρι τα προολυμπιακά τουρνουά, το EuroBasket, τις φουρτούνες και τις προσδοκίες, ο Παπαπέτρου ήταν εκεί. Πάντα διαθέσιμος, πάντα ήρεμος, πάντα επαγγελματίας.

Δεν έγινε ποτέ “ο σταρ της Εθνικής”. Δεν είχε τις μεγάλες βραδιές του Γιάννη ή του Σλούκα. Είχε όμως το ίδιο βάρος στην πλάτη. Ένα βάρος που κουβαλούσε σιωπηλά, σαν καθήκον. Έβαζε το κορμί του μπροστά, έπαιζε άμυνα με πείσμα, σούταρε όταν έπρεπε.

Για τους ανθρώπους μέσα στην ομάδα, ήταν πολύτιμος. Για τους θεατές, μπορεί να μην ήταν εντυπωσιακός. Αλλά ήταν αυθεντικά εθνικός.

Η ψυχή έλεγε «πάμε» αλλά το σώμα είπε «φτάνει»

Η αρχή του τέλους ήρθε, ίσως, τον Οκτώβριο του 2023. Ένας τραυματισμός στο γόνατο, μια δύσκολη επέμβαση, αποθεραπεία στο εξωτερικό. Πίσω από τα χαμόγελα, υπήρχε πόνος. Φάνηκε στη σεζόν 2024–25: λιγότερα λεπτά, προσεκτικές κινήσεις, πιο σφιγμένες εκφράσεις.

Ο ίδιος δεν μιλούσε. Αλλά το κορμί είχε αρχίσει να του μιλάει. Και σιγά-σιγά, άρχισε να το ακούει.

Το μπάσκετ, όταν το έχεις αγαπήσει βαθιά, δεν σ’ αφήνει να φύγεις εύκολα. Αλλά σου δείχνει τον δρόμο. Κι ο Ιωάννης τον είδε.

Και κάπως έτσι φτάσαμε στο σήμερα. Στο αποχαιρετιστήριο μήνυμά του, έγραψε:

«Αποχωρώ γεμάτος. Όχι από τίτλους. Από στιγμές. Από βλέμματα, αποδυτήρια, ήττες και αγκαλιές. Δεν ξέρω τι μου επιφυλάσσει η ζωή, αλλά ξέρω πως το μπάσκετ θα είναι πάντα μέσα μου.»

Δεν μίλησε για “τέλος”, ούτε για “αποχαιρετισμό”. Μίλησε για μια μετάβαση. Από το παρκέ στη ζωή. Από τον ιδρώτα, στον αναστοχασμό. Και το έκανε με σεμνότητα. Χωρίς θόρυβο. Όπως πάντα.

Η κληρονομιά ενός αθόρυβου αστέρα

Ο Παπαπέτρου δεν θα μείνει στην ιστορία για τα ρεκόρ. Ούτε για τα buzzer beater. Θα μείνει για κάτι πιο σπάνιο: τη συνέπεια.

Ήταν ο παίκτης που μπορούσες να εμπιστευτείς. Σε τελικούς, σε κακές βραδιές, σε κρίσεις. Ήταν εκεί. Πάντα.

Ηγήθηκε ομάδων χωρίς να φωνάξει. Ανέλαβε ευθύνες χωρίς να το ζητήσει. Σηκώθηκε από τραυματισμούς, από αμφισβήτηση, από διασταυρούμενα βλέμματα. Ποτέ δεν ζήτησε δικαιολογίες. Μόνο χρόνο.

Και τώρα, στα 31 του, φεύγει. Όχι γερασμένος. Αλλά γεμάτος. Και αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη του.

Υπάρχουν αθλητές που αποχωρούν αφού ξεθωριάσουν. Κάποιοι επειδή δεν τους θέλει καμία ομάδα. Άλλοι γιατί δεν αντέχουν άλλο το “πρέπει”. Ο Παπαπέτρου αποχώρησε όταν έκρινε ο ίδιος ότι ήρθε η ώρα.

Και αυτή η ελευθερία – να πεις το “ως εδώ” με καθαρό βλέμμα – είναι πολυτέλεια. Είναι μεγαλείο. Είναι η τελευταία, πιο ώριμη drive του στο παρκέ.

Μια διαδρομή που ξεκίνησε με προσδοκίες, πέρασε από στάδια σιωπής, και ολοκληρώθηκε με σεβασμό.

Όχι, δεν ήταν ο πιο ταλαντούχος της γενιάς του.

Ήταν όμως ένας από τους πιο ανθρώπινους.

Και αυτό είναι αρκετό για να τον θυμόμαστε.