Ο Σταύρος Σχίζας στο Debut.gr: «Μπάσκετ ή πείνα»
Ο Σταύρος Σχίζας, με τη βοήθεια του Debut.gr, ταξίδεψε στο παρελθόν, βρέθηκε στο σημείο που ξεκίνησαν όλα και ξεδίπλωσε το δικό του... κουβάρι της ζωής.
Ο Σταύρος Σχίζας είναι ένας εκ των αρχηγών της ομάδας μπάσκετ του Άρη, έχει αγωνιστεί και στις τρεις μεγάλες ομάδες της Θεσσαλονίκης, αλλά παραμένει για πάντα εκείνο το εικοσάχρονο αγόρι που έκανε όνειρα και φιλοδοξίες για το μέλλον. Η απόφαση τότε για εκείνον είχε παρθεί και δεν ήταν άλλη από το να «πλέξει» το δικό του… κουβάρι με εκείνο του μπάσκετ. Το αποτέλεσμά; Είναι ευδιάκριτο στη συνέχεια της συνέντευξης. Συγκεντρωμένος στο επόμενο βήμα και πάντα προσηλωμένος στον στόχο του, ο οποίος δεν είναι άλλος από το να είναι εκεί για την οικογένειά του.
Από το γηπεδάκι του Αγίου Φανουρίου, στο Κίρτλαντ της Αμερικής και αργότερα στην όμορφη Θεσσαλονίκη, με στάσεις σε Κρήτη, Εύβοια και Ρόδο. Από εκείνο το αγόρι που βρήκε την διέξοδο που έψαχνε στο μπάσκετ, στον οικογενειάρχη και small forward του Άρη.
Ο Σταύρος Σχίζας στο Debut.gr
Και ξεκινάμε από το σημείο μηδέν. Ποια ήταν τα πρώτα σου ερεθίσματα όσον αφορά το μπάσκετ; Πώς το έβλεπες ανέκαθεν σαν άθλημα;
Τα περισσότερα παιδιά παραδειγματίζονται από τον μπαμπά ή από τα μεγαλύτερα αδέρφια τους. Έτσι κι εγώ. Τα αδέρφια μου έπαιζαν μπάσκετ και κάπως έτσι ήρθα σε επαφή με το άθλημα. Από τότε και μετά το μπάσκετ ήταν κάτι παραπάνω από χόμπι ή άθλημα. Κάθε φορά που έβγαινα και έπαιζα ένιωθα ολοκληρωμένος. Παράλληλα, ερχόμουν πιο κοντά με τα αδέρφια μου και ο συνδυασμός αυτών των δύο είναι απερίγραπτος! Έτσι ξεκίνησαν όλα, παρέα με μία χειροποίητη μπασκέτα που είχαμε στο σπίτι, λίγο πιο χαμηλή αλλά στιβαρή καθώς άντεχε τα καρφώματά μας. Αργότερα, η μητέρα μου με ασβέστη είχε σχεδιάσει τις γραμμές του γηπέδου στην κατηφόρα που ήταν αυτή η μπασκέτα και από κάτω της το σήμα των «Bulls». Ο πατέρας μίας φίλης μας, ο οποίος ήταν ηλεκτρολόγος, μας εγκατέστησε έναν προβολέα. Μετά από αυτήν την προσθήκη, οι αγώνες δεν περιορίζονταν στις φωτεινές ώρες της μέρας και Εκείνο το… γηπεδάκι ήταν η δική μου γραμμή εκκίνησης.
Οπότε ανέκαθεν το μπάσκετ το έβλεπες σαν διασκέδαση και παρέα με τα αδέρφια σου. Τι άλλαξε όμως πρώτα στην σκέψη σου και αργότερα στην ζωή σου με αποτέλεσμα να έρθει το σήμερα που είσαι αρχηγός του Άρη;
Η αλήθεια είναι πως δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο πέρα από το μπάσκετ. Σκεφτόμουν να σπουδάσω, να πιάσω δουλειά σε κάποιο γραφείο ή να γίνω ηλεκτρολόγος που ήταν η κατεύθυνση που διάλεξα στο λύκειο, αλλά δεν μπορούσα να το κάνω αυτό, δεν μου πήγαινε. Μόνο με το μπάσκετ ένιωθα πως θα δουλεύω και θα χαίρομαι. Στο μυαλό μου δεν είχα άλλη επιλογή. Ήμουν τόσο σίγουρος ότι μόνο αυτό μπορώ να κάνω. Αυτό με βοήθησε πολύ στις δύσκολες στιγμές, ειδικά στην Αμερική που ήμουν μόνος. Στο μυαλό μου υπήρχε η πρόταση «μπάσκετ ή πείνα». Στα 20 μου, μόλις είχα τελειώσει με την θητεία μου ήμουν λίγο χαμένος και δεν ήξερα κατά πόσο θέλω να ασχοληθώ με τον χώρο. Μία συζήτηση με τον αδερφό μου ήταν αυτή που με ενθάρρυνε και είπα να του δώσω μία ευκαιρία.
Είχα έρθει σε επικοινωνία με έναν γνωστό, ο οποίος είχε πάει για δοκιμαστικά στην Αμερική και ήθελα να μάθω ποιος τον έστειλε εκεί. Εκείνος μου έδωσε το όνομα και τον αριθμό του ανθρώπου. Αμέσως τον πήρα τηλέφωνο, του συστήθηκα και του είπα «θέλω να πάω στην Αμερική». Μου είπε «εσύ καλά τα λες, αλλά πρέπει να σε δω πρώτα». Κανονίσαμε μία συνάντηση, ακολούθησαν μερικές προπονήσεις και μου είπε ότι χρειάζομαι έναν χρόνο προετοιμασίας προκειμένου να ενοχλήσουμε κάποιο κολλέγιο. Δεν το σκέφτηκα καν και λέω το ‘χουμε. Εκείνη την περίοδο έπαιζα στον Πορφύρα Πειραιά, έκανα προπονήσεις με την ομάδα και 4 φορές την εβδομάδα πήγαινα στα γήπεδα του Αγίου Κοσμά για τις επιπλέον προπονήσεις. Τελείωσε εκείνο το καλοκαίρι και μία μέρα ήμουν στο γραφείο του ανθρώπου μαζί με ένα άλλο παιδί, το οποίο πετάγεται στο ξεκάρφωτο και λέει «δάσκαλε τελικά δεν θέλω να πάω σε εκείνο το κολλέγιο, είναι μέσα στο δάσος δεν έχει καθόλου ζωή». Γυρνάει τότε ο δάσκαλος και του λέει «τί είναι αυτά που λες; Δεν γίνεται αυτό που λες, το έχουμε κανονίσει, σε περιμένουν». Τότε, με κοιτάει και με ρωτάει αν θέλω να πάω εγώ. Η αλήθεια είναι πως γύρισα να δω αν υπάρχει άλλος στο δωμάτιο γιατί δεν πίστευα ότι μιλάει σε εμένα. «Εννοείται» του λέω. «Κάτσε λίγο, δεν θα ρωτήσεις τους γονείς σου;» μου απάντησε. Και αυθόρμητα του είπα «κι αυτοί ναι θα πουν. Μην ρωτήσεις κάποιον άλλον θα πάω εγώ!». Βγήκα λίγο από το δωμάτιο, πήρα τηλέφωνο τους δικούς μου, τους το είπα και έπαθαν σοκ. Μετά από λίγο, ξαναμπαίνω στο γραφείο και του λέω πως είπαν εντάξει. Δεν με πίστεψε…
Γύρισα σπίτι μίλησα με τους δικούς μου για τις εξελίξεις, ο πατέρας μου έλεγε δεν γίνεται να πας, πως θα πας δεν έχουμε λεφτά κ.α. Τότε γύρισα, 20 χρόνων πιτσιρίκι και του είπα «δεν σε ρωτάω, απλά στο ανακοινώνω! Θα τον βρω τον τρόπο και θα πάω». Εν τέλη, μετά την βοήθεια όλης της οικογένειας τα κατάφερα. Εκείνη ήταν και η περίοδος που κατάλαβα ότι θα παίξω επαγγελματικά και όλη αυτή η χαρά θα γίνει ο βιοπορισμός μου. Η Αμερική ήταν το εισιτήριο για αυτό το όνειρο, καθώς ήξερα πως αν έμενα Ελλάδα επαγγελματική καριέρα δεν θα έκανα. Και δεν αμφέβαλα για το ότι θα τα καταφέρω ούτε μία μέρα. Ήξερα πως αν έμπαινα στο αεροπλάνο για Αμερική τότε θα επιτύγχανα τους στόχους μου.
Δεν θα ξεχάσω το πρώτο πρωί που ξύπνησα στην Αμερική πάω στο παράθυρο να χαζέψω έξω με αέρα τύπου τα κατάφερα, είμαι εδώ και βλέπω απέξω ένα ελάφι. Έβγαζα φωτογραφίες σαν τουρίστας για να το δείξω στους άλλους αλλά εκεί είναι η καθημερινότητά τους.
Τι διαφορές συνάντησες εκεί, τόσο στον αθλητικό τομέα, όσο στην ζωή, στους ρυθμούς και στην καθημερινότητα που υπάρχει στην άλλη άκρη της Γης σε σχέση με την Ελλάδα;
Στο αθλητικό κομμάτι, όταν έφυγα για Αμερική, ήμουν στην καλύτερη κατάσταση που είχα βρεθεί ποτέ. Σκεφτόμουν ότι θα πάω εκεί και θα τους φάω… λάχανο. Πάω εκεί και στα τρεξίματα και σε όλα έβγαινα τελευταίος! Τα παιδιά εκεί ήταν σε άλλο επίπεδο και να φανταστείς ήταν πολύ μικρό πανεπιστήμιο. Στην πρώτη προπόνηση της χρονιάς, είδα τον προπονητή μαζί με τον βοηθό του να βάζουν κάτι κάδους στις γωνίες του γηπέδου και αναρωτιόμουν για ποιον λόγο το έκαναν. Τον ρώτησα τον λόγο και μου απάντησε πως θα καταλάβω σε λίγο. Μετά από 45’ πηγαίναμε ένας-ένας και κάναμε εμετό από τα τρεξίματα.
Όσον αφορά την ζωή εκεί, πέρασα κάποιες δύσκολες περιόδους. Ήμουν 20 χρόνων στην άλλη άκρη του κόσμου. Το πρώτο καλοκαίρι, μετά τον πρώτο μήνα ζητούσα να γυρίσω να δω τους δικούς μου αλλά δεν ήταν εφικτό για οικονομικούς λόγους. Όταν ξεκίνησε η προετοιμασία ήταν επίσης δύσκολα γιατί ένιωθα πιεσμένος σωματικά και ψυχολογικά. Ο άνθρωπος όταν βρίσκεται κοντά στα όριά του βλέπει τα πάντα πιο δύσκολα. Ένα μικρό πρόβλημα το βλέπεις τεράστιο. Η πρώτη χρονιά ήταν δύσκολη, η δεύτερη πέρασε πιο εύκολα. Αργότερα πήγα στο Ρότσεστερ που με πήραν με υποτροφία και εκεί τα πράγματα ήταν καλύτερα. Το 2014 δεν ξέρω ποιος έβαλε την υποψηφιότητά μου στα Drafts του NBA. Ίσως να γινόταν αυτόματα από το κολλέγιο. Δικός μου στόχος ήταν να τελειώσει εκείνη η χρονιά και να έρθω στην Ελλάδα να παίξω επαγγελματικά. Ωστόσο, όταν γύρισα δεν είχα μάνατζερ, δυσκολεύτηκα να βρω ομάδα και τελικά υπέγραψα ένα χαμηλό συμβόλαιο που με κράτησε πίσω.
Στο κολλέγιο είχα σπάσει το χέρι μου και όταν έλεγα στους προπονητές μου να πάω να κάνω ακτινογραφία γιατί πονούσα, νόμιζαν ότι έκανα θέατρο. Την επόμενη μέρα πήγα στο γήπεδο με το χέρι σε γύψο και έκατσα στον πάγκο. Με πλησίασε ο προπονητής μου και μου λέει «Άντε δεν θα ντυθείς»; Τον κοιτάω, κοιτάω το χέρι μου και του λέω πώς θα κάνω προπόνηση; Τότε σοβάρεψε και μου λέει «Το χέρι σου έσπασες, όχι τα πόδια σου! Πήγαινε ντύσου και έλα!». Έκανα όλη την προπόνηση, όλα τα τρεξίματα και μπασίματα, ντρίμπλες, σουτ με το… ελεύθερο χέρι. Στην Ελλάδα θα καθόμουν στην κερκίδα, αραχτός μέχρι να γίνω καλά. Τέτοιες λεπτομέρειες κάνουν την διαφορά.
Η βόρεια πλευρά της χώρας φαίνεται να σου αρέσει περισσότερο από τη νότια. Πως νιώθεις που έχεις αγωνιστεί και για τους τρεις μεγάλους της Θεσσαλονίκης (ΠΑΟΚ, Άρης, Ηρακλής) και πως σου φαίνεται η ζωή εκεί;
Σίγουρα είναι τιμή μου που έχω φορέσει τις φανέλες των τριών αυτών ομάδων. Είναι σύλλογοι με μεγάλη ιστορία, στην οποία πρόσθεσα κι εγώ το «λιθαράκι μου». Η Θεσσαλονίκη μου αρέσει πάρα πολύ. Για εμένα είναι η πιο ωραία πόλη στην Ελλάδα. Λατρεύω την καθημερινότητα εδώ, συνδυάζει την βαβούρα της πόλης με την ηρεμία που μπορείς να βρεις. Είμαι εδώ 4 χρόνια, έχω ακόμα άλλον ένα χρόνο και μακάρι να μείνω κι άλλο. Πλέον κι εγώ αλλά κυρίως η οικογένειά μου έχουμε δημιουργήσει την καθημερινότητά μας εδώ και έχουμε γίνει κομμάτι της πόλης. Νιώθω πολύ άνετα. Σαν να είμαι ντόπιος.
Μετά το κολλέγιο και πριν το Ρέθυμνο, προηγήθηκε ένα μικρό πέρασμά σου από τον Ολυμπιακό. Τί ακριβώς συνέβη εκεί και χώρισαν άμεσα οι δρόμοι σας;
Κάθε χρόνο αυτές οι ομάδες «χάνουν» παίκτες λόγω των Εθνικών υποχρεώσεων. Οι προπονητές ψάχνουν αθλητές σε παρόμοιο επίπεδο με αυτούς του ρόστερ προκειμένου να υπάρχουν τα κατάλληλα άτομα για να γίνει σωστά η προπόνηση. Με προσέγγισαν και πήγα. Έκατσα δύο εβδομάδες, έμαθα πολλά πράγματα, πέρασα καλά και κάπου εκεί ήρθε η πρόταση από το Ρέθυμνο. Ήξερα πως το επίπεδο μου ακόμα δεν ήταν κοντά με αυτό των παικτών του Ολυμπιακού, επομένως δεν ήλπιζα να παραμείνω. Παράλληλα, λόγω αυτού, είδα την όλη κατάσταση με άλλο μάτι και αποφάσισα να απορροφήσω όσα περισσότερα πράγματα μπορούσα.
Σαν έφηβος, όταν έπαιζα στον Γυμναστικό Σύλλογο Περάματος με ήθελε και ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός, αλλά ποτέ δεν ήμουν το τρομερό ταλέντο που κάποια ομάδα θα έδινε λεφτά για εμένα. Από την μία μου ζητούσαν λεφτά για το δελτίο μου και από την άλλη ήμουν εγώ που δεν ήξερα τίποτα για τα δελτία. Γενικά ασχολήθηκα αργά με το μπάσκετ στην ζωή μου και αυτό με κράτησε πίσω σε αρκετά πράγματα.
Το μόνο πράγμα που έχω μετανιώσει και το παλεύω μέσα μου είναι που δεν πήρα «bitcoin» το 2017 (γέλια). Είχα… μυριστεί περί τίνος πρόκειται αλλά δεν ασχολήθηκα. Γενικά σε περιπλανήσεις μου στο παρελθόν σκέφτομαι πάντα ότι έπραξα καλύτερα σε σχέση με τις συνθήκες που επικρατούσαν.
Κάνεις όνειρα να αγωνιστείς σε κάποια Ευρωπαϊκή ομάδα; Είναι μέσα στους στόχους σου;
Αυτό που θέλω είναι να προσφέρω στην ομάδα που είμαι. Έκανα πάντα όνειρα, να κάνω το επόμενο βήμα, να είναι μεγαλύτερο από τα προηγούμενα και το επόμενο μετά από αυτό ακόμα μεγαλύτερο. Πλέον, στόχος μου είναι να βελτιώνομαι, να παίζω καλά, να διατηρώ τον εαυτό μου στο καλύτερο επίπεδο προκειμένου να έχω δουλειά και να μπορώ να συντηρώ την οικογένειά μου, η οποία είναι πάνω από όλα. Έτσι το σκέφτομαι.
Γενικά σαν αθλητής πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος σε ό,τι κάνεις. Πολλοί δεν δίνουν τόσο βάση, αλλά θεωρώ πως ο παράγοντας της συγκέντρωσης είναι από τους πιο σημαντικούς στον δρόμο για την επιτυχία, ανεξαρτήτως τομέα.
Το 2019 μπήκε ο Covid στην ζωή μας. Θέλω να μου πεις πως σε επηρέασε πρώτα σαν άνθρωπο και μετά σαν αθλητή.
Στην αρχή έβλεπα ειδήσεις και είχα τρομοκρατηθεί, αλλά μετά από 2 εβδομάδες έκλεισα την τηλεόραση και ηρέμησα. Ήταν κανονική τρομοκρατία, δεν υπήρχε ενημέρωση, παρά μόνο ένας πανικός. Μοίραζαν φόβο στον κόσμο, ενώ στην πραγματικότητα ούτε οι ίδιοι δεν ήξεραν τι γίνεται. Κάπου εκεί είπα «ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει!». Στην πρώτη καραντίνα, είχαμε την νεογέννητη τότε κόρη μας στο σπίτι, οπότε ο «εγκλεισμός» μου έδωσε στιγμές μαζί της, που αν όλα ήταν νορμάλ δεν θα είχα. Αγόρασα ένα ποδήλατο που το… έλιωσα, έκανα πολλή γυμναστική και είδα πάρα πολλές ταινίες. Κάπως έτσι ήταν η καθημερινότητά μου. Με εξαίρεση εκείνη την καραντίνα που για όλους μας ήταν μία πρωτόγνωρη κατάσταση, στις υπόλοιπες δεν επηρεάστηκε κάπως η ζωή μου. Οι διοργανώσεις και οι υποχρεώσεις συνεχίστηκαν κανονικά και μαζί τους ολόκληρη η ρουτίνα μου.
Τώρα που ανέφερες την κόρη σου, τι άλλαξε μέσα σου το γεγονός ότι πλέον σε φωνάζουν μπαμπά και πως επηρεάστηκε η αντίληψή σου στον αθλητισμό;
Είναι αυτό που σου έλεγα πριν. Πάντα είναι επαγγελματισμός, αλλά πλέον είναι ακόμα περισσότερο. Πρέπει να προσέχω παραπάνω τον εαυτό μου γιατί η οικογένειά μου μεγάλωσε και μετά την περιπέτεια που πέρασα φέτος, το βλέπω δέκα φορές πιο σοβαρά το θέμα. Δεν είχα ξανατραυματιστεί ποτέ τόσο σοβαρά.
Ψυχολογικά το κοντρολάρω, σίγουρα υπάρχουν εύκολοι και δύσκολοι καιροί, αλλά προσπαθώ να το κρατάω κάπου στην μέση. Θυμάμαι οι Αμερικανοί μου έλεγαν: «Don’t let your lows get too low and don’t let your highs get too high». Να κρατάς μία ισορροπία σε όλα στην ζωή σου. Όχι να μην χαίρεσαι για κάτι. Να χαρείς να το ευχαριστηθείς. Αλλά όταν στεναχωριέσαι για κάτι, δεν είναι τόσο άσχημο όσο το βλέπεις εκείνη την στιγμή. Να μην σε συνεπάρει.
Το μπάσκετ μου έχει χαρίσει τόσα πράγματα. Έκανα φίλους, γνώρισα την γυναίκα μου κατά το πέρασμά μου από την Κρήτη. Όλα αυτά ξεπερνάνε όλες τις δυσκολίες του κόσμου. Όλα από εκεί μέσα περνάνε.
Έθετες μακροπρόθεσμους στόχους ή το πήγαινες βήμα-βήμα;
Από την στιγμή που αποφάσισα πως θα βιοποριστώ από το μπάσκετ το πλάνο ήταν ξεκάθαρο. Θα έρθει η ευκαιρία για την Αμερική, εκεί θα προπονηθώ σε άλλους ρυθμούς, θα γεμίσω εικόνες και παραστάσεις από κάτι προηγμένο και θα επιστρέψω στην Ελλάδα να αγωνιστώ επαγγελματικά. Όπως και έγινε. Ήρθε η Αμερική, γύρισα, όλα πήραν τον δρόμο τους και φτάσαμε στο σήμερα. Δεν αμφέβαλλα ποτέ. Αντίθετα, νομίζω πως αυτός είναι ο λόγος που πολλούς ανθρώπους σε διάφορους τομείς, όχι μόνο ο αθλητισμός, τους κρατάει πίσω. Οποιαδήποτε δυσκολία, εμπόδιο, γκρεμό πρέπει να το προσπερνάς όπως μπορείς.