Σαν σήμερα, ο μεγαλύτερος ποδοσφαιρικός... αλήτης, ο μεγάλος Ντιέγκο Μαραντόνα έφυγε από τη ζωή και το Debut.gr θυμάται το βίο και την πολιτεία του.

Αντικομφορμιστής. Ασυμβίβαστος. Ιδιόρρυθμος. Την ίδια ώρα όμως ένας μάγος. Ένα χάρμα ιδέσθαι, σχεδόν θεϊκό, γι’ αυτό άλλωστε απέκτησε τη δική του θρησκεία στο πέρασμα των χρόνων. Για πολλούς αποτελεί τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή όλων των εποχών. Αέρινος, αεικίνητος στο γήπεδο. Κάθε του κίνηση έμοιαζε με χορευτική φιγούρα. Κάθε του αγώνας με μια παράσταση. Και όλοι εμείς, οι θεατές, υποκλινόμασταν στο μεγαλείο του ταλέντου του.

Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα Φράνκο έφυγε από τη ζωή, σαν σήμερα, σε ηλικία 60 ετών από ανακοπή καρδιάς. Νωρίτερα είχε νοσηλευτεί σε νοσοκομείο και είχε υποβληθεί σε επέμβαση στο κεφάλι. Οι προσευχές όλων για ταχεία ανάρρωση δεν έφεραν καρπούς.

Τα πρώτα βήματα του «Ντιεγκίτο»

Το ημερολόγιο έγραφε 30 Οκτωβρίου 1960. Τοποθεσία, Λανούς, μια κωμόπολη του Μπουένος Άιρες. Εκεί γεννιέται ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα. Τα χρόνια που ακολουθούν, δύσκολα. Ο Ντιέγκο μεγαλώνει μαζί με τους γονείς του, Ντιέγκο και Ντάλμα Σαλβαδόρα, και τα αδέρφια του στη Βίλα Φιορίτο, μια φτωχική γειτονιά λίγο έξω από την πρωτεύουσα της Αργεντινής.

Από τα 8 του κιόλας χρόνια, όμως, γνωρίζει τη μεγάλη του αγάπη. Την μπάλα του ποδοσφαίρου. Μια αγάπη που έμελλε να τον συνοδεύσει για πολλά ακόμα χρόνια στη ζωή του. Και μαζί με αυτή, έκανε εκατομμύρια ακόμα ανθρώπους να την ερωτευτούν. Τα πρώτα δείγματα του ταλέντου του φάνηκαν από την πρώτη κιόλας ομάδα στην οποία εντάχθηκε, την τοπική Εστρέλια Ρόχα. Εκεί ήταν που ο μικρός Ντιέγκο έκανε τα πρώτα του «μαγικά» και έκανε αισθητή την παρουσία του στους ανθρώπους των Αρχεντίνος Τζούνιορς. Εντυπωσιασμένοι από τις ικανότητές του, δεν είχαν άλλη επιλογή από το να τον εντάξουν στο δυναμικό τους.

Ο τότε προπονητής της ομάδας νέων της ομάδας των Αρχεντίνος Τζούνιορς, Κορνέγιο, είχε πει για τον Μαραντόνα: «Όταν ο Ντιέγκο ήρθε στην Αρχεντίνος Τζούνιορς για δοκιμές, ήμουν πραγματικά τρελαμένος από το ταλέντο του και δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ήταν μόλις οκτώ ετών. Τον ρωτήσαμε για την ταυτότητά του, ώστε να το ελέγξουμε, αφού παρόλο που είχε τη διάπλαση ενός παιδιού έπαιζε σαν ενήλικας».

Και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Στα 10 του χρόνια εντάχθηκε στην εφηβική ομάδα των Αρχεντίνος Τζούνιορς, τους Cebollitas, και μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να κάνει γνωστό το όνομά του σε όλη την Αργεντινή. Σύντομα, άρχισε να κάνει τις πρώτες του εμφανίσεις στο ημίχρονο των αγώνων της Αρχεντίνος Τζούνιορς, όπου έκανε κόλπα με την μπάλα στο κέντρο του γηπέδου, διασκεδάζοντας τους φιλάθλους. Μάλιστα, η εφημερίδα «Clarin» δημοσίευσε ένα μικρό κείμενο γι’ αυτόν, αλλά κάνοντας λάθος στο όνομά του. Έγραψε η εφημερίδα: «Είναι αριστεροπόδαρος, αλλά γνωρίζει πώς να χρησιμοποιεί το δεξί. Ο Ντιέγκο Mαραντόνα, 10 ετών, κέρδισε το χειροκρότημα στο ημίχρονο του αγώνα Αρχεντίνος Τζούνιορς – Ιντεπεντιέντε, πραγματοποιώντας επίδειξη των σπάνιων ικανοτήτων του σε κοντρόλ και ντρίμπλα. Η φανέλα του είναι πολύ μεγάλη και η φράντζα σπάνια του επιτρέπει να δει κανονικά. Μοιάζει σαν να απέδρασε από σκουπιδότοπο. Μπορεί να κάνει τα πάντα με την μπάλα. Μοιάζει σαν να γεννήθηκε ποδοσφαιριστής. Δεν φαίνεται να ανήκει στο σήμερα, αλλά ανήκει».

Πριν καλά καλά κλείσει τα 16 του, αγωνίζεται για πρώτη φορά στην πρώτη ομάδα των Αρχεντίνος Τζούνιορς κόντρα στην Ταγέρες, αφήνοντας τις καλύτερες των εντυπώσεων σε όλους παρά την ήττα της ομάδας του. Το πρώτο του γκολ ήταν θέμα χρόνου και το πετυχαίνει τρεις εβδομάδες μετά το ντεμπούτο του εναντίον της Ατλέτικο Σαν Λορέντζο. Τα επόμενα δύο χρόνια (’77-78, ’78-79), ο «Ντιεγκίτο» αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ της ομάδας του με 22 τέρματα κάθε σεζόν. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι φοβερές επιδόσεις του τράβηξαν τα βλέμματα πολλών συλλόγων αλλά εκείνος παρέμεινε πιστός στην ομάδα του. Η εξαργύρωση αυτών των εμφανίσεων ήρθε στις 27 Φεβρουαρίου του 1977, όταν σε ηλικία 16 ετών και 4 μηνών κλήθηκε στην Εθνική Αργεντινής με την οποία και αγωνίστηκε ως αλλαγή σε αναμέτρηση κόντρα στην Ουγγαρία.

Πώς γεννήθηκε ο θρύλος του Μαραντόνα

Ο Μαραντόνα βρίσκεται στο επίκεντρο και κάθε του εμφάνιση στο γήπεδο αποτελεί κι ένα νέο θέαμα για τους Αργεντινούς οπαδούς. Ο «θρύλος» του αρχίζει να χτίζεται από πολύ νωρίς και απογειώνεται μόλις το 1980 όταν έχοντας κλείσει μόλις τα 20 του χρόνια σκοράρει τέσσερις φορές απέναντι στην Μπόκα Τζούνιορς, φτάνοντας εκείνη τη χρονιά στα 42 γκολ, κάτι που τον ανέδειξε κορυφαίο σκόρερ όλων των πρωταθλημάτων στον κόσμο.

Ο διασυρμός από τον Μαραντόνα μετατράπηκε σε στοίχημα για την Μπόκα Τζούνιορς. Αυτός ο πιτσιρικάς έπρεπε να παίξει στο «Μπομπονέρα». Κι έτσι έγινε. Παρά το έντονο ενδιαφέρον της Ρίβερ Πλέιτ, ο Μαραντόνα κατέληξε στην Μπόκα, παίζοντας μείζονος σημασίας ρόλο στην κατάκτηση του πρωταθλήματος του 1981, του πρώτου μετά από μία πενταετία για την ομάδα. Στο πρωτάθλημα της Αργεντινής ήταν για πέντε συνεχόμενες χρονιές πρώτος σκόρερ, επίδοση ρεκόρ που ακόμα παραμένει. Το 1979 και το 1980 ψηφίστηκε ως ο καλύτερος ποδοσφαιριστής της Νότιας Αμερικής. Σε αυτά τα χρόνια της καριέρας του στην Αργεντινή ο Μαραντόνα σημείωσε 144 γκολ πρωταθλήματος σε 207 αγώνες.

Από τις αρχές του 1982, ωστόσο, φαινόταν πως ο Μαραντόνα θα έφευγε αργά ή γρήγορα από την Αργεντινή. Η Μπόκα δεν μπορούσε να τον καλύψει οικονομικά και σχεδίαζε μυστικά την πώλησή του σε ευρωπαϊκή ομάδα μετά το Μουντιάλ του 1982. Ο Μαραντόνα αγωνίστηκε για πρώτη φορά σε μεγάλη διοργάνωση με την Αργεντινή, η οποία όμως δεν κατάφερε να υπερασπιστεί τον τίτλο της Παγκόσμιας Πρωταθλήτριας και αποκλείστηκε πριν φτάσει στα ημιτελικά.

Το μέλλον του Μαραντόνα τον έβγαλε στη Βαρκελώνη για λογαριασμό της Μπαρτσελόνα, η οποία κατάφερε να κάνει δικό της το μεγαλύτερο όνομα του παγκόσμιου ποδοσφαίρου τότε. Η πρώτη του χρονιά, ωστόσο, στην Ισπανία σημαδεύτηκε από την περιπέτεια που είχε με την υγεία του, όταν προσβλήθηκε από ηπατίτιδα και έμεινε εκτός αγωνιστικής δράσης για τέσσερις μήνες.

Μόλις δύο μήνες μετά την επιστροφή του στα γήπεδα, τραυματίζεται σοβαρά σε αγώνα με την Αθλέτικ Μπιλμπάο και μένει ξανά εκτός για τρεις μήνες. Η ταλαιπωρία από την περιπέτεια υγείας και τον τραυματισμό του σε συνδυασμό με την έντονη αντιπαλότητά του με τον νεοπροσληφθέντα προπονητή της Μπαρτσελόνα, Λουίς Μενότι, οδήγησαν σύντομα τον Μαραντόνα στην πόρτα της εξόδου.

Η απόφαση για τη φυγή από την Ισπανία είχε ληφθεί και σε αυτό συμφωνούσε και ο ατζέντης του Χόρχε Σιτερσπίλερ. Ξεκίνησαν οι προσπάθειες για να μείνει ελεύθερος και μπήκε σε εφαρμογή το σχέδιο που σκέφτηκε ο ατζέντης του, δηλαδή να εξαγριώσει τον τότε πρόεδρο της Μπαρτσελόνα, Νούνιες, που εν θερμώ μπορεί να έδινε την άδεια να φύγει ο πιο ακριβοπληρωμένος παίχτης του. Και αυτό το πέτυχε βρίζοντας δημοσίως τους Καταλανούς, σε συνέντευξη που έδωσε ο Μαραντόνα σε φίλο δημοσιογράφο. Στη συνέχεια διέρρευσαν πληροφορίες για διαπραγματεύσεις με τη Γιουβέντους και τη Νάπολη. Ο κόσμος της Μπαρτσελόνα χωρίστηκε στα δύο. Τη λύση τελικά έδωσε η Αθλέτικ Μπιλμπάο κερδίζοντας στον τελικό κυπέλλου την Μπάρτσα με 1-0, δίνοντας την ευκαιρία στον Μαραντόνα να τους επιτεθεί την ώρα που πανηγύριζαν και να γίνει το γήπεδο αρένα, μπροστά στα μάτια του βασιλιά της Ισπανίας Χουάν Κάρλος.

Μαραντόνα

Ο «Θεός» της Νάπολη

Επόμενος σταθμός της καριέρας του Μαραντόνα η Ιταλία για λογαριασμό της Νάπολι. Για δεύτερη φορά, ο Μαραντόνα απέρριψε την πρόταση της Γιουβέντους, καθώς δεν επιθυμούσε να αγωνιστεί στη σκιά του Μισέλ Πλατινί. Αντ’ αυτού αποφάσισε να ακολουθήσει τον δρόμο για τον ιταλικό νότο και τους «παρτενοπέι». Και δικαιώθηκε. Εκεί, ο Μαραντόνα λατρεύτηκε σαν Θεός και παρέμεινε για επτά χρόνια πετυχαίνοντας σε 188 εμφανίσεις 81 γκολ.

Πλάι του, μεγαλούργησαν και άλλοι παίκτες των οποίων η χρηματιστηριακή αξία κοντά στον «Ντιεγκίτο» εκτοξεύθηκε, όπως ο Τσίρο Φεράρα, ο Μπαρόνι, ο Αλεμάο, ο Καρέκα και ο Τζόλα. Όλοι αυτοί με τον Μαραντόνα στην πρώτη γραμμή οδήγησαν τη Νάπολι στην κατάκτηση δύο πρωταθλημάτων, ενός νταμπλ και ενός κυπέλλου ΟΥΕΦΑ.

Όταν το «χέρι του Θεού» άγγιξε το μοναδικό ευρωπαϊκό του τρόπαιο

Η έλευση του Ντιέγκο Μαραντόνα στη Νάπολι το 1984 έφερε ένα κύμα αισιοδοξίας στoυς φίλους της ομάδα του Νότου, οι οποίοι υποδέχθηκαν ως εθνικό ήρωα τον Αργεντίνο σούπερ σταρ. Ήταν τέτοιος ο ενθουσιασμός που συνόδευσε την άφιξη του έτσι ώστε ο αθλητικογράφος Ντέιβιντ Γκόλντμπλατ να περιγράψει εύστοχα το πανηγυρικό κλίμα που επικρατούσε εκείνη την εποχή με την εξής πρόταση: «Οι οπαδοί ήταν πεπεισμένοι ότι ο σωτήρας τους είχε έρθει. Οι άνθρωποι της περιοχής πίστευαν ότι παρά την έλλειψη σπιτιών, σχολείων, λεωφορείων, εργασίας και υγείας τίποτα δεν πειράζει επειδή διαθέτουμε τον Μαραντόνα».

Εξάλλου, εκείνη την εποχή η Νάπολι δεν θεωρούνταν ποδοσφαιρική δύναμη της Ιταλίας, καθώς κυριαρχούσαν οι ομάδες του Βορά και του Κέντρου, όπως η Γιουβέντους, η Μίλαν, η Ρόμα και η Ίντερ. Χαρακτηριστικό της τότε δυναμικής της Νάπολι αποτελούσε το γεγονός ότι τις δύο προηγούμενες σεζόν της έλευσης του «Ντιεγκίτο», η ομάδα είχε τερματίσει στην ένατη και δωδέκατη θέση του ιταλικού πρωταθλήματος.

Ο αντίκτυπος του Ντιέγκο Μαραντόνα στον σύλλογο έγινε αισθητός μετά από δύο αγωνιστικές περιόδους, με την πρώτη κατάκτηση του Scudetto στην ιστορία της Νάπολι να είναι γεγονός και τους θερμόαιμους οπαδούς της ομάδας να στήνουν ένα ατελείωτο πάρτι στους δρόμους της Ιταλίας αναπαριστώντας τις κηδείες της Γιουβέντους και της Μίλαν. Την ίδια χρονιά ολοκληρώθηκε το νταμπλ με την κατάκτηση του Κυπέλλου Ιταλίας αυξάνοντας τις προσδοκίες για διακρίσεις και στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις.

Ο Αργεντίνος «Μεσσίας» δεν χαλούσε κανένα χατίρι στους «τιφόζι» των «παρτενοπέι» και τελικά έφτασε στη γη της επαγγελίας το 1989. Ειδικότερα, ο Ντιέγκο Μαραντόνα μαζί με τη υπόλοιπη «μαφία» του πανηγύρισε το πρώτο και τελευταίο προσωπικό ευρωπαϊκό του τίτλο, κατακτώντας κόντρα στη Στουγκάρδη το Κύπελλο Ουέφα. Τραγική ειρωνεία αποτελεί το γεγονός ότι οι Ναπολιτάνοι έκτοτε δεν έχουν κατακτήσει κάποιον άλλον ευρωπαϊκό τίτλο αναζητώντας μέχρι και σήμερα τον επόμενο Μαραντόνα, ένα προσωνύμιο που μάταια έδωσαν στον Γκονζάλο Ιγκουαΐν.

Το ταξίδι της Νάπολι μέχρι τον τίτλο ξεκίνησε από τη φάση των ομίλων εκεί όπου ο ιταλικός σύλλογος ξεκίνησε με νίκες επί του ΠΑΟΚ, της Λειψίας και της Μπορντό. Ο χαρακτήρας της ομάδας δοκιμάστηκε έντονα στα προημιτελικά της διοργάνωσης, όταν χρειάστηκαν να υποδεχθούν τη «μεγάλη κυρία» στο Σάο Πάολο έχοντας στις πλάτες τους το βαρύ 2-0 του πρώτου αγώνα. Ωστόσο, οι «παρτενοπέι» έβγαλαν χαρακτήρα» παίρνοντας την πρόκριση στην επόμενη φάση με γκολ στο τελευταίο λεπτό της αναμέτρησης.

Στα ημιτελικά της διοργάνωσης υψωνόταν το δυσθεώρητο εμπόδιο της Μπάγερν Μονάχου, η οποία προερχόταν από επική πρόκριση επί της Ίντερ χάρη σε εκτός έδρας γκολ. Παρόλα αυτά, ο Βραζιλιάνος Καρέκα με δύο γκολ του στην ισόπαλη ρεβάνς της Γερμανίας την ώρα που είχε προηγηθεί η νίκη με 2-0 στην Ιταλία, χάρισε το εισιτήριο για τον τελικό της διοργάνωσης, ο οποίος ήταν διπλός αγώνας.

Στον τελικό τους περίμενε η Στουτγκάρδη, η οποία είχε αποκλείσει κατά σειρά την Λόμπαρντ, την Ντιναμό Ζάγκρεμπ, την Γκρόνιγκεν, τη Ρεάλ Σοσιεδάδ και τη Ντιναμό Δρέσδης. Στο πρώτο αγώνα του «Σάο Πάολο» το γκολ του Γκαουντίνο ισοφάρισε ο Μαραντόνα στο 68ο λεπτό, με αμφισβητούμενο πέναλτι που εκτέλεσε ο ίδιος, για να να δώσει τη νίκη στη Νάπολι ο Καρέκα 3 λεπτά πριν τη λήξη της αναμέτρησης. Στον επαναληπτικό της Γερμανίας, η Στουτγκάρδη επιχείρησε μία επική ανατροπή, ευρισκόμενη πίσω στο σκορ με 3-1, αλλά το μόνο που κατόρθωσε ήταν να ισοφαρίσει σε 3-3, με συνέπεια η κούπα να καταλήξει στον Ιταλικό Νότο. Παρά το γεγονός ότι η επιρροή του 29χρονου τότε Αργεντίνου μάγου δεν ήταν τόσο καταλυτική στην κατάκτηση του τίτλου, καθώς τέλειωσε τη διοργάνωση με 2 γκολ και 2 ασίστ σε 8 συμμετοχές, κανείς δεν αμφισβητεί τη νοοτροπία νικητή που είχε εμφυσήσει σε αυτήν την ομάδα ο «Ντιεγκίτο».

Την επόμενη σεζόν η Νάπολι πανηγύρισε το δεύτερο και τελευταίο της πρωτάθλημα για να αποχωρήσει από την ομάδα της οποίας έγινε τραγούδι στα χείλη των οπαδών, το 1991. Ο ίδιος, μάλιστα, ποτέ δεν έκρυψε την ταύτισή του με τον σύλλογο αναγνωρίζοντας τη διαφορετικότητα της Νάπολι σε σχέση με τους υπόλοιπους ιταλικούς συλλόγους: «Δε μου αρέσει το γεγονός ότι άπαντες ζητάνε από τους Ναπολιτάνος να είναι Ιταλοί και να υποστηρίζουν την εθνική τους ομάδα. Οι Ναπολιτάνοι πάντα περιθωριοποιούνταν από τους Ιταλούς. Είναι η πόλη που έχει υποφέρει περισσότερο από έναν άδικο ρατσισμό».

Το μεγάλο σφάλμα του «Ντιεγκίτο»

«Ήμουν, είμαι και θα είμαι πάντα εθισμένος με τα ναρκωτικά. Ένας άνθρωπος που μπλέκεται με τα ναρκωτικά πρέπει να παλεύει με αυτό κάθε μέρα». Αυτά τα λόγια βγήκαν από το στόμα του Ντιέγκο Μαραντόνα πριν περίπου 22 χρόνια, όταν και είχε πλέον γνωρίσει από την καλή και την ανάποδη τον κόσμο της κοκαΐνης.

Πώς θα μπορούσε κάποιος που είχε κατακτήσει την κορυφή, να «λυγίσει» και να βρεθεί άδοξα τόσο χαμηλά; Ένας ποδοσφαιριστής που για πολλούς ήταν ο κορυφαίος που είχε περπατήσει ποτέ στα γήπεδα. Που για πολλούς ήταν καλύτερος ακόμα και από τον «θρύλο» της Βραζιλίας και της «στρογγυλής θεάς», Πελέ.

Όλα ξεκίνησαν -επίσημα- την άνοιξη του 1991 στην Αργεντινή. Το ημερολόγιο έγραφε 26 Απριλίου και ο μάγος της «αλμπισελέστε» και της Νάπολι, Ντιέγκο Μαραντόνα, συνελήφθη από την αστυνομία του Μπουένος Άιρες για κατοχή κοκαΐνης. Οι αρχές έκαναν ξαφνική έφοδο στο σπίτι του όπου και εντόπισαν αρκετή ποσότητα του επικίνδυνου ναρκωτικού. Η υπόθεση πήρε πάρα πολύ γρήγορα τεράστιες διαστάσεις και το σκάνδαλο έπληξε τον ίδιο τον Αργεντινό αστέρα αλλά και τη μετέπειτα καριέρα του.

Ήταν το δεύτερο πταίσμα σε μόλις ένα μήνα για τον «Ντιεγκίτο», ο οποίος είχε βρεθεί θετικός σε χρήση κοκαΐνης από την ιταλική Ομοσπονδία ποδοσφαίρου τον Μάρτιο εκείνης της χρονιάς. Τότε, οι ιθύνοντες της Ομοσπονδίας του είχαν επιβάλει ποινή αποκλεισμού 15 μηνών από τους αγωνιστικούς χώρους, με τον ίδιο τον Μαραντόνα να γυρνά στην πατρίδα του. Όπως φάνηκε όμως δεν κρατήθηκε μακριά από τον πειρασμό και κύλησε ξανά σε μπελάδες.

Οι θεωρίες συνωμοσίας

Όπως σε κάθε πολύκροτη υπόθεση που εμπλέκεται ένα δημόσιο και αν μη τι άλλο αγαπητό πρόσωπο, έτσι και σε αυτή του Μαραντόνα, υπήρξε πληθώρα θεωριών συνωμοσίας, από άτομα που δεν μπορούσαν να πιστέψουν πως ο «Ντιεγκίτο» υπέπεσε σε τόσο μεγάλο σφάλμα. Δεν το χωρούσε το μυαλό τους πως ο αγαπημένος τους ποδοσφαιριστής, ο ηγέτης της ομάδας τους, ήταν χρήστης κοκαΐνης. Έπρεπε λοιπόν να ευθύνεται κάποιος άλλος.

Σε όλο αυτό το πλαίσιο της συνωμοσιολογίας πολλοί έσπευσαν να κατηγορήσουν τις ομάδες για τις οποίες αγωνιζόταν εκείνα τα χρόνια ο Μαραντόνα, οι οποίες ήταν η Νάπολι και η Εθνική Αργεντινής. Συγκεκριμένα, ήταν ευρέως διαδεδομένη η άποψη ότι σε κάποια από τις δύο αυτές ομάδες, αρμόδιοι του προπονητικού επιτελείου είχαν χορηγήσει κάποιο απαγορευμένο «κοκτέιλ» ενδυνάμωσης στον Μαραντόνα, το οποίο και περιείχε κοκαΐνη, στην οποία και εθίστηκε με τον καιρό.

Την άποψη αυτή ενίσχυε και η εξαιρετική απόδοση του Μαραντόνα στα χρόνια που υπηρέτησε τη Νάπολι, με την οποία κατέκτησε δύο πρωταθλήματα (1987, 1990) και ένα Κύπελλο ΟΥΕΦΑ (1989), ενώ όσον αφορά την Εθνική ομάδα της χώρας του, είχε προηγηθεί το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986, το οποίο και κατέληξε στα χέρια της «αλμπισελέστε».

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείτο και μία ακόμα φήμη που ήθελε τη Νάπολι να μην ευθύνεται για τον εθισμό του Μαραντόνα στην κοκαΐνη αλλά να συμβιβάζεται με αυτόν εξαιτίας των ικανοποιητικών επιδόσεων του «Ντιεγκίτο» με τους «παρτενοπέι».

Μάλιστα, μία «επέκταση» του τελευταίου σεναρίου, παρουσίαζε την Μπαρτσελόνα ως την κύρια υπεύθυνη για τη γνωριμία και την ένταξη του Μαραντόνα στον σκληρό κόσμο των ναρκωτικών και δη της κοκαΐνης.

Η αντίδραση της Νάπολι και η επιστροφή του Μαραντόνα στην Ισπανία

Όσο μεγάλη κι αν ήταν η συνεισφορά του Μαραντόνα στη Νάπολι, όσο αναγκαία κι αν ήταν η παραμονή του στους «παρτενοπέι», ο «Ντιεγκίτο» ήξερε πάρα πολύ καλά ότι η απομάκρυνσή του ήταν μονόδρομος για την ομάδα της Ιταλίας.

Οι Ναπολιτάνοι είχαν δώσει πολλές φορές τόπο στην οργή -και πως να μην το κάνουν, για τον Μαραντόνα μιλάμε– αλλά η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. Η ποινή των 15 μηνών από την Ομοσπονδία, η σύλληψή του και η αδυναμία του να μείνει μακριά από τον εθισμό, τον έκαναν ακατάλληλο για τον σύλλογο της Νότιας Ιταλίας.

Ειδικά αν ίσχυε κάποιο από τα σενάρια που ήθελε τη Νάπολι να γνωρίζει για τον εθισμό του πριν τον αποκτήσει από την Μπαρτσελόνα και απλά να συμβιβάζεται, τότε είχε ακόμα έναν λόγο για να μην του συγχωρέσει τα απανωτά παραπτώματα και να τον απομακρύνει από την ομάδα.

Έτσι λοιπόν, μετά από αρκετές διαβουλεύσεις των διοικούντων της Νάπολι, ο Μαραντόνα αποκτήθηκε στα 32 του πλέον από τη Σεβίλλη και επέστρεψε στη χώρα που τον έκανε γνωστό. Την Ισπανία. Τα μπλεξίματα και οι μπελάδες όμως δεν σταμάτησαν ούτε τότε, με τον Μαραντόνα να συνεχίζει τις κακές συνήθειες που οδήγησαν στον αποκλεισμό του από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994 και αργότερα στην οριστική απόσυρσή του από την ενεργό δράση.

Μαραντόνα

Το κεφάλαιο «Αργεντινή»

Ένα κεφάλαιο γραμμένο με «χρυσά» γράμματα. Ακόμα και μετά από περισσότερο από 20 χρόνια και την έλευση του Λιονέλ Μέσι στο προσκήνιο, ο Μαραντόνα λογίζεται από πολλούς ως ο κορυφαίος Αργεντινός ποδοσφαιριστής όλων των εποχών.

Ο λόγος; Φυσικά η κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1986. Εκεί, ο Μαραντόνα επιβεβαίωσε την κυριαρχία του και πραγματοποίησε μοναδικές εμφανίσεις και οδήγησε εύκολα την Αργεντινή στην κορυφή του ομίλου της με νίκες απέναντι σε Νότια Κορέα, Βουλγαρία και μοναδική ισοπαλία κόντρα στην Ιταλία. Εύκολο ήταν και το πέρασμα της Αργεντινής από την Ουρουγουάη με 1-0.

Σειρά είχε η Αγγλία στα προημιτελικά στον απόηχο του πολέμου των Φόκλαντς που είχε δημιουργήσει τεταμένο κλίμα ανάμεσα στις δύο χώρες. Ένας αγώνας που έμελλε να μείνει στην ιστορία, με το γκολ που ψηφίστηκε ως το «Γκολ του Αιώνα» από την ίδια τη Fifa. Το γνωστό «χέρι του Θεού».

Το παιχνίδι βρίσκεται στο 51ο λεπτό. Η μπάλα βρίσκεται στον αέρα όπως και ο Ντιέγκο Μαραντόνα, ο οποίος βλέπει τον σαφώς ψηλότερο κίπερ της Αγγλίας, Πίτερ Σίλτον να πηδάει για να την απομακρύνει. Ο «Ντιεγκίτο» όμως τεντώνει όσο χρειάζεται το χέρι του και τη στέλνει στα δίχτυα. Οι Άγγλοι ωρύονται. Ζητούν την ακύρωση του τέρματος αλλά ο Τυνήσιος διαιτητής το κατακύρωσε καθώς δεν είχε καλή οπτική επαφή με τη φάση. Το δεύτερο γκολ σημειώθηκε τέσσερα λεπτά αργότερα και προήλθε σε μια επέλαση 60 μέτρων μακριά από το αντίπαλο τέρμα, πέρασε πέντε παίκτες της Αγγλίας μαζί με τον τερματοφύλακα. Η γαλλική εφημερίδα L’Équipe περιέγραψε το Μαραντόνα σε εκείνο το παιχνίδι ως «μισός διάολος, μισός άγγελος». Ο ίδιος δήλωσε μετά τον αγώνα: «Το γκολ αυτό μπήκε λίγο από το κεφάλι του Μαραντόνα και λίγο από το χέρι του Θεού».

Στα ημιτελικά της διοργάνωσης, αντίπαλος της Αργεντινής ήταν το Βέλγιο. Ο Μαραντόνα οργίασε για ακόμα μία φορά και με δύο προσωπικά του γκολ, έστειλε την Αργεντινή στον τελικό απέναντι στη Δυτική Γερμανία. Ο Λόταρ Ματέους μάταια προσπάθησε να τον συγκρατήσει αφού από δική του ασίστ, ο Μπουρουτσάγα λύτρωσε την Αργεντινή και έγραψε το τελικό 3-2 χαρίζοντας στη χώρα του το Παγκόσμιο Κύπελλο.

Η συνέχεια, ωστόσο, για τον Μαραντόνα και την Εθνική Αργεντινής δεν ήταν ανάλογη. Στα Κόπα Αμέρικα που ακολούθησαν το 1987 και το 1989, η «Αλμπισελέστε» περιορίστηκε στην τέταρτη και τρίτη θέση αντίστοιχα με τον Μαραντόνα να μην πραγματοποιεί τις εμφανίσεις που όλοι περίμεναν.

Ένα χρόνο μετά, ωστόσο, το 1990 έρχεται το επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο στην Ιταλία. Ο Μαραντόνα βρίσκεται στο επίκεντρο αφού όντας παίκτης της Νάπολι, δέχεται πιέσεις από τον κόσμο να μην σταθεί εμπόδιο στην Εθνική Ιταλίας. Ο «Ντιεγκίτο», ωστόσο, δεν προδίδει τη χώρα του και την οδηγεί σε ακόμα έναν τελικό, με αντίπαλο και πάλι την Δυτική Γερμανία. Σε ένα κατά γενική ομολογία μέτριο παιχνίδι, οι Γερμανοί καταφέρνουν να στεφθούν Παγκόσμιοι Πρωταθλητές με ένα αμφισβητούμενο πέναλτι στα τελευταία λεπτά του αγώνα. Πολλοί έκαναν λόγο για «θεία δίκη» μετά το «χέρι του Θεού» στο προηγούμενο τουρνουά.

Στο επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο στις ΗΠΑ, η συμμετοχή του Μαραντόνα πέρασε από σαράντα κύματα, καθώς δεν είχε περάσει παρά ελάχιστο χρονικό διάστημα από το σκάνδαλο με τα ναρκωτικά. Θορυβημένη η Ομοσπονδία και η τεχνική ηγεσία κάλεσαν το Μαραντόνα να βοηθήσει ο οποίος δέχτηκε αλλά έπρεπε να προετοιμαστεί διεξοδικά για την επιστροφή του. Το αστέρι της Αργεντινής στρατολογήθηκε σε ένα αγρόκτημα και υποβλήθηκε σε αυστηρή διατροφή, ενώ προπονούταν σε πρωινές και απογευματινές βάρδιες. Ο Μαραντόνα έχασε 15 κιλά και επέστρεψε δείχνοντας να βρίσκεται σε εξαιρετική κατάσταση, το οποίο και απέδειξε στους αγώνες κόντρα στην Ελλάδα και τη Νιγηρία. Κάπου εκεί όμως ο χρόνος σταμάτησε για τον Μαραντόνα που βρέθηκε θετικός σε έλεγχο ντόπινγκ για χρήση εφεδρίνης, κάτι που τον απέκλεισε από το υπόλοιπο της διοργάνωσης. Το γκολ του απέναντι στην Εθνική Ελλάδος αποδείχθηκε πως ήταν το τελευταίο του με το εθνόσημο στο στήθος, με το κεφάλαιο «Αργεντινή» να κλείνει με τραγικό τρόπο.

Το ανεπιτυχές πέρασμα του Μαραντόνα από τους πάγκους

Όπως ήταν αναμενόμενο, μετά το άκρως επιτυχημένο πέρασμά του από τα γήπεδα ως ποδοσφαιριστής, ο Ντιέγκο Μαραντόνα επιχείρησε να δοκιμάσει την τύχη του και κρατώντας τα ηνία μίας ομάδας.

Η προπονητική καριέρα του ξεκίνησε στη δεκαετία του 1990 προτού εγκαταλείψει την ενεργό δράση κατά τη διάρκεια της τιμωρίας του αναλαμβάνοντας δύο φορές για μικρό χρονικό διάστημα (μηνών) ομάδες στη χώρα του ανεπίσημα χωρίς να διαθέτει την απαραίτητη άδεια.

Επίσημα, το Νοέμβριο του 2008, ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της εθνικής Αργεντινής νικώντας τη Σκωτία στο ντεμπούτο του με 1-0, με πολλούς να τρέφουν ελπίδες για πιθανή κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου στη Νότια Αφρική. Με τον Μαραντόνα στον πάγκο και τον Λιονέλ Μέσι ηγέτη στο χορτάρι, ωστόσο, η Αργεντινή αποκλείστηκε και μάλιστα με συντριβή από τη Γερμανία, που προκάλεσε και την απομάκρυνση του Μαραντόνα.

Τον Μάιο του 2011 ο Ντιέγκο Μαραντόνα ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Αλ Γουάσλ, ομάδας από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, όπου έμεινε για ένα χρόνο. Επανήλθε στα Εμιράτα το 2017 για μία ακόμη χρονιά με την Αλ Φουτζέιρα. Πρόσφατα, το 2019 επέστρεψε στην πατρίδα του ως προπονητής αναλαμβάνοντας τη Χιμνάσια Εσγρίμα ντε Λα Πλάτα.