Cult παίκτες που έγραψαν ιστορία στα Μουντιάλ (1982-2018)
Το Debut.gr και ο Άκης Μυκονιάτης θυμούνται σπουδαίες και σύγχρονες cult ποδοσφαιρικές μορφές που έγραψαν ιστορία στα Μουντιάλ.
Το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου ή κατά κόσμον Μουντιάλ, αποτέλεσε το διαχρονικό πεδίο δόξας για μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα που έζησε ποτέ το ποδόσφαιρο. Ανεξάρτητα του αν τελικά εκείνα κατάφεραν ή οχι να σηκώσουν το μεγάλο τρόπαιο. Από τους Φέρεντς Πόυσκας και Γιόχαν Κρόιφ, μέχρι τους Πελέ και Μαραντόνα. Και από τον Ζινεντίν Ζιντάν και τον Ρονάλντο Ναζάριο μέχρι στις μέρες μας τους Λιονέλ Μέσι και Κριστιάνο Ρονάλντο.
Ωστόσο, δεν υπήρξαν μόνο οι μεγάλοι σταρ, αλλά και οι περιπτώσεις των αναπάντεχων πρωταγωνιστών. Ξέρετε, της ιδιαίτερης κατηγορίας εκείνων των ποδοσφαιριστών που παρότι είτε δεν είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στις ομάδες τους, είτε δεν ήταν ευρέως γνωστοί, είτε δεν γέμιζαν το μάτι στο ποδοσφαιρικό κοινό κατάφεραν και ξεχώρισαν με τις εμφανίσεις τους σε κάποιο Μουντιάλ. Με ορισμένους από αυτούς να γράφουν και ιστορία.
Το Debut.gr μπαίνει σε ρυθμούς Μουντιάλ και εγκαινιάζει την αφιερωματική του κάλυψη με ένα αφιέρωμα στους “καλτ ήρωες” της σύγχρονης εποχής του θεσμού. Απολογίες αν πιθανότατα αδικήσαμε πολλές αντίστοιχες περιπτώσεις της περιόδου 1930 – 1978, αλλά για λόγους και νοσταλγίας επιλέξαμε (τουλάχιστον εδώ) να δώσουμε έμφαση στην μοντέρνα εποχή.
Ισπανία 1982: Μπρούνο Κόντι (Ιταλία)
Από φαν του… μπέιζμπολ θρύλος για Ιταλία και Ρόμα
Γεννημένος στις 13 Μαρτίου 1955, ο Μπρούνο Κόντι υπήρξε μια απ’ τις σημαντικότερες μορφές του ιταλικού ποδοσφαίρου κατά τις δεκαετίες του ’70 και ’80. Παίκτης τεχνικά καταρτισμένος, με ευθύβολο σουτ και απαράμιλλη ντρίμπλα. Εκτός από μέλος της εθνικής Ιταλίας και Παγκόσμιος Πρωταθλητής το 1982 ήταν και θρύλος της Ρόμα. Της οποίας την φανέλα τίμησε σχεδόν ανελλιπώς για 18 χρόνια (1973 -1991).
Το παρατσούκλι του, ήταν ο “Δήμαρχος της Ρώμης” (Sindaco de Roma) λόγω της αφοσίωσης στον αγαπημένο του σύλλογο. Μαζί με τον οποίο κέρδισε ένα σκουντέτο (1982/83), πέντε κύπελλα Ιταλίας και βρέθηκε στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών / Champions League της σεζόν 1983/84. Επιτεύγματα που πιθανότατα δεν θα τα πετύχαινε, εάν αντί του ποδοσφαίρου επέλεγε το μπέιζμπολ. Σπορ το οποίο επίσης λάτρευε από παιδί και μάλιστα υπήρξε και παίκτης του!
Το κεφάλαιο “Σκουάντρα Ατζούρα” ξεκίνησε για τον Κόντι, όταν πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με το εθνόσημο σε ένα νικηφόρο εκτός έδρας 2-0 της Ιταλίας επί του Λουξεμβούργου. Τον Οκτώβριο του 1980 για τα προκριματικά του Μουντιάλ 1982. Διοργάνωση στην οποία τελικά προκρίθηκε μαζί με την Ιταλία και φυσικά συμμετείχε. Η έκπληξη στην περίπτωση του Κόντι, εντοπίζεται στο οτι ήταν ο τελευταίος παίκτης που επιλέχθηκε για την “εκλεκτή” 23αδα του Μουντιάλ της Ισπανίας από τον προπονητή των Ιταλών Έντσο Μπεαρζότ.
Παρά το γεγονός αυτό ωστόσο, είχε θέση βασικού σε όλα τα ματς της Ιταλίας. Από την πρεμιέρα μέχρι και τον μεγάλο τελικό, ο Κόντι βοήθησε την ομάδα όταν του δόθηκε η ευκαιρία. Σκόραρε στην ισόπαλη αναμέτρηση με το Περού (1-1) στην φάση των ομίλων και πραγματοποίησε πολύ καλή εμφάνιση στον τελικό με την Δυτική Γερμανία (3-1). Εκεί, αρχικά κέρδισε το πέναλτι που έχασε ο Καμπρίνι λίγο πριν ανοιξουν το σκορ οι Ιταλοί και έπειτα έδωσε την ασίστ του τρίτου ιταλικού γκολ από τον Αλτομπέλι. Ενώ βρέθηκε και στην καλύτερη 11αδα της διοργάνωσης.
Λόγω του ρυθμού και του δημιουργικού του ταλέντου, ο Κόντι έλαβε το παρατσούκλι “Μαραζίκο” (με αναφορές στους Μαραντόνα και Ζίκο), ενώ κέρδισε μέχρι και τα εύσημα του Πελέ. Συμμετείχε και στο επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο τέσσερα χρόνια αργότερα στο Μεξικό (1986). Έπειτα αποχώρησε μαζί με τον προπονητή του Μπεαρζότ από την εθνική μετά το τέλος της διοργάνωσης. Σήμερα στα 67 του χρόνια είναι υπεύθυνος ακαδημιών στην αγαπημένη του Ρόμα.
Μεξικό 1986: Ζοσιμάρ (Βραζιλία)
Ο… άνεργος σταρ
Το Μουντιάλ του 1986 είναι δικαίως καθιερωμένο στις ποδοσφαιρικές συνειδήσεις ως η διοργάνωση του Ντιέγκο Μαραντόνα. Ο άθλος όμως του “Ντιεγκίτο” με την εθνική Αργεντινής, επισκίαζε διαχρονικά την περίπτωση ενός άλλου λατινοαμερικάνου ποδοσφαιριστή που επίσης εντυπωσίασε στην ίδια διοργάνωση. Συγκεκριμένα εκείνη του Βραζιλιάνου μπακ Ζοσιμάρ.
Ο Ζοσιμάρ Χιγκίνο Περέιρα (το πλήρες όνομα) δεν είχε κληθεί ποτέ στην εθνική ομάδα. Παρότι αγωνιζόταν στο βραζιλιάνικο πρωταθλήμα από το 1982 με την φανέλα της Μποταφόγκο. Δύο μήνες προ του Μουντιάλ (Μάρτιος 1986) ήταν μάλιστα άνεργος και χωρίς συμβόλαιο! Όλα άλλαξαν όταν ο (τότε) προπονητής της «Σελεσάο» Τέλε Σαντάνα, άφησε εκτός αποστολής (για πειθαρχικούς λόγους) τον Ρενάτο Γκαούτσο. Κίνηση που προκάλεσε εσωτερικές αντιδράσεις στην ομάδα και έφερε μία ακόμη αποχώρηση. Αυτή του Λεάντρο, του βασικού δεξιου οπισθοφύλακα της Βραζιλίας. Ο οπίο; προχώρησε σε αυτή την κίνηση ως ένδειξη συμπαράστασης στον συμπαίκτη του. Κάπως έτσι συνωμότησαν τα πράγματα, ώστε ο Ζοσιμάρ να βρεθεί στην αποστολή για τα γήπεδα του Μεξικού.
Στην φάση των ομίλων και με την Βραζιλία ήδη προκριθέντα στους «16» , η μεγάλη ευκαιρία του Ζοσιμάρ δεν άργησε. Και εκείνος την άρπαξε από τα… μαλλιά. Πετυχαίνοντας δύο τέρματα αμφότερα εκπληκτικά. Το πρώτο στο νικηφόρο 3-0 των Βραζιλιάνων επί της Βόρειας Ιρλανδίας στο τελευταίο παιχνίδι για τους ομίλους. Το δεύτερο τέρμα στον αγώνα εναντίον της Πολωνίας στα νοκ-αουτ ήταν ακόμα καλύτερο. Στο 55ο λεπτό ένα μακρινό φάουλ κόντραρει στο τείχος. Η μπάλα φτάνει από τον Αλεμάο στον Ζοσιμάρ. Ο δεύτερος αφού ντρίμπλαρε δύο αντιπάλους, μπήκε στην περιοχή και από πολύ δύσκολη γωνία έστειλε την μπάλα στο «γάμα»! Τέρμα που το πανηγύρισε έξαλλα. Δεύτερη διεθνής εμφάνιση, δεύτερο (εκπληκτικό) γκολ για τον Ζοσιμάρ, που άφηνε άφωνους εκατομμύρια φιλάθλους παγκοσμίως.
Η Βραζιλία κέρδισε εύκολα (4-0) και προκρίθηκε στα προημιτελικά. Εκεί θα ηττηθεί τελικώς στην διαδικασία των πέναλτι από την Γαλλία του Μισέλ Πλατινί, (1-1 κ.δ & 6-5 πεν.). Με τον Ζοσιμάρ βασικό και σε εκείνο το παιχνίδι. Το Παγκόσμιο Κύπελλο τελείωσε άδοξα για την Βραζιλία. Αλλά το άστρο του μέχρι πρότινος άσημου μπακ, έλαμψε αρκετά στα τρία εκείνα ματς. Επιλέχθηκε μάλιστα και στην καλύτερη 11αδα της διοργάνωσης. Πολλοί θα φαντάζονταν αυτή την πορεία ως την πιο ιδανική αφετηρία μιας σπουδαίας καριέρας. Όμως αυτό δεν συνέβη.
Ο Ζοσιμάρ δεν δικαίωσε ποτέ τις τεράστιες προσδοκίες που δημιούργησε στο Μουντιαλ του ‘86. Σαφέστατα επηρεασμένος από τις καταχρήσεις και την αδυναμία του να διαχειριστεί την απροσδόκητη δημοσιότητα που απέκτησε, ο βραζιλιάνος δεν έκανε ποτέ κάτι σπουδαίο σε συλλογικό επίπεδο. Το μόνο που απέμεινε, ήταν η θητεία του στην εθνική Βραζιλίας. Παρότι αυτή διήρκησε μόλις τρία χρόνια. Με τελευταίο παράσημο για τον Ζοσιμάρ την παρουσία του στην ομάδα της Βραζιλίας που κατέκτησε το Κόπα Αμέρικα το 1989.
Ακόμα και έτσι η περίπτωση του αποτελεί μέχρι σήμερα μια απ’ τις πιο ιδιαίτερες μουντιαλικές ιστορίες. Αφήνοντας έντονα το αποτύπωμα της θα λέγαμε στην ποδοσφαιρική (και ραδιοτηλεοπτικά) καλτ κουλτούρα της Ελλάδας. Η περιγραφή του Μανώλη Μαυρομμάτη για την ΕΡΤ στο γκολ του Ζοσιμάρ εναντίον της Πολωνίας παραμένει χαρακτηριστική. Ενώ και το όνομα του 61χρονου σήμερα Βραζιλιάνου, ίσως και να αποτέλεσε την έμπνευση για τον τίτλο της ομώνυμης επιτυχημένης podcast σειράς του γνωστού αθλητικογράφου και ποδοσφαιρικού αναλυτή Θέμη Καίσαρη.
Ιταλία 1990: Ροζέ Μιλά (Καμερούν)
Ο “γερόλυκος” που έγραψε ιστορία
Η διοργάνωση του Μουντιάλ 1990 δεν ήταν (και) η καλύτερη από άποψη θεάματος. Αλλά όπως συμβαίνει με κάθε Παγκόσμιο Κύπελλο είχε και εκείνο τις δικές του ξεχωριστές στιγμές. Με πιο αξιοσημείωτη εξ’ αυτών την εκπληκτική πορεία της εθνικής Καμερούν. Μεγάλος πρωταγωνιστής και ηγέτης εκείνης της ομάδας, ο γνωστός σε εμάς πλέον Ροζέ Μιλά.
Παρά το μεγάλο του αποτύπωμα στο αφρικανικό (κυρίως) ποδόσφαιρο, το ότι έγινε άθελα του από τα μεγαλύτερα παραδείγματα ότι η ηλικία δεν είναι κάποτε παρά ένας αριθμός και τον θρυλικό πανηγυρισμό του με τον χορό στο σημαιάκι του κόρνερ, υπάρχουν πράγματα που δεν γνωρίζει ο κόσμος για τον Μιλά.
Όπως το πλούσιο βιογραφικό του σε συλλογικό επίπεδο κυρίως στη Γαλλία. Στην επικράτεια της οποίας αγωνίστηκε και σε ομάδες όπως η Μονακό, η Σεντ-Ετιέν και η Μονπελιέ. Επίσης ήταν ήδη καταξιωμένος με την εθνική ομάδα της χώρας του. Μετρώντας δύο κατακτήσεις Κόπα Άφρικα (1984, 1988) και μια προηγούμενη συμμετοχή σε Μουντιάλ (1982).
Η πιο ενδιαφέρουσα άγνωστη λεπτομέρεια όμως, είναι οτι ο Ροζέ Μιλά αρχικά δεν προοριζόταν για τα γήπεδα της Ιταλίας! Καθώς το 1988 είχε επιλέξει να αποσυρθεί από την εθνική Καμερούν, σε ηλικία 36 ετών. Απόφαση την οποία ανακάλεσε έπειτα από τηλεφωνική του συνομιλία με τον τότε πρόεδρο της χώρας Πολ Μπιγιά. Ο οποίος κάπως κατάφερε να τον μεταπείσει. Ο Μιλά στα 38 του θα ήταν συνεπής στο ραντεβού με την ιστορία.
Το παραμύθι του Καμερούν σταμάτησε στο εμπόδιο των προημιτελικών και της Αγγλίας. Παρότι τα “πράσινα λιοντάρια” προηγήθηκαν, τα “τρία λιοντάρια” έκαναν την ανατροπή και πήραν στην παράταση την νίκη με 3-2. Χάρη σε δύο πέναλτι του Γκάρι Λίνεκερ (ένα στην παράταση). Νωρίτερα, το Καμερούν είχε προκριθεί και ως πρώτο (παρακαλώ!) σε έναν απαιτητικό όμιλο με αντιπάλους την πρωταθλήτρια Αργεντινή, την Ρουμανία και την Σοβιετική Ένωση! Στην πρεμιέρα μάλιστα, κέρδισε την Αργεντινή του Μαραντόνα με 1-0, αποτέλεσμα που προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση. Στους “16” απέκλεισε σχετικά εύκολα την Κολομβία (2-1). Αξιοσημείωτο δε ότι σε εκείνα τα πέντε ματς ο 38χρονος Μιλά σημείωσε 4 γκολ!
Τέσσερα χρόνια αργότερα (1994) στα γήπεδα των ΗΠΑ, ο Μιλά θα έγραφε και πάλι ιστορία. Όταν έγινε στα 42 του ο γηραιότερος σκόρερ στην ιστορία των Μουντιάλ. Σε μια συντριβή της χώρας του από την Ρωσία με 6-1 στην φάση των ομίλων…
ΗΠΑ 1994: Όλεγκ Σαλένκο (Ρωσία)
Το ρωσικό πυροτέχνημα
Όταν ακούμε για το Μουντιάλ της Αμερικής το 1994, οι πρώτες αυτόματες για το μυαλό μας θύμησες είναι το χαμένο πέναλτι του Ρομπέρτο Μπάτζιο στον τελικό της Ιταλίας με την Βραζιλία και η απογοητευτική πορεία της Εθνικής Ελλάδος. Όμως μία από τις άγνωστες μορφές του “USA ’94” η οποία απροσδόκητα και ξεχώρισε ήταν εκείνη ενός Ρώσου επιθετικού. Εν ονόματι Όλεγκ Σαλένκο.
Γεννημένος στις 25 Οκτωβρίου 1969 στην Αγία Πετρούπολη, της τότε Σοβ. Ένωσης, ο Σαλένκο ξεκίνησε την καριέρα του στην τοπική Ζενίτ. Ακολούθησε η Ντιναμό Κιέβου, ενώ έπαιξε και για άλλους ευρωπαϊκούς συλλόγους. Όπως οι Λογκρονιές και Βαλένθια στην Ισπανία και η σκωτσέζικη Ρεϊντζερς.
Το καλοκαίρι του 1994, ο Ρώσος επιθετικός θα αποκτούσε την “μουντιαλική” φήμη που τον συνοδεύει μέχρι σήμερα. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο των ΗΠΑ. Μια διοργάνωση που δεν πήγε πάντως καλά για την χώρα του. Καθώς η (ανεξάρτητη πλέον) Ρωσία δεν κατάφερε να περάσει από τον όμιλο της. Αντίπαλοι η μετέπειτα πρωταθλήτρια Βραζιλία, η εντυπωσιακή Σουηδία και το Καμερούν.
Ο Σαλένκο πάντως κέντρισε τα βλέμματα με τις εμφανίσεις του. Τα 5 τέρματα που σημείωσε στην ευρεία επικράτηση της Ρωσίας επί του Καμερούν (6-1) μαζί με ακόμη ένα στο προηγούμενο ματς με τη Σουηδία, ήταν αρκετά για να μοιραστεί τον τίτλο του πρώτου σκόρερ της διοργάνωσης με τον ακόμα πιο χαρισματικό επιθετικό και ηγέτη της μεγάλης τότε εθνικής Βουλγαρίας, Κρίστο Στόιτσκοφ. Αμφότεροι 6 γκολ.
Ειρωνεία πως μετά το εκπληκτικό για εκείνον τουρνουά, ο Σαλένκο δεν κλήθηκε ποτέ ξανά στην εθνική Ρωσίας. Ενώ απέτυχε να βρεθεί σε υψηλό επίπεδο μέχρι το τέλος της καριέρας του (2001). Ακόμα κι έτσι 0 53χρονος σήμερα Σαλένκο, μπορεί να υπερηφανεύεται για το οτι είναι ο μοναδικός ανθρώπος που σημείωσε 5 γκολ σε έναν αγώνα Μουντιάλ. Καθώς και ο μόνος ποδοσφαιριστής που κατάφερε να βγει πρώτος σκόρερ στην διοργάνωση παρόλο που η ομάδα του δεν προκρίθηκε στα νοκ-αουτ. Ρεκόρ τα οποία αμφότερα κατέχει μέχρι σήμερα.
Γαλλία 1998: Λιλιάν Τουράμ (Γαλλία)
Απόλυτος πρωταγωνιστής για μία βραδιά…
Ίσως ο πιο δημοφιλής από τους παίκτες του συγκεκριμένου αφιερώματος. Για έναν αμυντικό της κλάσης του Λιλιάν Τουράμ δεν χρειάζονται συστάσεις. Παρά μόνο λίγη νοσταλγία ίσως. Ο Γάλλος μπακ υπήρξε δίχως υπερβολή ένας από τους παίκτες βαρόμετρα για τη θέση του στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο στα τέλη των 90s και τις αρχές των 00s. Όμως ακόμα και κάποιος του δικού του ταλέντο, ήταν από τους ελάχιστους που βίωσε τόσο έντονα και σε έναν μόνο αγώνα Παγκοσμίου Κυπέλλου, πόσο μικρή είναι η απόσταση του να γίνεις από ήρωας μοιραίος και το ανάποδο.
Το 1998, ο 26χρονος Τουράμ, συμμετείχε με την εθνική Γαλλίας στο παρθενικό του Παγκόσμιο Κύπελλο. Παρότι δεν ήταν ηγέτης, η αμυντική συμβολή του ήταν σημαντική για τους “Tρικολόρ” στην διάρκεια του τουρνουά. Οι διοργανωτές είχαν φτάσει αισίως και αήττητοι μέχρι τα ημιτελικά, όπου θα συναντούσαν την Κροατία. Η βαλκανική χώρα παρότι στο πρώτο της Μουντιάλ ως ανεξάρτητη χώρα και έχοντας μια εκπληκτική ομάδα με ηγέτη τον Νταβόρ Σούκερ και παίκτες όπως τον Προσινέτσκι, τον Βλάοβιτς και τον Μπόμπαν, είχε καταπλήξει την υφήλιο μοιάζοντας αποφασισμένη για μια μεγάλη πορεία.
Ο ημιτελικός της 8ης Ιουλίου 1998 στο “Σταντ ντε Φρανς” προβλεπόταν αμφίρροπος. Όπως και αποδείχθηκε. Το πρώτο ημίχρονο ισόπαλο χωρίς τέρματα. Στις αρχές της επανάληψης, οι Κροάτες προηγήθηκαν στο 46ο λεπτό με τον Νταβόρ Σούκερ. Όταν εκείνος εκμεταλλεύτηκε την αδράνεια στην γαλλική άμυνα και την κακή τοποθέτηση του Τουράμ που άφησε τον Κροάτη σέντερ φορ ακάλυπτο.
Θέλοντας να επανορθώσει για το λάθος του και να εξιλεωθεί μπροστά στους συμπατριώτες του, ο Τουράμ το πήρε… προσωπικά αναλαμβάνοντας δράση. Ισοφάρισε στο αμέσως επόμενο λεπτό (47′) και λίγο αργότερα στο 70′ έκανε το 2-1 για την Γαλλία με ένα εκπληκτικό τεχνικό σουτ εκτός περιοχής. Αυτό ήταν και το τελικό σκορ.
Από υποψήφιος μοιραίος ο διεθνής Γάλλος μπακ έγινε (για ένα και μόνο βράδυ) ο απόλυτος πρωταγωνιστής για την Γαλλία στέλνοντας την στον τελικό. Δύο 24ωρα αργότερα, η ομάδα του ίδιου, του Ζινεντίν Ζιντάν και των υπόλοιπων μεγάλων αστεριών θα θριαμβεύσει στον μεγάλο τελικό επί της Βραζιλίας (3-0). Και θα στεφθεί μπροστά στο κοινό της για πρώτη φορά παγκόσμια πρωταθλήτρια. Ο Τουράμ τελείωσε το τουρνουά ως πρωταθλητής κόσμου και μέλος της καλύτερης 11αδας της διοργάνωσης. Με τα υπόλοιπα για εκείνον αποτελούν ιστορία. Κι όμως πόσο διαφορετικά θα ήταν ίσως τα πράγματα αν εκείνο το λάθος του ήταν μοιραίο…
Ιαπωνία & Νότια Κορέα 2002: Ιλχάν Μανσίζ (Τουρκία)
Η πολυδιάστατη περσόνα και ο μουντιαλικός θρύλος
Το Μουντιάλ της Άπω Ανατολής θα στιγματίζεται για πάντα σαν διοργάνωση από τις σκανδαλώδεις διαιτησίες. Συνήθως υπέρ της Νότιας Κορέας. Παράλληλα όμως με τα… παρατράγουδα, η διοργάνωση είχε και τις θετικές της εκπλήξεις. Μια από αυτές την οποία και συχνά ξεχνάμε, ήταν και η εθνική Τουρκίας.
Η… γειτονική χώρα διαθέτoντας μια ταλαντούχα γενιά παικτών (Ρέτσμπερ, Χακάν Σουκούρ, Χασάν Σας, Μπουρούκ) και προπονητή τον Σενιόλ Γκιουνές, έκανε την έkπληξη και από το πουθενά βρέθηκε μέχρι τα ημιτελικά. Παρότι η πρόκριση της Τουρκίας από τον όμιλο της με Βραζιλία, Κίνα και Κόστα Ρίκα ήρθε αγχωτικά και στην τελευταία αγωνιστική. Στην φάση των 16 άφησε εκτός συνέχειας με νίκη 1-0 την συνδιοργανώτρια της Κορέας, Ιαπωνία. Στα προημιτελικά την περίμενε μια από τις έτερες εκπλήξεις του τουρνουά, η Σενεγάλη. Εκείνο ήταν και το παιχνίδι που οι Τούρκοι θα έβρισκαν τον αναπάντεχο ήρωα που δεν ήξεραν ότι χρειάζονται. Και αυτός λεγόταν Ιλχάν Μανσίζ.
Γεννημένος στο Κέμπτεν της Γερμανίας τον Αύγουστο του 1975, ο Τούρκος επιθετικός έκανε μια σπουδαία καριέρα στην χώρα του στην οποία ήταν δημοφιλής. Αγωνιζόμενος για ομάδες όπως η Σαμσουνσπόρ και κυρίως η Μπεσίκτας. Με την οποία και καθιερώθηκε. Στην εθνική Τουρκίας συμμετείχε μόλις δύο χρόνια (2001-2003). Όμως το Μουντιάλ 2002 θα αποτελεί το παντοτινό highlight της καριέρας του.
Παρότι σταθερό μέλος στην ομάδα του Γκιουνές, ο Μανσίζ δεν ήταν βασικός. Μπαίνοντας συνήθως στα ματς ως αλλαγή. Ένα από αυτά ήταν και ο προημιτελικός με την Σενεγάλη. Όταν αντικατέστησε στο 67ο λεπτό της αναμέτρησης τον Χακάν Σουκούρ. Η αλλαγή εκείνη αποδείχθηκε χρυσή με τον Μανσίζ να βρίσκει δίχτυα στο προτελευταίο λεπτό του πρώτου μέρους της παράτασης και με τον κανονισμό του “χρυσού γκολ” να στέλνει την Τουρκία στους “4”.
Εκεί, αντιμετώπισε ξανά την Βραζιλία. Όμως, η κλάση της “Σελεσάο” και ένα γκολ του Ρονάλντο στον δρόμο προς την μεγάλη του εξιλέωση θα στερήσουν από την Τουρκία το όνειρο του τελικού. Τελικώς, οι Τούρκοι κατέλαβαν την τιμητική 3η θέση. Επικρατώντας της Νότιας Κορέας στον τελικό της παρηγοριάς με 3-2. Ο Μανσίζ πέτυχε δύο τέρματα και ολοκλήρωσε την διοργάνωση ως πρώτος σκόρερ της χώρας του (3 γκολ). Το πρώτο μάλιστα τέρμα στο παιχνίδι με την Κορέα, με το οποίο η Τουρκία άνοιξε το σκορ μόλις στο 11ο δευτερόλεπτο εκείνης της αναμέτρησης αποτελεί μέχρι σήμερα το πιο γρήγορο γκολ που μπήκε σε Παγκόσμιο Κύπελλο! Αυτό θα ήταν και το μοναδικό μεγάλο τουρνουά που θα λάμβανε μέρος με την εθνική Τουρκίας.
Παρά την επιτυχημένη καριέρα του, η ζωή του Μανσίζ δεν περιορίστηκε στην στρογγυλή θεά. Όταν αποσύρθηκε το 2007, λόγω ενός τραυματισμού στα 33 του μόλις χρόνια, άλλαξε τελείως σπορ. Πηγαίνοντας στο καλλιτεχνικό πατινάζ στο οποίο έδειξε και θετικά δείγματα. Βρέθηκε μάλιστα στο σημείο το 2013 μαζί με την παρτενέρ και σύντροφο του Όλγα Μπεσταντίνκοβα να διεκδικήσει (αν και ανεπιτυχώς) την πρόκριση του στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς του Σότσι. Πριν λίγα χρόνια συμμετείχε και στην ελληνοτουρκική εκδοχή γνωστού ριάλιτι επιβίωσης.
Γερμανία 2006: Φάμπιο Γκρόσο (Ιταλία)
Ο ήρωας της βραδιάς του Ντόρτμουντ
Ο Φάμπιο Γκρόσο σήμερα μνημονεύεται ως ένας από τους ήρωες της Ιταλίας το 2006 και από τους καλύτερους μπακ της δεκαετίας του 2000. Ωστόσο, η πορεία του γεννημένου στις 28 Νοεμβρίου 1977 Ιταλού αμυντικού, μόνο εύκολη δεν ήταν. Ειδικά στα πρώτα βήματα της καριέρας του. Στα οποία μάλιστα έπαιζε ως επιθετικός εξτρέμ.
Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα το 1998 στην Κιέτι ομάδα τρίτης κατηγορίας στην Ιταλία και έκανε το βήμα για το υψηλότερο επίπεδο του ιταλικού ποδοσφαίρου το 2001. Όταν πήρε μεταγραφή στην Περούτζια στην “προχωρημένη” ηλικία των 24. Ο Γκρόσο απέδειξε γρήγορα πως ανήκει στην ξεχωριστή κατηγορία εκείνων που παρότι δεν ξεχωρίζουν, καταφέρνουν μέσα από σκληρή δουλειά να μετατραπούν σε βασικοί πρώτης γραμμής και να φτάσουν μέχρι την κορυφή.
Τον Ιανουάριο του 2004, ο Ιταλός εξέπληξε αρκετούς όταν πήρε μεταγραφή για την Παλέρμο. Η οποία εκείνη τη σεζόν βρισκόταν στη Β’ Ιταλίας. Όπως απεδείχθη εκ των υστέρων ο Γκρόσο έκανε την πιο σωστή επιλογή. Βοηθώντας σημαντικά την ομάδα της Παλέρμο, η οποία προβιβάστηκε στο τέλος εκείνης της σεζόν και την επόμενη (2004-05) τερμάτισε έκτη στη Serie A και προκρίθηκε στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ / νυν Europa League. Εκείνες οι εμφανίσεις ήταν που έκαναν και τον Μαρτσέλο Λίπι να τον προσέξει.
Ο προπονητής της εθνικής Ιταλίας εντυπωσιασμένος από τις ικανότητες του Γκρόσο, τον συμπεριέλαβε στην αποστολή της “Σκουάντρα Ατζούρα” για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006. Τα καλύτερα δεν είχαν έρθει ακόμη… Το καλοκαίρι εκείνο για τους Ιταλούς βαρύ. Καθώς η συμμετοχή τους στο Μουντιάλ της Γερμανίας γινόταν υπό τη σκιά του σκανδάλου “Calciopolis” . Το οποίο λίγο έλειψε να διαλύσει το ιταλικό ποδόσφαιρο. Οι ειδικοί έθεταν ως στόχο την αποφυγή του εξευτελισμού. Όμως εκείνη η ομάδα προοριζόταν για μεγάλα πράγματα.
Ειδικά ο Γκρόσο που αποδείχθηκε ο κατάλληλος άνθρωπος, στο κατάλληλο μέρος, την κατάλληλη στιγμή. Αποδείχθηκε ο x-factor της Ιταλίας στις κομβικές της στιγμές κατά την διοργάνωση. Κέρδισε το πέναλτι με το οποίο η ομάδα του απέκλεισε την Αυστραλία στους “16” (στο τελευταίο λεπτό) και ένα δικό του πέναλτι ,τούτη τη φορά στον τελικό απέναντι στην Γαλλία (1-1 & 5-3 πεν.), οδήγησε τους “Ατζούρι” στην κορυφή του κόσμου. Για πρώτη φορά μετά το 1982.
Αν όμως υπάρχει μία στιγμή για την οποία ξεχώρισε η παρουσία του Γκρόσο στα γήπεδα της Γερμανίας, αυτή σίγουρα είναι το γκολ στον ημιτελικό του Ντόρτμουντ με την διοργανώτρια Γερμανία. Τότε που η παράταση πλησίαζε στο τέλος της (119ο λεπτό) και ο Γκρόσο δεχόμενος την πάσα του μεγάλο Αντρέα Πίρλο έβαλε την Ιταλία σε θέση οδηγού στο ματς. Αφήνοντας ως παρακαταθήκη έναν από τους σπουδαιότερους πανηγυρισμούς σε Μουντιάλ. Ενώ έγινε και η αφορμή για μία από τις κορυφαίες ποδοσφαιρικές περιγραφές όλων των εποχών. Φήμες λένε οτι ο Ιταλός δημοσιογράφος Φάμπιο Καρέσσα ακόμα παραληρεί στο μικρόφωνο για εκείνη την φάση…
Νότια Αφρική 2010: Σεμπάστιαν Αμπρέου (Ουρουγουάη)
Ένας γυρολόγος που έγινε εθνικός ήρωας
Νότια Αφρική 2010. Από τα πρώτα Μουντιάλ που θυμόμαστε καλά εμείς οι της γενιάς των 00s. Με τον ήχο από τις χαρακτηριστικές βουβουζέλες, ακόμα να αντηχεί στα αυτιά μας (όχι και τόσο ευχάριστα…), την ιστορική πρώτη νίκη της Ελλάδας σε Παγκόσμιο Κύπελλο να είναι σήμερα αφορμή νοσταλγίας και τις μεγάλες ομάδες εκείνου του τουρνουά όπως η πρωταθλήτρια Ισπανία, η Ολλανδία και φυσικά η Ουρουγουάη να μας προκαλούν ακόμα δέος. Από την την τελευταία χώρα προέρχεται και ο επόμενος μουντιαλικός μας ήρωας.
Η αλήθεια είναι πως όποτε αναφερόμαστε στην Ουρουγουάη του 2010, το μυαλό αυτόματα πάει στον Ντιέγκο Φορλάν ή τον Λουίς Σουάρεζ. Όμως και εκείνη η τρομερή ομάδα είχε τους αφανείς της ήρωες. Ένας εκ των οποίων ήταν και ο Σεμπάστιαν Αμπρέου. Ο Ουρουγουανός επιθετικός εντάξει δεν ήταν και ο πιο σταθερός ποδοσφαιριστής. Αν τον κρίνουμε για τους πολλούς σταθμούς της συλλογικής του καριέρας. Όμως επ’ ουδενί αμφισβητήθηκαν οι ικανότητες και η άγρια ρομαντική του σχέση με το άθλημα.
Ο “El loco” όπως ήταν το παρατσούκλι του σε 26 χρόνια καριέρας (1995-2021), αγωνίστηκε με 31 διαφορετικές ομάδες. Πετυχαίνοντας σε περισσότερα από 400 γκολ σε πάνω από 850 συνολικές συμμετοχές… Ρίβερ Πλέιτ, Νασιονάλ και Ροζάριο Σεντραλ αποτελούν κάποιους από τους πιο σημαντικούς σταθμούς του στη Λατινική Αμερική. Ενώ ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς συλλόγους των οποίων τη φανέλα φόρεσε υπάρχει από τα μέρη μας και ο Άρης!
Συνέδεσε το όνομα του κυρίως με την εθνική της πατρίδας του Ουρουγουάης. Της οποίας υπήρξε πιστός στρατιώτης από το 1996 μέχρι το 2012. Μαζί της βρέθηκε και σε δύο Μουντιάλ. Του 2002 και φυσικά του 2010. Στα γήπεδα της Νοτίου Αφρικής συμμετείχε τρεις φορές ως αλλαγή. Ωστόσο, το δικό του πέναλτι, στον θρυλικό προημιτελικό με την Γκάνα έστειλε την “Λα Σελέστε” στα ημιτελικά του Μουντιάλ έπειτα από 40 ολόκληρα χρόνια. Με την σπουδαία πορεία εκείνης της ομάδας και το επιθετικό της ποδόσφαιρο να μαγεύουν ακόμα…
Ο Αμπρέου αξιώθηκε να είναι και στην αποστολή της Ουρουγουάης στο Κόπα Αμέρικα του 2011. Όπου μαζί με τον Φορλάν, τον Γοδίν και τα υπόλοιπα παιδιά της σπουδαίας εκείνης ομάδας έφτασαν μέχρι την κατάκτηση του τροπαίου. Έναν μόλις χρόνο μετά την σπουδαία παρουσία στο Μουντιάλ. Μπορεί να πει κανείς πολλά για την ποιότητα της καριέρας του. Για μια καλτ ποδοσφαιρική περσόνα πάντως ο τελικός απολογισμός δεν είναι καθόλου άσχημος!
2014 Βραζιλία: Μάριο Γκέτσε (Γερμανία)
Ο άνθρωπος “χρυσή αλλαγή”
Ο άνθρωπος που έκρινε τον τίτλο του 2014 στο τουρνουά της Βραζιλίας. Ο τελευταίος παγκόσμιος πρωταθλητής για το αφιέρωμα αυτό και μια φιγούρα γνώριμη. Ιδίως για τους σύγχρονους ποδοσφαιρικούς. Μιλάμε φυσικά για τον Μάριο Γκέτσε. Ο Γερμανός μεσοεπιθετικός αποτελεί ακόμη και σήμερα ένα ξεχωριστό κεφάλαιο της μουντιαλικής και όχι μόνο ιστορίας.
Γέννημα θρέμμα των ακαδημιών της Ντόρτμουντ, ο Γκέτσε από την πρώτη στιγμή ξεχώριζε για το ταλέντο του και την εργατικότητα του. Αυτό άλλωστε του χάρισε και μια θέση στην ομάδα της Βεστφαλίας που τόσο αγαπούσε. Κι ας την πλήγωσε το 2013, όταν έφυγε για την μισητή Μπάγερν Μονάχου. Πράγμα που δεν συγχώρεσαν ποτέ οι οπαδοί σε εκείνον. Αρκετοί πίστεψαν πως τα λεφτά που δόθηκαν για χάρη του (37 εκατομμύρια ευρώ) δεν άφησαν περιθώρια επιλογής. Η αλήθεια όμως ίσως και κρύβεται στο ότι ο Γκέτσε αναζητούσε μια αλλαγη και μια νέα πρόκληση. Εξάλλου δεν έπαιρνε τα λεπτά συμμετοχής που άξιζε. Το σκηνικό παρόμοιο και στην εθνική Γερμανίας.
Κι όμως μαζί της θα έγραφε το όνομα του με χρυσά γράμματα. Το 2014 στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας. Στον μεγάλο τελικό του Μαρακανά ενάντια στην Αργεντινή του Λέο Μέσι. Τότε που μπήκε στο 88ο λεπτό της κανονικής διάρκειας ως αλλαγή του Μίροσλαβ Κλόζε. Λίγο αργότερα θα ερχόταν και η στιγμή της ζωής του. Στο 113ο λεπτό της παράτασης. Ο Αντρέα Σούρλε έκανε την κάθετη σέντρα, ο Γκέτσε κοντρόλαρε την μπάλα με το στήθος και την έστειλε στα δίχτυα του Ρομέρο. Σημειώνοντας το μοναδικό γκολ της αναμέτρησης. 1-0 και η Γερμανία παγκόσμια πρωταθλήτρια. Ο Γκέτσε έγινε εθνικός ήρωας για μια ολόκληρη χώρα και έζησε το υπέρτατο όνειρο κάθε ποδοσφαιριστή.
Όλα έδειχναν τότε ένα ακόμη καλύτερο μέλλον για τον νεαρό Γερμανό να προμηνύεται. Όμως, όπως η ζωή έτσι και το ποδοσφαιρο δεν είναι πάντα δίκαιο με τους ήρωες του… Στην μετά-2014 εποχή του, ο Γκέτσε δεν ξαναβρέθηκε σε κορυφαία απόδοση. Ενώ λησμονήθηκε και από την εθνική Γερμανίας. Τέσσερα χρόνια αργότερα (2018) στο καταστροφικό για τα “πάντσερ” Μουντιάλ στα γήπεδα της Ρωσίας δεν κλήθηκε στην αποστολή της ούτε καν ως αναπληρωματικός. Την ίδια περίπου περίοδο εμφανίστηκε και το πρόβλημα της μυοπάθειας που τον ταλαιπωρεί μέχρι σήμερα.
Ωστόσο, ο Γκέτσε ποτέ δεν συμβιβάστηκε με την ιδέα να τα παρατήσει. Κάνοντας μέχρι σήμερα αυτό που ήξερε καλύτερα. Να μάχεται εντός και εκτός του γηπέδου. Tην διετία 2020-22 αγωνίστηκε στην Ολλανδία με την φανέλα της Αϊντχόφεν. Θητεία στην διάρκεια της οποίας ξαναβρήκε κάτι από τον καλό του εαυτό. Κερδίζοντας μέσω αυτής ακόμη μια ευκαιρία στην πατρίδα του και το πρωτάθλημα της Bundesliga. Σήμερα αγωνίζεται για λογαριασμό της περσινής κατόχου του Europa League, Αϊντραχτ Φρανφούρτης. Στα 30 του πλέον, ο Γκέτσε συνεχίζει με πείσμα. Ελπίζοντας κατά βάθος σε ένα μεγάλο ποδοσφαιρικό restart. Ακόμη όμως και αν αυτό δεν έλθει ποτέ πάντα θα μνημονεύεται για την βραδιά του τελικού στο Μαρακανά.
Ρωσία 2018: Ντένις Τσερίσεφ (Ρωσία)
Εξιλέωση και αναγέννηση στα πάτρια εδάφη
Και για το κλείσιμο του αφιερώματος που διαβάσατε δεν μπορούσε να λείψει και μία περίπτωση από το τελευταίο Παγκόσμιο Κύπελλο. Όταν προ μιας τετραετίας (2018) τα γήπεδα της ειρηνικής και διεθνούς αποδεκτής ακόμα Ρωσίας, μας χάρισαν το καλύτερο πιθανότατα Μουντιάλ του 21ου αιώνα. Και ένα από τα καλύτερα όλων των εποχών. Η διοργάνωση τα είχε όλα… Θέαμα, ποιοτικά παιχνίδια, εκπλήξεις όπως του αποκλεισμού της πρωταθλήτριας Γερμανίας. Απροσδόκητες πορείες (βλέπε Αγγλία, Κροατία) και τεχνολογικές καινοτομίες όπως του Video Assistant Referee (VAR). Το οποίο πλέον αποτελεί κομμάτι της ποδοσφαιρικής ζωής μας.
Ωστόσο μαζί με όλα τα παραπάνω και τις αρκετές μορφές των παικτών που ξεχώρισαν του Κριστιάνο Ρονάλντο, του Λουκάκου, του πρώτου σκόρερ Χάρι Κέιν, του Γκριεζμάν και του ανερχόμενου τότε Κιλιάν Εμπαπέ για τους πρωταθλητές Τρικολόρ, υπήρξε ένας ακόμη παίκτης που έκανε αίσθηση σε εκείνο το τουρνουά. Μιλάμε για τον τοπικό ήρωα των διοργανωτών Ντένις Τσερίσεφ.
Ο Τσερίσεφ παρότι ξεκίνησε από τα “τσικό” της Ρεάλ Μαδρίτης και πέρασε την μεγαλύτερη διάρκεια της ποδοσφαιρικής και μη ζωής του στην Ισπανία δεν δικαίωσε τις όποιες προσδοκίες δημιουργήθηκαν στο πρόσωπο του. Ενώ δεν εντυπωσίαζαν και οι εμφανίσεις του. Παρότι βρέθηκε ανά διαστήματα σε αξιόλογους ισπανικούς συλλόγους όπως η Βαλένθια και η Βιγιαρεάλ. Συνήθως ως μεταγραφή με την μορφή δανεισμού.
Παράλληλα δεν έλειψαν και οι ατυχίες με την εθνική ομάδα της πατρίδας του Ρωσίας. Παρότι μέλος από το 2012, ο Τσερίσεφ δεν αξιώθηκε να συμμετέχει μαζί της σε κάποια μεγάλη διοργάνωση. Το 2014 βρέθηκε κοντά στην αποστολή για το Μουντιάλ, αλλά τελευταία στιγμή απορρίφθηκε. Ενώ έχασε και το Euro 2016 λόγω τραυματισμού. Το 2018 ήρθε η κλήση που τόσο περίμενε. Με το Παγκόσμιο Κύπελλο να διεξάγεται στην πατρίδα του. Ο Τσερίσεφ αντιλαμβανόμενος το εθνικό βάρος και την ευκαιρία που ορθάνοικτα πλέον του δινόταν, είχε πολλά να αποδείξει εκείνο το καλοκαίρι. Και το έκανε με το παραπάνω.
Ό ίδιος μαζί με τον Αρτέμ Τζιούμπα στην επίθεση και τον Ακινφέεφ στα γκολπόστ, ήταν από τους ηγέτες των διοργανωτών στην εκπληκτική τους πορεία μέχρι τα προημιτελικά. Επιθετικά ο Τσερίσεφ ήταν απλά εκρηκτικός! Τρία γκολ στην φάση των ομίλων (δύο στην θριαμβευτική πρεμιέρα με 5-1 επί της Σαουδικής Αραβίας) και ένα ακόμη στον δραματικό χαμένο προημιτελικό με την Κροατία (2-2 κ.δ & 3-4 πεν.) Πέντε παιχνίδια, όλα βασικός και απολογισμός 4 γκολ! Ισοφαρίζοντας ακόμη και παίκτες της ποιότητας των Εμπαπέ και Κριστιάνο Ρονάλντο. Η απόλυτη εξιλέωση για τον Ρώσο ήταν γεγονός.
Ο Τσερίσεφ στο Μουντιάλ εκείνο πήρε το αγωνιστικό και ψυχολογικό ντοπάρισμα που τόσο χρειαζόταν. Από τότε αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής Ρωσίας. Ενώ πέρσι συμμετείχε μαζί της και στα τελικά του Euro 2020. Την τελευταία επ’ αόριστον διεθνή διοργάνωση για την “αρκούδα”. Καθώς η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 του περασμένου Φεβρουάριου και ο αποκλεισμός των ρωσικών ομάδων από τις FIFA και UEFA στα πλαίσια των διεθνών κυρώσεων που επιβλήθηκαν στην χώρα εξαιτίας του πολέμου (που βρίσκεται σε εξέλιξη) καθιστά άγνωστο πότε (και αν) θα την ξαναδούμε στο διεθνές προσκήνιο.