Ο Κώστας Χαρίσης στο Debut.gr: «Λάθος που δεν συνέχισα στον Ολυμπιακό αλλά όλα είναι επιλογές και δεν αλλάζουν»
Ο Κώστας Χαρίσης μίλησε αποκλειστικά στο Debut.gr για τα πρώτα χρόνια της καριέρας του, τη μετακίνησή του στο Κολεγιακό πρωτάθλημα, τις γεμάτες χρονιές στον Κολοσσό Ρόδου και τον Άρη αλλά και για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας αθλητής στην Ελλάδα αν αποφασίσει να ασχοληθεί επαγγελματικά με το μπάσκετ.
Η σχέση του με τον αθλητισμό ξεκίνησε με κάποια «εμπόδια». Οι γονείς του ήταν αντίθετοι σε ένα ενδεχόμενο ενασχόλησής του ωστόσο το όνειρό του ήταν ένα. Να παίξει μπάσκετ! Και τα κατάφερε. Μετά από μία χρονιά στην ομάδα του Παπάγου πήρε την απόφαση να μετακομίσει στην Αμερική και να αγωνιστεί στο κολεγιακό πρωτάθλημα. Μετά από αυτή την τρομερή εμπειρία επέστρεψε στην Ελλάδα όπου αγωνίστηκε σε πολλές μεγάλες ομάδες της χώρας. Δεν επαναπαύτηκε. Κάθε μέρα γινόταν όλο και καλύτερος. Γι’ αυτό το λόγο ακολούθησε μία σπουδαία καριέρα. Δεν μετανιώνει για κάτι. Ήταν όλα επιλογές και δεν αλλάζουν. Αυτός είναι ο Κώστας Χαρίσης.
Το Debut.gr είχε τη μεγάλη τιμή να επικοινωνήσει μαζί του και εκείνος έδωσε απαντήσεις σε πάρα πολλά ζητήματα. Πώς ήταν τα πρώτα του μπασκετικά χρόνια; Ήταν εύκολη απόφαση η μετακίνησή του στην Αμερική; Ποιες ήταν οι συνθήκες που αντιμετώπισε όταν επέστρεψε στην Ελλάδα; Ακόμα μας μιλά για τις γεμάτες χρονιές που έζησε σε Κολοσσό Ρόδου και Άρη, για το αν μετανιώνει για κάποιες του επιλογές αλλά και για το αν τον «απογοήτευσε» κάτι από το χώρο του μπάσκετ.
Τα πρώτα βήματα
Έκανες τα πρώτα σου μπασκετικά βήματα στα ανοικτά γήπεδα του Πανελληνίου. Βλέποντας τον εαυτό σου τότε φανταζόσουν ότι θα είχες αυτή την εξέλιξη και θα αγωνιζόσουν σε κάποιες από τις μεγαλύτερες ομάδες της Ελλάδας αλλά και στο κολεγιακό πρωτάθλημα όπου συνεργάστηκες με κάποια από τα καλύτερα ονόματα του χώρου;
Σαν παιδί κι εγώ είχα όνειρα. Ξεκινάς να κάνεις αυτό που αγαπάς κοιτώντας πάντα προς τα πάνω. Δεν πίστεψα ποτέ πως θα φτάσω σε αυτό το επίπεδο αλλά το όνειρό μου ήταν αυτό. Να παίξω μπάσκετ. Αυτό που έβλεπα στην τηλεόραση ήθελα να το κάνω κι εγώ. Ήθελα να βρεθώ κοντά σε ανθρώπους εκείνης της εποχής που για μας ήταν «θεοί». Από τη στιγμή που δεν υπήρχε το ίντερνετ και ενημερωνόμασταν από κάποια περιοδικά ή στιγμιότυπα στην τηλεόραση, το να βρεθούμε σε αυτούς τους χώρους ήταν κάτι το εξωπραγματικό. Είμαι ευλογημένος διότι χωρίς τραυματισμούς κατάφερα και έκανα μία καριέρα. Έπιασα κάποια από τα όνειρά μου, με κυριότερα να είναι όταν φόρεσα το εθνόσημο αλλά και όταν αγωνίστηκα στο κολεγιακό πρωτάθλημα.
Ποια ήταν η αφορμή για να ασχοληθείς με την «πορτοκαλί θεά»;
Ήμουν ένα ψηλό και αδύνατο παιδί. Οι γονείς μου δεν ήθελαν να ασχοληθώ με τον αθλητισμό. Ένα φιλικό πρόσωπο της οικογένειάς μου, τους «πίεσε» και τους είπε πως δεν γίνεται αυτό το παιδί να μην παίζει μπάσκετ. Κάπως έτσι γράφτηκα στον Πανελλήνιο. Σιγά-σιγά με είδαν οι προπονητές μου και πιο συγκεκριμένα ο Δημήτρης Γκόφας μαζί με τον αείμνηστο Θέμη Χολέβα. Με δούλεψαν σωστά και με προώθησαν κατάλληλα ώστε να κερδίσω χρόνο, διότι με το μπάσκετ ξεκίνησα να ασχολούμαι αργά. Ήμουν περίπου 14 χρονών.
Πώς ήταν τα πρώτα σου μπασκετικά χρόνια;
Υπήρχε αρκετή δουλειά χωρίς να καταλαβαίνω για ποιο λόγο χρειάζεται σε αυτή την ηλικία. Συνεχόμενη προπόνηση και αρκετή πίεση διότι έπρεπε να καλύψω χαμένες μπασκετικές σεζόν και να φτάσω τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας μου. Ευτυχώς, είχα για συμπαίκτες στην ομάδα του Πανελληνίου, καταξιωμένα παιδιά όπως ο Μιχάλης Ευαγγελίτσης. Έτσι κάθε μέρα είχα έξτρα πίεση στην προπόνηση ώστε να τους φτάσω. Όλα πήγαν κατ’ ευχήν.
Η μετακίνησή μου στην Αμερική ίσως είναι η καλύτερη εμπειρία που έχω ζήσει στο χώρο του μπάσκετ. Αν είχα τη δυνατότητα να το ζήσω ξανά, θα το έκανα χωρίς δεύτερη σκέψη.
Από την ομάδα του Παπάγου στο κολεγιακό πρωτάθλημα
Μετά από μία χρονιά στην ομάδα του Παπάγου, παίρνεις την απόφαση να αποχωρήσεις από την Ελλάδα και να ενταχθείς στο πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας όπου αγωνίστηκες στο κολεγιακό πρωτάθλημα με τους USC Τρόγιανς. Πόσο εύκολη ήταν αυτή σου η απόφαση;
Ήταν πάρα πολύ εύκολη απόφαση. Όπως είπα και νωρίτερα οι γονείς μου ήθελαν να σπουδάσω και να μην ασχοληθώ με το μπάσκετ. Με αυτή μου την απόφαση, έδωσα στους γονείς μου μία επιλογή την οποία και αποδέχτηκαν. Για μένα ήταν ένα όνειρο το οποίο δεν πίστευα ποτέ πως θα πραγματοποιήσω. Οπότε η απόφαση πάρθηκε σχετικά γρήγορα. Η διαδικασία ήταν ευχάριστη. Επισκέφτηκα στην Αμερική αρκετά σχολεία στο Μαϊάμι, τη Νέα Ορλεάνη, το Σικάγο και το Λος Άντζελες. Είδα τις συνθήκες διαβίωσης και τελικά επέλεξα να μετακομίσω στην Καλιφόρνια και στους Τρόγιανς.
Τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει έναν παίκτη στο κολεγιακό μπάσκετ; Τι είναι αυτό που συναντά όταν πηγαίνει εκεί;
Το κολεγιακό μπάσκετ είναι πολύ διαφορετικό από την Ελλάδα. Οι προπονητές ζητούν καθημερινά το 110%. Κάτι τέτοιο δεν έχουμε συνηθίσει να το βλέπουμε στις προπονήσεις που γίνονται στην Ελλάδα. Θα μπορούσα να πω πως είναι λίγο πιο αξιοκρατικά τα πράγματα. Αν δουλεύεις και αξίζεις τότε θα παίξεις. Δεν υπάρχουν συμφέροντα. Υπάρχει αυξημένη πίεση διότι το επίπεδο είναι αρκετά υψηλό. Κάτι αντίστοιχο με το πρωτάθλημα της Α’1 ή της Α’2 στην Ελλάδα. Γι’ αυτό άλλωστε βλέπουμε πως αρκετές ομάδες υπογράφουν παίκτες μόλις αποφοιτήσουν από το κολέγιό τους. Πρέπει να είσαι συνειδητοποιημένος. Να πας και να το δεις σαν επάγγελμα. Η πίεση είναι αρκετά μεγάλη, οι ώρες προπόνησης είναι αρκετές οπότε πρέπει να το αγαπάς πάρα πολύ. Το διάβασμα δεν μπορείς να το αμελήσεις διότι έτσι χάνεις την υποτροφία σου. Τα παιδιά που επιλέγουν να πάνε εκεί πρέπει να είναι πάρα πολύ αποφασισμένα. Ένα άλλο δύσκολο κεφάλαιο, ειδικά σε αυτή την ηλικία, είναι η απουσία από την οικογένειά σου. Όμως, αυτό σε βοηθάει να μεγαλώσεις και να γίνεις γρηγορότερα πιο ώριμος σε σχέση με τους συνομήλικούς σου.
Πώς έζησες εσύ αυτή την εμπειρία; Ποια είναι τα στοιχεία που κράτησες και στη μετέπειτα πορεία σου στο χώρο του μπάσκετ;
Ίσως είναι η καλύτερη εμπειρία που έχω ζήσει στο χώρο του μπάσκετ. Αν είχα τη δυνατότητα να το ζήσω ξανά, θα το έκανα χωρίς δεύτερη σκέψη. Όλες οι συνθήκες είναι υψηλού επιπέδου. Επίσης, αγωνιστικά ήμουν πλήρως ικανοποιημένος. Θεωρώ πως όποια παιδιά έχουν σαν στόχο να ασχοληθούν με το μπάσκετ, είναι μία όμορφη εμπειρία που αξίζει να τη ζήσουν. Χρειάζεται να περάσουν μέσα αυτή τη διαδικασία. Προσπάθησα με το που έφτασα στην Ελλάδα, να κρατήσω το κομμάτι της πειθαρχίας και της συνεχούς δουλειάς. Ακόμα και το καλοκαίρι να μην επαναπαύομαι και να μην «μένω πίσω». Σε γενικές γραμμές να δουλεύω όπως και στην Αμερική ώστε να βελτιώνομαι καθημερινά. Δυστυχώς η ελληνική πραγματικότητα σιγά-σιγά σε απορροφά με τις δυσκολίες και τον τρόπο λειτουργίας των ομάδων. Κανονικά δεν θα έπρεπε, αλλά ο τρόπος και η όρεξη για δουλειά χάνεται. Νιώθεις ένα άλλο βάρος και μία άλλη κούραση στην ηλικία των 28 σε σχέση με όταν είχες αποφοιτήσει. Αν και δεν θα έπρεπε, αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην δουλεύεις με τον ίδιο τρόπο.
Κεφάλαιο Ολυμπιακός
Τότε έρχεται η πρόταση από τον Ολυμπιακό. Ποια ήταν τα συναισθήματα σου όταν μία ομάδα τέτοιου βεληνεκούς ενδιαφέρθηκε για σένα;
Έχω αναφερθεί ξανά σε αυτή την ιστορία. Ο άνθρωπος που με βοήθησε να πάω στην Αμερική, ο Σωτήρης Βούκιας, με πήρε τηλέφωνο και μου είπε πως υπάρχει ενδιαφέρον από τον Ολυμπιακό. Όμως πρέπει να απαντήσουμε σε 15 λεπτά αλλιώς η ευκαιρία αυτή χάνεται. Νομίζω σε λιγότερο χρόνο πάρθηκε η απόφαση. Ξεκίνησα να μαζεύω πράγματα, χωρίς καν να μιλήσω με τους ανθρώπους του Ολυμπιακού. Αν έχω κάνει κάποιες λάθος επιλογές στην καριέρα μου, η μία από αυτές θα ήταν που δεν συνέχισα στον Ολυμπιακό. Δεν θεωρώ λάθος επιλογή τη συμφωνία μου με την ομάδα. Ήταν μία μεγάλη εμπειρία σε έναν κορυφαίο σύλλογο, που έχει συνεχώς τον κόσμο στο πλευρό του. Με «αγκάλιασαν» και με προστάτεψαν από την πρώτη στιγμή. Όμως αγωνιστικά, εκείνη την περίοδο, ήταν δύσκολες οι εποχές. Δεν κατάφερα να δείξω αυτά που μπορούσα να κάνω. Παρόλα αυτά ήταν μεγάλη εμπειρία να πηγαίνεις κατευθείαν στην κορυφή ειδικά σε αυτή την ηλικία.
Βρέθηκες σε μία περίοδο όπου ο Ολυμπιακός βρισκόταν σε μία φάση ανασυγκρότησης. Παρόλα αυτά εσύ ως αθλητής πήρες πράγματα τα οποία σε βοήθησαν και στη συνέχεια της καριέρας σου;
Συνειδητοποίησα πως επέστρεψα στα ελληνικά δεδομένα. Έπρεπε να βγάλω από το μυαλό μου το αμερικάνικο στυλ παιχνιδιού και να επανέλθω στο ευρωπαϊκό. Είδα με πόση ευκολία αλλάζουν οι προπονητές σε μία ομάδα διότι εκείνη τη χρονιά έγιναν τρεις αλλαγές. Κατάλαβα πως είμαι επαγγελματίας, πως πλέον όλα υπολογίζονται και πως θα υπάρξει άλλοτε κέρδος και άλλοτε ζημία. Γενικότερα ήταν ένα μάθημα για το τι θα ακολουθούσε στην καριέρα μου.
Ηλυσιακός: Ένα νέο ξεκίνημα
Μετά το πέρασμά σου από τον Ολυμπιακό, αποφασίζεις να μετακομίσεις στην Α’2 και στην ομάδα του Ηλυσιακού. Φοβήθηκες μήπως αυτή σου η απόφαση πάει πίσω την καριέρα σου; Πώς εξελίχθηκε η μεταξύ σας συνεργασία;
Επειδή στον Ολυμπιακό η χρονιά δεν εξελίχθηκε όπως ακριβώς περίμενα, κατάλαβα πως για να συνεχίσω να παίζω μπάσκετ έπρεπε να αποκτήσω εμπειρίες και να έχω στατιστικά. Γι’ αυτό το λόγο αποφάσισα να κάνω ένα βήμα πίσω ώστε να «πάρω φόρα» για τη συνέχεια της καριέρας μου. Ίσως να ήταν μία λάθος κίνηση διότι από εκείνο το σημείο και μετά, με την αλλαγή ιδιοκτησίας, η πορεία του Ολυμπιακού ήταν μόνο ανοδική. Μπορεί η καριέρα μου να είχε εξελιχθεί διαφορετικά. Στην ηλικία που ήμουν αυτό που με ενδιέφερε ήταν να παίζω. Μόνο έτσι θα μπορούσα να κάνω βήματα προς τα εμπρός. Η συνεργασία μου με τον Ηλυσιακό κύλησε ομαλά. Φτάσαμε αρκετά κοντά στην άνοδο και για λίγα παιχνίδια δεν καταφέραμε να πετύχουμε αυτή τη διάκριση. Είχα περισσότερο χρόνο συμμετοχής και είδα πως μπορούσα να παίξω καλά και να διακριθώ. Ένιωσα πως επανέρχομαι. Έδειξα τι μπορούσα να κάνω. Αμέσως μετά έγινα μέλος της Ολυμπιάδας Πατρών με την οποία πανηγυρίσαμε την άνοδο αρκετά νωρίς.
Είναι κρίμα που προσπάθειες σαν της Ολυμπιάδας Πατρών καταλήγουν στο τέλος σε διάλυση των ομάδων. Επειδή το έχω συναντήσει αρκετές φορές στην καριέρα μου, θα έπρεπε να υπάρχει περισσότερη υποστήριξη από την τοπική κοινωνία, τόσο σε οικονομικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο συμπαράστασης και υποστήριξης στους αγώνες.
Η δικαίωση στην Ολυμπιάδα Πατρών
Παραμένεις στο πρωτάθλημα της Α’2 αλλά αυτή τη φορά για λογαριασμό της Ολυμπιάδας Πατρών. Παρόλα αυτά δεν μείνατε για πολύ στην κατηγορία καθώς στο τέλος καταφέρατε να ανεβάσετε την ομάδα στην Α’1; Ήταν μία δικαίωση της επιλογής σου;
Ένιωσα πως ανέβασα την μπασκετική μου αξία. Είχα αρκετές διακρίσεις και ήμουν ένας από τους καλύτερους ψηλούς στην Α’2. Οι παίκτες μεταξύ μας είχαμε αρκετά καλή σχέση και σωστή επικοινωνία. Επίσης, η καθοδήγηση από τον coach Βουρνά ήταν πάρα πολύ καλή. Κάπως έτσι, στο τέλος, πανηγυρίσαμε την άνοδο στην Α’1. Ήταν μία αρκετά ευχάριστη εμπειρία τόσο στην Α’2 όσο και στην Α’1. Κρίμα που τέτοιες προσπάθειες καταλήγουν στο τέλος σε διάλυση των ομάδων. Επειδή το έχω συναντήσει αρκετές φορές στην καριέρα μου, θα έπρεπε να υπάρχει περισσότερη υποστήριξη από την τοπική κοινωνία, τόσο σε οικονομικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο συμπαράστασης και υποστήριξης στους αγώνες.
Με την ομάδα πραγματοποιήσατε μία πάρα πολύ καλή σεζόν και στην Α’1. Τερματίσατε στην ένατη θέση χάνοντας τα πλέι οφ την τελευταία αγωνιστική, με ήττα από τον Πανελλήνιο. Τι είναι αυτό που θυμάσαι πιο έντονα από εκείνη τη χρονιά;
Εκείνη τη σεζόν με την Ολυμπιάδα παίξαμε και στο EuroCup. Ήταν μία δύσκολη χρονιά με αρκετή πίεση, ενώ παράλληλα εξέτισα και το στρατιωτικό μου. Πάλι όμως είχα κάποιες καλές στιγμές. Επιτέλους έπαιξα απέναντι σε μεγάλες ομάδες και σπουδαίους αντιπάλους. Πέτυχαμε μία σπουδαία νίκη απέναντι στον Παναθηναϊκό τη δεύτερη αγωνιστική. Έφτασα στο επίπεδο που έψαχνα και ήθελα. Πίστευα πως από εκεί και πέρα θα υπάρχει μόνο ανοδική πορεία και ένιωθα έτοιμος να μπορέσω να στελεχώσω μία πιο μεγάλη ομάδα.
Από το Σπόρτινγκ στην ΑΕΚ
Η σεζόν 2007-2008 θα μπορούσαμε να πούμε πως εξελίχθηκε αρκετά περίεργα για σένα. Ενώ αρχικά είχες συμφωνήσει με την ομάδα του Σπόρτινγκ, λόγω διοικητικών δυσλειτουργιών, βρέθηκες να παίζεις με τη φανέλα της ΑΕΚ. Τι συνέβη εκείνη τη χρονιά;
Μαζί με τον Άγγελο Τσάμη υπογράψαμε στην ομάδα του Σπόρτινγκ. Όμως μερικές μέρες μετά βρεθήκαμε στην ομάδα της ΑΕΚ, άλλον έναν μεγάλο σύλλογο που είναι τιμή να φοράς τη φανέλα και το σήμα της. Δυστυχώς η χρονιά δεν εξελίχθηκε όπως έπρεπε. Θεωρώ πως θα μπορούσαμε να είχαμε πάει πολύ καλύτερα. Αγωνιζόμασταν ξανά στην Ευρώπη. Πιστεύω πως θα μπορούσα να βοηθήσω περισσότερο, αλλά δυστυχώς οι προπονητές είχαν διαφορετική άποψη. Στο τέλος της χρονιάς είχα ένα τροχαίο που μου στέρησε ένα μήνα από τις προπονήσεις και από τη συμμετοχή μου στα πλέι οφ.
Οι γεμάτες χρονιές στον Κολοσσό
Τότε μπαίνει στη ζωή σου ο Κολοσσός Ρόδου. Τι ήταν αυτό που σε έπεισε να πάρεις μεταγραφή στη νησιωτική ομάδα;
Ο μάνατζερ της ΑΕΚ, Κώστας Κότσης, με πήρε τηλέφωνο και μου είπε πως αποχώρησε από την ομάδα. Παράλληλα με ενημέρωσε πως μετέβη στον Κολοσσό, και ότι ο σύλλογος ενδιαφερόταν να με εντάξει στο δυναμικό του. Μίλησα με τον κόουτς Σφαιρόπουλο που μου εξήγησε ποιο ήταν το πλάνο και το γενικότερο πρότζεκτ. Επειδή δεν έπαιξα όσο ήθελα στην ΑΕΚ και υπήρχαν κάποιες διοικητικές διαταραχές, πήρα την απόφαση να πάω κάπου όπου θα μπορούσα να αγωνισθώ και πάλι με ηρεμία. Ο Κολοσσός ήταν ένα πρότζεκτ με πολύ καλούς ανθρώπους και συμπαίκτες το οποίο με ενδιέφερε. Αποδείχτηκε και στη συνέχεια πως είχα δίκιο. Η επιλογή του να πάω στον Κολοσσό ήταν σωστή. Η επιλογή της ΑΕΚ παραμένει ένα μεγάλο ερωτηματικό. Ήμουν σε μία ανοδική πορεία και ίσως έπρεπε να πάω κάπου αλλού ώστε να συνεχίσω να «ανεβαίνω».
Με την ομάδα του Κολοσσού πετύχατε μεγάλες νίκες, πραγματοποιήσατε μεγάλες πορείες με αποκορύφωμα την τρίτη θέση το 2012 ενώ και εσύ έκανες εξαιρετικές χρονιές. Ποιο ήταν το μυστικό της επιτυχίας;
Όπως και στην Ολυμπιάδα Πατρών, δεν ήταν τυχαίο που ήμασταν συμπαίκτες τρία παιδιά όπου όλοι μαζί δημιουργήσαμε μία παρέα. Ο Αντώνης Ασημακόπουλος, ο Άγγελος Τσάμης και εγώ, συναντιόμασταν ως συμπαίκτες για τρίτη φορά. Ο ένας έπαιζε για τον άλλον, ο ένας κάλυπτε τον άλλον τόσο επιθετικά όσο και αμυντικά. Έγιναν πολύ καλές επιλογές ξένων και είχαμε πολύ καλούς προπονητές. Αρχικά, τον Γιάννη Σφαιρόπουλο και μετέπειτα τον Βασίλη Φραγκιά. Θεωρώ πως όλα κύλησαν σωστά. Η διοίκηση προσπαθούσε ανά πάσα στιγμή να είναι αρωγός στην προσπάθειά μας. Γενικότερα, υπήρχε μία συλλογική δουλειά. Η τοπική κοινωνία μας στήριζε και μας βοηθούσε, ενώ και οικονομικά η κατάσταση ήταν αρκετά καλύτερη, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια μου εκεί.
Στην ομάδα του Κολοσσού συνεργάστηκες και με τον Γιάννη Σφαιρόπουλο όπου έκανε τα πρώτα του βήματα ως πρώτος προπονητής. Φαινόταν από τότε πως ο κόουτς Σφαιρόπουλος θα είχε αυτή την πορεία στο χώρο του μπάσκετ και πιο συγκεκριμένα της προπονητικής;
Εννοείται! Είναι ένας ξεχωριστός προπονητής. Είναι ένας άνθρωπος με προσωπικότητα και ήθος. Ξεχωρίζει για τον τρόπο εργασίας του, την πειθαρχία του αλλά και για τις επιλογές που κάνει μέσα στο παιχνίδι. Φαινόταν πως θα είναι ένας προπονητής υψηλών προδιαγραφών από την πρώτη κιόλας στιγμή. Και αυτό το απέδειξε. Έχω συναντήσει κι άλλους προπονητές με αντίστοιχα στοιχεία στην καριέρα μου που έφτασαν επίσης ψηλά.
Η μεταγραφή στον Άρη
Και τότε εμφανίζεται η πρόταση του Άρη. Ήταν εύκολη απόφαση το να μετακομίσεις στην Θεσσαλονίκη;
Εκείνη τη χρονιά, και αφού δεν κατάφερα να εξασφαλίσω ένα ικανοποιητικό συμβόλαιο τη Ρόδο, οι επιλογές μου ήταν δύο. Από τη μία ήταν η επιστροφή μου στον Ολυμπιακό και από την άλλη η μετακίνησή μου στον Άρη. Στον Ολυμπιακό θα είχα έναν συμπληρωματικό ρόλο. Θεωρούσα πως δεν θα είναι σωστό ούτε απέναντι στην προσπάθεια που είχα κάνει όλα αυτά τα χρόνια αλλά ούτε και στην ομάδα του Ολυμπιακού. Ήθελα να πάω και να προσφέρω χωρίς να υπάρχουν περιορισμοί. Ο κόουτς Μπαρτζώκας και ο συνεργάτης του, κόουτς Παππάς, ήταν ξεκάθαροι από την αρχή και με τίμησαν με την πρότασή τους. Δεν ήταν η πρώτη φορά που συζητήσαμε με τον κόουτς Μπαρτζώκα μία ενδεχόμενη συνεργασία μας. Είχε συμβεί κι άλλες φορές. Θα ήθελα πάρα πολύ να συνεργαστώ μαζί του. Όμως, αποφάσισα να πάω στην Θεσσαλονίκη και να βοηθήσω σε αυτό το νέο πρότζεκτ που ήταν η «αναστήλωση» της σπουδαίας ομάδας του Άρη.
Τρεις γεμάτες σεζόν στην ομάδα του Άρη με μεγάλες νίκες, τελικό κυπέλλου το 2014. Τι είναι αυτό που θυμάσαι πιο έντονα από τη συνεργασία σου με τον Άρη;
Ο Άρης είναι άλλη μία τεράστια ομάδα όπως οι προηγούμενες που αναφέραμε. Έχουν φορέσει τη φανέλα του τεράστιες προσωπικότητες τόσο του ελληνικού όσο και του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ήταν μεγάλη τιμή να μπαίνω στο Αλεξάνδρειο ως παίκτης του Άρη, γνωρίζοντας την αγάπη του κόσμου και να παίζω στη σκιά των τίτλων και της φανέλας του Νίκου Γκάλη. Ήταν μία τεράστια εμπειρία που αν μπορούσα να την είχα κάνει νωρίτερα στην καριέρα μου τότε σίγουρα θα την είχα κάνει. Η συνεργασία μου τα δύο χρόνια ήταν ικανοποιητική. Δυστυχώς, την τρίτη χρονιά μου ζητήθηκε να αποχωρήσω. Δεν καταφέραμε να λύσουμε την συνεργασία μας με αποτέλεσμα να μείνω στην ομάδα σαν συμπληρωματικός παίκτης. Όμως οι εξελίξεις τα έφεραν έτσι ώστε να είμαι απαραίτητος για την ομάδα. Ο Άντριου Νέιμικ είχε έναν τραυματισμό στη μέση και ήμουν εκεί ώστε να βοηθήσω την ομάδα και να πάει όσο καλύτερα γίνεται. Με αυτόν τον τρόπο «γύρισε» και η όλη αντιμετώπιση της ομάδας αλλά και του κόουτς Πρίφτη προς το πρόσωπό μου. Φυσικά να ξεκαθαρίσω πως με τον κόουτς Πρίφτη δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα. Άλλος ένας προπονητής που έχει εξαιρετικά στοιχεία και πανάξια έχει φτάσει σε αυτό το επίπεδο.
Στον Άρη συνάντησες και τον Σάσα Βεζένκοφ. Πλέον τα χρόνια έχουν περάσει και ο Βεζένκοφ θεωρείται ένας από τους καλύτερους παίκτες στην Ευρώπη ενώ ενδιαφέρον για το πρόσωπό του εκδήλωσε και το ΝΒΑ. Τι άλλο πρέπει να περιμένουμε να δούμε από τον Βεζένκοφ;
Ο Σάσα είναι ένα εξαιρετικό ταλέντο. Από πολύ μικρή ηλικία έχει δείξει τι μπορεί να κάνει. Πέρα από την επαφή του με το καλάθι, έχει ένα φοβερό μπασκετικό θράσος. Νομίζω είναι απαραίτητος σε κάθε ομάδα της Ευρωλίγκα. Το αν μπορεί να παίξει στο NBA θα το κρίνουν οι ομάδες. Είναι ένα εξαιρετικό παιδί από μία πάρα πολύ καλή οικογένεια. Έχει ένα λαμπρό μέλλον μπροστά του. Αν καταφέρει να κρατήσει το σώμα του σε μία καλή αγωνιστική κατάσταση τότε θα έχει μία μακρά καριέρα στην Ευρώπη ή ακόμα και στην Αμερική.
Ιπποκράτης Κω για το μεγάλο φινάλε
Το 2015 συμφώνησες με την ομάδα του Ιπποκράτη και λίγα χρόνια μετά έβαλες τέλος σε μία μεγάλη καριέρα. Ήταν ένας όμορφος κύκλος που έκλεισε με τον τρόπο που είχες φανταστεί;
Στην καριέρα μου αυτό που με συνάρπαζε ήταν τα καινούργια πρότζεκτ και οι νέες προσπάθειες. Ήρθα στον Ιπποκράτη όταν αγωνιζόταν στην Γ’ Εθνική, με την προοπτική να οδηγήσουμε την ομάδα όσο πιο ψηλά γίνεται. Αγωνιστικά το καταφέρναμε και κάθε χρόνο πανηγυρίζαμε μία άνοδο όμως διοικητικά η ομάδα δεν ωρίμαζε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα στην Α’2 να έχουμε μία αρκετά δύσκολη σεζόν. Δύσκολη όχι τόσο αγωνιστικά, όπου είχαμε μία αξιοπρεπή πορεία, αλλά κυρίως διοικητικά και οργανωτικά. «Βάλαμε πλάτη» τόσο εγώ όσο και ο Αντώνης Ασημακόπουλος με τον οποίο είχαμε μία μακρά συνεργασία. Ίσως να είναι μία από τις πιο πολυετής συνεργασίες επαγγελματιών αθλητών σε διαφορετικές ομάδες, στην Ελλάδα. Προσπαθήσαμε να οργανώσουμε την ομάδα σε αρκετά σημεία αλλά και στο επίπεδο των ακαδημιών. Θεωρώ πως θα μπορούσα να παίξω κάποια χρόνια ακόμα. Εξάλλου δεν ταλαιπωρήθηκα από τραυματισμούς. Ωστόσο κουράστηκα από τις συνεχόμενες μετακινήσεις και θεώρησα πως η προοπτική του να έρθω σε ένα τουριστικό μέρος όπως είναι η Κως θα με βοηθούσε ώστε να κάνω μία μετάβαση σε κάτι άλλο. Δεν έχω κάποιο παράπονο από την καριέρα μου. Θα ήθελα να είχα παίξει περισσότερα χρόνια στις μεγάλες ομάδες στις οποίες βρέθηκα ώστε κάποια στιγμή να έκανα ένα βήμα παραπάνω και να αγωνιζόμουν σε κάποια μεγάλα ευρωπαϊκά παιχνίδια. Καλώς ή κακώς τα πράγματα ήρθαν έτσι. Πλέον πρέπει να βρω τον τρόπο ώστε να κάνω γρήγορα την μετάβαση στο επόμενο κομμάτι της ζωής μου.
«Όταν ξεκινάς με πολλά όνειρα και σταδιακά ανεβαίνεις κάποια σκαλοπάτια που μπορείς, θεωρείς πως όλα είναι οργανωμένα και στημένα με σκοπό τη διάκριση. Στην Ελλάδα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο»
Μετά από μία άκρως επιτυχημένη καριέρα, ο Κώστας Χαρίσης νιώθει ικανοποιημένος με τις επιλογές του ή αν γυρνούσε τον χρόνο πίσω θα άλλαζε κάποια του επιλογή;
Η στιγμή της μεταγραφής μου στην ΑΕΚ ίσως να μην ήταν σωστή επιλογή, χωρίς να υποβαθμίζω το μέγεθος της ομάδας, τον κόσμο της και το όνομά της. Ουσιαστικά με αυτή την κίνηση πήγα κάποια βήματα πίσω σε σχέση με την ανοδική πορεία που είχα. Άλλο ένα ερωτηματικό παραμένει το αν είχα μετακινηθεί στον Ολυμπιακό τη δεύτερη φορά. Η ομάδα κατακτούσε τίτλους και είναι σημαντικό να έχεις τέτοιες επιτυχίες στο βιογραφικό σου. Ίσως μπορούσα κι εγώ να κάνω κάποια βήματα προς το καλύτερο μέσα από αυτό. Όμως δεν μετανιώνω για κάτι. Ήταν όλα επιλογές μου. Δεν ρίχνω κάπου το φταίξιμο. Είμαι ένας άνθρωπος που κοιτά μπροστά, προσπαθώ να λύνω τα προβλήματα και όχι να αναπολώ κακές ή λάθος κινήσεις. Είναι επιλογές και δεν αλλάζουν.
Σε παλαιότερη συνέντευξή σου είχες δηλώσει πως «αν γύριζε ο χρόνος πίσω ίσως να μην επέλεγες να ασχοληθείς επαγγελματικά με το μπάσκετ και δεν ξέρεις αν θα συμβούλευες έναν έφηβο να το κάνει». Τι είναι αυτό που σε «απογοήτευσε» αν μπορούμε να το πούμε έτσι;
Όταν ξεκινάς με πολλά όνειρα και σταδιακά ανεβαίνεις κάποια σκαλοπάτια που μπορείς, θεωρείς πως όλα είναι οργανωμένα και στημένα με σκοπό τη διάκριση. Στην Ελλάδα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Εγώ απογοητεύτηκα πάρα πολλές φορές είτε με επιλογές προπονητών είτε με επιλογές διοικήσεων. Ακόμα αντιμετωπίζεις αρκετές δυσκολίες στο οικονομικό κομμάτι. Ενώ όλοι νομίζουν πως παίζεις μπάσκετ και «βγάζεις» αρκετά χρήματα, στην πραγματικότητα είσαι ακόμα ένας εργαζόμενος που υπογράφει συμβάσεις και δεν καλύπτονται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να οδηγείσαι στα δικαστήρια και να διεκδικείς τα δεδουλευμένα σου. Είναι ένας δύσκολος χώρος. Ένα νέο παιδί για να παίξει μπάσκετ πρέπει να έχει συνειδητοποιήσει τα δεδομένα πριν πάρει τις αποφάσεις του. Να του έχουν εξηγήσει τι πρόκειται να αντιμετωπίσει. Τα τελευταία χρόνια που δεν απασχολούμαι ως αθλητής, βλέπω πως ένας επαγγελματίας μπορεί να βγάλει χρήματα πιο ανώδυνα. Πλέον δεν χρειάζεται να κουράζομαι όλη μέρα, να είμαι υπόλογος, να πιέζομαι, να παίζω τραυματισμένος και στο τέλος να μην πληρώνομαι. Γι’ αυτό το λόγο προχώρησα σε αυτή τη δήλωση και ακόμα την πιστεύω. Ιδανικά είναι ωραίο ένας αθλητής να αφιερώνει το σώμα του, τον καθημερινό του χρόνο και τα χρόνια του ώστε να είναι μέσα στον αθλητισμό και να «μεγαλώνει» μέσα σε μία ομάδα. Όμως θα πρέπει να υπάρχει και η κατάλληλη πληρωμή χωρίς διακρίσεις, καθυστερήσεις και υπεκφυγές. Θεωρώ πως, χωρίς να φωτογραφίζω κάποιον, είμαι ξεκάθαρος.
Αν σου ζητούσαμε μετά από όλα αυτά τα χρόνια να ξεχωρίσεις μία στιγμή από την καριέρα σου ποια θα ήταν αυτή;
Δεν μπορώ να ξεχωρίσω μόνο μία στιγμή. Η επιτυχία με τους Τρόγιανς όταν φτάσαμε στους «8» του March Madness το 2000 όπου χάσαμε από το Ντιουκ που διέθετε παίκτες NBA, ήταν μία πολύ δυνατή στιγμή της καριέρας μου. Στην πορεία υπήρχαν στιγμές που ήταν συναισθηματικά φορτισμένες. Κυρίως μετά από μεγάλες νίκες. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποια συγκεκριμένη. Αυτοί που βρίσκονταν στις ομάδες μας ξέρουν πως υπήρχαν θετικά ξεσπάσματα. Συνήθως στις πιο μικρές ομάδες υπάρχει πίεση για το αποτέλεσμα και αυτό «έβγαινε» ανά περιόδους.
Όταν ξεκινούσες το μπάσκετ είχες κάποιον παίκτη ως πρότυπο;
Όλοι βλέπαμε τους παίκτες του NBA αλλά το θεωρούσαμε άπιαστο όνειρο. Ένας παίκτης που θαύμαζα από μικρός ήταν ο Στόγιαν Βράνκοβιτς όπως και ο Ντίνο Ράτζα. Με τον δεύτερο κατάφερα να αγωνιστώ και ως αντίπαλος το 1998 όταν βρισκόμουν στην ομάδα του Παπάγου. Ήταν από τις στιγμές που συνειδητοποιείς πως ανεβαίνεις επίπεδο και ακουμπάς το όνειρό σου, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Υπάρχουν άπειροι παίκτες που θα μπορούσα να αναφέρω. Κάποιους τους αντιμετώπισα ενώ κάποιους τους είδα μόνο στο βίντεο. Ζωντανά παραδείγματα στην ηλικία που μεγάλωνα είναι αυτοί οι δύο παίκτες.
Ποιος είναι ο πιο δύσκολος αντίπαλος που έχεις αντιμετωπίσει;
Δεν χρειάζεται να το σκεφτώ και πολύ. Ο Σοφοκλής Σχορτσιανίτης είναι ο πιο δύσκολος αντίπαλος. Είναι ένας παίκτης που πραγματικά δεν μπορείς να τον σταματήσεις. Όταν ήθελε να τελειώσει τη φάση, το έκανε. Όταν ήθελε να κάνει χώρο για τους συμπαίκτες του, το έκανε. Ίσως έχω συναντήσει κάποιους παίκτες που να ήταν καλύτεροι τεχνικά. Στη θέση μου η τεχνική παίζει ρόλο αλλά και η δύναμη είναι επίσης σημαντική. Με αυτό το κριτήριο δεν μπαίνω καν σε διαδικασία να σκεφτώ κάποιον άλλον παίκτη.
Ποιος είναι ο Κώστας Χαρίσης εκτός παρκέ;
Είμαι ένας διαφορετικός άνθρωπος μέσα στο παρκέ και ένας άλλος όταν βρίσκομαι εκτός. Μέσα στις τέσσερις γραμμές έβγαζα έναν χαρακτήρα αρκετά ανταγωνιστικό και δυναμικό. Κάποιοι θα με χαρακτήριζαν και αγχώδη αλλά δεν ισχύει. Η ένταση αυτή δεν προερχόταν από το άγχος αλλά από τη θέληση για διάκριση. Εκτός παρκέ είμαι ένας άνθρωπος με υπομονή. Παίζοντας μπάσκετ και λειτουργώντας καθημερινά στους 200 σφυγμούς όλα τα άλλα σου φαίνονται αργά και εύκολα. Η θέλησή μου για εργασία και άνοδο παραμένει στα ίδια επίπεδα αλλά σε διαφορετικό αντικείμενο.
Τέλος, θα θέλαμε να μας πεις με τι ασχολείσαι αυτή την περίοδο;
Αμέσως μετά το τέλος της καριέρας μου, αποφάσισα να κάνω μία εταιρεία μάρκετινγκ στο νησί της Κω. Βέβαια και την περσινή σεζόν αγωνίστηκα σε ένα ματς της Γ’ Εθνικής με την ομάδα του Δικαίου ώστε να την βοηθήσω να μην υποβιβαστεί στην τοπική κατηγορία. Δυστυχώς δεν το καταφέραμε. Όμως πλέον δραστηριοποιούμαι σε αυτό το χώρο. Δυστυχώς ήρθε ο κορονοϊός και μας ανέτρεψε τα σχέδια. Έτσι, μετέτρεψα την εταιρεία που είχα σε μία εταιρεία εξοπλισμού για ξενοδοχεία, εστιατόρια και καφέ. Με αυτόν τον τρόπο επωφελούμαι και εγώ από το κομμάτι του τουρισμού, που είναι τόσο δυνατό στο νησί. Παράλληλα διοργανώνω κάποιες εκδηλώσεις αθλητικού χαρακτήρα με θέμα το μπάσκετ αλλά και όχι μόνο. Θέλω με αυτόν τον τρόπο να αναπτύξω την αθλητική κουλτούρα του νησιού, η οποία δεν είναι τόσο ανεπτυγμένη λόγω της μεγάλης δυναμικής του τουρισμού. Θέλω να πιστεύω πως η τοπική κοινωνία το αναγνωρίζει και σιγά – σιγά θα με στηρίζει ώστε να μπορέσω να βοηθήσω με όποιον τρόπο γίνεται. Και κυρίως να βοηθήσω τα νέα παιδιά.