Ο Φρανκ Ριμπερί πήρε την απόφαση να κρεμάσει τα παπούτσια και όλοι καταλάβαμε πόσο μεγάλο κενό αφήνει πίσω του.

Ο Φρανκ Ριμπερί από ένα σημείο και έπειτα είχε συχνά θέματα τραυματισμών. Το μεν πνεύμα πρόθυμο η δε σαρξ αδύναμη θα μπορούσαμε να πούμε. Γι’ αυτό τον λόγο και ο Γάλλος εξτρέμ άφησε την απαιτητική Μπάγερν Μονάχου και συνέχισε στην πιο χαλαρή Serie A.

Στην αρχή με τη φανέλα της Φιορεντίνα. Και από το καλοκαίρι του 2021 με εκείνη της Σαλερνιτάνα. Αγωνίστηκε μαζί της 21 φορές και έδωσε τρεις ασίστ. Αλλά τα προβλήματά που είχε να αντιμετωπίσει αυξανόντουσαν με γεωμετρική ακρίβεια. Ο Γάλλος εξτρέμ δεν έχασε δύο και τρία ματς. Αλλά 12 στο σύνολο. Τα 11 εξ αυτών από διάφορους τραυματισμούς.

Ποτέ ξανά δεν ήταν τόσο εύθραυστο το σώμα του. Η αρχή του τέλους μόλις είχε ξεκινήσει. Το καλοκαίρι που μόλις πέρασε λίγες ομάδες έδειξαν σοβαρό ενδιαφέρον για την απόκτησή του. Και ας ήταν ελεύθερος. Τελευταία στιγμή η Σαλερνιτάνα ήταν εκείνη που τον έκανε και πάλι δικό της. Όχι, όμως για πολύ.

Ο Ριμπερί ήταν σκιά του εαυτού του. Το πρόβλημα στον αστράγαλο ολοένα και μεγάλωνε. Όπως και ο καημός του που δεν μπορούσε να τρέξει, όπως κάποτε. Ή να κάνει κάποια κούρσα. Ακόμη μία. Ένα από τα δυνατά του σημεία. Ένα ατού που πλέον δεν είχε… Από το να κοροϊδεύει και τον εαυτό του και τους άλλους πήρε την απόφαση να κρεμάσει τα παπούτσια του μέσα στον Οκτώβριο. H αξία του μεγάλη. Όπως και το κενό που άφησε ήδη πίσω του.

Mia san mia…

Στην καριέρα του ο Φρανκ Ριμπερί τα έζησε όλα. Τα είδε όλα. Τα βίωσε. Δεν έχει κανένα παράπονο. Άλλωστε 22 χρόνια ήταν ενεργός στα ευρωπαϊκά γήπεδα. Από τις αλάνες της Γαλλίας και τα… χωράφια της Τουρκίας έφτασε να είναι πρώτο όνομα στη Μαρσέιγ. Ωστόσο, το turning point στην καριέρα του ήταν προφανώς η μεταγραφή του στην Μπάγερν Μονάχου το καλοκαίρι του 2007.

Μία κίνηση που τον στιγμάτισε. Μία κίνηση που άφησε εποχή τόσο στην ιστορία της γερμανικής ομάδας, όσο και σε εκείνη του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Η σεζόν 2006-2007 ήταν από εκείνες που η Μπάγερν Μονάχου έχει… ξεχάσει. Τότε η Στουτγκάρδη είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα στη Γερμανία. Οι Βαυαροί ήξεραν πολύ καλά ότι για να επιστρέψουν στην κορυφή και για να γίνουν θεαματικοί έπρεπε να κάνουν μερικά «μπαμ».

Το ένα από αυτά ήταν ο Φρανκ Ριμπερί. Ο Γάλλος μεσοεπιθετικός μόλις πριν από έναν χρόνο (δηλαδή το καλοκαίρι του 2006) ήταν ένας από τους βασικούς λόγους που η εθνική ομάδα της Γαλλίας έφτασε μέχρι και τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου με αντίπαλο την Ιταλία. Εκτός από τον Ριμπερί η Μπάγερν είχε αποκτήσει τότε και  τον άνθρωπο που είχε βάλει τα περισσότερα γκολ στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα να κατακτήσει το «Χρυσό Παπούτσι». Τον Λούκα Τόνι.

Οι δυο τους συνέβαλαν τα μέγιστα, ώστε οι Βαυαροί να επιστρέψουν εκεί που ανήκουν: στην κορυφή. Μιας και την ακριβώς επόμενη σεζόν ήταν πρωταθλητές Γερμανίας και πάλι.

«Είσαι το άλλο μου μισό…»

O Φρανκ Ριμπερί δεν άργησε να κάνει παρέες στο Μόναχο. Η ποδοσφαιρική του αξία ήταν μία ακτίδα φωτός στη μουντή και βροχερή πόλη. Ωστόσο, το δίδυμο που άφησε εποχή έμελλε να είναι άλλο. Όχι ο ψηλός (Λούκα Τόνι) και ο κοντός. Μα ο αριστεροπόδαρος και ο δεξιοπόδαρος.

Ο Γάλλος ήταν το άλλο μισό του Άριεν Ρόμπεν. Ο Ολλανδός ήταν το άλλο μισό του Φρανκ Ριμπερί. Οι δυο τους σηματοδότησαν την έναρξη μιας συνεργασίας που έμελλε να αφήσει το δικό της στίγμα. Όχι απλά στο γερμανικό ποδόσφαιρο, αλλά και στο ευρωπαϊκό γενικότερα.

Οι δυο τους ήταν ο φόβος και ο τρόμος για τα αντίπαλα μπακ που προσπαθούσαν με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους να τους σταματήσουν. Εις μάτην. Άδικος κόπος. Εκείνοι ήξεραν τι έπρεπε να κάνουν και πάνω απ’ όλα πώς! Από ένα σημείο και έπειτα οι κινήσεις τους δεν ήταν μόνο διαδεδομένες. Αλλά σίγουρες. Οι αντίπαλοι ήξεραν τι να περιμένουν από τον Ρόμπεν και τον Ριμπερί που έπαιζαν με αντίθετα πόδια στις πλευρές τους, ώστε να κάνουν… μπούκες και πιο εύκολα τελειώματα.

Έλα, όμως, που δεν μπορούσαν με τίποτα να τους σταματήσουν. Το εν λόγω δίδυμο ήταν σκέτη… κλεψιά. Έτσι, φίλοι και αντίπαλοι τους έβγαλαν το ψευδώνυμο Rob…ery (Από τα αρχικά των ονομάτων τους Robben- Ribery).

Η μεγάλη του στιγμή με την εθνική Γαλλίας

O Φρανκ Ριμπερί δεν έκανε αισθητή την παρουσία του μόνο με τη φανέλα της Μπάγερν Μονάχου. Αλλά και με εκείνη της εθνικής Γαλλίας. Πριν ακόμη πάρει μεταγραφή στους Βαυαρούς ο νεαρός -τότε- μεσοεπιθετικός είχε κερδίσει μία θέση βασικού στο σχήμα του Ρεϊμόν Ντομενέκ, ο οποίος τον εμπιστευόταν με κλειστά τα μάτια (και όχι μόνο για το ζώδιό του).

Έτσι, ο Ριμπερί συνέβαλε  τα μέγιστα στην πορεία μέχρι και τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 2006 με αντίπαλο την Ιταλία. Μάλιστα, ήταν καθοριστικός στο παιχνίδι με την Ισπανία και στη νίκη των «τρικολόρ» με σκορ 3-1, μιας και σημείωσε το πρώτο γκολ της ομάδας του κάνοντας τότε το 1-1.

Σημαντική ήταν και η παρουσία του στο επόμενο μεγάλο τουρνουά -Euro 2008- αλλά οι «πετεινοί» είχαν άδοξο φινάλε εκεί. Ο Ριμπερί με το εθνόσημο στο στήθος έφτασε τις 81 συμμετοχές και τα 16 τέρματα.

Η… ληστεία της «Χρυσής Μπάλας»

Κατά καιρούς έχουν ακουστεί και γραφτεί πολλά για εκείνους τους παίκτες που έχουν αδικηθεί όταν ο Λιονέλ Μέσι και ο Κριστιάνο Ρονάλντο ήταν στα «ντουζένια» τους. Για όλους εκείνους που βρέθηκαν στο σωστό σημείο, αλλά τη λάθος στιγμή και θα μπορούσαν να είχαν κατακτήσει μία «Χρυσή Μπάλα».

Ένας από αυτούς είναι σίγουρα και ο Φρανκ Ριμπερί. O Γάλλος δικαίως μπορεί να νιώθει ότι τον… έκλεψαν. Μιας και τη σεζόν 2012-2013 τα σήκωσε όλα με την Μπάγερν Μονάχου, έχοντας πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή. Τόσο σε ασίστ, όσο και σε γκολ. Άλλωστε τερμάτισε εκείνη τη σεζόν στη Γερμανία με τις περισσότερες τελικές πάσες (15), ενώ χάρη σε εκείνον ο Άριεν Ρόμπεν έβαλε το νικητήριο γκολ στον τελικό του Champions League απέναντι στην Μπορούσια Ντόρτμουντ.

«Το 2013 και όλα όσα έγιναν για τη “Χρυσή Μπάλα” ήταν η μεγαλύτερη ληστεία της καριέρας μου. Ξεκάθαρα. Ήταν μεγάλη αδικία. Δυστυχώς, παίζονταν πολλά πολιτικά παιχνίδια από πίσω. Μάλιστα, μου έκανε τρομερή εντύπωση που είχε ο Κριστιάνο Ρονάλντο με τον πρόεδρο της FIFA, Ζεπ Μπλάτερ. Ίσως να ήθελαν πιο πολύ να τη δώσουν σε εκείνον, παρά σε εμένα που την άξιζα τότε και περισσότερ», τα λόγια του.

Scarface

O Φρανκ Ριμπερί από μικρός έζησε μία εμπειρία που ήταν ικανή να τον σημαδέψει για μία ζωή. Για την υπόλοιπη ζωή του. Ήταν δεν ήταν δέκα ετών όταν το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο πατέρας του τράκαρε και εκείνος πετάχτηκε με δύναμη έξω από το παμπρίζ του αμαξιού.

Από εκεί οφείλεται η ουλή στο πρόσωπό του. Χρειάστηκαν να γίνουν αρκετές επεμβάσεις και να αφαιρεθεί κρέας από άλλα μέρη του σώματος, ώστε να γίνει όσο το δυνατόν καλύτερη δουλειά και ο μικρός Φρανκ να μεγαλώσει δίχως να νιώθει άσχημα ή μειονεκτικά σε σύγκριση με τους άλλους.

Αυτό βέβαια δεν απέτρεψε πολλά παιδάκια να τον στιγματίσουν και να τον κοροϊδεύουν. Εκείνος δεν το έβαλε ποτέ κάτω. Ούτε για μία στιγμή. «Πολλές φορές ένιωσα άσχημα για όλα όσα είχα περάσει. Ωστόσο, αν δεν γινόταν αυτό δεν θα ήμουν τόσο δυνατός ψυχικά. Αυτό το τραύμα μου έδωσε κίνητρο τόσες και τόσες φορές».

Σε μία από τις τελευταίες σκηνές του «Scarface» με πρωταγωνιστή τον Αλ Πατσίνο, εκείνος παθαίνει αμόκ και παίρνοντας το πολυβόλο του ξεκινάει να βαράει στο… ψαχνό. Ο Φρανκ Ριμπερί δεν είχε για «όπλα» μόνο την ταχύτητά του ή τα γκολ και τις ντρίμπλες του. Αλλά κυρίως το θάρρος και την καρδιά του. Δύο όπλα που δεν σταμάτησαν ποτέ να… γαζώνουν τους φόβους του και να τους σκοτώνουν.

Γι’ αυτό και θα μας λείψει λίγο παραπάνω ο monsieur. Αλλά τον ευχαριστούμε για όλα όσα μας πρόσφερε. Και σίγουρα δεν ήταν λίγα!