Mε αφορμή τα 30 χρόνια από την κατάκτηση του ενός και μοναδικού του παγκόσμιου τίτλου, το Debut.gr μέσω του Άκη Μυκονιάτη θυμάται τη σπουδαία καριέρα του Νάιτζελ Μάνσελ.

H Formula 1 δεν θα είχε την ιδιαίτερη θέση που κατέχει ως σήμερα στον κόσμο του μηχανοκίνητου (και όχι μόνο) αθλητισμού χωρίς τις δικές της ξεχωριστές προσωπικότητες. Τους οδηγούς ινδάλματα. Τους αγωνιστικούς της ήρωες. Ο τελευταίος χαρακτηρισμός ίσως λίγο υπερβολικός. Όχι όμως αρκετά όταν χρησιμοποιείται για την σκιαγράφηση μορφών σαν του Νάιτζελ Μάνσελ.

Ο Μάνσελ υπήρξε ένας από τους πιο εμβληματικούς οδηγούς του σπορ κατά τις δεκαετίες των ‘80s και ’90s. Θεωρείται μέχρι σήμερα ένας από τους καλύτερους πιλότους όλων των εποχών και τους πιο αγαπητούς των διαχρονικών φίλων της F1. Aγαπητός για τις ικανότητες, την ταχύτητα, την απαράμιλλη αποφασιστικότητα και μαχητικότητα που τον χαρακτήριζε στους αγώνες. Καθώς φυσικά και για το εμβληματικό μουστάκι του.

Η πορεία του στην F1 κάτι παραπάνω από γεμάτη. Με τον Βρετανό να τα βιώνει όλα. Χαρές και λύπες, καλοτυχίες και κακοτυχίες, αλλά και το πώς είναι να κατακτάς τις πιο μεγάλες κορυφές. Όπως το 1992 όταν έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής. Λαμβάνοντας υπόψιν την επέτειο των 30 πλέον χρόνων από την σπουδαιότερη στιγμή της καριέρας του, το Debut.gr βρίσκει την αφορμή και θυμάται την σπουδαία καριέρα του Νάιτζελ Μάνσελ.

Τα πρώτα χρόνια και η ενασχόληση με τους τέσσερις τροχούς

Ο Νάιτζελ Έρνεστ Τζέιμς Μάνσελ όπως ήταν το πλήρες όνομά του, πρωτοείδε τον κόσμο στις 8 Αυγούστου του 1953. Στην κομητεία Γουόρστερσαιρ του Ην. Βασιλείου, κοντά στο Μπέρμινγχαμ την περιοχή που μεγάλωσε. Όντας γιος μηχανικού απέκτησε από νωρίς τα ερεθίσματα για να αγαπήσει το μηχανοκίνητο. Συγκεκριμένα τους τέσσερις τροχούς.

Μετά από αξιοσημείωτες επιτυχίες στα καρτ, συμμετείχε σε αγώνες για την Formula Ford το 1976 και το 1977 αναδείχθηκε πρωταθλητής Βρετανίας. Χρηματοδοτώντας ο ίδιος τις προσπάθειες του στους αγώνες, πολλές φορές μάλιστα πουλώντας τα υπάρχοντά του, βρέθηκε στη Formula 3 κατά το 1978-1980. Χωρίς βέβαια μεγάλη επιτυχία.

Από νωρίς στην καριέρα του, ενεπλάκη τουλάχιστον δύο φορές σε σοβαρά ατυχήματα. Τα οποία του επέφεραν εισαγωγές στα νοσοκομεία και βαρείς τραυματισμούς. Οι οποίοι θα τον ακολουθούσαν και στη μετέπειτα πορεία του. Ίσως ποτέ κανένας οδηγός δεν αγωνίστηκε τόσο να φτάσει στη F1 όσο ο Μάνσελ. Πόσο μάλλον να διακριθεί εκεί. Oι ικανότητες του όμως δεν θα περνούσαν για πάντα απαρατήρητες.

O Tσάπμαν, η Lotus και τα εισόδια στην Formula 1

Μια μέρα του 1979, ο ιδρυτής και ιδιοκτήτης της Lotus Κόλιν Τσάπμαν, θα έδινε στον Βρετανό την ευκαιρία που έψαχνε. Ο Μάνσελ συμμετείχε σε ένα testing στην πίστα Πολ Ρικάρ της Γαλλίας για μια πιθανή παρουσία στην βρετανική ομάδα. Ο βασικός της οδηγός βλέπετε, ο αείμνηστος Κάρλος Ρόιτεμαν θα αποχωρούσε για τη Williams το 1980, αφήνωντας πίσω του μια κενή θέση στη Lotus. Παρά τον ανταγωνισμό, η θέση στο πλάι του Μάριο Αντρέτι (σ.σ πρωταθλητής το 1978) πήγε στον Ιταλό Έλιο Nτε Άντζελις. Όμως ο Μάνσελ δεν βγήκε τελείως χαμένος καθώς έγινε δοκιμαστικός οδηγός της Lotus.

Οι ικανότητες του Μάνσελ εντυπωσίασαν τον Τσάπμαν. Με τον δεύτερο να του δίνει τη δυνατότητα να οδηγήσει σε τρεις αγώνες του πρωταθλήματος του 1980 (Αυστρία, Ολλανδία, Ιταλία – Ίμολα). Ωστόσο εγκατέλειψε και στους τρεις. Στις πρώτες δύο περιπτώσεις λόγω βλάβης και στην τρίτη λόγω ενός ατυχήματος κατά τους προκριματικούς του Ιταλικού Grand Prix. Με αποτέλεσμα να μην συμμετέχει καθόλου στον αγώνα. Οι πρώτες εμπειρίες ωστόσο ήταν σημαντικές.

H θητεία στην Lotus

Το 1981, ο Βρετανός θα είχε την πρώτη του κανονική σεζόν ως οδηγός της Formula 1. Όταν έγινε teammate του Ντε Άντζελις στην Lotus εξαιτίας της αποχώρησης του Αντρέτι για την Alfa Romeo. Παρά το γεγονός ότι δεν ήταν αγαπητός στον βασικό χορηγό της ομάδας, ο Μάνσελ στηρίχθηκε από τον Τσάπμαν. Η σεζόν κύλησε απογοητευτικά για την ομάδα και τον Μάνσελ που τερμάτισε 14ος στο πρωτάθλημα με μόλις 8 βαθμούς. Παρότι πανηγύρισε το πρώτο του βάθρο χάρη σε μια 3η θέση στο Βελγικό GP.

Μια χρονιά η οποία θα μπορούσε να ήταν πολύ διαφορετική για την Lotus. Εκείνη τη σεζόν η ομάδα είχε εξελίξει ένα πρωτοποριακό και φιλόδοξο μονοθέσιο με διπλό σασί, την περίφημη Lotus 88. Σχεδιασμένη έτσι ώστε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο το φαινόμενο του ground effect. Ωστόσο πολλές ομάδες διαμαρτυρήθηκαν στην FIA καταγγέλλοντας την Lotus για παραβίαση των κανονισμών.

Το αποτέλεσμα ήταν να απαγορευτεί η συμμετοχή της Lotus 88. Ως αντίποινα, η ομάδα του Τσάπμαν απείχε από το τέταρτο GP εκείνης της χρονιάς (GP Σαν Μαρίνο) και αναγκαστικά επιστρατεύτηκε το μονοθέσιο του 1980, για τους πρώτους αγώνες. Η Lotus 88 μετατράπηκε βιαστικά στην πιο συμβατική 87 προκειμένου να μπορεί να αγωνιστεί για το υπόλοιπο της σεζόν και περιορίστηκε στην 7η θέση των κατασκευαστών.

To 1982, συνεχίστηκαν οι απογοητευτικές εμφανίσεις. Καθώς ο Μάνσελ τερμάτισε στην ίδια βαθμολογική θέση με το ’81 (14η θέση) με έναν βαθμό λιγότερο (7). Βέβαια η ομάδα βρέθηκε στην σαφώς καλύτερη 5η θέση στο κατασκευαστών. Πανηγυρίζοντας και μια νίκη με τον Έλιο Ντε Άντζελις στην Αυστρία. Την τελευταία που θα καμάρωνε ο Κόλιν Τσάπμαν για την εμβληματική ομάδα του. Λίγο καιρό αργότερα στις 16 Δεκεμβρίου 1982 εντελώς απροσδόκητα θα έφευγε από τη ζωή. Από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 54 ετών.

Μετά τον Τσάπμαν τα ακόμα πιο δύσκολα…

Ο θάνατος του Τσάπμαν είχε αρνητικό αντίκτυπο στον Μάνσελ. Όχι μόνο από ψυχολογικής πλευράς αλλά και επαγγελματικής. Καθότι τον συμπαθούσε και τον θεωρούσε ίσο του Ντε Άντζελις. Είχε προλάβει μάλιστα να τον ανανεώσει μέχρι το 1984. Όταν ανέλαβε τη Lotus, ο νέος ιδιοκτήτης Πίτερ Γουορ το κλίμα έγινε ακόμα πιο δύσκολο για εκείνον. Καθοτι υπήρχε ξεκάθαρη εύνοια της ομάδας προς τον Ντε Άντζελις. Ενδεικτικό αυτού πως ο Ιταλός χρησιμοποίησε τις υπερτροφοδοτούμενες Lotus 93T και 94T με turbo κινητήρες Renault, εξοπλισμός ανώτερος από αυτόν που αγωνιζόταν ο Μάνσελ στη μεγαλύτερη διάρκεια της σεζόν.

Βέβαια το φινάλε της σεζόν του 1983 βρήκε τον Μάνσελ να τερματίζει ψηλότερα από τον teammate του. Όντας 13ος στη βαθμολογία των οδηγών με 10 βαθμούς, έναντι των μόλις 2 που πέτυχε ο Ντε Άντζελις. Πραγματοποίησε παράλληλα και κάποιες καλές εμφανίσεις. Όπως μια 4η θέση στον αγώνα της πατρίδας του στο Σίλβερστοουν και ένα βάθρο όταν βγήκε 3ος (επι βρετανικού εδάφους – Brands Hatch) στον αγώνα του Ευρωπαϊκού GP.

To 1984, o Mάνσελ θα έκανε την καλύτερη του σεζόν στη Lotus. Με ένα σαφώς καλύτερο μονοθέσιο από τα προηγούμενα χρόνια, στοιχειωμένο βέβαια κι αυτό από το πατροπαράδοτο για την Lotus εκείνης της περιόδου ζήτημα. Την αναξιοπιστία. Με την 95T, o Μάνσελ πέραν της παρουσίας στην πρώτη δεκάδα των οδηγών (σ.σ ισοβάθμισε στην 9η θέση με τον ανερχόμενο τότε Άιρτον Σένα) κέρδισε δύο βάθρα (Γαλλία, Ολλανδία) και την παρθενική του pole position. Στα highlights της σεζόν το προσπέρασμα επί του Αλέν Πρόστ (Mclaren) για την πρωτοπορία του θρυλικού αγώνα εκείνης της χρονιάς στο Μονακό προτού συγκρουστεί και εγκαταλέιψει. Και φυσικά το Ντάλλας των Η.Π.Α.

Στον αγώνα εκεί, έναν από τους δυσκολότερους που έγιναν ποτέ από πλευράς υψηλών θερμοκρασιών, ο Μάνσελ οδήγουσε τον αγώνα από την πρώτη θέση για 35 γύρους. Μέχρι που “λύγισε” από την πίεση της Williams του Κέκε Ρόσμπεργκ. Μπαίνοντας στα pits έχασε θέσεις και θα τερμάτιζε 5ος. Ωστόσο λίγο πριν τον τερματισμό, η Lotus 95Τ σταμάτησε με σπασμένο κιβώτιο και o Μάνσελ σε μια θρυλική σκηνή αναγκάστηκε να βγει από το μονοθέσιο σπρόχνωντάς τη μέχρι τον τερματισμό. Καταρρέοντας λιπόθυμος από την εξάντληση. Τελικά πήρε την 6η θέση.

Το μεγάλο κεφάλαιο Williams

Με τον Μάνσελ να αποχωρεί και τον Άιρτον Σένα να εντάσσεται στο δυναμικό της Lotus, οι αρχές του 1985 έβρισκαν τον Βρετανό ελεύθερο και χωρίς ομάδα. Όμως η χρονιά εκείνη θα τον έφερνε εκεί που του άξιζε. Σε μια top επιπέδου ομάδα. Πράγμα που και έγινε όταν απέκτησε τα δικαιώματα του η Williams. Ο αείμνηστος Φρανκ Γουίλιαμς τον είχε επιλέξει μαζί με τον Κέκε Ρόσμπεργκ (πατέρα του Νίκο Ρόσμπεργκ) για να αποτελέσουν το oδηγικό δίδυμο της ομάδας. Μια σχέση που εξελίχθηκε αρκετά καλά. Μάλιστα πολύ αργότερα ο Μάνσελ θα έλεγε: “ο Κέκε ήταν ένας από τους καλύτερους teammate που είχα”.

Το μονοθέσιο της Williams με το χαρακτηριστικό κόκκινο νούμερο πέντε (που θα γινόταν σήμα κατατεθέν του Μάνσελ) και τους δυνατούς κινητήρες της Honda έμοιαζαν να ταιριάζουν στην αγωνιστική προσωπικότητα του Βρετανού πιλότου. Ο οποίος παρά την 6η θέση στο πρωτάθλημα εκείνης της χρονιάς, πανηγύρισε την πρώτη του νίκη στο Ευρωπαϊκό GP (Brands Hatch). Ακολούθησε και μια δεύτερη συνεχόμενη στον προτελευταίο αγώνα του 1985 στην Νότια Αφρική και το Κιαλάμι.

Η πρώτη πρωταθληματική απόπειρα

Το 1986, ο Μάνσελ βρήκε για πρώτη φορά στα χέρια του ένα ανταγωνιστικό μονοθέσιο και ήταν ένας από τους διεκδικητές του τίτλου. Έχοντας πέντε νίκες στη σεζόν, ο Μάνσελ έδειχνε ικανός για το πρωτάθλημα. Όλα όμως χάθηκαν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Στο επικό φινάλε στην Αδελαίδα, τον Οκτώβριο εκείνης της χρονιάς, ο poleman του αγώνα και πρωτοπόρος στη βαθμολογία Μάνσελ χρειαζόταν τουλάχιστον μια τρίτη θέση για να πάρει τον τίτλο από τους έτερους διεκδικητές Αλέν Πρόστ (Mclaren-TAG) και Νέλσον Πικέ (Williams-Honda).

Από ένα σημείο όλα πήγαιναν κατ’ ευχήν. Μέχρι που ήρθε το σκάσιμο του πίσω αριστερού ελαστικού της Williams του Βρετανού. Αναγκάζοντας τον να εγκαταλείψει μόλις 19 γύρους πριν το τέλος του αγώνα. Χάνοντας μέσα από τα χέρια του το πρωτάθλημα που κατέληξε τελικά στον Αλέν Πρόστ.

Mια συγκλονιστική σεζόν σε μια χρονιά ωστόσο δύσκολη για τo σπορ που σημαδεύτηκε από τον θάνατο του Έλιο Ντε Αντζελις. Εκείνη η χρονιά δύσκολη και για Williams και Μάνσελ. Με την ομάδα να βλέπει τον δημιουργό της να γίνεται τετραπληγικός μετά το ατύχημα του στην Πολ Ρικάρ την άνοιξη του ’86. Και τον Μάνσελ να έχει για teammate του, τον Νέλσον Πικέ με τον οποίο δεν είχαν τις καλύτερες σχέσεις. Καθώς ο Βραζιλιάνος πιλότος τον είχε χαρακτηρίσει δημόσια «αμόρφωτο χονδροκέφαλο».

Δεύτερη ευκαιρία, χαμένη και αυτή

Η τρίτη σεζόν στη Williams, θα έφερνε έξι νίκες στην προσωπική συλλογή του Μάνσελ το 1987. Σημαντικότερη εκείνη στον αγώνα της Μεγ. Βρετανίας στο Σίλβερστοουν επί του μισητού teammate του Νέλσον Πικέ. Παρότι 28 δευτερόλεπτα πίσω από τον Βραζιλιάνο μέσα σε 30 γύρους κατάφερε να καλύψει τη διαφορά τους και να τον περάσει με αποφασιστικό τρόπο, καθώς το βρετανικό πλήθος ζητωκραύγαζε και παραληρούσε.

Έφτασε και τότε κοντά στον τίτλο του πρωταθλητή, αλλά έμεινε πάλι δεύτερος. Ας όψεται εκείνος ο τραυματισμός που τον κατέβαλε στη Σουζούκα, στον προτελευταίο αγώνα του πρωταθλήματος. Όταν ένα άσχημο ατύχημα στις κατατακτήριες του προκάλεσε πρόβλημα στην πλάτη (διάσειση νωτιαίου).

Το 1988 βρέθηκε μαζί με τη Williams σε δυσχερή θέση. Καθώς η ομάδα του έχασε τους κινητήρες της Honda και μαζί την ταχύτητά της. Σε ένα κακό και πλήρως αναξιόπιστο μονοθέσιο ο Μάνσελ κατάφερε να τερματίσει μόλις σε δύο από τις 14 αγώνες που συμμετείχε (σ.σ έχασε δύο GP λόγω ίωσης), παρόλο που βρέθηκε στο δεύτερο σκαλοπάτι του βάθρου. Στην τελική βαθμολογία κατετάγη μόλις ένατος με 12 βαθμούς.

H “γκρίζα” εμπειρία της Ferrari

Επόμενος σταθμός στην αγωνιστική καριέρα του Νάιτζελ Μάνσελ ήταν η Ferrari. Μάλιστα, ο Βρετανός είχε ήδη συμφωνήσει με τη Scuderia πριν το φινάλε του 1988 και ήταν ο τελευταίος πιλότος που διάλεξε προσωπικά ο Εντσο Φεράρι πριν πεθάνει. Από το γεγονός αυτό και παράλληλα με τη μαχητική του οδήγηση έγινε ιδιαίτερα αγαπητός στους Tifosi. Από τους οποίους και πήρε το προσωνύμιο “il Leone” δηλαδή το λιοντάρι στα Ιταλικά.

Το 1989 έμπαινε με έναν μεγάλο αέρα αισιοδοξίας για την ομάδα του Μαρανέλο. Η Ferrari F40 με το πρώτο στην ιστορία ημι-αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων που παρουσίασε η Scuderia και το δίδυμο του Νάιτζελ Μάνσελ με τον Γκέρχαρντ Μπέργκερ γέννησε ελπίδες πρωταθλήματος. Η σεζόν πράγματι ξεκίνησε ενθαρρυντικά. Με τον Μάνσελ να παίρνει (αναπάντεχα) την νίκη με το “καλημέρα” στον αγώνα-πρεμιέρα της σεζόν στην Βραζιλία. Ετσι, έγινε ο πρώτος οδηγός στην ιστορία που κέρδισε αγώνα με ημι-αυτόματο κιβώτιο και ο τελευταίος της Scuderia που κέρδιζε στο ντεμπούτο του με την Ιταλική ομάδα. Μέχρι τον Κίμι Ραικόνεν το 2007 στην Αυστραλία.

Τα προβλήματα αξιοπιστίας όμως (κυρίως με το νέο κιβώτιο) και κάποιες ατυχίες δεν επέτρεψαν σε Μάνσελ και Ferrari να παλέψουν για τον τίτλο. Ο Βρετανός ολοκλήρωσε την χρονιά στην 4η θέση. Ωστόσο αξιομνημόνευτη από το 1989 ήταν (και) η εκπληκτική του προσπέραση στον Άιρτον Σένα κατά τον αγώνα του Ουγγρικού GP. Παίρνοντας τη νίκη παρόλο που ξεκίνησε από την 12η θέση.

Το 1990, βρήκε τη Ferrari με ένα ακόμη καλύτερο μονοθέσιο την θρυλική F1-90. Τα προβλήματα αξιοπιστίας όμως συνεχίστηκαν. Τουλάχιστον από πλευράς του Μάνσελ συνεχίστηκαν. Επηρεασμένος από αυτά και την πεποίθηση ότι ο teammate του και τότε παγκόσμιος πρωταθλητής, Αλέν Προστ, λάμβανε καλύτερη μεταχείριση και ένα καλύτερα στημένο από το δικό του μονοθέσιο, αποφάσισε αιφινιδίως την απόσυρση του από τη Formula 1 μετά το 1990. Η ανακοίνωση μάλιστα έγινε στο Grand Prix της πατρίδας του στο Σίλβερστοουν.

Williams: H μεγάλη επιστροφή

Γρήγορα όμως θα ανακαλούσε την απόφαση που πήρε. Όταν τον Οκτώβριο του 1990 έδωσε τα χέρια με την Williams, στην οποία επέστρεψε μετά από δύο χρόνια. Πλαισιωμένος αυτή τη φορά από τον έμπειρο και με ήδη παρελθόν στην ομάδα Ρικάρντο Πατρέζε. Το timing ιδανικό, καθώς το 1991 έβρισκε τη Williams ξανά σε ρυθμούς πρωταθλητισμού έπειτα από αρκετό καιρό.

Παρότι στους πρώτους αγώνες της σεζόν δυσκολεύτηκε συγκριτικά του Πατρέζε (που έδειχνε να ανταποκρινόταν καλύτερα στις απαιτήσεις της FW14), ο Μάνσελ πήρε εμπρός. Kερδίζοντας πέντε αγώνες στη σεζόν και τερματίζοντας δεύτερος στο πρωτάθλημα. Το οποίο έχασε από τον Άιρτον Σένα και την οριακά ανώτερη Mclaren. Η μεγάλη του στιγμή όμως δεν θα αργούσε και πολύ…

The golden year 1992

Το 1992, θα ήταν η προδιαγεγραμμένη του Μάνσελ χρονιά για να κερδίσει αυτό που τόσο ονειρευόταν και τόσο τα προηγούμενα χρόνια στερήθηκε. Έναν παγκόσμιο τίτλο. Εχοντας στα χέρια του ένα από τα εμβληματικότερα μονοθέσια στην ιστορία του σπορ μιλάμε φυσικά για την περίφημη Williams-Renault FW14B, ο Βρετανός κυριάρχησε απόλυτα.

Το τρομερό δημιούργημα των Άντριαν Νιούι και Πάτρικ Χέντ, το οποίο θα άλλαζε για πάντα τα τεχνολογικά δεδομένα του σπορ, δεν ήταν παρά όπλο στα χέρια του εμπειρότατου πια Μάνσελ. Μαζί του σημείωσε εννέα νίκες στους 16 αγώνες της σεζόν (Νότια Αφρική, Μεξικό, Βραζιλία, Ισπανία, Σαν Μαρίνο, Γαλλία, Μεγ. Βρετανία, Γερμανία, Πορτογαλία) για να στεφθεί τελικά στα 39 του χρόνια παγκόσμιος πρωταθλητής.

Γεγονός που έγινε σαν χθες στις 16 Αυγούστου 1992. Τότε που χάρη σε εκείνη τη δεύτερη θέση στον αγώνα του Ούνγκαρορινγκ στη Βουδαπέστη εξασφάλιζε και μαθηματικά τον τίτλο. Με πέντε αγώνες να απομένουν. Ο δικαιωμένος από την πορεία του Βρετανός έπλεε σε πελάγη ευτυχίας και συγκίνησης. Το χαμόγελο του ήταν πλατύτερο από ποτέ και οι πίκρες του παρελθόντος ξεπλύθηκαν από την πιο γλυκιά σαμπάνια που γεύτηκε ποτέ στο βάθρο εκείνου του αγώνα.

Παρότι πρωταθλητής, ο Μάνσελ για μια σειρά από παρασκηνιακούς λόγους (σ.σ ανάμεσα σε αυτούς πιθανότατα και ο ερχομός του Πρόστ στην ομάδα το 1993) δεν ανανέωσε με την πρωταθλήτρια Williams. Ανακοινώνοντας στη συνέντευξη τύπου του Ιταλικού GP έναν μήνα αργότερα, τη δεύτερη αποχώρησή του. Η οποία θα γινόταν και πράξη στο τέλος μιας μυθικής για εκείνον χρονιάς.

Πέρασμα από τα Indy και μια ακόμη επιστροφή

Φέυγοντας ως πρωταθλητής πλέον από τη Formula 1, ο Μάνσελ θα μετακομίσει στις ΗΠΑ όπου θα αγωνιστεί για λογαριασμό της Newman/ Haas Racing στο πρωτάθλημα CART Indy Cars. Το οποίο και θα κατακτήσει το 1993 για να γίνει ο πρώτος εν ενεργεία παγκόσμιος πρωταθλητής F1 που συμμετέχει στο θεσμό και κατακτά (και) το συγκεκριμένο πρωτάθλημα.

Το 1994, η Williams έναντι εξωπραγματικής αμοιβής πείθει τον Μάνσελ να επιστρέψει για μια ακόμη φορά στην F1 για τέσσερις αγώνες του πρωταθλήματος στη θέση του rookie τότε Ντέιβιντ Κούλθαρντ. Η κίνηση σίγουρα “τηλεοπτική’’, αλλα γεμάτη με σαφώς ξεκάθαρη σκοπιμότητα. Βλέπετε στο δύσκολο για εκείνη 1994 και με τους δείκτες τηλεθέασης του σπορ να γνωρίζουν πτωτικές τάσεις, η Formula 1 χρειαζόταν οπωσδήποτε έναν παγκόσμιο πρωταθλητή στο grid. Ενώ σαφέστατα ρόλο έπαιξαν και οι ‘’εκρεμμότητες’’ του Μπέρνι Έκλεστοουν με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Όσο για το πόσο μεγάλα ήταν τα πόσα της Williams, λέγεται ότι ο πρωταθλητής του 1992 αμειβόταν περίπου 900.000 λίρες τον αγώνα τη στιγμή που ο πρώτος οδηγός της ομάδας, o Ντέιμον Χιλ πληρωνόταν με 300.000 λίρες όλη την χρονιά! Ο Μάνσελ έδωσε το παρόν στο Γαλλικό Grand Prix και τους τελευταίους τρεις αγώνες της σεζόν. Στον ιστορικό αγώνα της Αδελαίδας στο φινάλε του 1994, θα έπαιρνε και την τελευταία νίκη της καριέρας του στη Formula 1, έχοντας και την pole position.

Mclaren: Μια συνεργασία που έτυχε, αλλά δεν πέτυχε

Παρότι υπήρξε μια πρώτη συμφωνία μεταξύ Williams και Μάνσελ για επέκταση της συνεργασίας τους και το 1995, η οποία τελικά ακυρώθηκε, η βρετανική ομάδα επέλεξε τελικά την επένδυση στα… νιατα. Ανοίγοντας ξανά την πόρτα στον Ντέιβιντ Κούλθαρντ. Έτσι ο Μάνσελ που ήθελε να συνεχίσει για λίγο ακόμα συμφώνησε με την McLaren.

Ήταν εξάλλου στόχος και του βασικού τότε χορηγού της ομάδας. Παρότι η ίδια η Mclaren και η πάροχος κινητήρων της Mercedes, ήθελαν έναν οδηγό χαμηλότερου προφίλ. Τα στραβά βέβαια στην νέα… βρετανική συμμαχία ξεκίνησαν από νωρίς. Ο σχεδιασμός του μονοθεσίου της MP4/10 ήταν τέτοιος που ο Μάνσελ δεν χωρούσε καν στο κάθισμα! Με αποτέλεσμα να χάσει τους πρώτους δύο αγώνες του 1995.

Όταν πλέον ολοκληρώθηκε το μονοθέσιο στα μέτρα του, συμμετείχε στους αγώνες του Σαν Μαρίνο και της Καταλονίας. Τα αποτελέσματα δεν ήταν καλά μην τερματίζοντας καν και στους δύο. Απογοητευμένος από την οδηγική συμπεριφορά της MP4/10, την οποία δεν θεωρούσε καθόλου ανταγωνιστική, ο 41χρονος πλέον Μάνσελ έφυγε από την ομάδα και αποσύρθηκε οριστικά από την F1. Σίγουρα όχι το ιδανικότερο αντίο για έναν οδηγό της κλάσης του… Τουλάχιστον όμως αποσύρθηκε με έναν παγκόσμιο τίτλο στις πλάτες του και έχοντας πλέον μια μεγάλη περιουσία από την ενασχόλησή του με το άθλημα.

Mάνσελ και Σένα: Σπουδαίοι αντίπαλοι, μεγάλοι φίλοι

Εάν στη μεγάλη καριέρα του Μάνσελ, υπήρξε ένα πρόσωπο που να συνδέθηκε τόσο έντονα μαζί του δεν ήταν άλλο από του Άιρτον Σένα. Τα δύο θρυλικά ινδάλματα της Formula 1 στη διάρκεια της ιδιαίτερης αντιπαλότητας τους είχαν αρκετές μάχες. Προσφέροντάς μερικές από τις πιο εικονικές στιγμές του σπορ. Όπως το photo finish στην Χερέθ το 1986, με τον Σένα οδηγό της Lotus ακόμα να παίρνει την καρώ σημαία πρώτος για 0.016 δευτερόλεπτα!

Ή τη μάχη τους στο Βελγιο το 1987 και το επικό τους ρόδα με ρόδα στη Βαρκελώνη το 1991 σκηνή που ακόμα μαγεύει μικρούς και μεγάλους. Φυσικά δεν δύναται να παραλειφθεί και η σπουδαία τους μάχη στα στενά του Μονακό το 1992. Όταν η αμυντική δεξιοτεχνία του Σένα στέρησε από τον Μάνσελ το ψηλότερο σκαλί του βάθρου στον μοναδικό μεγάλο αγώνα που δεν κέρδισε ποτέ.

Βέβαιως υπήρξαν και οι άσχημες στιγμές όπως στην Αυστραλία το 1992. Σε μια από τις ελάχιστες φορές που οι δυο τους συγκρούστηκαν. Όμως ήταν πολύ λίγες και όχι αρκετά ικανές για να γκρεμίσουν την ιδιαίτερη φιλία μεταξύ του Βρετανού και του Βραζιλιάνου. Αξέχαστη είναι μέχρι σήμερα η στιγμή μετά το τέλος του αγώνα της Μεγ. Βρετανίας το 1991. Όταν ο Μάνσελ παραμέρησε τον γύρο του θριάμβου για τη νίκη του και επέτρεψε στον Σένα (του οποίου η Mclaren είχε μέινει από βενζίνη) να ανέβει στο μονοθέσιο του για να γυρίσει στο pitlane. Μάλιστα, τη μέρα που ο Μάνσελ κέρδισε τον τίτλο έναν χρόνο αργότερα, ο Βραζιλιάνος ήταν από τους πρώτους που τον συνεχάρη.

Τα πρωταθληματικά και μη παράσημα

Ο Νάιτζελ Μάνσελ αγωνιζόμενος σε 15 σεζόν στην κορωνίδα του μηχανοκίνητου αθλητισμού μέτρησε 192 συμμετοχές σε Grand Prix (187 εκκινήσεις) στις οποίες είχε 31 νίκες, 59 βάθρα, 32 pole position, 30 ταχύτερους γύρους και 4 Grand Slam. Όμως το μεγαλύτερο τιμητικό παράσημο για τον “λέοντα” θα είναι πάντα η πρωταθληματική σεζόν του 1992. Το ’92 ήταν δίχως υπερβολή η απόλυτη χρονιά για τον Μάνσελ. Ο Βρετανός όχι απλά κέρδισε τον τίτλο, αλλά το πραγματοποίησε θέτωντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο

Όπως το ρεκόρ των περισσότερων νικών σε μια σεζόν (9), επίδοση που δεν θα έσπαγε κανείς μέχρι τον Μίκαελ Σουμάχερ το 2002. Ή εκείνο για τις περισσότερες pole position σε μια σεζόν (14) το οποίο έσπασε μόλις το 2011 ο Σεμπάστιαν Φέτελ. Ακόμη κατέχει μέχρι σήμερα το ρεκόρ του υψηλότερου ποσοστού pole position σε μία σεζόν (88%) και μαζί με τον Φέτελ μοιράζεται επίσης το ρεκόρ για τις περισσότερες νίκες που έχουν επιτευχθεί από pole σε μία σεζόν (9).

Μια ακόμη πολύ ξεχωριστή στιγμή για τον ίδιο μέσα στο 1992, ήταν η (τέταρτη) νίκη του στο Σίλβερστοουν. Όταν πέτυχε την 28η νίκη της καριέρας του και έγινε ο πιο πετυχημένος (τότε) σε νίκες Βρετανός πιλότος όλων των εποχών. Ξεπερνώντας τον σπουδαίο Τζάκι Στιούαρτ (27). Την ίδια χρονιά κέρδισε το βραβείο της Αθλητικής προσωπικότητας της χρονιάς για το BBC. Όντας παράλληλα και ένας από τους τέσσερις ανθρώπους που έχουν καταφέρει να το πάρουν δύο φορές.

Σε πιο μεταγενέστερες τιμές, το 2005 εντάχθηκε στο παγκόσμιο Hall of Fame του μηχανοκίνητου αθλητισμού. Eνώ παρέλαβε και δύο φορές το μετάλλιο τιμής της βρετανικής αυτοκρατορίας. Από το 2015 όταν επέστρεψε ο αγώνας του Μεξικού στο πρόγραμμα της Formula 1, η τελευταία στροφή της πίστας των αδερφών Ροντρίγκεζ (Αutodromo Hernanos Rodriguez) φέρει το όνομα του.

Αντι επιλόγου…

Σήμερα στα 69 του ο Μάνσελ έχει μια πιο ήρεμη ζωή. Όντας οικονομικά ευκατάστατος, παντρεμένος από το 1977, πατέρας τριων παιδιών. Και γεμάτος πλέον αγωνιστικά από την καριέρα του και τις μεγάλες εμπειρίες στη διάρκειά της. Παρότι που και που ακόμα πιάνει τα τιμόνια όταν του δίνεται η δυνατότητα… Εισπράτωντας ακόμα την αγάπη του κόσμου που δεν τον ξέχασε. Ειδικά στην πατρίδα του την Αγγλία.

“Είχα πονοκεφάλους και απογοητεύσεις, αλλά ένιωσα και μεγάλη ικανοποίηση. Οδηγούσα πάντα όσο σκληρά ήξερα”. Είπε κάποια στιγμή για την καριέρα του ο θρυλικός Βρετανός πιλότος.

Αυτό είναι ίσως και το στοιχείο που τον χαρακτήριζε. Η γρήγορη, σκληρή, ηρωική οδήγηση και ο ατίθασος χαρακτήρας του. Γιατί πολλοί ήταν οι πιλότοι που το όνομά τους γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην ιστορία του αθλήματος που λέγεται F1. Όμως λίγοι σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή όπως ο Νάιτζελ Μάνσελ. Όσα χρόνια και αν περάσουν θα είναι για πάντα το “λιοντάρι” της κορωνίδας των motorsports. Ξεχωρίζοντας απο τους υπόλοιπους. Συγκινώντας τους παλαιούς και εμπνέοντας τους νεότερους που μεγάλωσαν με τον θρύλο του.