Για πολλούς θεωρείται ως ο παίκτης με το μεγαλύτερο ταλέντο που δεν αξιοποίησε ποτέ ενώ για άλλους είναι απλώς ένας «Μπέμπης». Εμείς πάντως τον γνωρίζουμε ως Φάνη Χριστοδούλου και μέσα από το Debut.gr σας παρουσιάζουμε την πλούσια μπασκετική καριέρα του.

Το όνομά του περικλείει μία μεγάλη μπασκετική καριέρα, ένα αιώνιο ταλέντο και ένα τεράστιο γιατί. Μπορεί να μην είχε ποτέ την αναγνώριση των Γκάλη και Γιαννάκη όμως ο Φάνης Χριστοδούλου αποτελεί από μόνος του ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στο κομμάτι του Ελληνικού αλλά και του Ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Ο «Μπέμπης» της Ελλάδας, για διάφορους λόγους, μπορεί να μην έκανε τη καριέρα που θα μπορούσε να πραγματοποιήσει, σίγουρα όμως δεν έχει μετανιώσει για καμία από τις επιλογές του. Τίμησε με το καλύτερο δυνατό τρόπο τα γαλανόλευκα χρώματα της εθνικής ομάδας και αποτελεί μέχρι σήμερα την σημαία του αγαπημένου του Πανιωνίου. Ας δούμε όμως την ιστορία και τα επιτεύγματά του πιο αναλυτικά μέσα από το Debut.gr

Από τη Δάφνη στον δικό του Πανιώνιο

Γεννημένος στις 22 Μαΐου του 1965 ο Φάνης Χριστοδούλου ξεκίνησε την καριέρα του στη Δάφνη. Έχοντας ήδη ξεχωρίσει με τη παρουσία  του στις μικρές εθνικές ομάδες όλοι οι «μεγάλοι» του ελληνικού μπάσκετ περίμεναν στη γωνία για να τον αποκτήσουν. Στην τελευταία στροφή όμως νικητής αναδείχθηκε ο «Ιστορικός» παρόλο που σύμφωνα με ρεπορτάζ της εποχής προσέφερε τα λιγότερα χρήματα σε σχέση με ομάδες όπως τον Άρη, τον Παναθηναϊκό, τον Ολυμπιακό και τον Πανελλήνιο. ‘Όμως η συμφωνία περιείχε έμψυχα ανταλλάγματα που έκαναν και τη διαφορά. Η συμφωνία, λοιπόν, μεταξύ Δάφνης και Πανιωνίου έκλεισε με ένα ποσό της τάξεως των 3.000.000 δραχμών ενώ παράλληλα παραχωρήθηκαν στην Δάφνη οι παίκτες Κούτρας, Μπέλσης, Κωνσταντώνης, Κιούσης, Ολύμπιος και ο Μάκης Δενδρινός.

Η συνέχεια λίγο έως πολύ γνωστή. Ο Φάνης παρέμεινε στον Πανιώνιο 13 ολόκληρες σεζόν (1983-1997) και εξελίχθηκε σε έναν all around παίκτη που μπορούσε να παίξει σε όλες τις θέσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πως με την ίδια άνεση μπορούσε να αγωνίζεται στην θέση του center και να μαρκάρει έναν παίκτη τύπου Στόγιαν Βράνκοβιτς και από την άλλη μπορούσε να κληθεί να έρθει αντιμέτωπος με τον πολύ κοντύτερό του Νίκο Γκάλη.

Ο Χριστοδούλου αποτελούσε έναν ολοκληρωμένο παίκτη που όμοιος του μπορεί να μην εμφανιστεί ξανά. Έβαζε πάντα το «εγώ» του κάτω από την ομάδα και ήταν αυτός που οδήγησε τον Πανιώνιο στο δρόμο των επιτυχιών, κάνοντας τον υπολογίσιμη δύναμη τόσο στην Ελλάδα, καταφέρνοντας εν μέρει να «σπάσει» το δίπολο της εποχής που ήταν Άρης και ΠΑΟΚ, όσο και στην Ευρώπη. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που το 1987 επιλέχτηκε στο NBA Draft από τους Atlanta Hawks στην 90η θέση. Ποτέ του όμως δεν έκανε το βήμα παραπάνω για διάφορους λόγους όπως θα δούμε παρακάτω.

Παρά το προβλήματα τραυματισμών που αντιμετώπιζε σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του (πάντα αγωνιζόταν με δεμένα τα γόνατά του) αλλά και της εξωγηπεδικής ζωής που έκανε (κάπνιζε, έπινε και ξενυχτούσε) αναμφισβήτητα αποτελεί τον παίκτη που ανάγκασε το κόσμο να διαβάζει στατιστική όχι μόνο για τους πόντους. «Ο Πανιώνιος είχε καλή ομάδα. Την εποχή του Τζούροβιτς έπαιξε το καλύτερο μπάσκετ στην Ελλάδα. Και επί εποχής Ίβκοβιτς παίξαμε καλό μπάσκετ. Το καλό του Πανιωνίου ήταν ότι έκανε καλές επιλογές σε ξένους παρότι δεν είχε πολλά λεφτά…» είχε δηλώσει σε μία από τις λιγοστές, μετά από την αποχώρησή του, συνεντεύξεις. Οι κόποι και η δουλειά όλων αυτών των χρόνων ανταμείφθηκαν καθώς το 1991 ο Πανιώνιος κέρδισε στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας τον ΠΑΟΚ με σκορ 73-70 για τον θεσμό του Κυπέλλου Ελλάδος, με τον Χριστοδούλου να σκοράρει 22 πόντους και να κατακτά τον πρώτο τίτλο στην καριέρα του. Από το «παλμαρέ» του όμως πάντα θα απουσιάζει ένα πολυπόθητο πρωτάθλημα με τον αγαπημένο του Πανιώνιο, αν και την αγωνιστική περίοδο 1986-1987 έφτασε πάρα πολύ κοντά στο να το κατακτήσει αλλά στους τελικούς υπέκυψε στην ανωτερότητα του Άρη και τελικά κατέλαβε την δεύτερη θέση (η καλύτερη σε αυτό το διάστημα των 13 σεζόν). Στην ίδια συνέντευξη που είχε παραχωρήσει το 2007 στην εφημερίδα «Πράσινη» ανέφερε χαρακτηριστικά: «Το κακό με τον Πανιώνιο, που του στοίχισε 2 με 3 πρωταθλήματα ήταν ότι δεν ήταν δυνατός έξω από το γήπεδο…», ενώ σε άλλο σημείο: «Τα πρωταθλήματα δεν κερδίζονται μόνο μέσα στα γήπεδα… Όποιος έχει οικονομική ευρωστία προχωράει περισσότερο απ’ όσο πρέπει…. Όχι μόνο στο μπάσκετ παντού. Ο Πανιώνιος δεν είχε ούτε λεφτά, ούτε γνωριμίες. Πήγαινε με τον σταυρό στο χέρι…». Δεν ήταν λίγες οι φορές που ο ίδιος θεωρούσε πως του «έκλεβαν» τον ιδρώτα, αναφερόμενος φυσικά στους διαιτητές τους οποίους θεωρούσε «όργανα ανωτέρων δυνάμεων».

Με τον Φάνη στη σύνθεσή του ο Πανιώνιος πραγματοποίησε μία εξαιρετική πορεία και στην Ευρώπη, όπου κατάφερε να φτάσει μέχρι και τα ημιτελικά του κυπέλλου Κόρατς το 1994 όμως ηττήθηκε από τον παντοδύναμο και μετέπειτα τροπαιούχο ΠΑΟΚ του Σούλη Μαρκόπουλου (που συνέχιζε το έργο του Ντούσαν Ίβκοβιτς) σε μία διαδικασία δύο αγώνων. Μπορεί αυτά τα δεκατρία χρόνια να μην συνδυάστηκαν με τίτλους (μόλις ένα Κύπελλο Ελλάδος) όμως με τον Χριστοδούλου στη σύνθεσή του ο Πανιώνιος καθιερώθηκε σε μία υπολογίσιμη δύναμη εντός και εκτός συνόρων. Μέχρι σήμερα μάλιστα αποτελεί ένα παίκτη ορόσημο για τους «κυανέρυθρους» που τίμησε και με το παραπάνω τα χρώματα της ομάδας και το όνομά του έγινε σύνθημα στα χείλη των «Πανθήρων».

Η μεταγραφή στον Παναθηναϊκό και το μεγάλο φινάλε

Δεκατρείς σεζόν στο μπάσκετ, αλλά και γενικά στον αθλητισμό, μπορούν εύκολα να χαρακτηριστούν μία ολόκληρη ζωή. Αυτό ακριβώς ισχύει και στην περίπτωση του Φάνη. Πέρασε σχεδόν όλη του την μπασκετική καριέρα στον Πανιώνιο βιώνοντας τόσο χαρές όσο και λύπες. Αναφέρθηκε όμως η λέξη «σχεδόν» γιατί ο Χριστοδούλου δεν έκλεισε τη καριέρα του με τα χρώματα του «Ιστορικού». Αντίθετα αποχαιρέτησε την ομάδα και υπέγραψε συμβόλαιο διετούς διάρκειας με τον Παναθηναϊκό που παρά τις ευρωπαϊκές διακρίσεις, το τελευταίο του πρωτάθλημα χρονολογείται στη μακρινή σεζόν του 1983-1984. Ενδιάμεσα φυσικά είχαν κατακτηθεί δύο κύπελλα Ελλάδος (1986, 1993). Τη χρονιά αυτή (1997-1998) ο Χριστοδούλου ικανοποίησε έναν διπλό του στόχο. Από την μία συνέβαλε τα μέγιστα για να επανέλθει ο Παναθηναϊκός στη κορυφή της Ελλάδος καθώς στους τελικούς υπέταξε τον ΠΑΟΚ με συνολικό σκορ 3-2 και από την άλλη πρόσθεσε στη προσωπική του τροπαιοθήκη ένα πολυπόθητο πρωτάθλημα που τόσο έλλειπε.

Η σεζόν όμως αυτή είχε στιγματιστεί με την επικείμενη επιστροφή του στο κλειστό της Νέας Σμύρνης, στο γήπεδο που καθιερώθηκε και αγαπήθηκε. Ήταν 7 Φεβρουαρίου του 1998 όταν ο Φάνης περνούσε τις πόρτες του γηπέδου του Πανιωνίου φορώντας όμως τα πράσινα χρώματα του Παναθηναϊκού. Ήταν η στιγμή που ο «Μπέμπης» λύγισε και δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του, όταν βρέθηκε στη θέση να αγωνιστεί απέναντι στο «σπίτι» του. Για την ιστορία το συγκεκριμένο παιχνίδι είχε λήξει με σκορ 77-95 υπέρ των πρασίνων.

Η χρονιά αυτή μπορεί να είχε την καλύτερη δυνατή κατάληξη με την κατάκτηση του πρωταθλήματος, όμως η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη. Μπορεί ο «Μπέμπης» να είχε υπογράψει συμβόλαιο δύο ετών όμως τα χρόνια προβλήματα τραυματισμών τον ανάγκασαν να βάλει τέλος σε αυτή τη σπουδαία καριέρα. Στα 33 του, λοιπόν, χρόνια αποφάσισε να «κρεμάσει» τα παπούτσια του και να αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Ωστόσο αμέσως μετά από την απόφασή του, προέβη σε μία ενέργεια που συναντάμε σπάνια και αποτελεί τρανταχτό δείγμα του επαγγελματισμού του. Παρόλο που είχε δεύτερο εγγυημένο χρόνο συμβολαίου, πήρε την πρωτοβουλία να το «σπάσει» και να επιστρέψει τα χρήματα που αναλογούσαν πίσω στους αδερφούς Γιαννακόπουλους. Μπορεί να είχαν περάσει τόσα χρόνια από τότε, όμως ο κ. Θανάσης Γιαννακόπουλος ακόμα θυμόταν την συγκεκριμένη κίνηση του Φάνη.

Για να κλείσουμε και το κεφάλαιο του «Μπέμπη» στον Παναθηναϊκό, αυτό που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι πως δεν μετάνιωσε γι’ αυτή του την απόφαση. Αντίθετα αν είχε την δυνατότητα θα ήθελε να αγωνιστεί περισσότερα χρόνια με τα πράσινα. Βέβαια μύθος της εποχής αναφέρει πως η εμπειρία που ήταν να παίζει απέναντι στον Πανιώνιο, ήταν τόσο δυσβάσταχτη που δεν ήθελε να την ξαναζήσει. Αλήθεια ή ψέματα ποτέ δεν θα το μάθουμε.

Κεφάλαιο Εθνική ομάδα

Με τα χρώματα της Ελλάδας ο Χριστοδούλου έγραψε τη δική του ιστορία, αποτελώντας σημείο κατατεθέν όλα αυτά τα χρόνια. Η πρώτη του συμμετοχή στην Εθνική ανδρών χρονολογείται στις 31 Αυγούστου του 1983 στους Βαλκανικούς αγώνες σε ηλικία μόλις 18 ετών. Πραγματοποίησε σπουδαίες εμφανίσεις με τα γαλανόλευκα, με αποκορύφωμα την κατάκτηση της κορυφής της Ευρώπης το 1987 σε εκείνο τον αξέχαστο τελικό στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας όπου η Εθνική ομάδα νίκησε την πανίσχυρη Σοβιετική Ένωση με σκορ 103-101 στην παράταση (κ.α. 89-89). Ο Φάνης ολοκλήρωσε την διοργάνωση έχοντας κατά μέσο όρο 8,8 πόντους ανά παιχνίδι όμως έχοντας στο ενεργητικό του κάποιες σπουδαίες εμφανίσεις, όπως στον ημιτελικό απέναντι στην πανίσχυρη Γιουγκοσλαβία του Πέτροβιτς που σημείωσε 18 πόντους, συνέβαλε στην ολοκλήρωση του άθλου του 1987. Συνολικά το γαλανόλευκο κοντέρ του κατέγραψε 220 συμμετοχές, σημειώνοντας παράλληλα 2269 πόντους (10,31 κατά μέσο όρο). Φυσικά εκτός από το Ευρωμπάσκετ του 1987 συμμετείχε και στα Ευρωμπάσκετ του 1989, 1991, 1993, 1995 και 1997, στα Μουντομπάσκετ του 1986, 1990, 1994 και στους Ολυμπιακούς αγώνες του 1996.

Το τεράστιο «Γιατί»

  • «Χαίρομαι να παίζω μπάσκετ, γιατί έχω τον Φάνη να μου πασάρει» είχε πει ο σπουδαίος Ντίνο Ράτζα.
  • Αργύρης Πεδουλάκης: «Ο Φάνης ήταν αυτός που άλλαξε την εικόνα του κόσμου για το μπάσκετ, αποδεικνύοντας πως για να είσαι μεγάλος παίκτης δεν χρειάζεται να βάζεις 30 πόντους».
  • «Κόψε τσιγάρο, ποτά και τη μηχανή και κατέβα μαζί μου στην προετοιμασία να χτίσω τον Ολυμπιακό επάνω σου». Θερμή παράκληση από τον Γιάννη Ιωαννίδη.
  • «Δεν τον έχω δει ποτέ σε πρωινή προπόνηση, δε νομίζω ότι τα πάει καλά μαζί της» ατάκα του προπονητή του, Βλάντο Τζούροβιτς.
  • Ρόι Τάρπλεϊ: «Κανείς στη ζωή μου δεν με έχει μαρκάρει όπως ο Φάνης».

Οι παραπάνω παραπομπές αποτελούν ενδεικτικά κάποιες απόψεις σχετικά με τον αθλητή Χριστοδούλου.  Παραμένει μέχρι σήμερα για πολλούς ο πιο ολοκληρωμένος Έλληνας παίκτης αλλά παράλληλα αποτελεί και το μεγαλύτερο χαμένο ελληνικό στοίχημα. Ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά αν στα 17 του χρόνια έφευγε από την Ελλάδα και αποδεχόταν την πρόταση Αμερικανικού πανεπιστημίου. Η Ελληνική Ομοσπονδία όμως είχε άλλη άποψη και δεν τον άφησε να κάνει το μεγάλο βήμα. Εύλογα δημιουργείται η απορία. Για ποιο λόγο τότε δεν πήγε στο NBA; Η απάντηση είναι απλή και την έχει δώσει ο ίδιος με το δικό του ξεχωριστό τρόπο. «Δεν έχω και σε μεγάλη υπόληψη το ΝΒΑ. Σε θέματα τακτικής είναι κολοκύθια τούμπανα!» Σίγουρα δεν έχει μετανιώσει για τίποτα από όσα έχει κάνει. Δεν τον ενδιέφερε ποτέ τι εξέλιξη θα είχε και σε ποιο σημείο θα είχε φτάσει αν δεν κάπνιζε και αν δεν έπινε γιατί «έκανα αυτό που ήθελα… Δεν θα μπορούσα να ήμουν διαφορετικός άνθρωπος…». Βέβαια ο ίδιος σε κάποιες περιπτώσεις πίεσε παραπάνω από όσο έπρεπε τον εαυτό του. Και αν έχασε διάφορες ευκαιρίες ήταν καθαρά δική του απόφαση χωρίς την μεσολάβηση άλλων εξωτερικών παραγόντων.

Και φτάνουμε στο σήμερα. Ο «Μπέμπης» ετοιμάζεται να μπει ξανά στα μπασκετικά δρώμενα. Πιο ώριμος από ποτέ θέλει να επαναφέρει τον Πανιώνιο ξανά στον δρόμο των επιτυχιών. Όπως είχε κάνει και τότε…

Καταλήγοντας, έννοιες όπως η αναλογία ασίστ-λαθών, περιστροφή στην άμυνα, «all around», split out κ.α. που τότε δεν είχαν καμία σημασία, έγιναν κομμάτι της μπασκετικής καθημερινότητας λόγω του «Μπέμπη». Μπορεί κατά τον ίδιο να μην υπήρξε ποτέ πρότυπο αθλητή, όμως όλοι οι μπασκετόφιλοι τον ευχαριστούν για όλα όσα πρόσφερε στον Ελληνικό αθλητισμό. Γιατί παρά την αμφισβήτηση που δεχόταν όλα αυτά τα χρόνια για τη γενικότερη ζωή που έκανε, ενώ άλλος στη θέση του θα μπορούσε να τα παρατήσει, ο Φάνης έμπαινε στο παρκέ δείχνοντας την πραγματική του αξία. Και αυτή σε καμία περίπτωση δεν χωρά αμφισβήτηση.