Το Debut.gr βρέθηκε στη Ρώμη λίγο καιρό πριν την πανδημία του κορωνοϊού και σε ένα πλακόστρωτο σοκάκι της «Αιώνιας Πόλης» βρήκε έναν ανέλπιστο θησαυρό.

Στη Ρώμη βρέθηκα για διακοπές. Η επιλογή της ήταν άκρως συνυφασμένη με την ένδοξη ιστορία της αρχαίας πόλης που πάντα με γοήτευε. Αλλά σε μια χώρα με τόσο μεγάλο και πλούσιο ποδοσφαιρικό παρελθόν πως είναι δυνατόν να μην πέσεις πάνω σε κάτι που να αναφέρεται στη στρογγυλή θεά;

Πάτησα το πόδι μου στην ιταλική πρωτεύουσα λίγες ώρες μετά το ντέρμπι της πόλης μεταξύ Ρόμα και Λάτσιο. Παρά τη φετινή υπέροχη των «λατσιάλι», ένα τέτοιο ματς δε σήκωνε προβλέψεις, φαβορί και αουτσάιντερ. Οι δύο ομάδες αναδείχθηκαν ισόπαλες 1-1 αφήνοντας τους φίλους τους να «διασταυρώνουν» τα ξίφη τους και μετά το παιχνίδι για το ποιος είναι το αφεντικό της πόλης. Ποδοσφαιρικά αυτά αλλάζουν, αλλά με τα όσα αντίκρισα στην πόλη, το μόνο σίγουρο είναι ότι η Λάτσιο είναι φιλοξενούμενη κι ας ιδρύθηκε πρώτη, πίσω στο 1900.

Περπατώντας προς τη Piazza del Popolo, στριμωγμένο σε ένα στενό ανάμεσα σε εντυπωσιακά, σύγχρονα καταστήματα ξεπροβάλλει μια ταμπέλα με neon γράμματα που σχηματίζουν τις λέξεις “Old Soccer”. Με το πρώτο βλέμμα μέσα καταλαβαίνω πως πρόκειται για θησαυρό. Ένα μαγαζί όλο κι όλο δύο επί τρία μέτρα ήταν πλημμυρισμένο με φανέλες, κασκόλ μέχρι και μπάλες μιας άλλης εποχής. Μια χρονομηχανή που με ταξίδεψε σε δεκαετίες που δεν είχα ζήσει ποτέ αλλά μου προκαλούσαν πάντα δέος.

Ευτυχώς ο κόσμος δείχνει ενδιαφέρον για αυτού του είδους τα προϊόντα. Είναι μιας άλλης εποχής αλλά είναι μοναδικά. Έχουν τεράστια διαφορά από τα σημερινά.

Ο κύριος Μαουρίτσιο με υποδέχθηκε με χαρά και όταν του εξέφρασα το θαυμασμό μου για το παλάτι του, διέκρινα μια απορία και συνάμα μια συγκίνηση στα μάτια του. Συγκίνηση για τα καλά λόγια που άκουσε από έναν άγνωστο αλλά και απορία που κάποιος της ηλικίας μου ενδιαφέρθηκε για τα στολίδια που κοσμούσαν το μαγαζί του.

«Το μαγαζί το έχω εδώ και είκοσι χρόνια. Έχω πάρει ειδική άδεια για να φτιάχνω τις φανέλες. Παίρνω τις φωτογραφίες και τις ράβω χειροποίητα. Έχω από ιταλικές ομάδες, από άλλες χώρες της Ευρώπης, μέχρι και από τη Λατινική Αμερική. Τις περισσότερες τις γνώρισα μέσα από ταξίδια που έκανα τις περασμένες δεκαετίες. Από εκεί αγόρασα και πολλά από αυτά, τα έκανα συλλογή. Μπάλες, κασκόλ, κονκάρδες. Είναι το μοναδικό κατάστημα στον κόσμο που βρίσκει κανείς αυτά τα προϊόντα. Υπάρχει ένα παρόμοιο μόνο, στην Ισπανία.

Τον άκουγα με προσήλωση και μου πετάγονταν στο μυαλό διαρκώς ερωτήσεις για το πως και το γιατί της δημιουργίας αυτού του καταστήματος. Σε εποχές που όλες οι ομάδες έχουν δικές τους boutique και φυσικά κυριαρχεί το ίντερνετ όπου τα βρίσκεις όλα.

«Ευτυχώς ο κόσμος δείχνει ενδιαφέρον για αυτού του είδους τα προϊόντα. Είναι μιας άλλης εποχής αλλά είναι μοναδικά. Έχουν τεράστια διαφορά από τα σημερινά. Τώρα το υλικό είναι φτηνό είναι συνθετικό σα νάιλον, τότε ήταν καλής ποιότητας, ήταν μαλλί, βαμβάκι», μου απαντά ο κ. Μαουρίτσιο.

Η αγάπη του για το ποδόσφαιρο, παρότι δεύτερη γενιά αθλητής ράγκμπι, ήταν έκδηλη. Ήξερε όλες τις ομάδες, όλους τους παίκτες ενώ φυσικά με πολλούς που αγωνίζονται στην Ιταλία γνωρίζεται προσωπικά και διατηρεί καλές φιλίες. Χαρακτηριστική αυτή με τον Ντανιέλε Ντε Ρόσι, έναν από τους τελευταίους ρομαντικούς που τίμησε επί σειρά ετών τη φανέλα της Ρόμα προτού μετακομίσει στην Αργεντινή για λογαριασμό της Μπόκα Τζούνιορς.

«Για μένα κορυφαίος Ιταλός όλων των εποχών είναι ο Τότι. Όχι μόνο για τη σχέση του με τη Ρόμα αλλά για όλα όσα έκανε στην Ιταλία. Και ο Ντε Ρόσι είναι σπουδαίος και παρότι είναι φίλος μου είναι πίσω από τον Τότι».

Πόσο έχει αλλάξει όμως το ποδόσφαιρο στα μάτια ενός «ρομαντικού» τα τελευταία χρόνια; Πως έχει διαμορφωθεί το άθλημα με τις σύγχρονες προδιαγραφές και κατά πόσο αυτές το έχουν «ασχημύνει»;

«Παλιά που δεν υπήρχαν οι χορηγοί, το ποδόσφαιρο ήταν αυθεντικό. Φαινόταν μέχρι και στις φανέλες. Όλα πλέον είναι υπερβολικά εμπορευματοποιημένα. Οι νεότερες γενιές δεν το καταλαβαίνουν. Βλέπουν κάτι που τους αρέσει γιατί δεν μπορούν να συγκρίνουν με κάτι άλλο. Εμείς, οι παλιοί, που θυμόμαστε ακόμα όσα ζήσαμε άλλες δεκαετίες, μας φαίνεται άσχημη η κατάληξη».

Ο Μαραντόνα ήρθε στη Νάπολι όταν ήταν ο κορυφαίος του κόσμου. Πιστεύεις ότι θα πήγαινε τώρα ο Κριστιάνο ή ο Μέσι στη Νάπολι;

Μιλούσαμε ήδη για σχεδόν μια ώρα. Ο κύριος Μαουρίτσιο επέμενε να κεράσει έναν εσπρέσο προτού συνεχίσουμε την άκρως ενδιαφέρουσα κουβέντα μας. Βρισκόμουν στο κέντρο της Ρώμης με έναν λάτρη της μπάλας, φίλο του Ντε Ρόσι και φυσικά οπαδό της Ρόμα. Όταν τον ρώτησα ποιο είναι το αφεντικό της πόλης γέλασε.

«Στην πραγματικότητα δεν υφίσταται τέτοια ερώτηση. Είμαστε τυχεροί που έχουμε ένα ντέρμπι στην πόλη αλλά αυτός είναι ένας ορισμός που υπάρχει μόνο για τον αγώνα. Δεν υπάρχει άλλη ομάδα στην πόλη εκτός από τη Ρόμα. Δε θα βρεις πολλούς οπαδούς της Λάτσιο. Το θεωρούμε λίγο ντροπή να είσαι Λάτσιο στη Ρώμη. Παίρνουμε πολύ σοβαρά το πολιτικό στοιχείο ξέρετε».

Αναλύοντας το σημερινό ποδόσφαιρο μου εξέφρασε μεταξύ άλλων την πικρία του για την κατάληξη του ιταλικού πρωταθλήματος όπου η Γιουβέντους είναι η απόλυτη κυρίαρχος και δε δύναται καμία άλλη ομάδα να της πάρει τα σκήπτρα από τα χέρια.

«Είναι άσχημο να είναι τόσο προβλέψιμο το πρωτάθλημα. Παρακολουθώ την ομάδα μου γιατί την αγαπώ με όλη μου την καρδιά αλλά το να ξέρεις από την αρχή της σεζόν τον πρωταθλητή χαλάει όλη τη μαγεία. Έτσι είναι όμως σε όλα τα πρωταθλήματα. Στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αγγλία, την Ισπανία. Απλά σε κάποιες χώρες υπάρχουν δύο ή και τρεις ομάδες να διεκδικήσουν το πρωτάθλημα. Όποιος έχει τα περισσότερα χρήματα βγαίνει πρωταθλητής. Οι χορηγοί πηγαίνουν στον πρώτο, του δίνουν φοβερά ποσά και μπορεί να αγοράσει κορυφαίους παίκτες. Για τους άλλους τι θα μείνει; Ίσως κάποιος νεαρός, κάποιο ταλέντο που όμως θα φύγει γρήγορα. Δεν ήταν έτσι τα παλιά χρόνια. Ο Μαραντόνα ήρθε στη Νάπολι όταν ήταν ο κορυφαίος του κόσμου. Πιστεύεις ότι θα πήγαινε τώρα ο Κριστιάνο ή ο Μέσι στη Νάπολι;».