Δύο απ' τα πιο βαριά χαρτιά των Σικάγο Μπουλς του «The Last Dance» είχαν έρθει στην Ευρώπη και το Debut συνομίλησε με τον Φινλανδό παράγοντα, Αλέξι Βαλαβουόρι, που είχε κλείσει τα mega deals με Ντένις Ρόντμαν - Σκότι Πίπεν πριν κυνηγήσει το θαύμα και με τον Μάικλ Τζόρνταν.

Εδώ και δύο εβδομάδες, αλλά και για τις επόμενες τρεις που θα ακολουθήσουν, το μπασκετικό κοινό λαμβάνει μέρος στη νέα, πορτοκαλί απόχρωσης, «ιεροτελεστία» της Δευτέρας στημένο μπροστά στις οθόνες. Το πολυαναμενόμενο «The Last Dance» είναι πια διαθέσιμο και υπενθυμίζει στους πιστούς της «σπυριάρας» γιατί οι Σικάγο Μπουλς των 90s ήταν μπασκετική θρησκεία.

Ο Μάικλ Τζόρνταν ήταν και παραμένει ο Θεός του μπάσκετ, το πρόσωπο που γιγαντώνει την επιτυχία αυτής της σειράς-ντοκιμαντέρ, η οποία άλλωστε δεν θα είχε δημιουργηθεί αν δεν υπήρχε ο ίδιος και χωρίς την έγκρισή του. Στο παρκέ της οθόνης όμως δεν παίζει μόνος του, έχει συμπρωταγωνιστές εκείνους που έκαναν πιο εύκολο το έργο του κι εντός των τεσσάρων γραμμών. Ήδη έχουμε δει σημαντικό μέρος των επεισοδίων να ασχολείται με συμπαίκτες του και οι Σκότι Πίπεν – Ντένις Ρόντμαν είχαν εξαρχής την τιμητική τους.

Ο κόσμος λοιπόν θυμήθηκε, ή έμαθε αν δεν γνώριζε, πώς ο αγωνιστικός περίγυρος του «MJ» συνέβαλε στην εκτόξευσή του και την επίτευξη του διπλού triple crown. Πίπεν και Ρόντμαν είναι δύο από τα κορυφαία ονόματα στην ιστορία του ΝΒΑ, ο πρώτος μάλλον ο καλύτερος συμπαίκτης όλων των εποχών, ο δεύτερος ένας εκ των top ριμπάουντερ ever.

Κι όμως, οι Φινλανδοί με την σχεδόν μηδενική μπασκετική κουλτούρα και την ιστορία λίγων μόλις σελίδων μπορούν να καυχιούνται πως είδαν από κοντά αυτά τα δύο «τοτέμ» και λίγο έλειψε να δουν και την απόλυτη μπασκετική «θεότητα». Πώς; O Aλέξι Βαλαβουόρι έχει τις απαντήσεις και τις έδωσε στο debut.gr.


Σήμερα δεν ασχολείται με το μπάσκετ, δεν έχει άλλη σχετική ιδιότητα πέραν αυτής του μόνιμα ερωτευμένου με τον αθλητισμό, αλλά υπήρξε ο υπεύθυνος για δύο από τις πιο ιστορικές στιγμές στον φινλανδικό αθλητισμό. Η αρχή έγινε το 2005, όταν σε ηλικία 26 ετών, μετρούσε ήδη ένα χρόνο ως General Manager της ToPo (Τόρπαν Πόγιατ), ομάδας του Ελσίνκι που μόλις είχε ανέβει στην πρώτη κατηγορία.

O τρελός διαγωνισμός «Wife Carrying» που ξεκίνησε από την Φινλανδία και περιλαμβάνει αγώνες μεταξύ ανδρών που κουβαλούν στις πλάτες τις συζύγους τους ήταν η αφορμή ώστε ο Ντένις Ρόντμαν να βρεθεί στην Φινλανδία τους πρώτους μήνες του έτους. Ο εκκεντρικός, παλαίμαχος star του ΝΒΑ δεν έχασε την ευκαιρία για ένα ποτό και στο μαγαζί κλείστηκε ένα deal πρωτοφανές.

«Ήμουν General Manager της Tόρπαν Πόγιατ, μίας θρυλικής ομάδας εδώ στην Φινλανδία που εδρεύει στο Ελσίνκι, καθώς είχα μόλις μετακομίσει από την Χόνκα» ανέφερε ο Βαλαβουόρι ξεκινώντας την αφήγηση για το πιο τρελό βράδυ της ζωής του: «Παίζαμε αρχικά στην δεύτερη κατηγορία, θέλαμε να ανεβάσουμε την ομάδα στην πρώτη και τα καταφέραμε το 2005. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, γνώρισα τον Ντένις Ρόντμαν σε ένα νυχτερινό μαγαζί στην Φινλανδία. Eίχε έρθει για τον διαγωνισμό Wife carrying που γίνεται στη χώρα. Ήταν λίγα μέτρα μακριά μου και προσπάθησα να πείσω τον εαυτό μου ότι είναι πιθανότατα η πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή μου που τον βλέπω από κοντά. Έπρεπε να την εκμεταλλευτώ…

Τον πλησίασα, του είπα: “Προφανώς δεν με ξέρεις, ούτε την ομάδα μου. Εγώ σε ξέρω όμως, έπαιζες στο ΝΒΑ, στους Σικάγο Μπουλς”. Και μετά δεν είχα κάτι καλύτερο να πω. Τον ρώτησα κατευθείαν. “Θέλεις να παίξεις για την ομάδα μου στο Ελσίνκι; Κι αν ναι, πόσα λεφτά θα μου κοστίσει αυτό;”. Παραδόξως δεν με κοίταξε στραβά, μου είπε ότι είναι εκεί κι οι ατζέντηδές του, οπότε μπορούμε να κάτσουμε να το συζητήσουμε. Κάτσαμε λοιπόν, ακουμπήσαμε τις μπύρες μας στην άκρη του τραπεζιού κι αρχίσαμε αμέσως να διαπραγματευόμαστε. Τα βρήκαμε σε 10-15 λεπτά. Ο ατζέντης μού είπε την τιμή, εγώ του απάντησα πως έχουμε deal. Λίγους μήνες αργότερα, ο Ντένις ήρθε ξανά στην Φινλανδία κι έπαιξε στο παιχνίδι. Το ποστό ήταν 100.000 ευρώ για ένα ματς και υπολόγισα ότι θα αξίζει. Πουλήσαμε 7.420 εισιτήρια κι είναι ακόμη το ρεκόρ προσέλευσης σε αγώνα. Ήρθε την προηγούμενη μέρα, συμμετείχε στον αγώνα, κάναμε ένα πάρτι κι αυτό ήταν όλο. Αν θυμάμαι καλά έβαλε 17 πόντους με πέντε τρίποντα, δεν είχα ξαναδεί κάτι τέτοιο από εκείνον».

Ακόμη κι αν σας φαίνονται τρελά όλα αυτά, όπως και στους περισσότερους Φινλανδούς τότε, δεν υπάρχει λόγος να ελεγχθεί η αλήθεια, αφού ο Ρόντμαν αγωνίστηκε κανονικά και τον ακολούθησε τρία χρόνια αργότερα ο Σκότι Πίπεν. Κι αν από τον εκκεντρικό Ρόντμαν με τα πολύχρωμα μαλλιά μπορούσε κανείς να περιμένει τα πάντα, ήταν δύσκολο να φανταστεί πως το μπασκετικό έτερον ήμισυ του Τζόρνταν θα ακολουθούσε ίδια διαδρομή: «Μέσω εκείνης της εμπειρίας, βρήκα επαφή με τον Σκότι και τους εκπροσώπους του. Έκανα την προσέγγιση, δεν κλείσαμε τη συμφωνία τόσο γρήγορα όσο στην περίπτωση του Ρόντμαν, αλλά τελικά καταφέραμε να τον φέρουμε στην Φινλανδία για δύο ματς, όχι μόνο για ένα, το 2008».

Σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι μεγαλύτερο το hype που δημιουργείται τη στιγμή που γνωστοποιείται η είδηση από τον «ντόρο» που προκαλείται την ίδια την ημέρα του πολυαναμενόμενου event. Γυρίζοντας το χρόνο πίσω, ο νεαρός τότε GM θυμήθηκε τις αντιδράσεις εντός κι εκτός ομάδας: «Όταν επισημοποίησα τη συμφωνία με τον Ρόντμαν, όλοι είπαν πως είμαι τρελός! Άρχισα να μιλάω με τα άλλα μέλη της διοίκησης, με τους προπονητές, με τους παίκτες και όλοι ήταν σε φάση: “Τι στο διάολο είναι αυτά που μας λες;”. Εν τέλει ήταν το ιδανικό PR για το μπάσκετ και τον αθλητισμό στη χώρα μας. Προφανώς, όλοι ενθουσιάστηκαν. Είναι πρωτοφανές για το φινλανδικό μπάσκετ να γίνεται αντικείμενο συζήτησης παγκοσμίως, αλλά και στις δύο περιπτώσεις ήμασταν για εβδομάδες επί εβδομάδων στα πρωτοσέλιδα. Θυμάμαι ότι είχα ξυπνήσει από τις 4 τα χαράματα, για να πάω στο σημείο διανομής των εφημερίδων ώστε να τις δω πρώτος-πρώτος. Κάτι ανάλογο δεν έχει συμβεί ούτε με το χόκεϊ επί πάγου που είναι θρησκεία στην Φινλανδία. Άξιζε!».

Συνεχίζοντας την κουβέντα γύρω από τον αντίκτυπο των δύο μεγάλων deals στην χώρα, ο Βαλαβουόρι υπερθεμάτισε ανακαλώντας στη μνήμη του εικόνες που θύμιζαν Dream Τeam: «Η προσοχή των media ήταν τεράστια, πρωτόγνωρη. Το ίδιο ίσχυε φυσικά τις ημέρες των αγώνων. Είναι πολύ σπάνιο στη Φινλανδία να βλέπεις ένα δημοσιογράφο να ζητά αυτόγραφο και όχι δήλωση. Ήταν αναμενόμενο, όμως. Η κατάσταση στο γήπεδο θύμιζε λίγο το πώς αντιμετώπιζαν οι ομάδες την Dream Team του 1992. Aντί οι αντίπαλοι να πιάνουν μπάλες, έπιαναν φωτογραφικές μηχανές και στυλό για να πάρουν την υπογραφή τους».

Πάντα το ερώτημα για τέτοιες προσωπικότητες του αθλητισμού αφορά στο πώς είναι εκτός παρκέ, πώς εκδηλώνεται η γήινη, ανθρώπινη πλευρά τους στο πλαίσιο της συναναστροφής. Οι αναμνήσεις του Φινλανδού παράγοντα είναι μάλλον αναμενόμενες κι επιβεβαιώνουν την εικόνα που, έτσι κι αλλιώς, είχε ο κόσμος για τους τεράστιους αυτούς αθλητές: «Ο Ντένις ήταν… Ξέρετε… Ποτέ δεν ήξερες τι θα συμβεί το επόμενο λεπτό. Περίπου 20 λεπτά πριν ξεκινήσει εκείνο το παιχνίδι ήταν στο δωμάτιο του ξενοδοχείοτ του και ειλικρινά δεν ήξερα αν θα ‘ρθει και τι θα κάνω αν όχι. 7.500 άνθρωποι περίμεναν εκείνον, ρωτούσαν αν θα έρθει όντως. Είχαμε στήσει court seats και η τελευταία καρέκλα που βρήκα να βάλω προοριζόταν για τον Σάουλι Νίινιστο, που είναι τώρα πρόεδρος της χώρας. Δεν πανικοβλήθηκα, αλλά αναρωτιόμουν τι σκατά θα γίνει αν δεν έρθει. Εμφανίστηκε, τελικά, τρία λεπτά πριν αρχίσει ο αγώνας. Μπήκε στην αρχική 5άδα και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

Nομίζω πως είναι μια εμπειρία που οι Φινλανδοί θα θυμούνται σε όλη τους τη ζωή. Πάντα πίστευα ότι ο αθλητισμός είναι κατά βάση ψυχαγωγικός και ότι πρέπει να σπας τη νόρμα για να κάνεις κάτι μεγαλύτερο από αυτό που κανείς μπορεί να φανταστεί.

Με τον Ντένις, όπως είπα, ήταν περίεργα τα πράγματα. Το ένα λεπτό ήταν όλα καλά και το επόμενο όλα είχαν γ*μηθεί. Με τον Σκότι, τα πράγματα ήταν πιο απλά. Ήταν και παραμένει ένας από τους πιο cool και ωραίους ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Είχα πολύ ωραίες συζητήσεις μαζί του, όλα ήταν χαλαρά και ήρεμα».

Είναι δεδομένο πως, αν αντίστοιχες κινήσεις γίνονταν σε μία τόσο μικρή χώρα εν έτει 2020, τα social media θα κατακλύζονταν από posts και tweets. Αυτό θα βοηθούσε τον Βαλαβουόρι να θυμάται κάποιες αντιδράσεις, οι οποίες ενδεχομένως του διαφεύγουν αυτή τη στιγμή: «Δεν υπήρχαν social media τότε, οπότε δεν θυμάμαι κάποιο συγκεκριμένο. Μου είπαν πολλά. Για μένα, μετρά πάντα η ψυχαγωγία. Αν βλέπω πολλούς ανθρώπους να περνούν καλά, τότε έχω λάβει το μεγαλύτερο παράσημο. Με χαροποιεί που έχω αναμνήσεις, γιατί τελικά ο αθλητισμός συγκροτείται από πολλές διαφορετικές ιστορίες κι όχι μόνο από τα αποτελέσματα».

Φαίνεται πάντως πως οι δυο stars δεν έδωσαν μόνο, αλλά και πήραν πράγματα φεύγοντας από την Φινλανδία. Πέρα από το ποσό που εισέπραξαν για τις… guest εμφανίσεις τους, έγιναν επίσης αποδέκτες θαυμασμού και σεβασμού: «Σίγουρα. Ειδικά ο Σκότι, έλεγε και ξανάλεγε πόσο καλά ένιωθε για το πώς τον περιποιηθήκαμε. Ξέρετε, στη Φινλανδία δεν είμαστε τόσο φανατικοί. Όταν είναι εδώ ένας superstar, φροντίζουμε να σεβαστούμε και την ιδιωτικότητά του. Για παράδειγμα, πριν από ενάμιση χρόνο, έφερα τον Μαρκ Κιουμπαν στην Φινλανδία για μία διάλεξη. Εκτίμησε το γεγονός πως είχε χρόνο να ηρεμήσει με χαλαρές συζητήσεις».Κι αφού η εξιστόρηση για τις σπουδαίες επιτυχίες πέρασε στην άκρη, ο Βαλαβουόρι έριξε τη «βόμβα» αποκαλύπτοντας την προσπάθεια να πείσει και τον Τζόρνταν να κάνει το ταξίδι στη χώρα: «Προσπάθησα να φέρω τον Μάικλ Τζόρνταν! Είχαμε ήδη φέρει τον Ρόντμαν και τον Πίπεν και σκέφτηκα “γιατί όχι;”. Είχα κάποιες διαπραγματεύσεις με ανθρώπους του περιβάλλοντος του. Προφανώς δεν μίλησα ποτέ με τον ίδιο. Τελικά, δεν έγινε το deal».Για κερασάκι στην τούρτα, μάλιστα, ακολούθησε το story των διαπραγματεύσεων με τον Ρον Αρτέστ, στις οποίες μπήκε φρένο λόγω…. Dancing With The Stars: «Ο άλλος παίκτης που προσέγγισα ήταν ο Ρον Άρτεστ. Σχεδόν είχαμε φτάσει σε συμφωνία, αλλά προτίμησε να συμμετάσχει στο Dancing With the Stars στις ΗΠΑ και δεν μπορέσαμε να ματσάρουμε την προσφορά».Η ιστορία του Βαλαβουόρι και της «μικρούλας» ΤοPο αποτελεί την απόδειξη πως ο αθλητισμός μπορεί να εκπληρώνει όνειρα και βλέψεις που, αν δεν υπήρχε θάρρος και βέβαια χρήμα, θα έμεναν ανομολόγητες.

Παρακάτω μπορείτε να δείτε τα, συλλεκτικής αξίας, boxscores των αναμετρήσεων

Επιμέλεια: Γιάννης Θεοφίλης