Από το Μουντομπάσκετ του 1994 έχουν περάσει…2 πούρα και 26 χρόνια δρόμος. Σχεδόν όλα έχουν αλλάξει από τότε τόσο σε αθλητικό όσο και σε επίπεδο καθημερινότητας.  Το Μουντομπάσκετ του 1994 δεν θα μείνει στο μυαλό μας γιατί είχαμε είτε μια υπέρ-ομάδα, είτε για τις μεγάλες νίκες. Αλλά γιατί η Εθνική αγαπημένη έφτασε για πρώτη φορά […]

Από το Μουντομπάσκετ του 1994 έχουν περάσει…2 πούρα και 26 χρόνια δρόμος. Σχεδόν όλα έχουν αλλάξει από τότε τόσο σε αθλητικό όσο και σε επίπεδο καθημερινότητας.  Το Μουντομπάσκετ του 1994 δεν θα μείνει στο μυαλό μας γιατί είχαμε είτε μια υπέρ-ομάδα, είτε για τις μεγάλες νίκες. Αλλά γιατί η Εθνική αγαπημένη έφτασε για πρώτη φορά στην ιστορία της σε ημιτελικά Μουντομπάσκετ και έκανε την καλύτερη πορεία της έως τότε. Φέτος το 2020 η Εθνική μας ομάδα με προπονητή πια τον Ρικ Πιτίνο θα ταξιδέψει στις περιοχές που θριάμβευσε το εθνικό μας συγκρότημα πριν 2,5 δεκαετίες για λογαριασμό του Προ-Ολυμπιακού τουρνουά.

Αυτό το τουρνουά θα είναι η σημαντικότερη διοργάνωση για την Εθνική μας ομάδα μπάσκετ φέτος και άμεσος στόχος είναι ένα εισιτήριο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο το 2020. Βρισκόμαστε όπως και τότε…σε όμιλο με Καναδά και Κίνα. Ενώ διασταυρωνόμαστε με Ουρουγουάη, Τσεχία και Τουρκία. Οι αγώνες θα φιλοξενηθούν στην Βικτωρία στις 23 με 28 Ιουνίου 2020. Στόχος του εθνικού μας συγκροτήματος είναι να πάρουμε το μοναδικό εισιτήριο που θα δοθεί από τα γήπεδα του Καναδά.

Όπως πρωτοείπαμε οι πρώτες σκέψεις που μας έρχονται στο μυαλό όταν συνδυάζουμε Καναδάς και μπάσκετ είναι το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994. Κακά τα ψέματα δεν είχαμε ρόστερ που θα μπορούσε στα χαρτιά τουλάχιστον να χτυπήσει την  Dream Team των Αμερικανών ή την Κροατία  του Κούκοτς κτλ. Υπήρχαν βέβαια στην ομάδα πολλά βέλη στη φαρέτρα και πολλά αστέρια που έδειξαν την μεγάλη αξία τους.  Πολύ απλά εκείνο το τουρνουά ήταν ίσως το καλύτερο που έκαναν οι Παναγιώτης Φασούλας ( 14,1 πόντους μ.ο. και 7,2 ριμπάουντ) και Φάνης Χριστοδούλου ( 11,8 πόντους μ.ο., 6,2 ριμπάουντ και 2,4 ασίστ) με την βοήθεια φυσικά έμπειρων και ταλαντούχων παικτών όπως ο Σιγάλας, ο «δράκος» Παναγιώτης Γιαννάκης, ο Μπακατσιάς κτλ. Είχαμε τέσσερα πλέι μέικερ με αποτέλεσμα σε κάθε ματς να παίζουμε με 2 άσσους και τριάρι τον Σιγάλα. Ενώ τις θέσεις των ψηλών κάλυπταν κυρίως οι Χριστοδούλου και Φασούλας.

Γιατί ξεχώρισε η ομάδα του Μουντομπάσκετ του 1994;

Αρχικά, πρέπει να γυρίσουμε κάποια χρόνια πίσω. Τις εθνικές μας επιτυχίες τις έφερνε το μπάσκετ. Σε μεγάλες παγκόσμιες και ευρωπαϊκές διοργανώσεις πηγαίναμε μόνο με την ομάδα του μπάσκετ. Στο ποδόσφαιρο από το Γιούρο του 1980 ξαναπήγαμε σε μεγάλη διοργάνωση στο Μουντιάλ του 1994. Για αυτό και δόθηκε στο άθλημα αυτό ο τίτλος «εθνικό» και η ομάδα ως η « επίσημη αγαπημένη». Δίναμε όλοι μας μεγάλη αξία σε κάθε ματς, το άθλημα βρισκόταν σε άνθηση και τα κλειστά γήπεδα μπάσκετ ήταν μονίμως ασφυκτικά γεμάτα.

Η Εθνική ομάδα έκανε το ντεμπούτο της σε Παγκόσμιο Κύπελλο μόλις το 1986 με τις εντυπωσιακές εμφανίσεις του Νίκου Γκάλη να κάνουν αίσθηση παγκοσμίως . Στο Eurobasket του 1987 και του 1989 κατακτήσαμε το χρυσό και το ασημένιο μετάλλιο αντίστοιχα. Στις υπόλοιπες δεν επιστρέψαμε με κάποιο μετάλλιο. Αλλά δεν λείψαμε και σε καμία διοργάνωση εκτός από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992 στην Βαρκελώνη. Σε κάθε τουρνουά ανεβαίναμε σκαλιά, ανεβαίναμε επίπεδα. Για αυτό και ξεχωρίσαμε σε εκείνο το τουρνουά, είχαμε κάνει μια τεράστια προεργασία τα προηγούμενα χρόνια.

Επίσης άξιο αναφοράς είναι ότι η Σοβιετική Ένωση είχε διαλυθεί, με την Ρωσία και την Λιθουανία κυρίως να κάνουν τα πρώτα μπασκετικά βήματα μόνες τους. Η Γιουγκοσλαβία επίσης είχε κατακερματιστεί και ειδικά στην διοργάνωση του 1994 η Εθνική Σερβίας δεν είχε δικαίωμα συμμετοχής. Η μόνη σταθερή αξία του ευρωπαϊκού μπασκετ ήταν η Ελλάδα και οι υπόλοιπες παραδοσιακές δυνάμεις όπως η Ισπανία.

Άξιο σημείωσης αποτελεί το γεγονός ότι ήταν διαφορετικά χρόνια εκείνα. Δεν πρέπει να είμαστε της άποψης παλιότερα τα πράγματα ήταν καλύτερα, αλλά δεν είναι κρυφτό ότι υπήρχε μεγάλη εθνική υπερηφάνεια και η Ελλάδα έδειχνε ότι ανακάμπτει σαν χώρα.  Ενώ το πρωτάθλημα της Ελλάδος στο μπάσκετ ήταν απίστευτα αναπτυγμένο σε σημείο όπου πηγαίναμε πολύ συχνά σε τελικούς μεγάλων ευρωπαϊκών διοργανώσεων και πολλοί πρώην NBAερς αγωνιζόταν στις Ελληνικές ομάδες . Το επίπεδο του πρωταθλήματος μας ήταν πολλά επίπεδα πάνω από όλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα γιατί πολλές ομάδες ήταν άκρως ανταγωνιστικές.

Τι πρέπει να πάρει η ομάδα του Ρικ Πιτίνο από εκείνη την διοργάνωση;

Αν ο εξαιρετικός 67 χρόνος Νεοϋορκέζος  προπονητής του εθνικού μας συγκροτήματος μελετήσει τι έγινε  όταν ξαναπήγαμε στα γήπεδα του Καναδά πρέπει να βρει τον τρόπο να δημιουργήσει μια δεμένη ομάδα. Ένα σύνολο παικτών που γνωρίζουν τις ιδιοτροπίες και τις δεξιότητες του καθενός. Μια ομάδα με μεγάλο μπασκετικό IQ που παίζει «χαμηλά την μπάλα» στις δηλώσεις αλλά ξεπερνά κάθε προσδοκία μέσα στο γήπεδο.  Ο κ. Πιτίνο πρέπει να βρει τον τρόπο ώστε οι παίκτες της ομάδας του να είναι ανταγωνιστικοί,  να παίζουν στα ίσα το κάθε αντίπαλο, να μην υποτιμούν καμία ομάδα και να μην απογοητεύονται εύκολα.

Τι έγινε σε εκείνο το Μουντομπάσκετ του 1994;

Καταρχάς το φορμάτ της διοργάνωσης ήταν λίγο διαφορετικό από τα συνηθισμένα. Η πρώτη φάση αποτελούνταν από έναν όμιλο 4 ομάδων. Οι δύο πρώτοι από κάθε όμιλο προκρινόταν στην επόμενη φάση. Εμείς βρεθήκαμε στο τέταρτο όμιλο με αντιπάλους την Γερμανία ( πρωταθλήτρια Ευρώπης 1993), το Πουέρτο Ρίκο και την Αίγυπτο. Το πιο σημαντικό ματς ήταν το πρώτο με την Εθνική Γερμανίας. Η επικράτηση μας με 68-58 μας διευκόλυνε τον τρόπο για να περάσουμε πιο εύκολα στην επόμενη φάση. Στο δεύτερο ματς νικήσαμε με σχετική ευκολία την Αίγυπτο με 69-53.

Τα κουμπιουτεράκια των ανθρώπων της Εθνικής Ελλάδος…έπιαναν φωτιά πριν το τρίτο ματς. Θέλουμε να νικάμε κάθε αγώνα όμως σε περίπτωση νίκης και πρωτιάς στο όμιλο ή ήττας κάτω από 8 πόντων θα πηγαίναμε σε όμιλο με Κροατία-Ισπανία και Καναδά. Ο βασικός μας στόχος ήταν να προχωρήσουμε  στην διοργάνωση και για αυτό θα έπρεπε να γίνει είτε ένα θαύμα σε κάποιο από τους άλλους αγώνες είτε να χάσουμε με πάνω από 8 πόντους. Για την ιστορία χάσαμε 8 πόντους επειδή ο Σιγάλας από «κακιά συνήθεια» να μην χάνει βολή ευστόχησε στα τελευταία λεπτά. Όλα έδειχναν ότι θα είχαμε δύσκολο έργο στο δεύτερο γύρο όμως την ίδια ώρα η Κίνα…νίκησε την Ισπανία με 78-76, την έστειλε στους αγώνες κατάταξης και μας έκανε ένα πολύ μεγάλο δώρο. Θα παίζαμε δηλαδή για μία θέση στα ημιτελικά με Κροατία, Καναδά και Κίνα. Η Κροατία ήταν υπερδύναμη, έκανε το 3 στα 3 και χάσαμε από αυτήν στο τρίτο ματς με 81-55. Πήραν άξια το πρώτο εισιτήριο για τα ημιτελικά οι φιναλίστ των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992.

Εμείς θα έπρεπε να ανταγωνιστούμε κυρίως τον Καναδά και την Κίνα. Με τον Καναδά αγωνιστήκαμε στο πρώτο ματς της δεύτερης φάσης. Όπως δήλωσαν πολλές μπασκετμπολίστες της Εθνικής Ελλάδος βοήθησε πολύ το φιλικό που είχαμε παίξει μαζί τους πριν την διοργάνωση. Η ομάδα του Στιβ Νας ήταν άκρως ανταγωνιστική αλλά καταφέραμε να την κερδίσουμε με 74-71. Στο δεύτερο ματς κάναμε το καθήκον μας και νικήσαμε την Κίνα με 61-77.

Πανηγυρικά για πρώτη φορά της ιστορίας μας περάσαμε στα ημιτελικά ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου μπάσκετ. Εκεί συναντήσαμε το μεγαθήριο της Αμερικής και της Dream Team. Όλοι ήξεραν ότι λογικά θα χάναμε και τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα απλά στόχος ήταν να μην διασυρόμασταν. Στο μοναδικό ματς που οι ΗΠΑ δεν έβαλε 100 πόντους ήταν αυτό με το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα. Για την ιστορία χάσαμε με 58-97 ενώ το σκορ στο ημίχρονο ήταν 40-30. Η Ελλάδα προηγήθηκε στο 17-14 και χαρακτηριστική ήταν η έκφραση του Παναγιώτη Γιαννάκη να ξεσηκώνει την εξέδρα και να φωνάζουν όλοι « σφύρα το».

Στο ματς για την τρίτη θέση χάσαμε για ακόμη μια φορά από την Κροατία με 78-60. Στην διοργάνωση αυτή με καλύτερη διασταύρωση μπορεί να είχαμε φτάσει στον τελικό ή σε ένα μετάλλιο τουλάχιστον. Αλλά σημασία έχει ότι πετύχαμε σε αυτό το τουρνουά να εδραιωθούμε ως μπασκετική υπολογίσιμη δύναμη και ανεβήκαμε πολλά επίπεδα στις διεθνείς διοργανώσεις.