Πώς ο Lewis Hamilton, βρισκόμενος στη κατάλληλη ομάδα την κατάλληλη στιγμή, έσπασε όλα τα ρεκόρ. Οι team-mates, οι ομάδες και οι αποφάσεις που διαμόρφωσαν την καριέρα του Βρετανού.

Τίτλος και παράθεμα φαντάζουν απλά στη σύλληψη τους. Ο συγγραφικός μου οίστρος λειτουργεί με ένα αυτόβουλο κουμπί on/off που όσο βρίσκεται στην λειτουργία on, εγώ απέναντι σε εκείνον, πρέπει να συνεργαστούμε για να παραχθεί έργο. Και το συγκεκριμένο έργο, αποτέλεσε κυριολεκτικά το δυσκολότερο στην μικρή μου δημοσιογραφική «καριέρα». Διότι είχα γράψει ήδη 1300 λέξεις προτού καταλάβω πως κάτι δεν πηγαίνει καλά. Οι λέξεις δεν γράφονταν στο αυτόματο. Στο μυαλό μου για πρώτη φορά, έπαιζε σαν κολλημένο βινύλιο ο ίδιος «θόρυβος» : Και τι θα γράψεις τώρα;

Και κάποια στιγμή, σε μια λευκή σελίδα word σημείωσα απλώς τον παραπάνω τίτλο, και το σχετικό παράθεμα. Ύστερα, ηρέμησα. Ήμουν σίγουρος για την πορεία του άρθρου. Διότι κατά την πρώτη απόπειρα, είχα ξεκινήσει χωρίς να ξέρω που πηγαίνω. Η μονοτονία που ανέδειξε τον Hamilton όμως, έθεσε τη πορεία.

Στην «θητεία» κάθε αρθρογράφου, θα προκύψουν άρθρα-προκλήσεις. Για μένα τα πιο απαιτητικά ήταν εκείνα που αφορούσαν γεγονότα που δεν έζησα. Έχω στο μυαλό μου εκείνο για τον Ayrton, το οποίο μάλιστα αποτέλεσε το δεύτερο άρθρο που έγραψα ποτέ. Το ρίσκο στις βιογραφίες έγκειται στο ότι μόνο ένα μικρό κομμάτι γνώσης προέρχεται από σένα, με το μεγαλύτερο να αποτελείται από άρθρα, απόψεις, σχόλια, βίντεο και φωτογραφίες που οφείλεις να βρεις, να απομονώσεις, να συνδέσεις. Σήμερα, το ρίσκο δεν έγκειται εκεί. Διότι τυγχάνει ο οδηγός που θα ασχοληθώ να μπήκε στον κόσμο της Formula 1 το 2007, έτος όπου για πρώτη φορά παρακολούθησα ολόκληρη τη σεζόν.

Την στιγμή που γράφονται τούτες οι γραμμές, ο Βρετανός  είναι ήδη μαθηματικά πρωταθλητής, για έκτη φορά. Στο μυαλό μου χωρίς ίχνος υπερβολής, οι τελευταίες του σεζόν-πρωταθλήματα έχουν υποστεί μια κάποια συμπίεση, διότι ήρθαν τόσο γρήγορα, και ίσως τόσο εύκολα, που ο εγκέφαλος μου δεν πρόλαβε να τα καταγράψει σωστά στο σκληρό δίσκο. Θυμάμαι πολύ πιο έντονα, πολύ πιο ζωντανά την δεύτερη του σεζόν στη Formula 1, το μακρινό 2008 που έκανε την αρχή κερδίζοντας στο νήμα τον Felipe Massa, παρά εκείνη του 2014, και ας είναι έξι χρόνια πιο πρόσφατη. Και αυτό ακριβώς με ωθεί στο να χωρίσω τη καριέρα του Hamilton σε «πριν» και «μετά». Η τομή γνωστή, και ακούει στο όνομα Mercedes..

Η παράγραφος αυτή, θα αφιερωνόταν σε κάποια στοιχεία για τον ίδιο με την βοήθεια της Wikipedia. Όμως δεν θα την αφήσω να εισβάλλει στον συλλογισμό μου, σε έναν συλλογισμό που θεωρεί τον Βρετανό έναν πιλότο με μια μοναδικής φύσεως καριέρα, ήδη από το ντεμπούτο του. Δύο χρονιές στη Formula 3, άλλη μια στο GP2, και βρίσκεται κατευθείαν σε μια κορυφαία και άκρως παραδοσιακή ομάδα, χωρίς να κάνει – ας μου επιτραπεί ο όρος- το “αγροτικό” του σε κάποια μικρότερη. Ήρθε σαν φτασμένος, σαν έμπειρος, σαν έτοιμος από πριν. Κανένας Senna, κανένας Schumacher, κανένας Alonso και Raikkonen δεν βρέθηκαν σε κορυφαία ομάδα, προτού παλέψουν με μονοθέσια αργά, αναξιόπιστα, στο κυνήγι 1 και 2 βαθμών.

Τα πρώτα χρόνια του στη F1 όντας οδηγός της McLaren

Αυστραλία 2007. Στο ντεμπούτο του, ο Hamilton ανεβαίνει στο βάθρο.

Μπορεί ο Alonso να είχε πρώτος υπογράψει με την McLaren για τη σεζόν του 2007, όμως ο Hamilton είχε πλησιάσει τον Ron Dennis πολλά χρόνια νωρίτερα, όταν σε μια τελετή βράβευσης καρτ, και σε ηλικία μόλις 9 ετών, του ζήτησε αν μπορεί να οδηγήσει τα αυτοκίνητα του. Ο Dennis του είπε να τον καλέσει σε 10 χρόνια. Χρειάστηκαν μόλις 5, προτού o Βρετανός αποδεχτεί σχετική χρηματοδότηση της αγωνιστικής του καριέρας με υπόσχεση μια θέση για την F1. Στον πρώτο του αγώνα ανέβηκε στο βάθρο, ο μοναδικός πιλότος που το έχει καταφέρει αυτό στην 69χρόνη ιστορία του αθλήματος.

Πολλά μπορούν να γραφτούν για εκείνη τη χρονιά(2007) . Για τον Alonso, για τα κλεμμένα έγγραφα της Ferrari, για τον μηδενισμό της McLaren. Το μόνο σίγουρο είναι πως αλώβητος και δυνατότερος  βγήκε ο Βρετανός. Κόντραρε και κέρδισε τον δις παγκόσμιο πρωταθλητή Alonso, εδραιώθηκε μέσα στην ομάδα, έχασε το πρωτάθλημα για 1 πόντο. Όπως έχω ξαναγράψει, αυτό που θεωρώ πως συνέβη εκείνη την χρονιά, είναι πως ο Ισπανός αιφνιδιάστηκε. Δεν περίμενε πως ο Βρετανός θα είναι τόσο γρήγορος, τόσο καλός, τόσο ανταγωνιστικός. Δεν περίμενε μια τέτοια κατάσταση στη McLaren. Πήγε να χτίσει μια αυτοκρατορία και τελικά έβαλε μόνο τα …θεμέλια. Από ένα σημείο και μετά ο ίδιος πίστευε πως η ομάδα ευνοεί τον Βρετανό. Η ομάδα μάλλον δεν μπόρεσε να στεγάσει δύο τόσο μεγάλα «εγώ». Δύο τέτοιες προσωπικότητες. Και εύλογα  η συνεργασία, χάλασε.

Το 2008, κερδίζει στο νήμα τον εξαιρετικό Felipe Massa, τον μοναδικό του ουσιαστικά αντίπαλο αφού ο Kovalainen δεν ήταν καν…

Κίνα 2008. Ο Hamilton και στο βάθος ο έτερος διεκδικητής του τίτλου, Felipe Massa

Bottas, και ο Raikkonen ύστερα από τον τίτλο του 2007 δεν απέδωσε αναλόγως. Ο Βραζιλιανός σήκωσε τη σημαία της Ferrari, έμεινε από κινητήρα 3 γύρους πριν το τέλος όντας πρωτοπόρος στην Ουγγαρία, κόλλησε η μανικά της Ferrari όντας πρωτοπόρος στην Σιγκαπούρη, και πανηγύρισε για 30 δευτερόλεπτα έναν τίτλο που κατέληξε στον Βρετανό, σε ένα από τα δραματικότερα φινάλε όλων των εποχών. Αυτός ο παγκόσμιος τίτλος αποτέλεσε τομή στην καριέρα και των δύο, με πορεία αντίστροφη και γεννημένο ένα τεράστιο what if: Ποια θα ήταν η πορεία τους αν πρωταθλητής του 2008 ήταν τελικά ο Βραζιλιάνος; Ρητορικό το ερώτημα..

Προχωρώντας χρονολογικά, το 2010 τον βρίσκει team mate με τον πρωταθλητή του 2009, Jenson Button. Οδηγός ιδιαίτερα συμπαθής και φτασμένος, πιθανότατα χωρίς την πολυπόθητη στόφα του πρωταθλητή, κάτι που δεν τον εμπόδισε να κατακτήσει το πρωτάθλημα με την Brawn GP, ιστορία που απαιτεί τον δικό της χώρο και χρόνο. Ο επίσης Βρετανός, Button, δεν ήταν ο οδηγός που θα σε εντυπωσίαζε με την ταχύτητα του. Ήταν χαμηλών τόνων μέσα και έξω από την πίστα, όχι ιδιαίτερα γρήγορος στα δοκιμαστικά και πάντα σου έδινε την εντύπωση πως μπορεί να κινηθεί γρηγορότερα στους αγώνες. Ήταν περίπτωση Massa μετά το ατύχημα, περίπτωση Webber, περίπτωση Rosberg κ.α. Είχε όμως μια μοναδική ικανότητα στις μεικτές συνθήκες, ίσως την πιο αξιομνημόνευτη που έχω δει. Ο αγώνας του Καναδά το 2011 αποτελεί ΤΟ πειστήριο. Προς τί όμως η τόσο εκτενής αναφορά;

Διότι ναι μεν ήταν και οι δύο πρωταθλητές, όμως ο Hamilton ήταν ο σταρ, εκείνος που θεωρούταν το σημείο αναφοράς. Και ήδη είχε αρχίσει να χτίζει όνομα. Όμως σε 3 χρονιές, ο Hamilton δεν μπόρεσε να επιβληθεί, όπως θα περίμενε κανείς, έναντι του Button. Είχε φυσικά περισσότερες poles με 9 έναντι 1, εκκίνησε 30 φορές περισσότερες μπροστά από τον Team mate του, όμως, κάπου εδώ, τα στατιστικά εξισορροπούνται με 10 νίκες για τον Hamilton και 8 για τον Button, 22 Podiums έναντι 25, και overall πόντων 657 και 672. Ο Hamilton τερμάτισε 2 φορές ψηλότερα στο πρωτάθλημα(4ος) όμως ο Button την μια φορά που τερμάτισε παραπάνω ήταν 2ος.

Αναμνηστική φωτογραφία των 5 άμεσων και έμμεσων διεκδικητών του τίτλου για το 2010. Οι 5 τους μοιράστηκαν τις νίκες εκείνης της σεζόν.

Και δεν ήταν μόνο ο Button. Ήταν ο συνολικός ανταγωνισμός που αντιμετώπισε ο Βρετανός, ο Vettel, o Webber, o Alonso, ο Massa, και όσοι κατάφερναν από μικρότερες ομάδες να λάμψουν για έναν αγώνα. Ήταν η πρώτη, και ίσως η τελευταία φορά που είδαμε τον Βρετανό να έχει έντονο ανταγωνισμό, για αυτό και εκείνες τις 3 σεζόν τις θεωρώ τις πιο αντιπροσωπευτικές του. Ήταν ο γήινος Hamilton, που δεν είχε ακόμη ανακαλύψει την εικόνα και τα social media, ο Hamilton που έκανε λάθη(το 2011 ενεπλάκη σε 5 ατυχήματα με τον Massa, 4 δικιάς του κυρίως ευθύνης), ο Hamilton που δεν κέρδιζε τους team mates του με 100 βαθμούς διαφορά. Ο Hamilton που το 2011, είδε τους stewards 14 φορές και δέχτηκε 5 drive through penalties. Εικόνα άγνωστη για τους νεότερους.

O Hamilton, που το 2012 έχασε περίπου 110 βαθμούς από προβλήματα της ομάδας και του μονοθέσιου, μέσα σε αυτούς, 75 από 3 νίκες. Δεν θα βάλω στη συζήτηση τα αν, και ο Vettel – πρωταθλητής του 2012- έχασε βαθμούς από μη δικά του λάθη, αλλά και ο Alonso, ο οποίος μάλιστα με ξεκάθαρα πιο αργό μονοθέσιο καθ’όλη την χρονιά. Αν θέλει κανείς να έχει μια αντικειμενική εικόνα για τον ίδιο, εκείνες είναι οι χρονιές για να ανατρέξει. Διότι από εκεί και πέρα, τίποτα δεν μοιάζει φυσιολογικό.

Το «πριν» της καριέρας του, αν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έτσι φυσιολογικό. Τσαλακώθηκε τη πρώτη του χρονιά, πάλεψε με team mates, αντιπάλους, και με την απειρία του. Κέρδισε αγώνες και παραλίγο τον τίτλο. Η συνέχεια ανάλογη, ένας Hamilton να παλεύει με ομόσταυλους, με -πολλούς- αντιπάλους, με μονοθέσια εφάμιλλα του ανταγωνισμού, υπό περιπτώσεις αναξιόπιστα, ένας οδηγός  που έκανε λάθη και έτρωγε λάστιχο με στατιστικά αντίστοιχων πρωταθλητών τότε, όπως ο Raikkonen, o Αlonso, o Button και ο Vettel.  Στο «μετά» που βαραίνει και το θέμα του άρθρου, ο Βρετανός έχει γράψει 62 εκ των 83 του νικών.

H αλλαγή ομάδας και το μεγάλο στοίχημα για τον Hamilton

Αλλάζοντας ομάδα στα τέλη του 2012, αφήνοντας την McLaren για την Mercedes άρχισε άθελα του να συμπληρώνει το παζλ της ιδανικότερης συγκυρίας των τελευταίων ετών. Η Mercedes τότε, ήταν μια καλή ομάδα, η οποία όμως δεν ήταν -ακόμη- σε θέση να πρωταγωνιστήσει. Έτσι, ο Hamilton ουσιαστικά πήρε ένα μεγάλο ρίσκο, αφού άφησε την παραδοσιακή ομάδα που μάλιστα τον ανέδειξε και η οποία είχε ανταγωνιστικό μονοθέσιο το 2012, για την νεοφερμένη Mercedes η οποία φυσικά είχε πλάνο, το οποίο όμως ακόμη δεν είχε μετουσιωθεί σε έργο. Ο Hamilton τότε, δεν επέλεξε μόνο το που θα πάει, αλλά και το πότε. Το 2013 μπορεί να μην άλλαζε τίποτα, όμως από το 2014 οι αλλαγές προβλέπονταν μεγάλες, με τους νέους V6 Turbo να αντικαθιστούν τους ατμοσφαιρικούς V8. Και όπως σε κάθε μεγάλη αλλαγή, έτσι και τώρα, μια -όχι και τόσο- παραδοσιακή ομάδα (παρα)βγαίνει μπροστά, όπως κάποτε η Renault και αργότερα η Red Bull.

Αυτό συμβαίνει και είναι μια κατάσταση του σπορ που έχουμε συνηθίσει, αφού υπήρξαν και άλλες ομάδες στο παρελθόν -ανεξαρτήτως μεγάλων αλλαγών στους κανονισμούς ή όχι- που έγιναν ανταγωνιστικές, ακόμη και dominant. Εκείνο που όμως «ανοίγει τη πόρτα» στη μονοτονία, είναι ο ανταγωνισμός. Η μάλλον, η έλλειψη αυτού. O Hamilton πήρε την απόφαση να αλλάξει ομάδα, η Mercedes έφτιαξε ένα μονοθέσιο υπερβολικά μπροστά από οποιοδήποτε άλλο, όμως το παζλ δεν συμπληρώνεται αν σε αυτά δεν προσθέσουμε την παντελή έλλειψη ανταγωνισμού, εντός ή εκτός των τειχών.

Διότι και η Ferrari κατέκτησε 5 σερί πρωταθλήματα, όμως είχε έντονο ανταγωνισμό από τουλάχιστον 3 διαφορετικές ομάδες. Σε 85 αγώνες κατέκτησε 51 pole positions, και 57 νίκες. Ο Schumacher από αυτές έγραψε τις 48. Μάλιστα, αν η McLaren-Mercedes δεν ήταν τόσο αναξιόπιστη εκείνα τα χρόνια, ίσως μιλούσαμε για ακόμη λιγότερες νίκες. Η Renault η οποία εκμεταλλεύτηκε τις αλλαγές κανονισμών, είχε μάχη το 2005 με την McLaren, και το 2006 με Ferrari και McLaren. Η Red Bull, η οποία σάρωσε τα πάντα στο πέρασμα της την τετραετία 2010-2013, κόντεψε να χάσει 2 πρωταθλήματα από την Ferrari του Fernando Alonso ο οποίος βέβαια έπαιρνε τα μέγιστα του μονοθέσιου. Σε 77 αγώνες, η Red Bull κέρδισε 52 pole positions, και «μόλις» 41 νίκες. Και η Mercedes κύριε αρθρογράφε;

 Η Mercedes μετά το 2013, αγνοεί την έννοια του ανταγωνισμού. Και πιο συγκεκριμένα, του σοβαρού ανταγωνισμού. Εξηγούμαι. 

Η Γερμανική ομάδα, έφτιαξε ένα μονοθέσιο τόσο μπροστά από τον ανταγωνισμό, που ήδη το 2014 κατέκτησε 16 νίκες. Και κατά μέσο όρο, τις έπαιρνε με 20+ δευτερόλεπτα διαφοράς από τον τρίτο της κατάταξης. Και αυτές που έχασαν, δεν ήταν λόγω μειωμένης απόδοσης, αλλά αναξιοπιστίας, στρατηγικής μεικτών συνθηκών, και επαφής των 2 Mercedes μεταξύ τους. Το 2015 τη θέση της Red Bull πήρε η Ferrari που ανέβηκε ελαφρώς, και κατέκτησε 3 νίκες. Ακόμη και τότε, δεν ήταν νίκες επί ίσοις όροις. Έπρεπε κάτι να έχει συμβεί στη Mercedes για να χάσει την νίκη. Για το 2016; Τι να γράψεις όταν η Mercedes κατέκτησε 19 νίκες σε 21 αγώνες; Και πως έχασε και 2 αγώνες; Στον έναν είχαν επαφή μεταξύ τους, στον άλλον είχε επαφή ο Rosberg και μηχανικό πρόβλημα ο Hamilton. Αυτές τις 3 χρονιές, η Mercedes δεν είχε καθόλου ανταγωνισμό. Τις επόμενες 3, δεν είχε σοβαρό ανταγωνισμό.

Από το 2017 και μετά, η Ferrari ανέβηκε θεαματικά, και άρχισε να κοιτάει στα μάτια την Mercedes. Είχε το μονοθέσιο να το κάνει, και έναν Vettel έτοιμο να διεκδικήσει το πρωτάθλημα. Και όμως. Προσωπικά του λάθη και κακές στρατηγικές τον έριξαν πίσω, και προς το τέλος της χρονιάς η πλάστιγγα έγειρε πως τη Mercedes η οποία έκανε ένα ακόμη double. Ακόμη πιο έντονα αυτό φάνηκε το 2018, όπου η Ferrari όχι απλά είχε ανταγωνιστικό μονοθέσιο, αλλά το ανταγωνιστικότερο όλων. Ήταν το σημείο αναφοράς.

Έχω αφιερώσει ολόκληρο άρθρο για τη χρονιά του 2018, με πολύ πιο ειδικά στοιχεία. Δανείζομαι απλά τον επίλογο : Τι απαντάμε λοιπόν..το έχασε η Ferrari, ή το κέρδισε η Mercedes; Πάντα μα πάντα, μ’αρέσει να λέω πως η αλήθεια, είναι κάπου στη μέση. Και δεν θα το αλλάξω ούτε τώρα. Η Ferrari θα έπρεπε να είχε πάει στη Ιταλία με +8 βαθμούς από την Κίνα,(Αφήνω απέξω το τι έγινε λόγω στρατηγικής με την Red Bull, δεν μπορούσε να το προβλέψει κανείς) +6 από το Αζερμπαϊτζάν, +5 από την Γαλλία, +25 από την Γερμανία, και ίσως +7 από την Ουγγαρία. Και αν σε Ουγγαρία και Κίνα τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά, οι υπόλοιποι βαθμοί είναι τουλάχιστον 38. Τους έχασε. Το έχασε.Θα είχε 252 έναντι 231 του Hamilton. Αλλά στον αντίποδα, η Mercedes ήταν πάντα εκεί, να εκμεταλλευτεί λάθη και ευκαιρίες.

Τους αγώνες που είπα πως έπρεπε να βαφτούν κόκκινοι, τους καθάρισε όλους ο Hamilton. Αλάνθαστος στην βρόχινη Γερμανία, χωρίς πίεση από την πρώτη θέση στην Ουγγαρία, με πίεση και τελικά δίκαια, στην Ιταλία(πού λάστιχα ο Raikkonen; ) .Το κέρδισε λοιπόν και η Mercedes.  Γιατί; Γιατί πήρε από παντού, ό,τι μπορούσε. Εκμεταλλεύτηκε κάθε ευκαιρία. Δεν ανοίχτηκε. Χτύπησε όταν έπρεπε, και από την Ιταλία και μετά το ματσάκι, είναι διαδικαστικού χαρακτήρα…δεν κερδίζεις χωρίς ψυχολογία. Δεν χάνεις, αν την χτίζεις όλη την χρονιά…

Και φέτος, στο ίδιο έργο θεατές. Η Ferrari άργησε να ξεκλειδώσει την πλήρη ισχύ της και να κατανοήσει το μονοθέσιο που έφτιαξε, λες και επρόκειτο για παιδί δημοτικού που πρώτη φορά διαβάζει την έκθεση που του έγραψε η μάνα του μπροστά στη τάξη. Έχασε νίκες από μηχανικά προβλήματα, έχασε κατατακτήριες από μηχανικά προβλήματα, έχασε νίκες από κακές στρατηγικές. Με 9 poles positions σε 18 αγώνες, έχει πανηγυρίσει μόλις 3 νίκες. Ποιος ανταγωνισμός;

Η έλλειψη (σοβαρού) ανταγωνισμού σε συνδυασμό με την υπεροχή της Mercedes σε επίπεδο απόδοσης μονοθέσιου, αξιοπιστίας και στρατηγικών αποφάσεων, έκαναν το άθλημα μονότονο, οριακά βαρετό. Διότι ήξερες από πριν ποιος θα κατακτήσει την pole, ποιος θα κερδίσει. Και ακόμη και όταν πήγε να αλλάξει, κάπου o σοβαρός ανταγωνισμός αναλάμβανε…

Ο Hamilton μέσα σε αυτή την ιδανική συγκυρία για την ομάδα του και τον ίδιο, έκανε το καθήκον του ως team leader. Βγήκε πιο μπροστά από τον Rosberg, «πάτησε» τον Bottas. Ο Rosberg εξάλλου, κατάφερε να αποσπάσει και έναν τίτλο από τον Hamilton το 2016, προτού εγκαταλείψει την ενεργό δράση. Ακόμη και έτσι, ο Hamilton βρήκε πρόσφορο έδαφος, όντας φυσικά και ανώτερος των Rosberg και Bottas, να διαλύσει την στατιστική, να κατακτήσει τα πάντα. Ο Φιλανδός έκανε και πλάτες ώστε αυτό να συμβεί. Η ομαδικότητα πάνω από όλα.

Ο Βρετανός έχει γράψει ήδη ιστορία, και θα συνεχίσει να το κάνει για αρκετά χρόνια ακόμη. Ήταν ταλέντο και το απέδειξε ήδη από τη πρώτη του χρονιά. Δεν ήταν οδηγός πυροτέχνημα, δεν ήταν οδηγός κομπάρσος.  Η καριέρα του θα ήταν αξιοζήλευτη ακόμη και αν δεν βρισκόταν ποτέ στη Mercedes το 2013. Απλώς σήμερα, δεν είναι μόνο αξιοζήλευτη. Είναι μια εκ των πιο πετυχημένων στη Formula 1. Διότι και οι αποφάσεις, απαιτούν ταλέντο…σήμερα ο Hamilton απολαμβάνει τους καρπούς της…