Ένα χρόνο μετά την απόκτηση του Γιάγια Τουρέ, ο Ολυμπιακός προχώρησε στην αγορά ενός ακόμα ηχηρού ονόματος, αυτό του Ματιέ Βαλμπουενά. Ο Αλέξανδρος Ιτιμούδης γράφει για τους εντυπωσιασμούς που φέρνουν τα μεγάλα ονόματα που όμως πολλές φορές δε βοηθούν ουσιαστικά.

Άλλη μια χρονιά και οι ομάδες που θα διεκδικήσουν την πρώτη πεντάδα στην Σούπερ Λιγκ προσπαθούν να δομήσουν όσο το δυνατόν καλύτερα ρόστερ.

Ο Ολυμπιακός έκανε το πρώτο μπαμ της χρονιάς με την έλευση του Ματιέ Βαλμπουενά στην ηλικία των 35 ετών. Όπως μας έχει συνηθίσει εδώ και αρκετά χρόνια ο σύλλογος του λιμανιού, έτσι και φέτος έφερε ένα παίκτη με πλούσιο βιογραφικό δε, σε μεγάλη ποδοσφαιρικά ηλικία δε.

Δεν είναι ασφαλώς κάτι νέο, μιας ο ΠΑΟΚ πριν λίγα χρόνια είχε φέρει τον Μπερμπάτοφ, όπως και παλιότερα το κάνανε με αντίστοιχους παίκτες και η ΑΕΚ με τον Παναθηναϊκό.

Παρόλα αυτά θεωρώ πως οι μεταγραφές αυτές ήταν κατά κύριο λόγο πυροτεχνήματα για να καλμάρει ο κόσμος, παρά μεταγραφές ουσίας. Τις περισσότερες φορές όλο αυτό ήταν ένα στοίχημα που έπαιρνε ο εκάστοτε πρόεδρος, και αν του καθόταν τότε θα βοηθιόταν και η ομάδα.

Καιρός όμως είναι να δούμε τι πρωτάθλημα έχουμε και να λειτουργήσουμε ανάλογα. Δυστυχώς για να σου βγουν τέτοιοι φτασμένοι ηλικιακά παίκτες θέλει μεγάλη δόση τύχης και συγκυριών. Θέλει από πίσω να έχεις ένα αρκετά ικανό ρόστερ ώστε να σου βγάλει και ο παίκτης που φέρνεις αυτά που όλοι περιμένουν.

Καλώς ή κακώς η Ελλάδα δεν είναι ελκυστικός επαγγελματικός προορισμός για τους πρωτοκλασσάτους παίκτες, ειδικά αυτούς σε παραγωγικές ηλικίες. Πλέον έχουν ξεφύγει και τα ποσά στο ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο ασφαλώς, αλλά το σημαντικό είναι η συντριπτική υποβάθμιση του ποδοσφαίρου μας.

Οι ελληνικές ομάδες μπορούν να λειτουργήσουν ευεργετικά μόνο για παίκτες που θα τις αντιμετωπίζουν ως «σκαλοπάτι» και όχι ως προορισμό. Σε τέτοιους παίκτες πρέπει πλέον να ποντάρουμε αν θέλουμε να δούμε το επίπεδο να ανεβαίνει ουσιαστικά.

Πολλές περιπτώσεις ειδικά ξένων παικτών βγήκαν από τους ελληνικούς συλλόγους, χωρίς όμως να σημαίνει ότι αυτό έγινε στοχευμένα. Ανάλογο μοντέλο ακολουθεί και η Πορτογαλία που επίσης δεν συγκαταλέγεται στα ελκυστικά πρωταθλήματα.

Άρα καταλήγουμε πως το να φέρνεις ένα καλό όνομα μόνο και μόνο για να πουλήσεις φανέλες δεν θα έχει ουσιαστικό αντίκτυπο. Θα πρέπει να έρθουν παίκτες νεαροί ώστε αν και εφόσον αναδειχθούν εδώ, μετά να φύγουν για ένα καλύτερο πρωτάθλημα, επιτρέποντας στις ομάδες εδώ να προσκομίσουν χρηματικά οφέλη.

Καλά τα ονόματα λοιπόν, αλλά στο σύγχρονο ελληνικό ποδόσφαιρο δεν έχουν και τόσο μεγάλη αξία.