Μέσα στην ραθυμία που προξενεί το καλοκαίρι, ο Αλέξανδρος Ιτιμούδης καταθέτει στις σκέψεις του πάνω σε ένα ζήτημα που δεν έχει τόσο να κάνει με τον αθλητισμό αυτό καθεαυτό, αλλά με αυτούς που τον περιτριγυρίζουν. Ναι, θα μιλήσουμε για τους δημοσιογράφους.

Η αλήθεια είναι πως για το συγκεκριμένο ζήτημα σκεφτόμουν εδώ και καιρό να γράψω.

Τώρα ειδικά που είναι καλοκαίρι και γενικώς η αγωνιστική δράση είναι περιορισμένη, είναι καιρός νομίζω να αναλύσουμε λίγο σε βάθος κάποια θέματα.

Το σημερινό θέμα επέλεξα να αφορά εμάς, τους επαγγελματίες των μέσων. Αυτούς που επιλέγει το κοινό να διαβάσει και να ακούσει στα αθλητικά σάιτ και ραδιόφωνα.

Εμάς που λίγο ως πολύ καθορίζουμε για το πάνω σε τι θέματα θα σκεφτεί ο οπαδός για την ομάδα του, και που επηρεάζουμε την κρίση του γενικότερα στο πως βιώνει τον αθλητισμό.

Σπουδαίος ο ρόλος αδιαμφισβήτητα. Ένα επάγγελμα που έχει μεγάλη δόση ευθύνης, και που πρέπει ως τέτοιο, να στελεχώνεται από εξίσου υπεύθυνα άτομα.

Και εδώ έρχεται το ζουμί του κειμένου. Άραγε ο οπαδός που μας διαβάζει θέλει περισσότερο τον στυγνό επαγγελματία (που θεωρητικά θα είναι και αντικειμενικός), ή μήπως προτιμά τον οπαδό-δημοσιογράφο;

Λοιπόν παιδιά θα είμαι ειλικρινής. Οι περισσότεροι οπαδοί όχι μόνο προτιμάνε τον ολοκληρωτικά ταγμένο προς την ομάδα τους, αθλητικογράφο, αλλά ζητάνε μέχρι και απόδειξη φρονήματος προκειμένου να τον «αποδεχτούν» τόσο αυτόν, όσο και την άποψη του.

Θέλουν να είναι και αυτός «αρρωστάκι» όπως είναι και αυτοί. Να βλέπουν στο πρόσωπο του έναν έμμεσο υπερασπιστή του «δικαίου» της ομάδας τους, αυτόν που θα δίνει το σύνθημα για ολομέτωπη επίθεση, σε αυτούς που θα θίξουν τα συμφέροντα του συλλόγου.

Πάνω από όλα, δεν επιθυμούν αυτός να ασκεί κριτική υπέρ του δέοντος εναντίον της ομάδας που υποστηρίζουν, αλλά αντίθετα να τονίζει συνεχώς τα στραβά των άλλων. Ποτέ όμως της ομάδας μας!

Για να εξηγούμαστε. Μπορεί οι οπαδοί συλλογικά να μισούν τους δημοσιογράφους και να τους θεωρούν όλους ανεξαιρέτως «ρουφιάνους», αλλά θεωρώ πως δεν θα μπορούσαν να ζήσουν λεπτό χωρίς τα κείμενα τους.

Ξέρετε το αθλητικό κείμενο, και ειδικά αυτό που ενισχύει την αίσθηση της ταυτότητας των οπαδών είναι κάτι σαν πρέζα γι αυτούς. Είναι ιδιαίτερα περίπλοκη αυτή η σχέση μεταξύ οπαδού και δημοσιογράφου που ορισμένες φορές δεν μπορείς να την εξηγήσεις όσο αναλυτικά θες.

Κάπου εδώ όμως έρχεται και η εξωτερική ζήτηση. Και τουλάχιστον εξωτερικά όλοι μα όλοι ζητάνε τον αντικειμενικό, τον επαγγελματία, και αυτόν που δεν «πουλάει φούμαρα».

Εδώ έρχεται λοιπόν η ευθύνη του δικού μας χώρου. Και δυστυχώς στην Ελλάδα οι αθλητικογράφοι έχουν «εκπαιδεύσει» το κοινό τους να προτιμάει τον οπαδικό χαρακτήρα του αθλητικογράφου.

Ναι, όλοι θέλουν την αντικειμενικότητα τουλάχιστον εξωτερικά, αλλά βαθιά μέσα τους τρέφουν συμπάθεια για τον ταγμένο προς τα συμφέροντα της ομάδας δημοσιογράφο.

Χρέος λοιπόν εμάς των νεότερων στον χώρο (άλλωστε το γράφει και το μότο σου σάιτ) είναι να αποδειχθούμε «ωραίοι».

Και για να αποδειχθείς ωραίος θα πρέπει να προσφέρεις το ποιοτικό, το αντικειμενικό (όσο γίνεται αυτό), αυτό που θα προάγει την γνώση, ακόμα και αν αυτή μερικές φορές στρέφεται κατά του συναισθήματος, και κατά της οπαδικής προτίμησης.

Είναι καιρός το κοινό να ανέβει επίπεδο. Δεν μπορεί όμως να γίνει αν δεν ανέβουν και επίπεδο οι δημοσιογράφοι. Και το ανεβαίνω επίπεδο σημαίνει να αποκτήσω επιτέλους διαίσθηση του τι ακριβώς κάνω, και πόσο επηρεάζει αυτό τους γύρω μου.

Αν δεν γίνουν αυτά τα βήματα τότε η κατάσταση στα αθλητικά μέσα θα είναι αυτή που εύκολα μπορεί να συνειδητοποιήσει κάποιος, αν ρίξει μια ματιά στα σχόλια των διαφόρων αθλητικών σάιτ και στα άρθρα που κατά καιρούς ανεβάζουν οι επαγγελματίες του χώρου.