Η εθνική Ισπανίας απέδειξε με περίτρανο τρόπο ότι η κατοχή της μπάλας στο σύγχρονο ποδόσφαιρο διαδραματίζει μικρό ρόλο σχετικά με την έκβαση ενός αγώνα.

Η εθνική Ισπανίας αποτελεί ένα ακόμη μεγάλο όνομα του φετινού Μουντιάλ που αποχωρεί πρόωρα από τη διοργάνωση. Ειδικότερα, μετά το αποκλεισμό της εθνικής Γερμανίας, της εθνικής Αργεντινής και της εθνικής Πορτογαλίας ήρθε η σειρά των “φούριας ρόχας” να δουν την πόρτα της εξόδου μετά την ήττα από τη Ρωσία στα πέναλτι.

Ωστόσο, η ειδοποιός διαφορά του αποκλεισμού των Ισπανών σε σχέση με τις υπόλοιπες “μεγάλες” ομάδες (με εξαίρεση τη Γερμανία) είναι ότι κατάφεραν να αποκλειστούν διαθέτοντας αδιαμφισβήτητα ένα από τα πιο ποιοτικά ρόστερ του τουρνουά. Σε αντίθεση δηλαδή, με τους Ταλιαφίκο και Ρικάρντο της κάθε Αργεντινής και Πορτογαλίας, η ομάδα του Φερνάντο Ιέρο διέθετε στις τάξεις της παίκτες που πρωταγωνιστούν στις κορυφαίες ομάδες του κόσμου. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο βασικό της σχήμα με αντίπαλο την οικοδέσποινα Ρωσία, κάθε ποδοσφαιριστής της είχε πανηγυρίσει τουλάχιστον ένα πρωτάθλημα στην καριέρα του. Συνεπώς, ο αποκλεισμός των “φούριας ρόχας” αποτελεί τεράστια έκπληξη και πρέπει να προβληματίσει τους ιθύνοντες της ομάδας. Ίσως αυτό το σοκ να ήταν απαραίτητο για να καταλάβουν άπαντες στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα ότι μία αλλαγή φιλοσοφίας είναι απαραίτητη.

Δεν αναφέρομαι τόσο σε αλλαγές προσώπων στο βασικό σχήμα της ομάδας. Αυτή φαίνεται σταδιακά να δρομολογείται με τις προσθήκες των Ίσκο, Ασένσιο και Βάσκεζ και τις επικείμενες αποχωρήσεις των Ινιέστα, Μπουσκέτς και άλλων παικτών της παλιάς φρουράς. Αναφέρομαι στην επιτακτική ανάγκη εκσυγχρονισμού του τρόπου παιχνιδιού που έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν εδώ και τόσο χρόνια οι Ισπανοί. Συγκεκριμένα, από το 2008 και έπειτα η εθνική Ισπανίας αποτελούσε μία κατεξοχήν ομάδα που της άρεσε να έχει τη μπάλα στα πόδια της και με μία κυκλοφορία της μπάλας που έσπαγε την υπομονή του αντιπάλου να κατακτά τα επιθυμητά αποτελέσματα. Το ποδόσφαιρο, όμως, έχει αλλάξει και η κατοχή της μπάλας δε διαδραματίζει τόσο σημαντικό ρόλο στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Αντίθετα, η ικανότητα εκδήλωσης αντεπιθέσεων και η ταχύτητα έχουν εξελιχθεί στα δύο πολύ βασικά συστατικά επιτυχίας των ομάδων που κυριαρχούν στο ποδόσφαιρο του σήμερα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η Λέστερ του Ρανιέρι και η Ατλέτικο Μαδρίτης του Ντιέγκο Σιμεόνε που κατάφεραν να φτάσουν μέχρι την κατάκτηση των εγχώριων πρωταθλημάτων τους ενσωματώνοντας αυτά τα δύο στοιχεία στη φιλοσοφία τους.

Φυσικά, κανείς δεν περιμένει από την εθνική Ισπανίας να τροποποιήσει το DNA της και ξεκινήσει να δίνει τη μπάλα στον αντίπαλο και να τον περιμένει στο μισό γήπεδο. Αυτό που αναμένουμε να δούμε από τις επόμενες εκδόσεις των “φούριας ρόχας”, όμως, είναι να προσθέσουν περισσότερη ουσία και αμεσότητα στο παιχνίδι τους. Αυτό ακριβώς, δηλαδή, που τους έλειπε στην νοκ άουτ αναμέτρηση με αντίπαλο τη Ρωσία και τους κόστισε την πρόκριση. Ειδικότερα, σε αυτήν την αναμέτρηση η εθνική Ισπανίας τέλειωσε το παιχνίδι με 75% κατοχή ενώ πραγματοποίησε ρεκόρ επιτυχημένων μεταβιβάσεων σε επίπεδο Μουντιάλ, καθώς μετέφερε τη μπάλα στα σωστά πόδια 1091 φορές (90% επιτυχία). Αυτοί οι αριθμοί, όμως, ήταν εντελώς ανούσιοι αν αναλογιστεί κανείς ότι δεν μετατράπηκαν ποτέ σε ευκαιρίες. Ακόμα και τα 8 σουτ στο στόχο που μπορεί να παρατηρήσει κανείς στους αριθμούς του αγώνα αποτελούν πλασματικά στοιχεία, αν θυμηθεί κανείς ότι πέρα από ένα σουτ του Ινιέστα στο δεύτερο ημίχρονο και ένα σουτ του Μορένο στην παράταση, δεν υπήρξε άλλη καλή φάση στην αναμέτρηση.

Για την εθνική Ισπανίας το κακό φάνηκε να έρχεται από τον τρόπο αντίδρασης της στο πρώτο τυχερό τέρμα που σημείωσε. Ειδικότερα, άνευ λόγου και αιτίας, οι παίκτες του Ιέρο έμοιαζαν να κάνουν διαχείριση του αποτελέσματος κυκλοφορώντας τη μπάλα στο αμυντικό τους μισό σαν να θέλουν να “ροκανίσουν” το χρόνο και να περάσουν στην επόμενη φάση χωρίς να ιδρώσουν. Έβλεπες τη μπάλα να φτάνει μέχρι τη μεσαία γραμμή, να κατευθύνεται στα άκρα,  από εκεί στα στόπερ για να καταλήξει στον Ντε Χέα. Και μετά πάλι από την αρχή. Όταν, όμως, πας να “παγώσεις” το ρυθμό από το 12ο λεπτό και ενώ προηγείσαι μόνο με ένα γκολ διαφορά είναι σαφές ότι διακινδυνεύεις να το πληρώσεις ακόμα και αν αγωνίζεσαι με ένα φανερά ασθενέστερο αντίπαλο. Ένα λεπτό αδράνειας αρκεί. Κάπως, έτσι την πάτησε η Ισπανία που είδε τον Πικέ να συνεχίζει τις μη πειστικές εμφανίσεις με το εθνόσημο πηδώντας με τα χέρια ψηλά σε εναέρια μονομαχία, με αποτέλεσμα να τιμωρηθεί με την εσχάτη των ποινών η ομάδα του.

Το πρόβλημα, όμως, για την εθνική Ισπανίας είναι ότι την ίδια προσέγγιση του παράλληλου ποδοσφαίρου συνεχίστηκε να υπηρετεί και στην επανάληψη. Στατικοί παίκτες που περίμεναν τη μπάλα για να τη δώσουν παραδίπλα συνοψίζουν την εικόνα των “φούριας ρόχας” και στο δεύτερο 45λεπτο. Οι Ρώσοι στην ουσία δεν αμύνθηκαν σκυλίσια για να μη δεχθούν φάσεις. Απλώς μάρκαραν το χώρο τους και παρατηρούσαν με χαρά τους αντιπάλους τους να αναλώνονται σε ένα ανούσιο ποδόσφαιρο κατοχής.

Το βασικότερο στοιχείο που έλειπε, λοιπόν, από την εθνική Ισπανίας ήταν το άμεσο παιχνίδι. Μία κάθετη πάσα στο χώρο που θα ξεκλείδωνε την αντίπαλη άμυνα. Έστω μία ατομική ενέργεια που θα προκαλούσε ανισορροπία στη διάταξη της ρώσικης αρκούδας. Το δεύτερο στοιχείο που απουσίαζε ήταν η παρουσία δύο ακραίων επιθετικών, ικανών να βγάλουν μία σέντρα για το κεφάλι του Ντιέγκο Κόστα. Και εδώ εντοπίζεται η ευχή-κατάρα της εθνικής Ισπανίας. Οι “φούριας ρόχας” διαθέτουν στο έμψυχο δυναμικό τους μία σειρά από playmakers, που θέλουν μία μπάλα στα πόδια τους για να οργανώσουν το παιχνίδι. Ως εκ τούτου βλέπεις 4 και 5 παίκτες (Μπουσκέτς, Ινιέστα, Σίλβα, Ίσκο) να κατεβαίνουν μέχρι τη μεσαία γραμμή για να υποδεχτούν τη μπάλα και να τη μοιράσουν. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, αδειάζει η περιοχή από κορμιά και ελαχιστοποιούνται οι πιθανές κάθετες πάσες που μπορούν να μοιράσουν οι μέσοι της Ισπανίας. Γι΄αυτό το λόγο, θεωρώ ότι έπρεπε να αξιοποιηθεί περισσότερο ο Ασένσιο και να χρησιμοποιηθεί ο Λούκας Βάσκεζ κόντρα στη Ρωσία. Οι δυο τους θα μπορούσαν να δώσουν το απαραίτητο πλάτος, το οποίο δεν πρόσφεραν ο Νάτσο (αναμενόμενο) και ο Άλμπα (μη αναμενόμενο). Με την εξασφάλιση του πλάτους πιθανότατα θα άνοιγαν κάποιοι χώροι στη ρώσικη άμυνα και θα επιτυγχανόταν ευκολότερα το πολυπόθητο γκολ.

Οι πολλές πάσες σε κοντινές αποστάσεις και το τικι τάκα έχουν πεθάνει και σε αυτήν την πραγματικότητα πρέπει να προσαρμοστεί η εθνική Ισπανίας όταν θα κληθεί να σχεδιάσει το πως θα πορευτεί στο EURO του 2020 πια. Εξάλλου, καλό το μέλι (πάσα) αλλά αν δε το φας μαζί με τη τηγανίτα (γκολ) χάνει τη μισή νοστιμιά.