To debut.gr κατέγραψε τις πιο τρανταχτές περιπτώσεις ποδοσφαιριστών που μας κάνουν κάθε μέρα να απορούμε πως είναι δυνατόν να αγωνίζονται σε κορυφαίους ευρωπαϊκούς συλλόγους.

Πολλές φορές θα έχεις πιάσει τον εαυτό σου την ώρα που παρακολουθείς ποδόσφαιρο να αναρωτιέσαι πως στο καλό κατόρθωσε ο τάδε ποδοσφαιριστής να κάνει καριέρα και μάλιστα στο κορυφαίο επίπεδο. Συνήθως τον παίκτη που σου προκαλεί αυτήν την απορία καταλήγεις να τον μισείς γιατί σου αποδεικνύει ότι αν ήσουν λίγο πιο τυχερός (εσκεμμένα αγνοείς τον παράγοντα ταλέντο) ίσως εσύ να βρισκόσουν στη θέση του και να απολάμβανες ξεκούραστα εκατομμύρια χρήματα να μπαίνουν στον τραπεζικό σου λογαριασμό την ώρα που θα κορόιδευες τον κόσμο στον αγωνιστικό χώρο. Αν, μάλιστα, αυτός που αποκαλείς “βύσμα”, γιατί μόνο με αυτόν τον τρόπο πρέπει να έχει καταφέρει να αγωνίζεται στο κορυφαίο επίπεδο, αγωνίζεται στην αγαπημένη ομάδα σου, τότε είναι βέβαιο ότι οι κατάρες που του έχεις ρίξει είναι πιο πολλές και από εκείνες που έχει ακούσει η μεγάλη “κόμπρα” του Ολυμπιακού, Φέλιξ Μπόρχα.

Εμείς επιχειρήσαμε να καταγράψουμε τα 5 μεγαλύτερα “βύσματα” που αγωνίζονται τα τελευταία χρόνια στα κορυφαία πρωταθλήματα της Ευρώπης προκαλώντας τη νοημοσύνη μας κάθε φορά που τα παρακολουθούμε να συγκαταλέγονται στη βασική ενδεκάδα των ομάδων τους. Προτού, όμως, ξεκινήσουμε να παραθέτουμε ονόματα θα αναφερθούμε εν συντομία στα κριτήρια που λάβαμε υπόψιν προκειμένου να τα συμπεριλάβουμε στη λίστα μας. Αρχικά, για να μπει σε αυτόν τον εκλεκτό κατάλογο ο ποδοσφαιριστής έπρεπε να αγωνίζεται τουλάχιστον για 1,5 σεζόν σε κάποια από τις λεγόμενες “μεγάλες” ομάδες του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Δεύτερον, θα έπρεπε να έχει συμπληρώσει ένα ικανοποιητικό αριθμό συμμετοχών έτσι ώστε να δικαιολογεί την απορία μας για τη συνεχή χρησιμοποίησή του. Τρίτον και σημαντικότερο χρειαζόταν το αγωνιστικό του επίπεδο να είναι εμφανώς πιο χαμηλό με το αντίστοιχο των συμπαικτών του και κυρίως με αυτό που επιτάσσει η ιστορία του συλλόγου στον οποίο αγωνίζεται. Παίκτες, όπως ο Γιάγια Τουρε που κάποτε έκαναν τη διαφορά στο χορτάρι και απλώς πια εκμεταλλεύονται την φήμη που έχουν χτίσει δεν συμπεριλαμβάνονται στη λίστα, διότι κάτι τέτοιο θα τους αδικούσε κατάφωρα.

1. Αντρέ Γκόμεζ (Μπαρτσελόνα)

Ο συγκεκριμένος ποδοσφαιριστής στάθηκε αφορμή για τη συγγραφή του άρθρου που διαβάζεις αυτή τη στιγμή. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο “τσαρλατάνο” μετά τον Άγγελο Χαριστέα που έχει εμφανιστεί στα ευρωπαϊκά γήπεδα. Με ένα μέτριο EURO, το 2016, κατάφερε να ξεγελάσει ακόμα και την σπουδαία Μπαρστελόνα, η οποία σπατάλησε 55 εκατομμύρια ευρώ για να τον κάνει δικό της από τη Βαλένθια. 1,5 χρόνο και κάτι μετά την μετακίνησή του μετράει τον εντυπωσιακό αριθμό των 74 συμμετοχών σε όλες τις διοργανώσεις. Άκρως απογοητευτικά, όμως, είναι τα νούμερα του στον τομέα των γκολ και ασίστ, εκεί που μετράει 3 και 4 αντίστοιχα. Δεν είναι, όμως, μόνο οι αριθμοί που μας έχουν αναγκάσει να τον αποκαλούμε “βύσμα”. Εξάλλου, η θέση του μέσου στην οποία αγωνίζεται δικαιολογεί εν μέρει την εικόνα που παρουσιάζουν τα στατιστικά του. Το πρόβλημα με τον 24χρονο Πορτογάλο είναι ότι δεν πλησιάζει καν το μέτριο σε οποιοδήποτε τομέα του παιχνιδιού. Όχι μόνο δε βοηθάει την ομάδα του παραγωγικά αλλά δε συνεισφέρει ούτε αμυντικά, καθώς σπάνια θα τον δεις είτε να βάζει τα πόδια του στη φωτιά είτε να τρέξει για να καλύψει αμυντικά κενά που προκύπτουν λόγω του κυριαρχικού τρόπου παιχνιδιού των “μπλαουγκράνα”. Η προσφορά του περιορίζεται στην ανταλλαγή πασών σε μικρή απόσταση, κάτι στο οποίο ο Μπουσκέτς είναι πολύ καλύτερος λόγω της εντυπωσιακής αντίληψης που διαθέτει.

2. Μαρουάν Φελαϊνί (Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ)

Αποτελεί έναν από τους πολλούς λόγους για να μισείς τον Ζοσέ Μουρίνιο. Εξάλλου, μόνο υπό τις οδηγίες του “Special One” θα μπορούσε ο συγκεκριμένος παίκτης να περηφανεύεται ότι μετράει 66 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις τις τελευταίες 2 σεζόν (8 γκολ, 3 ασίστ) εκ των οποίων οι 11 στο Γιουρόπα Λιγκ και οι 3 στο Τσάμπιονς Λιγκ. Ψάχνοντας κάποιος το δυνατό σημείο του Βέλγου μέσου μπορεί να σταθεί στην ικανότητά του στο ψηλό παιχνίδι. Ωστόσο, πέρα από κάποιες βοήθειες σε στατικές φάσεις, ο 30χρονος διεθνής φημίζεται για το αντιαθλητικό του παιχνίδι, με τη χρήση των αγκώνων του να αποτελεί σημαντικό όπλο στην προσπάθεια εξουδετέρωσης του αντιπάλου του. Η ικανότητα του να επιβραδύνει το ρυθμό του παιχνιδιού και να καθυστερεί την ανάπτυξη της ομάδας του αποτελεί μόνιμη αφορμή γκρίνιας στην εξέδρα του “Ολντ Τράφορντ”. Για να καταλάβει κάποιος την αγωνιστική αξία του Φελαϊνί αρκεί να αναρωτηθεί ποιο είναι το πρώτο πράγμα που του έρχεται στο μυαλό όταν ακούει το όνομα του Βέλγου. Μα φυσικά η αφάνα του. Τα μαλλιά του δηλαδή, τα οποία υπό κανονικές συνθήκες ουδόλως δε θα έπρεπε να μας απασχολούν στην περιγραφή των ικανοτήτων ενός ποδοσφαιριστή. Είναι πραγματικά απορίας άξιο πως έχει κατορθώσει να διατηρείται επί πέμπτο συναπτό έτος στο έμψυχο δυναμικό των “κόκκινων διαβόλων”.

3. Μούσα Σισοκό (Τότεναμ)

Ο Γάλλος εξτρέμ των “σπιρουνιών” ομολογώ ότι με ξεγέλασε με τις εντυπωσιακές του εμφανίσεις στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 2016 και κυρίως με τη γεμάτη εμφάνισή του στον τελικό της διοργάνωσης. Ωστόσο, 1,5 χρόνο και κάτι μετά την μεταγραφή του στα “σπιρούνια” ακόμα προσπαθώ να θυμηθώ ένα παιχνίδι του με τη φανέλα των “πετεινών”, στην οποία να ήταν θετικός. Στη δικιά του περίπτωση μπορείς να εντοπίσεις κάποια στοιχεία όπως η ταχύτητα που θεωρητικά θα μπορούσαν να καλύψουν κάποιες αδυναμίες του. Παρ΄όλα αυτά, o 28χρονος ποδοσφαιριστής μοιάζει να μην έχει φρένα και κυρίως το μυαλό για να αξιοποιήσει την ταχύτητά του. Οι επιλογές του τις περισσότερες φορές είναι λανθασμένες ενώ η μηδαμινή τεχνική του κατάρτιση τον αναγκάζει σε πολλά αβίαστα λάθη. Γι΄αυτούς τους λόγους, αποτελεί αναπάντητο ερώτημα η σταθερή στήριξη που απολαμβάνει από τον Μαουρίτσιο Ποκετίνο , ο οποίος, μάλιστα, τον χρησιμοποιεί πια στην νευραλγική θέση της μεσαίας γραμμής. Για μένα τουλάχιστον η συγκεκριμένη επιλογή είναι ανεξήγητη, καθώς ο Σισοκό όχι μόνο δε μπορεί να δημιουργήσει αλλά χάνει εύκολα πολλές μπάλες, με αποτέλεσμα να βάζει σε μπελάδες τους αμυντικούς του. Οι 9 ασίστ και τα 2 γκολ σε 74 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις με τη φανέλα της Τότεναμ αποτελούν μία πολύ φτωχή συγκομιδή που δικαιολογούν την συμμετοχή του στη συγκεκριμένη λίστα.

4. Πάκο Αλκάθερ (Μπαρτσελόνα)

Η αλήθεια είναι ότι οι “μπλαουγκράνα” δε μετράνε και πολλές επιτυχημένες μεταγραφές τα τελευταία χρόνια πληρώνοντας τις περισσότερες φορές υπεραξία για να αποκτήσουν ποδοσφαιριστές αμφιβόλου ποιότητας. Σε αυτήν την κατηγορία συγκαταλέγεται και ο Πάκο Αλκάθερ, ο οποίος αποκτήθηκε από τους Καταλανούς το 2016 έναντι 30 εκατομμυρίων ευρώ μετρώντας μέχρι σήμερα 14 γκολ και 7 ασίστ σε 44 συμμετοχές. Τα πάντοτε “ψυχρά” νούμερα δεν είναι τόσο απογοητευτικά στην προκειμένη περίπτωση ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Ισπανός στράικερ αποτελεί εναλλακτική λύση πίσω από τον Λουίς Σουάρεζ. Ωστόσο, αν παρακολουθήσει κάποιος τα περισσότερα παιχνίδια του πρώην φορ της Βαλένθια θα διαπιστώσει το χάσμα ποιότητας που τον χωρίζει από τους υπόλοιπους συμπαίκτες του. Εξάλλου για να παίζεις βασικός στην “Μπάρτσα” δε χρειάζεται μόνο να σκοράρεις. Πρέπει να μπορείς να κουβαλήσεις τη μπάλα όποτε χρειάζεται και να δημιουργείς χώρο για τους συμπαίκτες σου. Ο Αλκάθερ, όμως, στα περισσότερα παιχνίδια ακουμπάει ελάχιστες φορές τη μπάλα περιμένοντας από τον Μέσι και την παρέα του τον κάνουν “μάγκα”. Σαν να μην φτάνει αυτό, ο 24χρονος ποδοσφαιριστής παίρνει κάτω από τη βάση και στον τομέα του τελειώματος των φάσεων, το στοιχείο δηλαδή για το οποίο αποκτήθηκε επειδή θεωρητικά υπερτερούσε σε σχέση με άλλους συναδέλφους του.

5. Γκράνιτ Τζάκα (Άρσεναλ)

Στον Ελβετό μέσο των “κανονιέρηδων” δόθηκε τεράστια πίστωση χρόνου για να αποδείξει ότι μπορεί να κάνει το βήμα παραπάνω και να αγωνιστεί σε ένα κορυφαίο σύλλογο με υψηλότερες απαιτήσεις σε σχέση με αυτές της προηγούμενης ομάδας του, της Γκλάντμπαχ. 83 συμμετοχές μετά και ο 25χρονος μέσος οφείλει να παραδεχθεί και ο ίδιος ότι ο μόνος λόγος που φοράει τη φανέλα της Άρσεναλ είναι η κατακόρυφη πτώση της συνολικής αγωνιστικής αξίας της ομάδας τα τελευταία χρόνια. Αν και είναι ένα κλικ πάνω από τους Φελαϊνί και Γκόμεζ, ο Τζάκα αποτελεί τον ορισμό της μετριότητας μετρώντας μόλις 7 γκολ και 9 ασίστ ως παίκτης της ομάδας του Αρσέν Βενγκέρ. Ο πρώην παίκτης των “πουλαριών” έχει ευθύνη σε πάρα πολλά τέρματα που δέχθηκε η ομάδα του, καθώς εκείνος είχε πραγματοποιήσει πολλάκις το πρώτο λάθος που οδηγούσε στην παραβίαση της εστίας της Άρσεναλ. Επιπλέον, τα καθυστερημένα μαρκαρίσματά του τού έχουν κοστίσει σωρεία κίτρινων και κόκκινων καρτών, ενώ και η πολυδιαφημιζόμενη ικανότητά του στη δημιουργία δεν έχει κάνει την εμφάνισή της στο “Εμιρέιτς”. Συνεπώς, από το καλοκαίρι του 2016 μέχρι και σήμερα, σε καμία περίπτωση ο Γκράνιτ Τζάκα δεν έχει δικαιολογήσει τα 40 εκατομμύρια ευρώ που ξόδεψε η Άρσεναλ για να τον ντύσει με τα “ερυθρόλευκα”

.

Με αυτόν τον τρόπο κλείνει η πεντάδα των ποδοσφαιριστών, δίπλα από το όνομα των οποίων δε θα ήταν άδικο να μπει η ταμπέλα “απάτη”. Ουδέποτε δικαιολόγησαν τα χρήματα που ξοδεύτηκαν για χάρη τους αλλά με κάποιο μαγικό τρόπο, αυτό δεν απέτρεψε τους προπονητές τους να συνεχίζουν να τους εμπιστεύονται για λόγους που ακόμα ερευνούνται. Κάπως έτσι, κάποιοι ποδοσφαιρόφιλοι οδηγούνται στο τρελοκομείο αδυνατώντας να αντιληφθούν τις επιλογές των προπονητών τους. Εμείς από την πλευρά μας, θα συνεχίζουμε να ελπίζουμε ότι κάποτε θα δικαιωθούμε και θα δούμε τους παίκτες “βύσματα” εν τέλει να αποχωρούν από τους κορυφαίους ευρωπαϊκούς συλλόγους. Μέχρι τότε μπολιαστείτε με κουράγιο και υπομονή.