Χρειάστηκαν μία σειρά από λάθη προκειμένου η Τσέλσι να απολέσει τα σκήπτρα της στην Πρέμιερ Λιγκ.

Από το περασμένο καλοκαίρι οι οιωνοί δεν ήταν και οι καλύτεροι για την Τσέλσι, η οποία γνώριζε ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να επαναλάβει τα επιτεύγματα της περσινής αγωνιστικής περιόδου και να υπερασπιστεί τον τίτλο της στην Πρέμιερ Λιγκ. Αυτό οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι θα καλούταν να αγωνιστεί στο Τσάμπιονς Λιγκ μετά από ένα διάλειμμα ενός έτους, με συνέπεια να μειωθεί ο χρόνος ξεκούρασης των παικτών της. Ωστόσο, από τη στιγμή που τα γνώριζε όλα αυτά δύσκολα μπορεί να βρει καλές δικαιολογίες προκειμένου να εξηγήσει τη φετινή της μετριότατη πορεία σε όλες τις διοργανώσεις. Εξάλλου, ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος σύλλογος είναι που καλείται να κουβαλήσει δύο καρπούζια σε μία μασχάλη, έχοντας τόσο εγχώριες αγωνιστικές υποχρεώσεις όσο και ευρωπαϊκές.

Τι πήγε όμως, τόσο στραβά για την ομάδα του Αντόνιο Κόντε, με συνέπεια να μην παρουσιάσει σε καμία περίπτωση το σκληροτράχηλο και refuse to lose πρόσωπό της τη φετινή αγωνιστική περίοδο; Για ποιο λόγο βρίσκεται στην πέμπτη θέση του βαθμολογικού πίνακα της Πρέμιερ Λιγκ και αναμένεται να λείψει από το Τσάμπιονς Λιγκ της επόμενης σεζόν; Το debut.gr επιχείρησε να αναλύσει τα πιθανά αίτια που οδήγησαν στην κατάρρευσης μίας πρωταθλήτριας, που κατέκτησε με ιδιαίτερη άνεση το περσινό πρωτάθλημα.

Ο απώλεια Κόστα και τo χαμένο στοίχημα του Μοράτα:

Ο τεχνικός των “μπλε”, Αντόνιο Κόντε, έβγαλε μόνος του τα μάτια του, όταν επέλεξε να μην βάλει νερό στο κρασί του και να έρθει σε ρήξη με τον κορυφαίο στράικερ του την περσινή σεζόν. Αναφερόμαστε, φυσικά, στον Ντιέγκο Κόστα, ο οποίος δεν κατάφερε να συνυπάρξει για δεύτερο συνεχόμενο έτος με ένα εξίσου εκρηκτικό χαρακτήρα, όπως ο προπονητής του με αποτέλεσμα να μείνει ως ξένο σώμα στην ομάδα μέχρι τις χειμερινές μεταγραφές του Ιανουαρίου, όταν και αποχώρησε για την Ατλέτικο Μαδρίτης. Ο διεθνής με την εθνικής Ισπανίας στράικερ, υποστήριξε ότι ο Κόντε του ανακοίνωσε τη πρόθεσή του να λύσουν τη συνεργασία τους μέσω μηνύματος στο κινητό ενώ κατηγόρησε τη διοίκηση ότι τον αντιμετώπισε ως εγκληματία και όχι ως επαγγελματία αθλητή. Έτσι, ακολούθησαν μία σειρά από ενέργειες που φανέρωσαν ότι η πόρτα της εξόδου ήταν μονόδρομος για τον Κόστα και η Τσέλσι έχασε έναν ποδοσφαιριστή που είχε χαρίσει δύο πρωταθλήματα σε 3 χρόνια στο σύλλογο, ενώ είχε συνεισφέρει 15 βαθμούς με τα γκολ του στην περσινή πορεία του συλλόγου προς την κατάκτηση της Πρέμιερ Λιγκ. Με την απουσία του νυν φορ της Ατλέτικο, όμως, η Τσέλσι δεν έχασε μόνο τα γκολ του ποδοσφαιριστή αλλά και το χαρακτήρα νικητή που έφερε στα αποδυτήρια. Πέρα από το γεγονός ότι μπορούσε να πάρει ένα παιχνίδι μόνος του, ο Ντιέγκο Κόστα προκαλούσε δέος στους αντίπαλους αμυντικούς και προσέφερε αυτοπεποίθηση στους συμπαίκτες του.

Η απώλεια του έγινε ακόμα πιο αισθητή από την αποτυχία αναπλήρωσης του κενού του από τον Άλβατο Μοράτα, για τον οποίο οι “μπλε” σπατάλησαν 78 εκατομμύρια ευρώ μαζί με τα μπόνους για να αποκτήσουν. Η επιλογή του Κόντε για τη στελέχωση της επίθεσης βασίστηκε και σε μεγάλο βαθμό, μάλιστα, στον χαρακτήρα του Ισπανού φορ.

“Είναι ένας πολύ ευγενικός παίκτης. Μου αρέσει αυτό” είχε αναφέρει ο Ιταλός τεχνικός αφήνοντας σαφή σπόντα για την προσωπικότητα του προκατόχου του Μοράτα. Παρά το καλό του ξεκίνημα, όμως, ο πρώην επιθετικός της Ρεάλ Μαδρίτης δε μπόρεσε ποτέ να ανταποκριθεί στη θέση του βασικού στράικερ σε μία ομάδα πρωταθλητισμού, όπως η Τσέλσι, με αποτέλεσμα να μετράει μέχρι σήμερα 14 γκολ σε 41 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις. Δε θα ήταν άστοχο να ισχυριστούμε ότι η πίεση επηρέασε το μυαλό του Μοράτα, ο οποίος έχασε μία σειρά από τετ α τετ στην κρίσιμη περίοδο από τον Ιανουάριο μέχρι τα μέσα Μαρτίου, με συνέπεια να χάσει τη θέση του στο βασικό σχήμα. Έτσι, η Τσέλσι αντιμετώπισε τεράστια προβλήματα στο σκοράρισμα, καθώς εξαρτιόταν πια αποκλειστικά από τις εμπνεύσεις του Εντέν Αζάρ και του Γουίλιαν. Για του λόγου το αληθές, η ομάδα του Ρόμαν Αμπράμοβιτς διαθέτει την χειρότερη επίθεση από τις ομάδες της πρώτης εξάδας, καθώς τα 54 της τέρματα είναι λιγότερα και από αυτά της έκτης Άρσεναλ (61 γκολ).

Οι ευθύνες της διοίκησης:

Ο Αντόνιο Κόντε από το ξεκίνημα της χρονιάς είχε δημοσιοποιήσει τα παράπονά του στη διοίκηση των “μπλε”, υποστηρίζοντας ότι δεν ικανοποιήθηκαν τα αιτήματά του όσον αφορά τη μεταγραφική ενίσχυση της ομάδας.

«Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και να καταλάβουμε το επίπεδο στο οποίο είμαστε. Παλεύουμε για μια θέση στο επόμενο Champions League. Στο μέλλον αν υπάρχει η δυνατότητα πρέπει να αγοράσουμε μόνο δύο-τρεις ποδοσφαιριστές και όχι οκτώ παίκτες. Μην ξεχνάτε πως το καλοκαίρι κάναμε οκτώ προσθήκες και ξοδέψαμε λιγότερα χρήματα σε σχέση με άλλες ομάδες που πήραν μόνο δύο με τρεις παίκτες»

Συγκεκριμένα, ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς αν και πήρε παίκτες σε κάθε θέση που “πονούσε” η ομάδα του, σε καμία περίπτωση δεν απέκτησε τις πρώτες επιλογές που είχε θέσει ως προτεραιότητες ο Κόντε. Κατά συνέπεια, το έμψυχο δυναμικό των “μπλε” δεν απέκτησε ποτέ το βάθος που θα μπορούσε να ανταποκριθεί τόσο στο Τσάμπιονς Λιγκ όσο και στην Πρέμιερ Λιγκ. Έτσι, οι επιλογές του Κόντε ήταν περιορισμένες και το ροτέισον που αναγκαζόταν να κάνει ήταν σπάνια αποτελεσματικό. Οι προσθήκες των Ντρινκγουότερ, Μπακαγιόκο, Ζαπακόστα, Μπάρκλεϊ και Ζιρού δε προσέφεραν τις αναμενόμενες ποιοτικές ανάσες στην ομάδα, με συνέπεια η ενδεκάδα που έφτασε στην περσινή κατάκτηση του πρωταθλήματος να επωμίζεται όλο το βάρος και να “σκάει” από τα μισά της σεζόν μέχρι και σήμερα.

Χάλασε τη μαγιά της μεσαία γραμμής:

Το δεύτερο μέγα λάθος του Κόντε ήταν η απόφασή του να χαλάσει το περσινό εξαιρετικό μείγμα που είχε δημιουργήσει στη μεσαία του γραμμή με την παρουσία των Μάτιτς και Καντέ. Οι δυο τους κυριαρχούσαν στο χώρο του κέντρου καθιστώντας απροσπέλαστη την πρόσβαση των αντιπάλων στα καρέ του Κουρτουά. Ωστόσο, η επιλογή των “μπλε”να μην κρατήσουν τον Νεμάνια Μάτιτς στο ρόστερ τους και να τον παραδώσουν στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έναντι 45 εκατομμυρίων ευρώ αποδείχθηκε αυτοκαταστροφική. Σαν να μην έφτανε αυτό, η Τσέλσι δεν κατάφερε να φέρει έναν άξιο αντικαταστάτη του Σέρβου στο Λονδίνο. Αυτό το ρόλο καλούταν να διαδραματίσει ο Τιεμουέ Μπακαγιόκο, όταν αποκτήθηκε από τη Μονακό έναντι 45 εκατομμυρίων ευρώ.

Ωστόσο, ο Γάλλος μέσος δε κατόρθωσε ποτέ να προσαρμοστεί στο γρήγορο παιχνίδι της Πρέμιερ Λιγκ, μοιάζοντας δύο ταχύτητες κάτω από αυτό που απαιτεί το αγγλικό ποδόσφαιρο. Ο 23χρονος ποδοσφαιριστής, μάλιστα, έμοιαζε να μην μπορεί να βοηθήσει σε κανένα κομμάτι του παιχνιδιού της ομάδας. Ειδικότερα, από παραγωγικής πλευράς η συγκομιδή του είναι ιδιαίτερα φτωχή, καθώς μετράει μόλις 3 γκολ και ισάριθμες ασίστ σε όλες τις διοργανώσεις. Εξίσου ελλιπές, όμως, είναι και το παιχνίδι του στο ανασταλτικό τομέα, καθώς όχι μόνο εκθέτει την άμυνά του με τις λανθασμένες μεταβιβάσεις του αλλά στο κομμάτι των κοψιμάτων και των αναχαιτίσεων της μπάλας παίρνει χαμηλό βαθμό.

Επομένως, αυτές οι 3 αιτίες που προαναφέραμε δημιούργησαν ένα μικρό ρόστερ, αποδυναμωμένο σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν. Έτσι, αν και συνέχισε η Τσέλσι να αποτελείται από ποιοτικούς ποδοσφαιριστές, οι λύσεις ήταν περιορισμένες και οι αγωνιστικές υποχρεώσεις αυξημένες σε σχέσεις με τις αντίστοιχες της περσινής αγωνιστικής περιόδου. Αυτό οδήγησε στην σταδιακή κατάρρευση των “μπλε”, οι οποίοι δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν το φορτωμένο πρόγραμμά τους.

Τη νύφη, βέβαια, αναμένεται να πληρώσει ο Αντόνιο Κόντε, ο οποίος ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό γιατί αποδυνάμωσε το έμψυχο δυναμικό του για να ικανοποιήσει τον προσωπικό του εγωισμό. Έτσι, η ομάδα του έχασε σε μεγάλο βαθμό το χαρακτήρα νικητή που τους προσέδιδαν δύο παίκτες γαλουχημένοι να κάνουν πρωταθλητισμό και να κερδίζουν τρόπαια, όπως ο Μάτιτς και ο Ντιέγκο Κόστα. Από την άλλη πλευρά, και ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς πρέπει να κάνει την αυτοκριτική του και την επόμενη φορά να προσπαθεί με μεγαλύτερο ζήλο να εκπληρώνει τις μεταγραφικές επιθυμίες του προπονητή που προσλαμβάνει.

Η επόμενη μέρα, πάντως, είναι ιδιαίτερα δυσάρεστη για τη Τσέλσι, διότι κατά πάσα πιθανότητα θα χρειαστεί να προετοιμαστεί για την επόμενη χρονιά χωρίς να έχει την ασφάλεια των χρημάτων του Τσάμπιονς Λιγκ. Αυτό θα δημιουργήσει δύο προβλήματα στους “μπλε”. Αρχικά θα την καταστήσει λιγότερο ελκυστικό πόλο έλξης για ποδοσφαιριστές που έχουν συνηθίσει να αγωνίζονται στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση. Δεύτερον, θα μπει στην κουραστική από πνευματικής πλευράς διαδικασία να πρέπει να διαχειριστεί τη συμμετοχή της στο Γιουρόπα Λιγκ, το οποίο όμως μπορεί να της προσφέρει πολλαπλά οφέλη αν μιμηθεί το παράδειγμα της περσινής Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και της φετινής Άρσεναλ.