Δείξε μου τον φίλο σου να σου πω τι… μεταγραφή θα πάρεις!
Φελίπε Κουτίνιο και Νεϊμάρ από τις αλάνες της Βραζιλίας, έφτασαν στην κορυφή του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου με τις ομάδες που τους απέκτησαν να έχουν ξοδέψει για χάρη τους προϋπολογισμούς... κρατών.
Αν γυρίζαμε το χρόνο πίσω και έλεγε κανείς σε δύο πιτσιρικάδες από τη Βραζιλία, που ξεχώριζαν με αυτά που έκαναν με την μπάλα στα πόδια τους, ότι θα φτάσουν στην κορυφή της Ευρώπης και ότι όλος ο κόσμος θα ασχολείται μαζί τους, τότε θα του έλεγαν πως βλέπει πολλές ταινίες ή ότι αυτά γίνονται μόνο σε αυτές.
Ωστόσο, τα χρόνια πέρασαν. Η φιλία παρέμεινε δυνατή. Όπως και η επαφή με τα αντίπαλα δίχτυα. Ειδικά για έναν από τους δύο φίλους με τον άλλον να έχει πιο αλτρουιστικό ρόλο μέσα στο γήπεδο. Το κοινό σημείο αναφοράς είναι πως σιγά- σιγά η φήμη τους εξαπλωνόταν σαν φωτιά σε δάσος. Από τις αλάνες που ήταν πρώτοι και καλύτεροι έφτασαν να συζητιούνται (και όχι άδικα) απ’ όλο και περισσότερους Βραζιλιάνους.
H στιγμή του αποχαιρετισμού ήρθε το 2008 για τον έναν από τους δύο πρωταγωνιστές της ιστορίας μας. Όταν του ήρθε το γράμμα (όχι τον πήρανε φαντάρο) από Μιλάνο. Σε κάθε βραζιλιάνικη σαπουνόπερα (στοιχεία που υπάρχουν εδώ) που σέβεται τον εαυτό της θα είχε δάκρυα, αγκαλιές, φιλιά, μύξες. Όχι εδώ όμως. Οι δύο φίλοι δεν είπαν «αντίο», αλλά «τα λέμε μετά».
Όπως και έγινε. Ο πρώτος που έφυγε για να κάνει το μακρινό ταξίδι για την Ευρώπη δεν πέρασε και πολύ ωραία. Μπορεί να είχε την ταμπέλα του μεγάλου ταλέντου, όμως, αυτό δεν του εξασφάλισε και τον απαραίτητο χρόνο συμμετοχής στην ομάδα του Μιλάνου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πακετάρει πυκνά συχνά και να φεύγει από εδώ και από εκεί δανεικός.
Την ίδια ώρα ο άλλος φίλος γινόταν πρώτο όνομα στη Βραζιλία. Όλοι μιλούσαν για εκείνον. Πρώτο θέμα παντού. Επόμενο βήμα το υπερατλαντικό ταξίδι. Ακόμη πιο… λογικό ήταν το τηλεφώνημα στο φιλαράκι που το είχε περάσει πολύ πιο πριν. Όχι μόνο για να ακούσει τη φωνή του, αλλά και για να μάθει τι… παίζει εκεί. Τη φάση.
Καλοκαίρι 2013 και τα δύο φιλαράκια πλέον μπορούν να πάνε για μία… καϊπιρίνια. Ασχέτως αν ο ένας ήταν στο Λίβερπουλ και ο άλλος στη Βαρκελώνη.
Και μπορεί αυτή (καϊπιρίνια) άργησε να έρθει, όμως, αυτό δε συνέβη και με την κλήση στην εθνική Βραζιλίας. Στην πρώτη ομάδα αυτή τη φορά. Το βασικό θέμα συζήτησης ήταν πώς θα γίνει να είναι συμπαίκτες και σε συλλογικό επίπεδο.
Μέχρι που φτάνουμε στο (σωτήριον) έτος: 2017. Οι δύο φίλοι κάνουν τον (ποδοσφαιρικό) κόσμο να παραμιλάει. Όχι, ότι πιο πριν δεν ήταν talk of the town. Για τον μεγαλύτερο, αν και τους χωρίζουν μόλις μερικοί μήνες, έρχεται το ραντεβού με την ιστορία.Μπορεί στην Ισπανία να είχε πολλές κατακτήσεις και να αγαπήθηκε, αλλά, δεν μπορούσε να ζει στη σκιά άλλων. Γι’ αυτό και το καλοκαίρι του 2017 γίνεται η πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Πιο λαμπρός και από τον Πύργο του Άιφελ. Χωρίς υπερβολή.
Πολλά πρέπει να ειπώθηκαν μεταξύ των δυο φίλων. Υπεραστικά τηλέφωνα. Ε και; Λεφτά… υπάρχουν. Άλλωστε οι εποχές των πέτρινων χρόνων της Βραζιλίας μοιάζουν πολύ παλιές.Την ίδια στιγμή και ο άλλος φίλος θέλει να φύγει από την ομάδα που είναι. Καλό βρε παιδί μου το Λίβερπουλ αλλά σαν τον ήλιο της Βαρκελώνης δεν έχει. Ειδικά από τη στιγμή που τα (φιλικά) λόγια τον προέτρεπαν να πάει άμεσα.
Ο μικρότερος από τους δυο φίλους ήθελε να ακολουθήσει τα χνάρια του άλλου. Με κάθε τρόπο. Και ας του έλεγαν από την ομάδα που ήταν ότι δεν πρόκειται να πάει πουθενά. Έκανε υπομονή έξι μήνες και εν τέλει έγινε το δικό του. Όπως πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις.Και πλέον βρίσκεται στη τρίτη θέση των πιο ακριβών μεταγραφών όλων των εποχών. Όχι και άσχημα. Δύο φίλοι που πλέον έχουν λεφτά… αισθήματα. Δύο φίλοι που για να γίνει αυτό που ήθελαν έκαναν σαν (μεγάλα) παιδιά. Μούτρα, σκηνές, παράπονα, γκρίνιες, μέχρι και κλάματα. Όπως, τότε που έπαιζαν στις αλάνες στα γηπεδάκια της Βραζιλίας.