Ο Ρονάλντο κλείνει τα 41 χρόνια ζωής και το debut.gr θυμάται το "φαινόμενο", έναν από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών.

Ξεκίνημα

H πρώτη επίσημη εμφάνιση του «φαινομένου» έγινε τον Mάιο του 1993, με τη φανέλα της Kρουζέιρο. Με την ομάδα αυτή το 1993 σκόραρε 12 γκολ σε 14 εμφανίσεις και την οδήγησε στην κατάκτηση του βραζιλιάνικου πρωταθλήματος. Έτσι δεν άργησε το βήμα για την Ευρώπη.

1994-1996 (Αϊντχόφεν)

To 1994 πήρε μεταγραφή στην Αιντχόβεν ενώ φημολογείται ότι πρώτα απορρίφθηκε από την… Καλαμάτα. Ο γνωστός ελληνικός θρύλος θέλει τον Ρονάλντο να προτείνεται από μάνατζερ στην Καλαμάτα του Σταύρου Παπαδόπουλου, ο οποίος είχε στενές παράλληλες επαγγελματικές επαφές με τη Βραζιλία. Ο ιδιοκτήτης των Καλαματιανών θεώρησε υπερβολικό το ποσό των 50.000 δολαρίων για έναν 15χρονο και τον απέρριψε. Η εγκυρότητα του άνωθεν φυσικά και ελέγχεται.

Την ίδια χρονιά σκόραρε 42 γκολ σε 46 αγώνες πρωταθλήματος κι’έφτασε συνολικά τα 54 γκολ σε 57 επίσημες εμφανίσεις. Το 1995 βγήκε πρώτος σκόρερ του ολλανδικού πρωταθλήματος,ενώ το 1996 κέρδισε το κύπελλο Ολλανδίας με την ομάδα του.

1996-1997 (Μπαρτσελόνα)

Την σεζόν 1996-1997 αγωνίζεται στην Μπαρτσελόνα όπου και πάλι συνεχίζει να σπάει τα κοντέρ. Σκόραρε με τη φανέλα της Μπάρτσα 47 γκολ σε 49 εμφανίσεις σ’όλες τις διοργανώσεις  και οδήγησε την Μπαρτσελόνα στην κατάκτηση του κυπέλλου Ουέφα, όπου στον τελικό σκόραρε το νικητήριο γκολ με πέναλτι.

Σε μία συνέντευξή του στο περιοδικό “Four Four Two” τον Αύγουστο του 1996 είχε δηλώσει προφητικά: “Δούλεψα πολύ για να φτάσω εδώ που βρίσκομαι, αλλά τώρα που έχω φτάσει μέχρι εδώ, δεν θέλω να με θυμούνται ως ακόμη έναν παίκτη. Θέλω να μείνω στην ιστορία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Θέλω να σημαδέψω μία εποχή, να είμαι ένας διαφορετικός παίκτης, να σημειώσω ξεχωριστά γκολ. Το να είμαι απλώς ένας καλός παίκτης δεν είναι αρκετό για μένα“.

1997-2002 (Ίντερ)

Μετά από μία εξωπραγματική σεζόν στην Μπαρτσελόνα, ο Μοράτι το πήρε απόφαση και κυνήγησε ξανά την υπόθεση Ρονάντο. Το καλοκαίρι του 1997 κατέρριψε το μεταγραφικό ρεκόρ του Άλαν Σίρερ, αφού κατέβαλε (σε σημερινά χρήματα) 28.000.000 ευρώ για να τον αποκτήσει. Συγκεκριμένα, οι “νερατζούρι” κάλυψαν τη ρήτρα του συμβολαίου του Ρονάλντο, με την Μπαρτσελόνα να μην μπορεί να αντιδράσει, μιας και ο παίκτης ήθελε να αποχωρήσει μετά την άρνηση των “μπλαουγκράνα” να του κάνουν αναπροσαρμογή αποδοχών.

Από το 1997 έως το 2002 που βρέθηκε στην Ίντερ ήταν η πενταετία που βρέθηκε από το ζενίθ στο ναδίρ. Κατάφερε σχεδόν τα πάντα με την ιταλική ομάδα. Με την Ίντερ έπαιξε σε 99 αγώνες και σκόραρε 59 γκολ. Στις 21 Νοεμβρίου 1999,κατά την διάρκεια του αγώνα πρωταθλήματος κόντρα στη Λέτσε ο Ρονάλντο τραυματίστηκε και οι ιατρικές εξετάσεις επιβεβαίωσαν πως είχε υποστεί ρήξη του τένοντα.

Επέστρεψε στα γήπεδα στις 12 Απριλίου του 2000, αγωνιζόμενος μόνο για 7 λεπτά στον τελικό του κυπέλλου Ιταλίας απέναντι στη Λάτσιο, δυστυχώς όμως τραυματίστηκε και πάλι. Έπειτα από δύο εγχειρίσεις και πολλά προγράμματα θεραπείας ο Ρονάλντο επέστρεψε και πάλι στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, οδηγώντας σχεδόν μόνος του την Βραζιλία στην κατάκτηση του πέμπτου της τροπαίου.

2002-2007 (Ρεάλ Μαδρίτης)

Μετά την εντυπωσιακή επιστροφή του Ρονάλντο στο Μουντιάλ του 2002, η Ρεάλ τον έκάνε δικό της με τον ίδιο να εντυπωσιάζει την πρώτη χρονιά (23 γκολ) όμως στα τέλη της σεζόν 2003-2004 τραυματίστε και πάλι και δεν κατάφερε να πρωταγωνιστήσει. Το 2006 μετά την απόκτηση του φαν Νιστελρόι ο Ρονάλντο σταμάτησε να παίζει βασικός λόγω της κακής φυσικής του κατάστασης αλλά και εξαιτίας του γεγονότος ότι θεωρήθηκε υπέρβαρος, καθώς είχε ξεπεράσει τα 85 κιλά.

2007-2008 (Μίλαν)

Στις 30 Ιανουαρίου του 2007, ο Ρονάλντο υπέγραψε στην Μίλαν για 7 εκατομμύρια ευρώ. Η μεταγραφή του στη Μίλαν σκόρπισε ενθουσιασμό στους φιλάθλους λόγω της βραζιλιάνικης τριπλέτας (Κακά, Αλεσάντρε Πάτο και φυσικά Ρονάλντο). Όπως έδειξε η ιστορία, οι ελπίδες για κάτι σπουδαίο αποδείχθηκαν “φρούδες”, αφού ο Ρονάλντο δεν στάθηκε στο ύψος του ονόματός του. Δεν τα κατάφερε λόγω των προβλημάτων βάρους που τον εμπόδιζαν να συμμετέχει κανονικά στις προπονήσεις και να βγάζει ολόκληρα 90λεπτα. Στην αποχαιρετιστήρια συνέντευξη Τύπου, ο Ρονάλντο αποκάλυψε το πρόβλημα που υπήρχε κατά τη θητεία του στη Μίλαν.

2008-2011 (Κορίνθιανς)

Από τις 9 Δεκεμβρίου του 2008, ο Ρονάλντο αγωνίστηκε στην Κορίνθιανς. Το Φεβρουάριο του 2010 ο ποδοσφαιριστής γνωστοποίησε ότι σκοπεύει να αποχωρήσει από τα γήπεδα το 2011. Στις 14 Φεβρουαρίου 2011, σε συνέντευξη τύπου, ανακοίνωσε την αποχώρηση του από τα ποδοσφαιρικά γήπεδα.

Εθνική Βραζιλίας

Με την εθνική ομάδα της Βραζιλίας ο Ρονάλντο αγωνίστηκε συνολικά σε 98 επίσημα ματς και σκόραρε 62 γκολ.Στην αρχή της καριέρας του στην εθνική Βραζιλίας και συγκεκριμένα το 1994 βρέθηκε στην αποστολή του Μουντιάλ, αλλά δεν αγωνίστηκε σε κανένα ματς. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996 οδήγησε τη Βραζιλία στην κατάκτηση του χάλκινου μεταλλίου. Στο Μουντιάλ του 1998 ο επιθετικός της Ιντερ τότε είχε σχημάτισε ένα τρομακτικό δίδυμο με τον Ρομάριο. Μέχρι τον τελικό, ο Ρονάλντο είχε σημειώσει 4 γκολ κι είχε μοιράσει 3 ασίστ. Πριν απο τον τελικό με την Γαλλία, ο Ρονάλντο υπέστη επιληπτική κρίση, ενώ ξεκουραζόταν στο δωμάτιο του ξενοδοχείου.

Ο ίδιος ο Ρονάλντο περιέγραψε την περιπέτειά του: “Είχα έναν τρομερό φόβο. Έχασα το Παγκόσμιο Κύπελλο, αλλά κέρδισα ένα άλλο κύπελλο, αυτό της ζωής. Δεν θυμάμαι τι έγινε, αλλά πήγα να κοιμηθώ και όπως μου είπε ο γιατρός έπαθα επιληπτική κρίση για 30 με 40 δευτερόλεπτα. Μετά ξύπνησα και πονούσα παντού, αλλά με το πέρασμα του χρόνου ο πόνος μειωνόταν. Ηρέμησα λίγο και αποφάσισα να παίξω και να βοηθήσω την ομάδα“. Τα σενάρια συνωμοσίας πολλά, τόσο για το τι ακριβώς υπέστη ο Ρονάλντο και για ποιον λόγο αγωνίστηκε ενώ δεν ήταν επ’ ουδενί σε θέση να παίξει, προκαλώντας μάλιστα ζημιά στην ομάδα του που πρακτικά έπαιζε με 10 παίκτες.

Ο Ρονάλντο έλαβε μέρος με επιτυχία στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γερμανίας, το 2006. Ιστορική σημασία έχει το γκολ που σημείωσε στο 5ο λεπτό του αγώνα Βραζιλία-Γκάνα για τους «16» του Παγκοσμίου Κυπέλλου, στις 27 Ιουνίου 2006. Χάρη σε αυτό, το «φαινόμενο» έγινε ο πρώτος σκόρερ στα 76 χρόνια ζωής του Παγκοσμίου Κυπέλλου, καθώς έφτασε τα 15, ένα περισσότερο από τον Γκερντ Μίλερ.

Έχει κατακτήσει τρεις φορές το βραβείο του καλύτερου ποδοσφαιριστή της χρονιάς που απονέμεται από την Φίφα (Fifa World player of the year). Κέρδισε την πρώτη του Χρυσή Μπάλα, το 1997. Κέρδισε και πάλι το βραβείο αυτό το 2002, μετά την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου με την εθνική ομάδα της Βραζιλίας. Το 2007 συμπεριλήφθηκε στην καλύτερη εντεκάδα όλων των εποχών από το περιοδικό France Football.

Το 2010, σε ψηφοφορία που διεξήχθη για τον καλύτερο ποδοσφαιριστή της δεκαετίας, ήταν πρώτος στις προτιμήσεις συγκεντρώνοντας το 43.63% των ψήφων και στην ίδια ψηφοφορία επιλέχθηκε στην καλύτερη εντεκάδα της δεκαετίας.