Το ποδόσφαιρο έχει πολλές θλιβερές ιστορίες. Όμως μία από αυτές που έχουν κάνει πολλά μάτια να δακρύσουν είναι εκείνη του Ντάνκαν Έντουαρτς.

Κάπου, κάποιος, κάποτε είχε πει ότι: “τη τελευταία μέρα σου πάνω στη Γη αυτό που έχει γίνει συναντά αυτό που θα μπορούσες να είχες γίνει”. Στην ιστορία του ποδοσφαίρου υπάρχουν αμέτρητες ιστορίες παικτών, οι οποίοι είχαν ένα θεϊκό χάρισμα στα πόδια τους, όμως, επειδή όταν ο Θεός μοίραζε μυαλά εκείνοι είχαν… ομπρέλα το είδαν να πηγαίνει στράφι. Σίγουρα αυτές οι ιστορίες φέρνουν θλίψη και κάνουν το παραπάνω ρητό να παίρνει σάρκα και οστά. Ωστόσο, υπάρχει και μία ιστορία που αν έπρεπε να πάρει Όσκαρ (άτυχου) σεναρίου και χαμένου ταλέντου θα ήταν το δίχως άλλο εκείνη του Ντάνκαν Έντουαρτς που θα μπορούσε να είχε γίνει ο σπουδαιότερος παίκτης που είχε περάσει ποτέ από τα ευρωπαϊκά γήπεδα, αλλά, η μοίρα του έμελλε να γραφτεί με μελανά χρώματα, αντί για χρυσά.

Διψασμένος για (ποδοσφαιρική) γνώση

Στην Αγγλία του μεσοπολέμου κάθε γέννα είχε κινδύνους, καθώς δεν ήταν λίγες εκείνες οι οικογένειες που έβλεπαν κάποιο από τα παιδιά τους να φεύγει από τη ζωή, ύστερα από μερικές μόλις εβδομάδες στον μάταιο ετούτο κόσμο.

Ο Ντάνκαν Έντουαρτς με το πρώτο του κλάμα (γεννήθηκε τη πρώτη μέρα του Οκτωβρίου το 1936) έδειχνε πως ήταν νικητής από… κούνια με τη μικρή αδερφή του να μην έχει την ίδια τύχη με εκείνον, καθώς πρόλαβε να είναι μαζί του για 14 μόλις εβδομάδες όταν εκείνος ήταν 11 ετών.

Η δίψα του Έντουαρτς για γνώσεις ήταν μεγάλη. Όμως εκείνη για ποδόσφαιρο ακόμη μεγαλύτερη, καθώς στα σχολικά του χρόνια αγωνιζόταν σε τρεις σχολικές ομάδες, ενώ παράλληλα πήγαινε και σε σχολή χορού.

Τα “λαγωνικά” της αγγλικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας δεν άργησαν να τον εντοπίσουν, με αποτέλεσμα να του προσφέρουν δοκιμαστικό για την εθνική σχολική ομάδα Κ-14 και εκείνος να τους εντυπωσιάσει και να κερδίσει άμεσα θέση στην αρχική  11αδα, όπου και έκανε το ντεμπούτο του τη Πρωταπριλιά του 1950 απέναντι στην αντίστοιχη ομάδα της Ουαλίας και μάλιστα στο “Γουέμπλεϊ”, ενώ δεν άργησε με τις εμφανίσεις του να κερδίσει όχι μόνο το σεβασμό των υπόλοιπων συμπαικτών του, όχι μόνο το περιβραχιόνιο του αρχηγού αλλά και να κάνει πολλούς σκάουτερ να τον παρακολουθούν.

Κόκκινος…διαβολάκος

Η φήμη του Έντουαρτς μεγάλωνε στην Αγγλία περισσότερο και από την ίδια του τη σωματοδομή με τον ταλαντούχο παίκτη να δείχνει… άντρας μπροστά στα παιδιά της ηλικίας του. Αυτό έκανε την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ να στείλει τον Τζακ Όμπριεν που ήταν στις ακαδημίες της να τον “τσεκάρει”. Εκείνος μετά από μία μόλις εμφάνιση του Έντουαρτς έστειλε το παρακάτω τηλεγράφημα στον Ματ Μπάσμπι που ήταν τότε ο προπονητής των “κόκκινων διαβόλων”: “Σήμερα είδα ένα σπουδαίο σχολιαρόπαιδο που είναι 12 ετών, αλλά έχει μεγάλο ταλέντο. Χρίζει ιδιαίτερης προσοχής. Τον λένε Ντάνκαν Έντουαρτς και είναι από το Ντάντλεϊ”.

Όμως ο Μπάσμπι σύντομα θα άκουγε τα ίδια περίπου λόγια και από τον τεχνικό της εθνικής σχολικής ομάδα της Αγγλίας, Τζο Μέρτσερ, με τον οποίο ήταν φίλος και του είπε πως ο Έντουαρτς έπρεπε να αποκτηθεί από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

Ωστόσο, εκείνη την εποχή ήταν παράνομο μία ομάδα να “κλείνει” παίκτη που δεν ήταν ενήλικος δίνοντάς του χρήματα. Παρόλα αυτά ο Μπάσμπι έπεισε τη μητέρα του Έντουαρτς να συμβάλει στη μεταγραφή του στις ακαδημίες του συλλόγου με αποτέλεσμα το ταλαντούχο παιδί από το Ντάντλεϊ να γίνει “κόκκινος διάβολος” με το θρύλο να θέλει τη γυναίκα που του έδωσε ζωή λίγο αργότερα να έχει στη κατοχή της ένα από τα πιο σύγχρονα και ακριβότερα πλυντήρια που υπήρχαν τότε στην αγορά! Ενδεχομένως να ήταν ένα έμπρακτο “ευχαριστώ” του Μπάσμπι για την επιλογή του κανακάρη της.

Βέβαια, η επιλογή αυτή του Έντουαρτς δεν άρεσε καθόλου στον τότε τεχνικό της Γουλβς (που τότε είχε σπουδαία ομάδα), ο οποίος είχε πει πως έπρεπε να πάει στον σύλλογο της περιοχής του που ήταν οι “λύκοι” και όχι στη Γιουνάιτεντ.

Όλα τα “μωρά” στο… γήπεδο!

Η δεκαετία του ’50 ήταν μία μεταβατική περίοδος για την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ που πριν μπει σε εκείνη είχε γερασμένους παίκτες που δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν τις ταχύτητες εκείνης της εποχής.

Άλλωστε οι “κόκκινοι διάβολοι” είχαν να δουν πολλά χρόνια την κατάκτηση κάποιου τίτλου και ο τεχνικός τους, Ματ Μπάσμπι, ήθελε να στελεχώσει τη πρώτη ομάδα με νεαρούς παίκτες που ήταν από τη γύρω περιοχή και από τις ακαδημίες της Γιουνάιτεντ που θα έπαιζαν για τη φανέλα, θα πόναγαν για τον σύλλογο και στο τέλος θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν σε επιτυχίες.

Όσο και αν πρωτοποριακή και αν ήταν η κίνηση- σκέψη του Άγγλου προπονητή μόνο εύκολη δεν ήταν στη πράξη. Παρόλα αυτά με μπροστάρη τον Ντάνκαν Έντουαρτς, αλλά και τους Ρότζερ Μπιρν, Έντι Κόλμαν, Μαρκ Τζόουνς, Μπίλι Γουΐλαν, Τόμι Τέιλορ, Ντέιβιντ Μπεγκ, Τζοφ Μπεντ, Τζάνκι Μπλακφλάουερ και Μπόμπι Τσάρλτον μπόρεσαν να κατακτήσουν δύο σερί πρωταθλήματα. Του 1956 και του 1957 με τον μέσο όρο ηλικίας της ομάδας να μην ξεπερνάει τα 22 έτη. Έτσι, από τον Τύπο της εποχής τους χαρίστηκε το παρατσούκλι “οι μπέμπηδες του Μπάσμπι”.

“A day of memory, sad to recall, without farewell, he left us all”

Οι επιτυχίες για τα τους “μπέμπηδες” ήταν απανωτές. Ερχόντουσαν η μία μετά την άλλη. Όμως κανείς δεν περίμενε ότι οι περισσότεροι από αυτούς θα είχαν ένα άδοξο και τραγικό τέλος. Όχι μόνο στη ποδοσφαιρική τους καριέρα, αλλά και στη ζωή τους.

Η αποστολή της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είχε ταξιδέψει στο Βελιγράδι για να αγωνιστεί με τον Ερυθρό Αστέρα για να υπερασπιστεί το υπέρ της 2-1. Στη (πρώην) Γιουγκοσλαβία οι Άγγλοι θα προηγηθούν με σκορ 3-0, όμως, οι Βαλκάνιοι θα φέρουν το ματς σε απόλυτη ισορροπία, κάνοντας το 3-3. Σκορ που έμελλε να μείνει μέχρι τέλους και να είναι το τελευταίο για αρκετούς από τους παίκτες που είχαν αγωνιστεί τότε.

Η αποστολή των “κόκκινων διαβόλων” ήθελε να φτάσει γρήγορα στην Αγγλία, καθώς ακολουθούσε το σημαντικό ματς με τη Γουλβς με τη πτήση τους να σταματάει για ανεφοδιασμό στο Μόναχο. Μία στάση που έμελλε να κοστίσει την ζωή σε 23 ανθρώπους. Ένας εκ των οποίων ήταν και ο Ντάνκαν Έντουαρτς.

Ο Άγγλος παίκτης βρισκόταν σε κόμμα για περίπου δύο εβδομάδες, αφήνοντας άναυδους τους γιατρούς που πίστευαν ότι θα γινόταν καλά πολύ γρήγορα. Εκείνοι τοποθέτησαν ένα τεχνητό νεφρό την μερικές μέρες αργότερα, αλλά το τεχνητό όργανο μείωσε την ικανότητα πήξης του αίματος του και άρχισε να αιμορραγεί εσωτερικά.

Παρ ‘όλα αυτά, λέγεται ότι ο Έντουαρτς ρώτησε τον βοηθό διευθυντή Τζίμι Μέρφι τι ώρα ξεκίναγε το παιχνίδι ενάντια στη Γουλβς, γιατί δεν ήθελε να το χάσει.Μέχρι τις 14 Φεβρουαρίου, η κατάστασή του, όπως είχε αναφερθεί είχε «βελτιωθεί δραματικά».

Ωστόσο, πέντε ημέρες αργότερα τα πράγματα δεν ήταν καθόλου καλά. Ακόμη και έτσι οι γιατροί που τον φρόντιζαν ήταν «κατάπληκτοι» για την θέλησή του για ζωή αλλά μετά από ένα μακρύ αγώνα κατέληξε από νεφρική ανεπάρκεια, στις 21 Φεβρουαρίου του 1958. Κάποιες ώρες πριν από το θάνατό του , κατά σύμπτωση, μια νέα έκδοση του “Football Monthly” του Τσάρλι Μπιούκαν είχε κυκλοφορήσει στο Ηνωμένο Βασίλειο, με μια φωτογραφία ενός χαμογελαστού Έντουαρντς στο εξώφυλλο.

Ο Ντάνκαν Έντουαντς θάφτηκε στο νεκροταφείο του Ντάντλεϊ πέντε ημέρες αργότερα, πλάι στην αδελφή του Κάρολ Άνν. Περισσότεροι από 5.000 άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους της πόλης για την κηδεία του. Η επιτύμβια στήλη του τάφου του αναγράφει: “Μια ημέρα από τη μνήμη, τραγική να ανακαλείς, χωρίς αντίο, μας άφησε όλους” (A day of memory, Sad to recall, Without farewell, He left us all).Ο τάφος του επισκέπτεται τακτικά από τους οπαδούς.

“The boy who had it all”

Το πλήγμα για το αγγλικό ποδόσφαιρο και ειδικά την οικογένεια της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήταν πολύ μεγάλο. Όπως και η θλίψη που προκάλεσε ο θάνατος του Ντάνκαν Έντουαρτς. Όπως και το ταλέντο του που χάθηκε τόσο νωρίς και τόσο άδικα.

Η αλήθεια είναι πως οι Άγγλοι ώρες- ώρες στα λεγόμενά τους για διάφορους θρύλους ίσως γίνονται κάπως υπερβολικοι. Ωστόσο, στη περίπτωση του παιδιού από το Ντάντλεϊ μάλλον όχι υπερβολικές δεν είναι, αλλά ισχύει το αντίθετο. Όσα έχουν γραφτεί και ειπωθεί για χάρη του μάλλον… λίγα είναι.

Δύο ιστορίες, όπως οι παρακάτω δείχνουν το μεγαλείο αυτό του παίκτη και όλα όσα πρόλαβε να χαρίσει στον ποδοσφαιρικό κόσμο.

Η πρώτη έχει να κάνει με ένα παιχνίδι της δεύτερης ομάδας της Γιουνάιτεντ απέναντι σε αντίστοιχη της Τσέλσι. Οι παίκτες των “κόκκινων διαβόλων” συνήθιζαν να τα περιμένουν όλα από τον Έντουαρτς και έτσι ο τεχνικός τους πριν την αναμέτρηση τους είχε πει να προσπαθήσουν να μην του δίνουν τόσες φορές τη μπάλα, προκειμένου να αναπτύξουν το προσωπικό τους στυλ.

Στο ημίχρονο η Γιουνάιτεντ έχανε και έτσι ο τεχνικός της είπε στους… αμούστακους ποδοσφαιριστές του: “Ξεχάστε αυτό που σας είπα. Όλες οι μπαλιές σας στον Έντουαρτς από εδώ και πέρα”. Έτσι και έγινε. Δε χρειάζεται να σας πούμε ποιος νίκησε και ποιος ήταν ο πρωταγωνιστής της.

Η έτερη ιστορία την αφηγείται ο -κατά πολλούς- ο καλύτερος παίκτης που φόρεσε τη κόκκινη φανέλα. Ο Σερ Μπόμπι Τσάρλτον, ο οποίος πριν υπογράψει στη Γιουνάιτεντ είχε είχε μία συνάντηση με τους ανθρώπους της ομάδας που ήθελαν να τον πείσουν να γίνει δικός τους στο προπονητικό κέντρο.

“Είχα πάει να τους δω που έκαναν προπόνηση και άκουγα συνέχεια για εκείνον και για το πόσο καλός ήταν. Πίστευα ότι ήταν υπερβολικοί όσοι το έλεγαν. Μέχρι που τον είδα και κατάλαβα για τι πράγμα μιλούσαν και ότι είχαν απόλυτο δίκιο”, τα λόγια του Τσάρλτον μερικές δεκαετίες αργότερα.

Forever young

Αυτή, λοιπόν, ήταν η ιστορία του Ντάνκαν Έντουαρτς. Ενός ταλαντούχου παιδιού που δεν πρόλαβε να μεγαλώσει και ας έπαιζε ανάμεσα σε άντρες. Ενός παίκτη που κανείς δεν μπορούσε να τον σταματήσει, παρά μόνο ένα τραγικό δυστύχημα.

Κανείς δεν ξέρει που θα έφτανε. Ίσως να ήταν το πιο λαμπρό αστέρι που θα είχε αντικρίσει ποτέ ο ποδοσφαιρικός πλανήτης. Ωστόσο, η λάμψη του ακόμη και στις μέρες μας, παραμένει μεγάλη ακόμη και αν ο ίδιος ήταν πολλά έτη φωτός μπροστά από την εποχή του.

Ένα από τα σπουδαιότερα αγγλικά συγκροτήματα, οι “Queen”, κάποτε είχαν ερμηνεύσει το “who wants to live forever”. Πολλοί θα ήθελαν. Λίγοι μπορούν να το κάνουν. Και ο Ντάνκαν Έντουαρτς είναι ένας από αυτούς, καθώς με τα κατορθώματά του θα ζει για πάντα στο μυαλό και στις καρδιές όλων όσων αγαπούν το ποδόσφαιρο και τις καλές ιστορίες που αυτό μπορεί να γεννήσει. Πάντα ως νέος. Πάντα παίζοντας ποδόσφαιρο.

Άλλωστε οι άνθρωποι δεν σταματάνε να παίζουν γιατί γερνάνε. Γερνάνε γιατί σταματούν να παίζουν, όπως είχε πει και ο Ιρλανδός συγγραφέας, Τζορτζ Μπέρναρντ Σο.