H πρόσφατη αναμέτρηση ανάμεσα στην Νάπολι και τη Μάντσεστερ Σίτι επιβεβαίωσε ότι στο ποδόσφαιρο υπάρχουν θεαματικοί τρόποι για μην απειληθεί κάποια ομάδα.

Κάθε βραδιά Τσάμπιονς Λιγκ είναι ξεχωριστή διότι χαρακτηρίζεται από το απροσδόκητο, το απρόβλεπτο και πάνω από όλα το θεαματικό. Την Τετάρτη (1/11) μπορεί πολλοί να έστρεψαν τα βλέμματα τους στην αναμέτρηση ανάμεσα στην Τότεναμ και τη Ρεάλ Μαδρίτης αλλά όσοι ήταν υποψιασμένοι γνώριζαν τι ματσάρα επρόκειτο να γίνει στο “Σαν Πάολο” εκεί όπου η Νάπολι υποδεχόταν τη Μάντσεστερ Σίτι με τη νίκη να αποτελεί μονόδρομο για τους παίκτες του Μαουρίσιο Σάρι.

Οι δύο ομάδες μας είχαν προϊδεάσει από τις εντυπωσιακές πορείες τους στα πρωταθλήματά τους ότι αποτελούν ότι πιο επιθετικό κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη, κάτι που αποτυπωνόταν και στη βαθμολογική τους συγκομιδή. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πέρα από θεαματικοί, οι δύο σύλλογοι είναι και αποτελεσματικοί, καθώς όχι μόνο βρίσκονται στην κορυφή των πρωταθλημάτων τους αλλά είναι και αήττητοι .

Συνεπώς, είναι ασφαλές να πούμε ότι στο “Σαν Πάολο” κονταροχτυπήθηκαν δύο ομάδες που μοιράζονται τις ίδιες φιλοσοφίες αναφορικά με το στυλ παιχνιδιού τους. Αποτελούν δηλαδή, η μία για την άλλη την αντανάκλασή της στον αγωνιστικό χώρο, ο οποίος αποτελεί τον καθρέφτη. Οι “πολίτες” ήταν αυτοί που χαμογέλασαν στο τέλος, βέβαια, επικρατώντας δίκαια των “παρτενοπέι” με 4-2 αλλά στην ουσία μεγάλος νικητής αναδείχθηκε το επιθετικό ποδόσφαιρο.

Η συγκεκριμένη αναμέτρηση μας έδωσε την ευκαιρία να συμπεράνουμε ότι δε χρειάζεται να περιμένεις τον αντίπαλο στο δικό σου μισό με διπλές ζώνες άμυνας προκειμένου να αμυνθείς αποτελεσματικά. Αντίθετα, η καλύτερη άμυνα ξεκινάει μέσω της επίθεσης κάτι που μπορεί να αναλυθεί σε δύο τομείς.

Αρχικά, αναφερόμαστε στην επιθετική άμυνα, η οποία ξεκινάει από τον σέντερ φορ και επεκτείνεται σε όλες τις γραμμές. Η πίεση ψηλά στο γήπεδο για να αποφέρει καρπούς πρέπει να πραγματοποιείται συγχρονισμένα από όλη την ομάδα, με πρωτεργάτες τους μεσοεπιθετικούς. Αν πραγματοποιηθεί με επιτυχία η πίεση σε όλο το γήπεδο, τότε η αμυνόμενη ομάδα όχι μόνο θα γίνει κάτοχος της μπάλας αλλά θα έχει τη δυνατότητα να επιτεθεί ευθύς αμέσως με πολλούς παίκτες, καθώς θα έχει ανακτήσει τη μπάλα κοντά στην αντίπαλη περιοχή.

Αυτό, ακριβώς, επιχείρησαν να εφαρμόσουν τόσο η Νάπολι όσο και η Μάντσεστερ Σίτι, κάθε φορά που έβλεπαν την αντίπαλο τους να ξεκινάει το χτίσιμο της επίθεσής του. Σημαντικό ρόλο στην άσκηση του επιθετικού πρέσινγκ διαδραμάτισαν και τα ατελείωτα τρεξίματα των μέσων των δύο ομάδων, με τους Χάμσικ, Άλαν και Ζορζίνιο από τη μία πλευρά και τους Γκουντογκάν, Στέρλινγκ, Σανέ και Φερναντίνιο από την άλλη να κλείνουν υποδειγματικά τους χώρους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα στο πρώτο 25λεπτο, στο οποίο κυριαρχούσαν οι Ναπολιτάνοι, ακόμα και οι εξαιρετικοί χειριστές της μπάλας των “πολιτών”, όπως ο Έντερσον, ο Στόουνς και ο Οταμέντι να προβούν σε απομακρύνσεις της μπάλας. Αντίστοιχα, μετά την ισοφάριση της Νάπολι σε 2-2, οι φιλοξενούμενοι “πάτησαν” τον αντίπαλο τους με το αποπνικτικό πρέσινγκ που άσκησαν μέχρι και στον Ρέινα.

Xάρτης απώλειας κατοχών των δύο ομάδων

Η παραπάνω εικόνα αναδεικνύει ότι στο συγκεκριμένο τομέα, καλύτερη δουλειά έκανε η Νάπολι η οποία ανάγκασε την Μάντσεστερ Σίτι να χάσει 31 φορές τη μπάλα, κάτι που συνέβη στη Νάπολι μόλις 20 φορές. Ωστόσο, αυτή η διαφορά δεν επηρέασε θετικά την έκβαση τους αποτελέσματος για τους “παρτενοπέι”, καθώς όπως παρατηρείται ελάχιστα από τα λάθη των παικτών του Γκουαρντιόλα πραγματοποιήθηκαν σε επικίνδυνους χώρους. Αυτό οφείλεται, φυσικά, στην τρομερή τεχνική κατάρτιση του τερματοφύλακα και της αμυντικής τετράδας της Σίτι, οι οποίοι με ψυχραιμία και χωρίς να τους πιάσει πανικός “έσπαγαν” τις περισσότερες φορές το αντίπαλο πρέσινγκ.

Το δεύτερο στοιχείο, το οποίο επιβεβαιώνει ότι η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση σχετίζεται με τη διαχείριση του παιχνιδιού από πλευράς “πολιτών”. Με το 3-2 υπέρ τους από το 69ο λεπτό, οι παίκτες του Γκουαρντιόλα θα μπορούσαν να στηθούν πίσω και να επιχειρήσουν να κλείσουν τους διαδρόμους αποτρέποντας τη Νάπολι από το να δημιουργήσει ευκαιρίες. Αυτή η τακτική μπορεί να εφαρμόζεται από πολλές κορυφαίες ομάδες σε παρόμοιες περιπτώσεις, όπως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η Ατλέτικο Μαδρίτης και η Τσέλσι αλλά ενέχει τον κίνδυνο της κούρασης με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Γι΄αυτο το λόγο, η Σίτι επέλεξε να κρατήσει τη μπάλα στα πόδια της και να την κυκλοφορήσει από το 70ο λεπτό και έπειτα αναγκάζοντας τους παίκτες του Μαουρίσιο Σάρι να τρέχουν από πίσω της έως ότου να “σκάσουν”. Με αυτόν τον τρόπο, οι “παρτενοπέι” απέτυχαν να δημιουργήσουν τον παραμικρό κίνδυνο στην εστία του Έντερσον από εκείνο το σημείο και έπειτα ενώ οι “πολίτες” ευτύχησαν να πετύχουν και τέταρτο τέρμα κλειδώνοντας έτσι τη νίκη

Ενδεικτικός χάρτης κατοχής της μπάλας

Στην παραπάνω εικόνα το διάγραμμα απεικονίζει άριστα τη δραματική αλλαγή στην κατοχή της μπάλας που συνέβη μετά την επίτευξη του 3-2 από τον Κουν Αγκουέρο.

Συνεπώς, γίνεται αντιληπτό ότι φράσεις, όπως “παιχνίδι σκοπιμότητας” και “κυνικό ποδόσφαιρο στο βωμό του αποτελέσματος” αποτελούν ένας εύκολος τρόπο προκειμένου να πουν ψέματα οι προπονητές. Με αυτόν τον τρόπο, βγαίνουν από τη δύσκολη θέση να εξηγήσουν τον παθητικό ρόλο που υιοθετεί η ομάδα τους προκειμένου να κρατήσουν ένα αποτέλεσμα ενώ δε χρειάζεται να παραδεχθούν ότι δε διαθέτουν ποιοτικό ρόστερ. Γιατί καλά όλα όσα αναλύσαμε προηγουμένως αλλά είναι προφανές ότι τόσο ο Μαουρίσιο Σάρι όσο και ο Πεπ Γκουαρντιόλα δε θα είχαν τη δυνατότητα να εφαρμόσουν τις προαναφερθείσες τακτικές αν δε είχαν την οικονομική κάλυψη των προέδρων τους προκειμένου να αγοράσουν τους ποιοτικότερους παίκτες της ποδοσφαιρικής αγοράς για να υπηρετήσουν το πλάνο τους. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, τα εύσημα πρέπει να πάνε στους δύο προπονητές, οι οποίοι είναι πρόθυμοι να ρισκάρουν και να δουλέψουν την επιθετική πίεση και το passing game στις προπονήσεις έως ότου το τελειοποιήσουν και μας εμφανίσουν στο χορτάρι όσα παρακολουθήσαμε στην πρόσφατη αναμέτρηση της Νάπολι με αντίπαλο τη Σίτι.