Ο Γιώργος Αναγνωστόπουλος σχολιάζει τις αλλαγές που βελτίωσαν τον Ολυμπιακό και τις παγίδες που κρύβει η ρεβάνς του «Καραϊσκάκης» με την Παρτιζάν.

Η  αγωνιστική περίοδος  που πέρασε για τους  Πρωταθλητές Ελλάδας  ήταν περίεργη και χαρακτηρίστηκε από πολλά σκαμπανεβάσματα. Το ξεκίνημα έγινε στις αρχές Αυγούστου όπου ο Ολυμπιακός βίωσε έναν απρόσμενο αποκλεισμό από την Χαποελ Μπερ Σεβα και έπειτα από αρκετά χρόνια δεν αγωνίστηκε στους ομίλους του Champions League.

Αργότερα, η ομάδα ξεκίνησε δυνατά το πρωτάθλημα, πήρα διαφορά πολλών πόντων, για να έρθει και πάλι στο δεύτερο μισό του πρωταθλήματος η καθίζηση. Οι λόγοι για τα σκαμπανεβάσματα ήταν πολλοί. Ο κορεσμός, η συχνή εναλλαγή προπονητών αλλά και το βασικότερο η ΠΑΝΤΕΛΗΣ έλλειψη μεταγραφικού σχεδιασμού και απόκτησης  ποιοτικών ποδοσφαιριστών.

Την φετινή χρονιά και ενώ η ομάδα μόλις γύρισε από το δεύτερο στάδιο της προετοιμασίας της, ήδη είμαστε σε θέση να βγάλουμε αρκετά συμπεράσματα από την διάθεση που δείχνει η διοίκηση του Ολυμπιακού στο ζήτημα των μεταγραφών αλλά και σε εκείνο της γενικότερης οργάνωσης και θωράκισης της ομάδας του Πειραιά.

Η ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗ:

Οι διοικούντες την ομάδα, αποφάσισαν πως απ την στιγμή που επιθυμούν επιστροφή στις καλές εμφανίσεις και στην γενικότερη «ηρεμία», έπρεπε να πάρουν έναν προπονητή. Κατά την προσφιλή τους  τακτική, το όνομα του Μπέσνικ Χάσι, δεν ήταν από αυτά που είχαν ακουστεί κατά κόρον τα πρωτοσέλιδα και στα ρεπορτάζ  των «ερυθρολεύκων», όμως στρατηγικά ήταν ίσως  το καλύτερο. Η πρόσληψη του Αλβανού προπονητή, προκάλεσε κάποιες αντιδράσεις σχετικά με το ζήτημα της καταγωγής του και μέχρι εκεί. Κανείς δεν αμφισβήτησε ότι έχει μια αξιόλογη πορεία στο εξωτερικό-κυρίως με την Άντερλεχτ. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι θα πετύχει στον Ολυμπιακό όπου η πίεση πάντα είναι πολύ μεγάλη.

Ωστόσο, έπειτα από έναν μήνα και κάτι έχει δείξει αξιόλογα στοιχεία ως προπονητής τόσο αγωνιστικά όσα και έξω από τους αγωνιστικούς  χώρους. Είναι σοβαρός, μετρημένος, έχει επίγνωση που βρίσκεται και δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του σε θέματα πειθαρχίας. Στα συν του, το γεγονός πως έδωσε σχεδόν σε όλους  τους  παίκτες  του ρόστερ την ευκαιρία να παλέψουν για την θέση τους.

Η ΑΝΑΓΚΗ ΕΓΚΑΙΡΗΣ ΑΠΟΚΤΗΣΗΣ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΣΤΩΝ ΥΨΗΛΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ:

Το περυσινό πάθημα έγινε μάθημα για όλους στο «ερυθρόλευκο» στρατόπεδο . Ο μεταγραφικός σχεδιασμός στηρίζεται κυρίως  πάνω  στα «θέλω» του προπονητή  και έχει ήδη παρουσιάσει θετικά αποτελέσματα.

Αρχικά, στο δυναμικό της ομάδας επέστρεψε ο Γιαννιώτης, ο οποίος θα είναι ο αναπληρωματικός  του Στέφανο Καπίνο, εξαργυρώνοντας έτσι την πολύ καλή χρονιά που είχε με την ομάδα της Νέας Σμύρνης.  Τον ακολούθησε και ο Σπύρος Ρισβάνης, ο οποίος όμως  πριν από το δεύτερο στάδιο της προετοιμασίας «κόπηκε» ακατανόητα αν σκεφτεί κανείς το γενικότερο επίπεδο των κεντρικών αμυντικών της ομάδας αυτή τη στιγμή.

Παρέα σε εκείνους, έκανε και ο Μανώλης Σιώπης αφού ο σκληροτράχηλος αμυντικός χαφ επέστρεψε στην ομάδα του Πειραιά-όπου αναδείχθηκε- και έχει κερδίσει μια θέση στο ρόστερ της περιόδου που έρχεται, με το σπαθί του.

Η πρώτη μεταγραφή από το εξωτερικό ήταν εκείνη του Παναγιώτη Ταχτσίδη έναντι του ποσού το 700.000 ευρώ. Η επιλογή του διεθνούς κεντρικού μέσου έγκειται σε αρκετά στοιχεία. Είναι Έλληνας, διεθνής, ψημένος στην ελληνική νοοτροπία, έχει αρκετές  παραστάσεις από τα γήπεδα του εξωτερικού και μπορεί να αποτελέσει ένα χρήσιμο όπλο στα χέρια το προπονητή του.

Στην συνέχεια, ο Ολυμπιακός αποφάσισε να μην μας αφήσει σε ησυχία, ανακοινώνοντας σχεδόν κάθε 24 ώρες και από έναν παίκτη. Η πρώτη άφιξη αφορούσε τον πρώην πλέον κεντρικό επιθετικό της Φενερμπαχτσε, Εμάνουελ Εμενίκε. Πρόκειται για έναν παίκτη γρήγορο, οξυδερκή, με πολύ καλή τεχνική κατάρτιση και ο οποίος μπορεί να κάνει παραπάνω από μια δουλειές εντός των τεσσάρων γραμμών.  Ο Ολυμπιακός πλήρωσε ένα σεβαστό ποσό στην τουρκική ομάδα, εκείνο των 2.000.000 ευρώ και κατάφερε να φέρει στην Ελλάδα έναν επιθετικό που μπορεί να ξεσηκώσει το πάντα απαιτητικό κοινό του Καραϊσκάκη.

Σειρά πήρε ένας παίκτης ο οποίος αγωνίζεται σε μία θέση, όπου ο Ολυμπιακός τα τελευταία χρόνια δεν είχε ποιοτικούς ποδοσφαιριστές. Ο λόγος για τον Μεντί Καρσελά οποίος ήρθε για να μείνει και να «καπαρώσει» την μια από τις δύο πτέρυγες της ομάδας του Πειραιά. Γρήγορος, ζογκλέρ, σκόρερ όταν  χρειαστεί, έμπειρος , είναι σε θέση σίγουρα να ανεβάσει επίπεδο του «ερυθρόλευκους».

Η επόμενη μεταγραφή είναι ίσως η δεύτερη πιο σημαντική σε ουσία, όχι τόσο λόγω του ονόματος του ποδοσφαιριστή όσο λόγω της ανάγκης που είχε η ομάδα του Πειραιά να βρει μια ηγετική μορφή στο χώρο της μεσαίας γραμμής μετά την φυγή του Μιλιβόγιεβιτς.

Για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις, οι δύο παίκτες δεν παίζουν καν την ίδια θέση, μπορούν όμως και οι δύο να ηγηθούν του νευραλγικού χώρου στον οποίο αγωνίζονται. Ο λόγος για τον Οτζίτζα-Οφόε ο οποίος έκανε μια εκπληκτική χρονιά με την Λέγκια, βγήκε πολυτιμότερος μέσος στο πρωτάθλημα της Πολωνίας ενώ έχει πέρασμα και από την Πρέμιερ Λίγκ με την φανέλα της Νόριτς.

Ο Μπέσνικ Χάσι, επέμεινε πάρα πολύ στην απόκτηση του, η οποία πέρασε από σαράντα κύματα ωστόσο τέλος καλό, όλα καλά για την ομάδα του Πειραιά. Είναι χαρακτηριστικό πως ήδη έχει προλάβει να αγωνιστεί σε τρία φιλικά και έχει δείξει εξαιρετικά στοιχεία.

Η τελευταία κατά σειρά μεταγραφή του Ολυμπιακού αφορούσε το κέντρο της άμυνας όπου τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει επιλογές αρκετά χαμηλού επιπέδου. Ο Χάσι εισηγήθηκε την απόκτηση του Βούκοβιτς από την Κόνιασπορ, ενός παίκτη που ο ίδιος γνωρίζει. Ο έμπειρος στοπερ, έφθασε στην Ελλάδα, υπέγραψε το συμβόλαιο του, εντάχθηκε αμέσως όμως δεν είναι έτοιμος ακόμα για να αποδώσει στο 100%.

ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΑΚΟΥΣΤΗΚΑΝ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΕΣ :

Η ομάδα του Ολυμπιακού έκανε και άλλες μεταγραφές οι οποίες ήταν απολύτως φυσιολογικό πως θα «ακούγονταν» λιγότερο ωστόσο έχουν και αυτές την σημασία τους. Μια από αυτές ήταν ο 21χρονος Πάπε Αμπού Σισέ, ο οποίος αγωνίζεται ως στόπερ, δείχνοντας καλά στοιχεία μεν αλλά και μια αφέλεια πολλές φορές.

Ο παίκτης τον οποίο ο Ολυμπιακός αγόρασε από την ελληνική αγορά ωστόσο έχει ξεχωρίσει με την απόδοση του και προορίζεται προς το παρόν για βασικός είναι ο Λεονάρντο Κούτρης. Ο αριστερός μπακ, ήρθε στην ομάδα του Πειραιά έπειτα από μια εξαιρετική χρονιά με την ομάδα του ΠΑΣ και έχει εκτοπίσει τον κατά τα άλλα πολύ ανεπαρκή για ομάδα σαν τον Ολυμπιακό, Αλμπέρτο Ντε Λα Μπέγια.

Στην ομάδα του Λιμανιού όμως, είχαμε και επιστροφές, με ορισμένες από αυτές να είναι πολύ σημαντικές. Η πιο σημαντική είναι σίγουρα η επιστροφή του Ομάρ, η οποία θα δώσει μια ποιοτική λύση στα δεξιά, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να προσφέρει ο αλλοπρόσαλλος Φιγκέιρας.

Η δεύτερη επιστροφή είναι σημαντική τόσο για τον Ολυμπιακό όσο και για τον ίδιο τον παίκτη.  Ο Πάρντο αγωνίστηκε πέρυσι στην Ναντ ως δανεικός στο δεύτερο μισό της περιόδου. Ο Ολυμπιακός έχει ανάγκη τον καλό Πάρντο και αντίστροφο. Ο Κολομβιανός εξτρέμ, εμφανίστηκε πολύ αδυνατισμένος, σοβαρός, ορεξάτος για δουλειά και «κέρδισε» τον απαιτητικό προπονητή του Ολυμπιακού.

Η ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΥΣΙΝΩΝ ΜΕΤΑΓΡΑΦΩΝ:

Οι μεταγραφικές κινήσεις των Πειραιωτών έδωσαν πολλά μαθήματα. Τόσο ως προς τον κόσμο τους σχετικά με τους στόχους της ομάδας την φετινή αγωνιστική περίοδο όσο και στον ίδιο τους τον εαυτό. Αν παρατηρήσει κάποιος προσεκτικά, όλες οι περυσινές μεταγραφικές κινήσεις-πλην του Ρομαό που προορίζεται για βασικό εξάρι- «απαξιώθηκαν» και στην θέση τους ήρθαν ποιοτικοί παίκτες.

Εξαίρεση αποτελεί ο Μάρκο Μαρίν, ο οποίος έχει και αυτός κερδίσει την εμπιστοσύνη του Μπέσνικ Χάσι και αποτελεί ένα ποιοτικό και χρήσιμο «εργαλείο» στο ρόστερ των «ερυθρολέυκων».

Άλλωστε, οι μεταγραφές που πέρυσι πραγματοποιήθηκαν δεν «έδωσαν» το κάτι παραπάνω, με εξαίρεση τον Μάρτινς που είχε ένα πολύ καλό πρώτο μισό και υπέστη και αυτός καθίζηση από τον Ιανουάριο και μετά.

Η ΠΑΡΤΙΖΑΝ ΚΑΙ Η ΠΑΓΙΔΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΣΕΙ Ο ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ

Στην χρονική στιγμή την οποία διανύουμε, είναι σημαντικά δύο λόγια σχετικά με την επερχόμενη ρεβάνς της ομάδας του Πειραιά με την πρωταθλήτρια Σερβίας, Παρτιζάν.

Η Παρτιζάν είναι μια ομάδα που αυτή τη στιγμή υπερέχει σε ένα πολύ βασικό ζήτημα-για την εποχή-του Ολυμπιακού. Αυτό δεν είναι άλλο από το ζήτημα της ομοιογένειας. Η ομάδα του Βελιγραδίου, κράτησε τον κορμό της και με αιχμή του δόρατος τον Τζούρτζεβιτς και τον αριστερό εξτρέμ Λεονάρντο, αποτελούν μια ομάδα την οποία ο Ολυμπιακός  πρέπει να «ματώσει» για να προσπεράσει.

Το κατάφερε με άνεση -σχετικά- στο Βελιγράδι αλλά τώρα πρέπει να το διαχειριστεί και στο «Καραϊσκάκης».

Η παγίδα στην οποία δεν πρέπει να πέσουν οι οπαδοί είναι η υιοθέτηση της αντίληψης πως η ομάδα είναι έτοιμη και πάει για μεγάλα πράγματα. Όχι ακόμα τουλάχιστον. Η ομάδα έκανε τις μεταγραφές της όσο πιο νωρίς μπορούσε αλλά σε 15 μέρες δεν μπορεί να αποκτήσει ομοιογένεια και συνοχή.

Οι παίκτες των «ερυθρολεύκων» πρέπει να προσεγγίσουν τη ρεβάνς με την ίδια προσοχή και σοβαρότητα και να παίξουν τα ρέστα τους μπροστά στο κοινό τους.

Εάν κάποιος πιστεύει ότι η Παρτιζάν θα έρθει για τα… τυπικά στον Πειραιά, τότε είναι γελασμένος.