O Ζοσέ Μουρίνιο τζόγαρε στο τελευταίο μισό της φετινής σεζόν αλλά το αποτέλεσμα τον δικαίωσε απόλυτα.

Στον αθλητισμό οι λεπτομέρειες είναι αυτές που καθορίζουν μία επιτυχία από μία αποτυχία. Ο Ζοσέ Μουρίνιο κρίνεται επιτυχημένος μετά το τέλος της πρώτης του σεζόν στον πάγκο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και αυτό το οφείλει σε τεράστιο βαθμό στην κατάκτηση του Γιουρόπα Λιγκ, του μοναδικού ευρωπαϊκού τροπαίου που έλειπε από την τροπαιοθήκη του συλλόγου. Έτσι, ολοκλήρωσε την πρώτη του χρονιά ως τεχνικός της Γιουνάιτεντ πανηγυρίζοντας 3 τρόπαια (Community Shield, League Cup και Γιουρόπα Λιγκ), μία επίδοση που δεν έφτασε κανείς άλλος προπονητής στην ιστορία του συλλόγου στην παρθενική του σεζόν. Παράλληλα, κατάφερε και οδήγησε τους “κόκκινους διαβόλους” στο Τσάμπιονς Λιγκ της επόμενης αγωνιστικής περιόδου παρά το γεγονός ότι τερμάτισε στην έκτη θέση της Πρέμιερ Λιγκ. Συγκριτικά, λοιπόν, με την περσινή σεζόν του Λουίς Φαν Χααλ, ο Πορτογάλος τεχνικός στο μόνο στο οποίο υπολείπεται είναι στην τελική κατάταξη στο αγγλικό πρωτάθλημα (5η θέση με τον Ολλανδό κόουτς), κάτι το οποίο όμως αναπλήρωσε με την πρόκριση στους ομίλους της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης μέσω του Γιουρόπα Λιγκ.

Όλα αυτά, φυσικά, δε συνέβησαν τυχαία, καθώς ο Ζοσέ Μουρίνιο χρειάστηκε για μία ακόμη φορά να δεχτεί ένα χτύπημα στην φήμη του προκειμένου να πετύχει με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια. Ειδικότερα, ο Πορτογάλος τεχνικός όταν κατανόησε ότι δεν μπορεί να διεκδικήσει επί ίσοις όροις τόσο το Γιουρόπα Λιγκ όσο και μία θέση στην τετράδα του πρωταθλήματος επέλεξε να θυσιάσει την Πρέμιερ Λιγκ με κίνδυνο να χάσει τη θέση του σε περίπτωση που δεν έφερνε τον ευρωπαϊκό τίτλο στο Μάντσεστερ. Η απόφασή του γίνεται ακόμα πιο δύσκολη αν αναλογιστεί κανείς τα όσα άκουσε από τα πάντα υπερήφανα για το ποδόσφαιρο που διαθέτουν, αγγλικά μέσα ενημέρωσης. Αυτήν την επιλογή του, βέβαια, διευκόλυναν μία πληθώρα από τραυματισμούς, όπως του Μάτα, του Πογκμπά για ένα διάστημα, του Ρόχο, του Μπαγί και κυρίως του Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς.

‘Ετσι, η μετάβαση από το στόχο της τετράδας στον αποκλειστικό στόχο της κατάκτησης του Γιουρόπα Λιγκ είχε ένα αγωνιστικό κόστος, το οποίο ο “Special One” ήταν έτοιμος να αναλάβει, δείγμα των ηγετικών χαρακτηριστικών του. Συγκεκριμένα, για ένα εξάμηνο οι “κόκκινοι διάβολοι” παρά το γεγονός ότι ήταν εκνευριστικά άστοχοι, προσέφεραν θέαμα στους φίλους τους, καθώς δημιουργούσαν 11,7 ευκαιρίες έναντι των 8, 2 της περσινής σεζόν ενώ πραγματοποιούσαν και περισσότερες τελικές πάσες (11 έναντι 7,3 της περσινής αγωνιστικής περιόδου). Ωστόσο, μετά τον τραυματισμό του Ζλάταν και του Ρόχο, ο Ζοσέ Μουρίνιο δε δίστασε να επαναφέρει αυτό που αποκαλούν κάποιοι απλοποιημένα και υποτιμητικά, ως “λεοφωρείο”, χρησιμοποιώντας το κατά κύριο λόγο στην Πρέμιερ Λιγκ και κατά δεύτερο λόγο στους αγώνες του Γιουρόπα Λιγκ. Ειδικά στα παιχνίδια που δεν αγωνιζόταν ο Πολ Πογκμπά, είτε εξ΄ανάγκης είτε από επιλογή, η εικόνα μίας Γιουνάιτεντ που περίμενε τον αντίπαλο πίσω από τη μεσαία γραμμή ήταν μόνιμη και εκνευριστική τόσο για τους ουδέτερους όσο και για τους φίλους της ομάδας.

Ωστόσο, με αυτόν τον τρόπο η Μάντσεστερ πήρε ένα τεράστιο τρίποντο από ψυχολογικής σκοπιάς κόντρα στην πρωταθλήτρια, Τσέλσι, επικρατώντας εντός έδρας με 2-0 ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακριβώς έτσι ο Ζοσέ Μουρίνιο πανηγύρισε το Γιουρόπα Λιγκ απενεργοποιώντας όλα τα όπλα του Άξιαξ στον τελικό της Στοκχόλμης. Όσον αφορά το τεχνικό κομμάτι, η υιοθέτηση αυτής της τακτικής από τον “Special One” δε διαφέρει και πολύ σε όλα όσα θαυμάζουμε στις απροσπέλαστες Ατλέτικο Μαδρίτης και Γιουβέντους. Ειδικότερα, σε σχηματισμό 4-1-4-1, με τον Ερέρα συνήθως να αποτελεί άγκυρα μπροστά από την τετράδα της άμυνας, ο Μουρίνιο έπεισε ακόμα και τους πιο ντελικάτους ποδοσφαιριστές του, όπως ο Πογκμπά και ο Μχιταριάν, να διατηρούν κλειστές τις γραμμές τους και μέσω μίας συντονισμένης και μεθοδικής αμυντικής λειτουργίας κρατούσαν μακριά από την περιοχή τους τον αντίπαλο. Ειδική μνεία για την αμυντική αποτελεσματικότητα της Μάντσεστερ πρέπει να γίνει και για τον Έρικ Μπαγί, ο οποίος ήταν απροσπέλαστος στο ένας εναντίον ενός ενώ η δυναμικότητα με την οποία έβγαινε στις φάσεις δε μπορούσε να αμφισβητηθεί από κανέναν επιθετικό. Φυσικά, αυτή η αμυντική προσέγγιση ανάγκαζε συχνά τους παίκτες της Γιουνάιτεντ να προβαίνουν σε κάποια αντιαισθητικά διωξίματα της μπάλας τα οποία όμως συχνά είχαν ως στόχο τον ταχύτατο Ράσφορντ με σκοπό την γρήγορη μετάβαση από την άμυνα στην επίθεση.

Συνοπτικά, με βάση τους αριθμούς η τακτική επιλογή του Ζοσέ Μουρίνιο δικαιώνεται καθώς φαίνεται ότι πήρε περισσότερα από όσα έχασε. Ειδικότερα, μετά την αναμέτρηση με αντίπαλο τη Τσέλσι, στις 16 Απριλίου, η Γιουνάιτεντ κατόρθωσε να διατηρήσει ανέπαφη την εστία της στα 7 από τα 11 συνολικά παιχνίδια που έδωσε σε όλες τις διοργανώσεις. Παράλληλα, αν και σκόραρε μόλις 12 τέρματα, είδε την εστία της να παραβιάζεται 6 φορές. Όλα αυτά, βέβαια, δε θα τα θυμόταν κανένας σήμερα αν ο “Αίαντας” κατακτούσε την κούπα στον τελικό της Στοκχόλμης.

Ωστόσο, με τις υποθέσεις δεν οδηγήθηκε κανείς πουθενά και η ιστορία επιβεβαίωσε ότι ο “Special One” αποτελεί μετρ των τελικών, καθώς από τους 14 στους οποίους έχει αγωνιστεί έχει ηττηθεί μόλις στους 2, εκ των οποίων και οι δύο στην παράταση (Κύπελλο Πορτογαλίας 2004, Κύπελλο Ισπανίας 2013). Σε αυτές τις αναμετρήσεις οι ομάδες του έβαλαν 26 γκολ, κράτησαν οκτώ φορές ανέπαφη την εστία τους και το ποσοστό επιτυχίας του Πορτογάλου είναι κορυφαίο με 85,7%. Επιπλέον, ο 54χρονος τεχνικός έφτασε τις τέσσερις κατακτήσεις ευρωπαϊκών τροπαίων σε ισάριθμες συμμετοχές σε ευρωπαϊκούς τελικούς με αποτέλεσμα να γίνει ο πρώτος προπονητής που κατακτά από δύο φορές το Τσάμπιονς Λιγκ (2004, 2010) και το Γιουρόπα Λιγκ (2003, 2017).

Όλα αυτά, βέβαια, δεν πρόκειται ποτέ να εξευμενίσουν τους επικριτές του Ζοσέ Μουρίνιο, διότι οι περισσότεροι από αυτούς αποτελούν ποδοσφαιρόφιλους, οι οποίοι απολαμβάνουν το άθλημα προκειμένου να αντικρίσουν την πεμπτουσία του, δηλαδή το γκολ. Αν όμως κάποιος ουδέτερος με ψύχραιμη ματιά επιχειρήσει να μπει στη θέση του προπονητή Μουρίνιο, τότε θα δικαιολογήσει απόλυτα το σκεπτικό του Πορτογάλου, ο οποίος τοποθετεί το θέαμα σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με το αποτέλεσμα. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορεί να τον αδικήσει κάποιος δεδομένου ότι στο τέλος, όλοι θυμούνται το νικητή ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο έφτασε σε αυτή τη θέση.

ΥΓ. Ρωτήστε και τους φίλους της Άρσεναλ που έχουν χορτάσει από θέαμα κατά διαστήματα αν θα ήθελαν μετά από τόσα χρόνια χωρίς κάποιο μεγάλο τίτλο να είχαν έναν κυνικό προπονητή σαν τον Ζοσέ Μουρίνιο.