Το Debut.gr θυμάται τον τελικό του Κυπέλλου Ουέφα το μακρινό 1998, στον οποίο η Ίντερ του Ρονάλντο κατάφερε να κατακτήσει το τρόπαιο επικρατώντας της Λάτσιο με 3-0.

Παρίσι, 1998. Δύο ομάδες, δύο πόλεις, ένα τρόπαιο. Λάτσιο εναντίον Ίντερ. Νέντβεντ, Μαντσίνι, Νέστα εναντίον Σιμεόνε, Ζανέτι και Ρονάλντο. Μία χώρα «σπάει» στα δύο για τα μάτια του πολυπόθητου τροπαίου. Του Κυπέλλου Ουέφα.

Ο δρόμος των δύο ομάδων μέχρι το Παρίσι

Η ημέρα του τελικού έχει φτάσει. Οι δύο ομάδες ετοιμάζονται να ριχτούν στη «μάχη» και να διεκδικήσουν την κατάκτηση ενός από τα πιο σημαντικά τρόπαια εκείνης της περιόδου. Φαβορί ξεκάθαρο δεν υπάρχει. Ίσως κάποια στοιχήματα να γέρνουν υπέρ της Ίντερ και αυτά λόγω της ύπαρξης Ρονάλντο αλλά και της πιο πειστικής εμφάνισης στην πορεία μέχρι τον τελικό του Παρισιού.

Η Ίντερ είχε αφήσει εκτός ημιτελικών τη Σάλκε σε μία σειρά αγώνων που η γερμανική ομάδα διεκδίκησε με αξιώσεις το εισιτήριο της πρόκρισης, το οποίο κρίθηκε στις λεπτομέρειες και στην παράταση του δεύτερου αγώνα, που οι «νερατζούρι» πέτυχαν εν τέλει το «χρυσό» γκολ που τους έστειλε στους «4» του θεσμού.

Εκεί κλήθηκαν να περάσουν το εμπόδιο της εξίσου δυνατής εκείνα τα χρόνια, Σπαρτάκ Μόσχας, η οποία είχε αποκλείσει τον «γίγαντα» Άγιαξ με το επιβλητικό συνολικό σκορ 4-1. Οι Ρώσοι, ωστόσο, δεν αποδείχθηκαν τόσο σκληρά καρύδια και η Ίντερ με δύο στις δύο νίκες (με ίδιο σκορ 2-1) πήρε το εισιτήριο για το μεγάλο ραντεβού της 6ης Μαΐου.

Από την άλλη μεριά, το -θεωρητικά πάντα- αουτσάιντερ του τελικού, Λάτσιο, είχε μοχθήσει σαφώς περισσότερο για να φτάσει στον τελικό. Στα προημιτελικά καρδιοχτύπησε απέναντι στη γαλλική Οσέρ (είχε αφήσει εκτός τον ΟΦΗ), την οποία και κέρδισε μόνο στο ένα από τα δύο παιχνίδια, αφού στη ρεβάνς της Γαλλίας έφυγε με την ισοπαλία (2-2), σε ένα ματς που πάντως την έκανε να ιδρώσει.

Στα ημιτελικά είχε δυσκολότερη αποστολή από τη συμπατριώτισσα, Ίντερ, αφού ήρθε αντιμέτωπη με τη σπουδαία και τρανή Ατλέτικο Μαδρίτης των Σάντι, Ζουνίνιο Παουλίστα και φυσικά του Κριστιάν Βιέρι. Οι «ροχιμπλάνκος» παρά το γεγονός ότι μέχρι εκείνη τη φάση του θεσμού δεν είχαν πείσει με τις εμφανίσεις τους (στο νήμα προκρίσεις επί των Άστον Βίλα και Ντινάμο Ζάγκρεμπ), στα ημιτελικά έδειξαν αποφασισμένοι να διεκδικήσουν ό,τι τους αναλογεί και να ταξιδέψουν εκείνοι στο Παρίσι για τον τελικό.

Η ομάδα της Ρώμης όμως ήταν καλύτερη στις λεπτομέρειες και χάρη στο εκτός έδρας γκολ (και μοναδικό της σειράς) του Τζούκοβιτς στο πρώτο παιχνίδι μεταξύ των δύο ομάδων πήρε τη σπουδαία νίκη και παράλληλα την πρόκριση για τον τελικό.

Η ώρα του μεγάλου ραντεβού

Η ημέρα του τελικού είχε φτάσει. Το ημερολόγιο έγραφε 6 Μαΐου 1998. Το «Παρκ ντε Πρενς» στην καρδιά του Παρισιού είχε φορέσει τα «γιορτινά» του και ήταν έτοιμο να φιλοξενήσει το σπουδαίο αυτό παιχνίδι ανάμεσα στη Λάτσιο και την Ίντερ.

Το γήπεδο έχει ανοίξει από νωρίς τις θύρες του, οι θέσεις έχουν γεμίσει με οπαδούς των δύο ομάδων και όλα είναι έτοιμα για να ξεκινήσει ο αγώνας. Πάνοπλες οι δύο αντίπαλες ομάδες, παρατάσσονται στον αγωνιστικό χώρο και ο ρέφερι της αναμέτρησης δευτερόλεπτα μετά σφυρίζει και δίνει ζωή στο παιχνίδι.

Στο χορτάρι, η Ίντερ έδειξε από την αρχή τα δόντια της και πραγματοποιώντας ένα εξαιρετικό ξεκίνημα κατάφερε να πάρει από το πρώτο κιόλας λεπτό τα ηνία του αγώνα, ανοίγοντας μάλιστα και το σκορ στο 5ο μόλις λεπτό με τον Ιβάν Ζαμοράνο. Τέρμα το οποίο όπως ήταν λογικό «πάγωσε» τη Λάτσιο και έκοψε τα φτερά του Σβεν Γκόραν Έρικσον, ο οποίος κλήθηκε να βρει λύσεις και απαντήσεις πριν καν συμπληρωθούν δέκα λεπτά αγώνα.

Οι «νερατζούρι» φυσικά διέθεταν την ποιότητα και την αγωνιστική ωριμότητα για να κυριαρχήσουν στον αγωνιστικό χώρο. Σε κάθε ζώνη υπερίσχυαν καθολικά, με τη Λάτσιο να περιορίζεται από νωρίς σε έναν συμπληρωματικό παρά διεκδικητικό ρόλο στο παιχνίδι.

Παρόλ’ αυτά οι ποδοσφαιριστές της ομάδας της Ρώμης κατάφεραν να κρατήσουν κλειστούς τους διαδρόμους προς την περιοχή τους αποτρέποντας τις επικίνδυνες επισκέψεις των αντιπάλων τους -και κυρίως του μόνιμα επικίνδυνου, Ρονάλντο- στα καρέ του Μαρκετζάνι. Η αντίστασή τους αυτή όμως κράτησε μέχρι τη συμπλήρωση μίας ώρας παιχνιδιού, όταν η Ίντερ βρήκε ξανά το δρόμο για τα δίχτυα, αυτή τη φορά από τα πόδια του Χαβιέ Ζανέτι που με ένα ασύλληπτο σουτ στην κίνηση δεν άφησε περιθώρια αντίδρασης στον κίπερ της Λάτσιο, κάνοντας έτσι το 2-0 για την ομάδα του.

Το κερασάκι στην τούρτα ήρθε δέκα λεπτά αργότερα από ποιον άλλο; Μα φυσικά τον Ρονάλντο. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να λείπει το όνομα του καλύτερου εν ενεργεία -τότε- ποδοσφαιριστή από τον πίνακα των σκόρερ στη μοναδική κατάκτηση τροπαίου με τη φανέλα των «νερατζούρι».

Η Λάτσιο είχε ήδη ηττηθεί. Το είχαν αποδεχθεί άπαντες και πλέον τα λεπτά κυλούσαν βασανιστικά αργά προς το σφύριγμα της λήξης από τον Λόπεζ Νιέτο, που θα έβαζε ένα τέλος στη βραδιά αυτή  που ξεκίνησε εξ αρχής στραβά για τους Ρωμαίους. Ο Ρονάλντο όμως δεν μπορούσε να μη δώσει μία μικρή γεύση της μαγείας του και σε αυτό το παιχνίδι. Και έτσι έκανε. Το ρολόι του αγώνα είχε φτάσει στο 70ο λεπτό όταν ο Βραζιλιάνος σούπερ σταρ -στα 22 του τότε- βρέθηκε τετ α τετ με τον Μαρκετζάνι, προσποιήθηκε και τον πέρασε με τον χαρακτηριστικό και εκνευριστικά απλό τρόπο του, με τη συνέχεια να είναι γνωστή. Η μπάλα στα δίχτυα.

«Η χειρότερη εμπειρία που έχω ζήσει στην καριέρα μου ήταν όταν έπαιξα απέναντι από τον Ρονάλντο στον τελικό του Κυπέλλου Ουέφα στο Παρίσι το 1998. Ήταν απίστευτος ποδοσφαιριστής.

Έχω δει το παιχνίδι αυτό πολλές φορές στο βίντεο προσπαθώντας να καταλάβω τι έκανα λάθος. Χάσαμε με 3-0 αλλά δεν νομίζω πως ήταν δικό μου λάθος. Απλά ο Ρονάλντο ήταν ασταμάτητος. Ήταν τόσο γρήγορος που έκανε όλους τους άλλους να φαίνονται στατικοί», είχε πει για εκείνο το παιχνίδι ο Αλεσάντρο Νέστα.

Ο θρίαμβος είχε ολοκληρωθεί. Έμενε μόνο το τυπικό σφύριγμα της λήξης για να ανέβουν οι «νερατζούρι» στο βάθρο και να τους απονεμηθεί το τρόπαιο που τους άξιζε. Βρίσκονταν στην κορυφή γιατί ήταν αυτοί που είχαν πείσει περισσότερο από κάθε άλλη ομάδα και δεν βρέθηκε κανένας αντίπαλος στο δρόμο τους ικανός για να τους σταματήσει.

Τα λεπτά των καθυστερήσεων ολοκληρώνονται και ο αγώνας τελειώνει. Η Ίντερ σηκώνει το τρίτο της Κύπελλο Ουέφα μέσα σε οκτώ χρόνια (είχαν προηγηθεί το ’91 και το ’94) και κεντρικό πρόσωπο είναι ο νεαρός μάγος ονόματι Ρονάλντο. Αυτός ο μπελάς των αμυντικών που στα 22 του χρόνια είχε καταφέρει να τραβήξει τα βλέμματα όλου του ποδοσφαιρικού κόσμου πάνω του και να κατακτήσει τρόπαια με σπουδαίες ομάδες όπως η Κρουζέιρο, η Αϊτχόφεν και η Μπαρτσελόνα. Ποιος να το φανταζόταν τότε ότι αυτά θα ήταν μόνο η αρχή για τη σπουδαία και λαμπρή καριέρα που ακολούθησε;

Δίπλα όμως από τη φανέλα που φορούσε στην Ίντερ, θα είχε μόνο αυτή την κούπα. Την κούπα που του χάρισε η Μοίρα εκείνο το βράδυ στο Παρίσι.

«Ο Ρονάλντο ήταν φαινόμενο. Απέδειξε πως ήταν ένα σκαλί πάνω απ’ όλους εκείνη τη σεζόν. Θυμάμαι το γκολ που πέτυχε απέναντι στη Λάτσιο.

Κατάφερε να προσποιηθεί και να περάσει τον αντίπαλο τερματοφύλακα χωρίς να ακουμπήσει τη μπάλα. Ήταν απίστευτο. Έκανε κόλπα όπως τα έκανε στην προπόνηση. Ήμασταν συνηθισμένοι σε αυτό», θα έλεγε για τον τελικό απέναντι στους «λατσιάλι» ο μεγάλος Γιούρι Τζοργκάεφ.