Το Debut.gr γυρνά το χρόνο πίσω και θυμάται το αήττητο πρωτάθλημα που κατέκτησε η Άρσεναλ το 2004.

Δεκατρία χρόνια. Τόσα έχουν περάσει από την ημέρα που η Άρσεναλ έγραφε με ολόχρυσα γράμματα στο βιβλίο της ιστορίας της μία από τις πιο λαμπρές της σελίδες. Ήταν η μέρα που η άτρωτη… αρμάδα του Αρσέν Βενγκέρ είχε επικρατήσει της Λέστερ με 2-1 και κατακτούσε το πρωτάθλημα της Πρέμιερ Λιγκ για δεύτερη φορά μέσα σε τρία χρόνια.

Αλλά η νίκη απέναντι στις «αλεπούδες» ήταν κάτι σχετικά πολύ μικρό μπροστά σε αυτό που είχαν καταφέρει οι «κανονιέρηδες». Θα έλεγε κανείς πως ακόμα και η κατάκτηση του πρωταθλήματος καθαυτή δεν θα ήταν τόσο σπουδαία αν δεν συνοδευόταν από ακόμα ένα κατόρθωμα των Λονδρέζων. Από αυτό το… αλατοπίπερο που δεν είναι άλλο από την ολοκλήρωση της σεζόν χωρίς να υποστεί η Άρσεναλ καμία ήττα. 38 παιχνίδια και μέσα σε αυτά μέτρησε 26 νίκες και 12 ισοπαλίες. Σίγουρα οι αριθμοί δεν λένε πολλά μα αν κάποιος αναλογιστεί τη δυναμική ενός πρωταθλήματος όπως η Πρέμιερ Λιγκ και συνειδητοποιήσει τη δυσκολία του να μην υποστεί μία ομάδα καμία ήττα σε σχεδόν σαράντα αναμετρήσεις, τότε κατανοεί τη σημασία αυτού που κατάφεραν οι «Invicibles» του Βενγκέρ.

Ποιος θα μπορούσε άλλωστε να βρεθεί απέναντι τους και μετά από μία μάχη ενενήντα λεπτών να βγει νικητής; Απέναντι σε μεγαθήρια που άκουγαν στα ονόματα των Πιρές, Μπέργκαμπ, Λιούνμπεργκ, Βιεϊρά και φυσικά του Τιερί Ανρί, οι οποίοι στα χέρια του Αρσέν Βενγκέρ είχαν μετατραπεί σε κάτι που θύμιζε περισσότερο πολεμική μηχανή παρά ποδοσφαιρική ομάδα.

Το χρονικό της γιορτής

Το πρωτάθλημα είχε κριθεί. Η Άρσεναλ θα στεφόταν πρωταθλήτρια για δεύτερη φορά μέσα σε τρία χρόνια και το παιχνίδι απέναντι στη Λέστερ είχε τυπικές διαστάσεις, με τους «κανονιέρηδες» απλά να «κυνηγούν» το ρεκόρ της αήττητης σεζόν, το οποίο κρατούσε η άσημη Πρέστον από τη σεζόν 1888-89. Ένα ρεκόρ που κρατούσε για παραπάνω από έναν αιώνα. Αυτό είχαν απέναντι τους οι παίκτες του Βενγκέρ. Την ιστορία.

Κι όμως κατάφεραν να τη νικήσουν και αυτή. Εκείνη τη χρονιά, άλλωστε, δεν μπορούσε κανείς να τους σταθεί εμπόδιο. Ούτε η Λέστερ τα κατάφερε το απόγευμα της 15ης Μαΐου του 2004. Αν και το προσπάθησε, σκοράροντας μόλις στο 25ο λεπτό με κεφαλιά του Πολ Ντίκοφ, ο οποίος έδωσε το προβάδισμα στις «αλεπούδες».

Το «Χάιμπουρι», που είχε ντυθεί με τα καλά του περιμένοντας τη στιγμή που οι «ήρωες» της ομάδας θα σήκωναν την κούπα, προς στιγμή «πάγωσε». Ήταν όμως σίγουροι όλοι οι οπαδοί πως η Άρσεναλ θα κατάφερνε όπως όλες τις φορές εκείνη τη σεζόν να φτάσει σε αυτό που ήθελε. Τη νίκη. Και όχι άδικα, μιας και κάθε φορά που οι «κανονιέρηδες» βρίσκονταν με την πλάτη στον τοίχο, κατόρθωναν να ανατρέψουν τα δεδομένα και να φύγουν νικητές από αν μη τι άλλο χειρότερες περιστάσεις.

Έτσι έγινε και εκείνο το απόγευμα στο Λονδίνο. Οι παίκτες της Άρσεναλ βρέθηκαν από το 25′ πίσω στο σκορ αλλά βρήκαν τον δρόμο για τα δίχτυα και την ισοφάριση με την επιστροφή των δύο ομάδων στον αγωνιστικό χώρο μετά την ανάπαυλα. Ο Τιερί Ανρί εκμεταλλεύθηκε το πέναλτι που κέρδισε ο Κόουλ από τον Σινκλέρ και εκτέλεσε με απόλυτη επιτυχία κάνοντας το 1-1 για την ομάδα του.

Η επίδοση της Λέστερ μετά την επίτευξη του γκολ του Ανρί έπεσε κατακόρυφα, με τους έντεκα του Βενγκέρ να πιέζουν έντονα για το γκολ που θα τους έβαζε σε ρόλο οδηγού και εν συνεχεία θα τους έδινε τη νίκη. Μία νίκη που θα έκλεινε με τον καλύτερο τρόπο μία ούτως ή άλλως ιδανική και εξαιρετική σεζόν.

Η υπεροχή των γηπεδούχων στο χορτάρι ήταν εμφανής και μεταφράστηκε και σε ακόμα ένα γκολ, όταν μετά από ασύλληπτη έμπνευση του Μπέργκαμπ, ο Βιεϊρά βρέθηκε τετ-α-τετ με τον Ουόκερ και πλασάροντας έξυπνα, έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα κάνοντας το 2-1 για την Άρσεναλ στο 66ο λεπτό του αγώνα.

Το σκορ της αναμέτρησης δεν άλλαξε μέχρι το τέλος του. Η Άρσεναλ ήταν αρκετά καλύτερη αμυντικά και μπόρεσε να διατηρήσει το προβάδισμά της μέχρι το 90′. Τα λεπτά κυλούσαν υπέρ των Λονδρέζων, οι οπαδοί στις εξέδρες είχαν στήσει το δικό τους πάρτι, ο ρέφερι του αγώνα, Ντούρκιν, είχε βάλει τη σφυρίχτρα στο στόμα και κοιτούσε το ρολόι του. Πήρε μία βαθιά ανάσα και σφύριξε τη λήξη του αγώνα. Η Άρσεναλ ήταν και επίσημα πρωταθλήτρια. Και αήττητη. Δύο τίτλοι ταυτόχρονα, με την ίδια να μην μπορεί να ξεχωρίσει τον ένα από τον άλλο. Είχε πλέον γράψει ιστορία. Μία ιστορία με πρωταγωνιστές τους «Invicibles» και θεατές όλους τους φίλους του ποδοσφαίρου παγκοσμίως.