Με αφορμή τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, στον οποίο θα τεθούν αντιμέτωπες Ρεάλ και Γιουβέντους, το Debut.gr θυμάται τους προπονητές και τους παίκτες που πέρασαν τόσο από τη Μαδρίτη αλλά και το Τορίνο.

Ρεάλ Μαδρίτης και Γιουβέντους πέρασαν τα εμπόδια των Ατλέτικο και Μονακό αντίστοιχα και θα κονταροχτυπηθούν στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ που θα πραγματοποιηθεί στο Κάρντιφ της Ουαλίας στις 3 Ιουνίου, με φόντο την κατάκτηση της κούπας με τα μεγάλα… αυτιά. Στην πρωτεύουσα της Ουαλίας, οι «μερέγχες» θα διεκδικήσουν το δωδέκατό τους τρόπαιο ενώ από την άλλη μεριά η «Μεγάλη Κυρία» θα παλέψει για την τρίτη της μόλις κατάκτηση.

Εκτός όμως από το πολυπόθητο τρόπαιο της 3ης Ιουνίου που τους χωρίζει, οι δύο ομάδες έχουν πολλά περισσότερα πράγματα που τους ενώνουν και ειδικότερα παίκτες και προπονητές του παρελθόντος, οι οποίοι έχουν περάσει τόσο από τη Μαδρίτη όσο και από το Τορίνο κατά τη διάρκεια της καριέρας τους.

Κεφάλαιο «ποδοσφαιριστές»

Λουί ντελ Σολ
Ρεάλ Μαδρίτης 1960-62, Γιουβέντους 1962-1970

Ο πρώτος ποδοσφαιριστής χρονικά που «μοιράστηκαν» οι δύο φιναλίστ του φετινού Τσάμπιονς Λιγκ. Γεννηθείς το 1935 στην Ισπανία, ο Ντελ Σολ ξεκίνησε την καριέρα του από τη Μπέτις, από όπου και τον ξεχώρισε η Ρεάλ Μαδρίτης και τον έκανε δικό της.

Στους «μερέγχες», ο Ντελ Σολ έμεινε μόλις δύο χρόνια αλλά πρόλαβε σε 55 συμμετοχές του να κατακτήσει με τη φανέλα της Ρεάλ δύο πρωταθλήματα Ισπανίας, ένα Κύπελλο Ισπανίας, ένα διηπειρωτικό και ένα Κύπελλο Ευρώπης, συμβάλλοντας εξαιρετικά στα τρόπαια αυτά της ομάδας του, σκοράροντας συνολικά 22 τέρματα.

Οι εμφανίσεις του με την ομάδα της ισπανικής πρωτεύουσας, εξασφάλισαν τη μεταγραφή του στη Γιουβέντους, που έμελλε να γίνει η ομάδα που θα τον αναδείκνυε ως ποδοσφαιριστή. Στο Τορίνο, ο Ντελ Σολ παρέμεινε οκτώ ολόκληρα χρόνια, μετρώντας 228 παρουσίες και 20 γκολ.

Στη «Βέκια Σινιόρα», ο Ντελ Σολ «έχτισε» την αγωνιστική του προσωπικότητα, με τους τέσσερις προπονητές που πέρασαν στο διάστημα αυτό από τον πάγκο της «Γιούβε» να τον χρησιμοποιούν σε ρόλο «πασπαρτού» στο παιχνίδι τους και να του δίνουν ηγετικές θέσεις στο αγωνιστικό πλάνο της ομάδας.

Μάικλ Λάουντρουπ
Γιουβέντους 1985-89, Ρεάλ Μαδρίτης 1994-96

Ένας από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές της γενιάς του και ένας από τους κορυφαίους της ιστορίας, ο Μάικλ Λάουντρουπ μισήθηκε αλλά και λατρεύτηκε για το ταλέντο και τον μαγικό τρόπο παιχνιδιού του. Πραγματοποίησε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στη γενέτειρά του, Δανία, με τη φανέλα της Κοπενχάγκεν Μπόλντκλουμπ, πριν γίνει κάτοικος Ιταλίας για λογαριασμό της Λάτσιο και μετέπειτα της Γιουβέντους.

Με τη «Μεγάλη Κυρία», ο Λάουντρουπ έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό με τις εμφανίσεις του να αποτελούν εγγύηση για τη μεταγραφή του στη Μπαρτσελόνα. Στους «μπλαουγκράνα» ο Δανός αστέρας «έχτισε» το μύθο του, έχοντας στο πλάι του τον έτερο θρύλο του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, Γιόχαν Κρόιφ, με τον οποίο οδήγησαν τους Καταλανούς στην κατάκτηση εννέα τροπαίων μέσα σε πέντε χρόνια.

Ο κύκλος του Λάουντρουπ στη Μπαρτσελόνα όμως είχε κλείσει, με τον ίδιο να καλείται να βρει τον επόμενο σταθμό της λαμπρής του καριέρας. Και δεν άργησε ιδιαίτερα αφού βρήκε σχετικά γρήγορα στέγη στην «αιώνια» αντίπαλο της «Μπάρτσα», Ρεάλ Μαδρίτης.

Στη «Βασίλισσα», ο Λάουντρουπ παρέμεινε μόλις δύο χρόνια, κατά τα οποία πρόλαβε να κατακτήσει μόλις ένα πρωτάθλημα, σε μία φτωχή συγκομιδή συγκριτικά με τα όσα είχε καταφέρει όντας «μπλαουγκράνα».

Ρόμπερτ Γιάρνι
Γιουβέντους 1994-95, Ρεάλ Μαδρίτης 1998-99

Γνωστός στο ελληνικό ποδοσφαιρικό γίγνεσθαι λόγω του περάσματος που έκανε από τον Παναθηναϊκό την τριετία 2001-04, ο Ρόμπερτ Γιάρνι, είναι ίσως η μοναδική περίπτωση παίκτη που τόσο στη Γιουβέντους όσο και στη Ρεάλ Μαδρίτης δεν ξεχώρισε ιδιαίτερα.

Στη μεν Γιουβέντους, ο Γιάρνι πέρασε μία σεζόν, μετρώντας 15 συμμετοχές και μόλις ένα γκολ ενώ με τη φανέλα των «μερέγχες», ο Κροάτης άσος αγωνίστηκε 27 φορές σκοράροντας επίσης ένα τέρμα.

Ζινεντίν Ζιντάν
Γιουβέντους 1996-2001, Ρεάλ Μαδρίτης 2001-06

Ένα όνομα, μία ιστορία. Ό,τι και αν γραφτεί για τον Ζινεντίν Ζιντάν σίγουρα δεν θα είναι αρκετό για να αντικατοπτρίσει την πλούσια και γεμάτη διακρίσεις καριέρα του. Είναι, άλλωστε, ο παίκτης-σήμα κατατεθέν στη σχέση μεταξύ Ρεάλ Μαδρίτης και Γιουβέντους.

Ο «Ζιζού» ξεκίνησε να αγωνίζεται επαγγελματικά μόλις στα 17 του χρόνια όταν και του εμπιστεύθηκε θέση βασικού η ομάδα των Καννών, με την οποία και πραγματοποίησε εξαιρετικές εμφανίσεις, εμφανίσεις που αποτέλεσαν αφορμή για τη μεταγραφή του στη Μπορντό.

Στους «Γιρονδίνους», ο Ζιντάν απέδειξε σε όλο τον ποδοσφαιρικό κόσμο πως ήρθε για να μείνει. Πως δεν ήταν ένα ακόμα πυροτέχνημα στον ουρανό του ποδοσφαίρου. Ήταν ένας θρύλος της «στρογγυλής θεάς» και αυτό το έδειχνε από τα πρώτα χρόνια της καριέρας του. Τέσσερις σεζόν ήταν αρκετές στη Μπορντό για να ξεχωρίσει και να πάρει το εισιτήριο για μία από τις μεγαλύτερες ομάδες εκείνης της εποχής, τη Γιουβέντους.

Η «Μεγάλη Κυρία» του ποδοσφαίρου κέρδισε την κούρσα απόκτησης του «Ζιζού» και επί της ουσίας υπέγραφε ταυτόχρονα ένα συμβόλαιο με το μέλλον και την επιτυχία. Δύο συνεχόμενα πρωταθλήματα Ιταλίας, ένα σούπερ καπ Ιταλίας, ένα σούπερ καπ Ευρώπης, ένα διηπειρωτικό Κύπελλο και ένα Κύπελλο Ιντερτότο, ήταν τα τρόπαια που πρόσθεσε στη… φαρέτρα του ο Γαλλοαλγερινός αστέρας κατά την πενταετή θητεία του στη Γιουβέντους.

Όπως ήταν φυσικό, όμως, οι στιγμές δόξας που χάρισε ο Ζιντάν στη Γιουβέντους δεν πέρασαν απαρατήρητες, με τη Ρεάλ Μαδρίτης να είναι η πρώτη που εξέφρασε τη… ζήλια της και θέλοντας να ακολουθήσει και εκείνη έναν αντίστοιχο δρόμο επιτυχιών, κατέθεσε πρόταση 150 δισεκατομμυρίων ιταλικών λιρών (κάτι παραπάνω από 77.5 εκατομμύρια ευρώ) για να φέρει τον 29χρονο αστέρα στο «Σαντιάγκο Μπερναμπέου». Ήταν η ακριβότερη μετακίνηση ποδοσφαιριστή σε παγκόσμιο επίπεδο, ρεκόρ που διατηρήθηκε για οκτώ ολόκληρα χρόνια (με τις μεταγραφές των Κακά και Κριστιάνο Ρονάλντο να ξεπερνούν το ποσό αυτό). Η Ρεάλ έπαιξε, χωρίς όμως, να χάσει. Ο Ζιντάν απέδειξε πως ήταν το κύριο συστατικό της επιτυχίας της Γιουβέντους, μία συνταγή που κουβάλησε μαζί του στην Ισπανία.

Πέντε χρόνια, 155 συμμετοχές, 37 γκολ, πέντε τρόπαια. Αποκορύφωμα αυτής της σπουδαίας παρουσίας στη Μαδρίτη, το τρεμπλ του 2002, όταν και κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ (με το χαρακτηριστικό γκολ κόντρα στη Μπάγερ Λεβερκούζεν), το Σούπερ Καπ Ευρώπης και το Διηπειρωτικό Κύπελλο. Σε αυτά τα τρόπαια ήρθαν να προστεθούν ακόμα εννέα ατομικές διακρίσεις εκείνη τη χρονιά μεταξύ των οποίων και αυτή του κορυφαίου παίκτη της χρονιάς, αλλά και του κορυφαίου Γάλλου.

Η ποδοσφαιρική του καριέρα στη Ρεάλ Μαδρίτης ολοκληρώθηκε το 2006, για να αρχίσει οκτώ χρόνια μετά η περιπέτεια στο χώρο της προπονητικής, όπου και ξεκινώντας από τη δεύτερη ομάδα της «βασίλισσας» κατάφερε να αναλάβει τα ηνία της πρώτης ομάδας, την οποία και οδηγεί κάτω από τις εντολές του μέχρι και σήμερα.

Φάμπιο Καναβάρο
Γιουβέντους 2004-06, 2009-10, Ρεάλ Μαδρίτης 2006-09

Ο πρώτος της σχετικής λίστας (μέχρι την περίπτωση του Μοράτα) που έφυγε από τη μία ομάδα για να πάει στην άλλη και στο τέλος να επιστρέψει ξανά στην πρώτη. Παρά το γεγονός ότι είχε ήδη φάει το Καμπιονάτο με το… κουτάλι, φορώντας τη φανέλα των Νάπολι, Πάρμα και Ίντερ κατά σειρά, ο «Φάμπι» μετακόμισε στο Τορίνο και κατάφερε να εξελιχθεί σε έναν από τους ηγέτες της «Μεγάλης Κυρίας», με την οποία και πανηγύρισε δύο πρωταθλήματα, τα οποία όμως συμπεριλήφθηκαν στο σκάνδαλο «Καλσιόπολις» και αφαιρέθηκαν από τους «μπιανκονέρι».

Ακολουθώντας το παράδειγμα πολλών συμπαικτών του, ο Καναβάρο επέλεξε να αποχωρήσει από τη «Γιούβε» και να πάρει το αεροπλάνο για τη Μαδρίτη. Όντας πλέον 33ων ετών, ο «Φάμπι» δεν είχε πολλά ακόμα να προσφέρει στη Ρεάλ, κάτι που όμως δεν τον εμπόδισε να τη στηρίξει όσο χρειάστηκε στα δύο πρωταθλήματα και το Σούπερ Καπ Ισπανίας που κατέκτησε στην τριετή παραμονή του στο «Μπερναμπέου».

Στο μεταξύ, η Γιουβέντους είχε επιστρέψει στα… σαλόνια του ιταλικού ποδοσφαίρου και ο Καναβάρο είχε ξανά έναν λόγο για να γυρίσει στην πατρίδα του και την ομάδα της καρδιάς του. Έχοντας πατήσει όμως αισίως τα 36 του, ο «Κάνα» δεν θύμιζε τον παλιό του εαυτό και γρήγορα ακολούθησε τον «εύκολο» δρόμο της Σαουδικής Αραβίας και των χρημάτων.

Έμερσον
Γιούβεντους 2004-06, Ρεάλ Μαδρίτης 2006-07

Ακόμα μία περίπτωση ποδοσφαιριστή, ο οποίος πραγματοποίησε το πέρασμά του τόσο από τη Γιουβέντους όσο και από τη Ρεάλ Μαδρίτης, αρκετά, όμως, αργά όσον αφορά την ποδοσφαιρική του ηλικία.

Συγκεκριμένα, ο Έμερσον έγινε κάτοικος Τορίνο στα 29 του χρόνια, έχοντας ολοκληρώσει μία «γεμάτη» επταετία σε Μπάγερ Λεβερκούζεν και Ρόμα αντίστοιχα, στις οποίες και ο Βραζιλιάνος μέσος κατάφερε να γίνει «ποδοσφαιρικά» γνωστός. Η πορεία του -και εκείνου- στη Γιουβέντους σημαδεύτηκε από το σκάνδαλο του «Καλσιόπολις», κάτι που τον οδήγησε να πάρει τον δρόμο που είχε πάρει και ο Φάμπιο Καναβάρο. Αυτόν για την Ισπανία και τη Ρεάλ Μαδρίτης.

Δεν ήθελε να παρατήσει το κορυφαίο επίπεδο, δίχως όμως να σκεφτεί ότι το επίπεδο αυτό τον είχε πλέον εγκαταλείψει. Παρά το γεγονός ότι ακολούθησε τον συμπαίκτη και φίλο του στη χώρα της ιβηρικής χερσονήσου, δεν είχε ανάλογη πορεία με αυτή του «Φάμπι». Έφυγε από την πρώτη κιόλας σεζόν του στους «μερέγχες», για να επιστρέψει στην Ιταλία και τη Μίλαν.

Νικολά Ανελκά
Ρεάλ Μαδρίτης 1999-00, Γιουβέντους 2013

Γεννημένος το 1979, ο Ανελκά ερωτεύθηκε από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής του τη «στρογγυλή θεά» και αποτέλεσε για αρκετά χρόνια της καριέρας του έναν από τους πιο αποδοτικούς και αξιόπιστους στράικερ του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.

Ωστόσο, το πέρασμά του τόσο από τη Ρεάλ Μαδρίτης όσο και από τη Γιουβέντους, δεν ήταν ανάλογης αποτελεσματικότητας με αυτά της Παρί Σεν Ζερμέν ή της Τσέλσι. Στη μεν «βασίλισσα», ο Ανελκά μετακόμισε έχοντας τα καλύτερα εχέγγυα αφού όντας ακόμα 20 ετών, ο Γάλλος επιθετικός είχε πετύχει 23 γκολ σε 65 συμμετοχές με την Άρσεναλ. Εμφανίσεις, οι οποίες τον έφεραν στο προσκήνιο και τον βοήθησαν να πρωταγωνιστήσει στην ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική σκηνή πριν μπει καλά καλά στην τρίτη δεκαετία της ζωής του.

Όσον αφορά τη Γιουβέντους, ο Ανελκά δοκίμασε την τύχη του στην Ιταλία και τη «Βέκια Σινιόρα» στα τελευταία του ποδοσφαιρικά βήματα και συγκεκριμένα στα 34 του χρόνια. Λίγο ο παράγοντας της ηλικίας, λίγο το γεγονός ότι δεν είχε αγωνιστεί ξανά επί ιταλικού εδάφους και κυρίως το ότι βρισκόταν για ένα χρόνο σε πολύ χαμηλότερο αγωνιστικό επίπεδο (αγωνιζόταν στη Σανγκάη Σενσουά), δεν βοήθησαν ιδιαίτερα τον Ανελκά, ο οποίος πρόλαβε να φορέσει μόλις δύο φορές τη φανέλα της Γιουβέντους, πριν πάρει το δρόμο του γυρισμού για την Κίνα και μετέπειτα τη Γουέστ Μπρομ.

Αλβάρο Μοράτα
Ρεάλ Μαδρίτης 2008-14, 2016- Γιουβέντους 2014-16

Τελευταίος στην κατηγορία των ποδοσφαιριστών, ο Αλβάρο Μοράτα ακολούθησε τον ακριβώς αντίστροφο δρόμο από αυτόν του Φάμπιο Καναβάρο. Ξεκινώντας λοιπόν την επαγγελματική του καριέρα από τους Μαδριλένους (ως μη επαγγελματίας είχε ξεκινήσει από την Ατλέτικο Μαδρίτης), ο Μοράτα κλήθηκε από νωρίς να αποδείξει την αξία του και να ξεπεράσει τα εμπόδια των Μπενζεμά και Χεσέ για να γίνει πρώτος επιθετικός των «μερέγχες».

Όπως ήταν φυσικό, κάτι τέτοιο δεν έγινε πραγματικότητα, παρά το ταλέντο του νεαρού Ισπανού στράικερ, ταλέντο το οποίο τον οδήγησε στο Τορίνο και τη Γιουβέντους. Εκεί τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά για τον Μοράτα, ο οποίος από την πρώτη κιόλας στιγμή που πάτησε το πόδι του στην Ιταλία, έκανε αισθητή την παρουσία του, θέλοντας να αποδείξει πως αξίζει να πάρει την ευκαιρία που του αναλογούσε και να αναδειχθεί μέσα από το ολοκληρωμένο ρόστερ της «Βέκια Σινιόρα» δίπλα σε παίκτες όπως ο Ντιμπάλα και ο Πογκμπά.

Μετά από δύο χρόνια παρουσίας στο ιταλικό πρωτάθλημα και τους «μπιανκονέρι», ο Μοράτα πήρε τη δύσκολη απόφαση της επιστροφής στην ομάδα που του έδωσε τις πρώτες του ευκαιρίες στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Ωστόσο, η απόφαση αυτή δεν άργησε να τον προβληματίσει, αφού μετά το τέλος της πρώτης σεζόν της επανόδου του, ο ίδιος έχει αρκετά παράπονα για το χρόνο συμμετοχής που παίρνει από τον Ζινεντίν Ζιντάν και σκέφτεται πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο να αποχωρήσει την προσεχή μεταγραφική περίοδο.

All about coaches

Φάμπιο Καπέλο
Γιουβέντους 1970-76, 2004-06 Ρεάλ Μαδρίτης 1996-96, 2006-07

Ο μοναδικός της λίστας που έχει υπηρετήσει εις διπλούν και στις δύο ομάδες. Από το Τορίνο και τη «Μεγάλη Κυρία», ο Καπέλο ξεκίνησε ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής την εξαετία 1970-76, περίοδο κατά την οποία ουσιαστικά «έφτιαξε» και το όνομά του αφού σε 165 συμμετοχές με τη φανέλα της «Βέκια Σινιόρα» πέτυχε 27 τέρματα.

Η καλή του πορεία με την ομάδα του Τορίνο εξασφάλισε τη μεταγραφή του στη -μεγάλη τότε- Μίλαν, στην οποία, ωστόσο, δεν πραγματοποίησε ανάλογες εμφανίσεις.

Ξεκινώντας την προπονητική του καριέρα στα 41 του τότε, ο Καπέλο ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της τελευταίας ομάδας στην οποία είχε αγωνιστεί ως ποδοσφαιριστής, δηλαδή της Μίλαν. Τότε ήταν που ακολούθησε η «μετακόμιση» στη Μαδρίτη για λογαριασμό της Ρεάλ Μαδρίτης τη σεζόν 1996-97. Εκεί ο Καπέλο έμεινε μόλις μία χρονιά αλλά κατάφερε να οδηγήσει τη «βασίλισσα» στην κατάκτηση του πρωταθλήματος ενώ έφερε στο «Σαντιάγκο Μπερναμπέου» αστέρες όπως ο Ζέεντορφ, ο Ρομπέρτο Κάρλος και άλλοι.

Μετά τη Ρεάλ, ο Καπέλο επέστρεψε στην Ιταλία για να αναλάβει κατά σειρά τη Μίλαν και τη Ρόμα πριν φτάσει στον πάγκο της ομάδας που τον καθιέρωσε ως ποδοσφαιριστή. Της Γιουβέντους. Με τη «Βέκια Σινιόρα», ο Καπέλο κατέκτησε δύο πρωταθλήματα στη σειρά, όταν ξέσπασε το γνωστό σκάνδαλο «Καλσιόπολις» στο οποίο ενεπλάκη η Γιουβέντους αλλά όχι ο ίδιος ο Ιταλός προπονητής, και αναγκάστηκε να αποχωρήσει για να πάρει ξανά το δρόμο προς τη Μαδρίτη.

Στους «μερέγχες», ο Καπέλο κατάφερε να φέρει ξανά την ομάδα στο δρόμο των επιτυχιών, παίζοντας όμως αρκετά αμυντικογενές ποδόσφαιρο, κάτι που δεν άρεσε στους διοικούντες της Ρεάλ, οι οποίοι και απομάκρυναν τον Ιταλό από τον πάγκο της «βασίλισσας».

Κάρλο Αντσελότι
Γιουβέντους 1999-2001, Ρεάλ Μαδρίτης 2013-15

Ο δεύτερος και τελευταίος κοινός προπονητής των δύο ομάδων, ο Κάρλο Αντσελότι κάθισε στον πάγκο της Γιουβέντους στα πρώτα κιόλας χρόνια της προπονητικής του καριέρας, όταν και είχε δοκιμαστεί στις Ρετζιάνα και Πάρμα και θεωρήθηκε κατάλληλος για να σηκώσει στις πλάτες του την ευθύνη της τεχνικής ηγεσίας μίας ομάδας όπως αυτή των «μπιανκονέρι».

Στο Τορίνο, ο Αντσελότι έμεινε για δύο σεζόν, καταφέρνοντας παρά τη σχετικά μικρή εμπειρία του, να κατακτήσει το Κύπελλο Ιντερτότο της Ουέφα το 1999. Η αρκετά καλή εικόνα που είχε δώσει στη Γιουβέντους ο 41χρονος τότε Αντσελότι, κίνησε το ενδιαφέρον κι άλλων ευρωπαϊκών συλλόγων, οι οποίοι ήταν πρόθυμοι να κάνουν το βήμα παραπάνω και να του εμπιστευθούν τα ηνία της ομάδας τους. Μία από αυτές ήταν και η Μίλαν, στην οποία ο Αντσελότι μεγαλούργησε επί οκτώ συνεχόμενα χρόνια κατακτώντας μεταξύ άλλων ένα πρωτάθλημα, ένα Κύπελλο και ένα Σούπερ Καπ Ιταλίας, ένα Τσάμπιονς Λιγκ, ένα Σούπερ Καπ Ευρώπης και τέλος ένα Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων.

Ακολούθησε το επίσης πετυχημένο πέρασμα από τις Τσέλσι και Παρί Σεν Ζερμέν, μέχρι να μπει στη ζωή του η Ρεάλ Μαδρίτης. Η «βασίλισσα» της Ευρώπης προερχόταν από μία σεζόν χωρίς κανέναν τίτλο και έτσι το βάρος που έπεφτε στον Ιταλό κόουτς ήταν διπλό, αφού όχι μόνο οι απαιτήσεις της Ρεάλ ήταν αρκετά μεγάλες, αλλά επίσης και άμεσες. Έπρεπε δηλαδή για να κρατήσει τη θέση του, να φέρει τίτλους και… γρήγορα. Με την πίεση να είναι ασφυκτική, ο Αντσελότι κατάφερε να φέρει στη Μαδρίτη το δέκατο Τσάμπιονς Λιγκ της, το Κόπα Ντελ Ρέι και φυσικά το Σούπερ Καπ Ευρώπης. Η απουσία όμως του πρωταθλήματος από την τροπαιοθήκη της «βασίλισσας» κατά την παραμονή του Αντσελότι στον πάγκο της, στάθηκε αρκετή για να σημάνει τη λήξη της συνεργασίας των δύο πλευρών και την πρόσληψη του πάλαι ποτέ σούπερ σταρ της ομάδας, Ζινεντίν Ζιντάν, στο τιμόνι της. Η συνέχεια είναι γνωστή.