Η Scuderia Ferrari έχει να πανηγυρίσει πρωτάθλημα από το μακρινό 2008. Ατυχία, ανικανότητα, ή κάτι άλλο;

Σίγουρα, δεν είναι εύκολο να γράψεις για την ομάδα που υποστηρίζεις. Πρέπει να κρατήσεις έναν αντικειμενικό χαρακτήρα, ενώ παράλληλα να αποφύγεις να «χαϊδέψεις αυτιά». Scuderia Ferrari λοιπόν. Ένα σύμπλεγμα λέξεων που προκαλεί δέος και ρίγος, συνυφασμένο με τεράστιες αγωνιστικές επιτυχίες. Μια ομάδα που είναι κάτι παραπάνω από αυτό, είναι μια ιδέα, είναι ένας μύθος. Είναι ένας σταθμός στην ιστορία της F1, στην οποία και βρίσκεται από όταν δημιουργήθηκε ο θεσμός, το 1950. Η Ferrari αποτελεί ίσως τον κατασκευαστή με το μεγαλύτερο κύρος, με την πλειονότητα των οδηγών να θέλουν να οδηγήσουν κάποια στιγμή για την ιταλική ομάδα. Ακόμη και όταν εκείνη δεν βρίσκεται σε ανταγωνιστικό επίπεδο.

Η Ferrari, μπορεί να κρατάει το ρεκόρ περισσότερων πρωταθλημάτων οδηγών και κατασκευαστών, με 15 και 16 αντίστοιχα, αλλά κατά το παρελθόν έχει περάσει δύο μεγάλες περιόδους «ξηρασίας». Η πρώτη να εκτείνεται από το 1964 έως και το 1975, και η δεύτερη, την οποία οι tifosi αποκαλούν και «πέτρινα χρόνια», σε επίπεδο πρωταθλήματος οδηγών να εκτείνεται από το 1979 έως το 2000, και σε κατασκευαστών από το 1983 έως το 1999. Μιλάμε για 16 χρόνια μακριά από κάθε μορφής τίτλο. Τραγικό, για μια ομάδα η οποία «γεννήθηκε» και «ανατράφηκε» από ανθρώπους παθιασμένους για την οδήγηση, τις διακρίσεις και τις επιτυχίες.

Αυτό από το οποίο ανέκαθεν έπασχε η Scuderia, τουλάχιστον από το 1980 και έπειτα, ήταν οι κακές διοικητικές αποφάσεις και τα ακατάλληλα πρόσωπα σε θέσεις πρωτεύουσας σημασίας. Η οργάνωση της δεν ήταν η καλύτερη, κάτι το οποίο έγινε ακόμη εντονότερο μετά τον θάνατο του Enzo Ferrari το 1988. Έλειπαν ηγετικές φυσιογνωμίες, η ομάδα δεν είχε το απαραίτητο δέσιμο, και παρότι ακόμη και αυτά τα χρόνια(από το 1983 μέχρι τον ερχομό του Schumacher το 1996) πέρασαν σπουδαίοι οδηγοί όπως οι Gerhard Berger, Nigel Mansell, Alain Prost και Jean Alesi, τα μονοθέσια δεν ήταν αντάξια του ονόματος και του μύθου της Ιταλικής ομάδας.

Σε αυτόν που πιστώνεται η αναγέννηση της Ferrari και η επιστροφή της σε αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα, να πρωταγωνιστεί δηλαδή, είναι ο Luca Di Montezomolo, ο οποίος το 1991 με τις ευλογίες του Gianni Agnelli (τότε chairman του ομίλου FIAT) ορίστηκε πρόεδρος της Ferrari, και πήρε προσωπικά το να κατακτήσει η Ferrari ξανά την κορυφή, φέρνοντας τα άνω κάτω στην διοίκηση της ομάδας.Αρχικά προσέλαβε τον Niki Lauda σε ρόλο συμβούλου και έχρισε τον Claudio Lompardi αγωνιστικό διευθυντή της ομάδας. Στην συνέχεια προσέλαβε τον ταλαντούχο Jean Todt για την θέση του γενικού διευθυντή του αγωνιστικού τμήματος, ο οποίος 2 χρόνια μετά την πρόσληψη του, το 1995, έκανε πρόταση στον ήδη  δις παγκόσμιο πρωταθλητή Michael Schumacher να οδηγήσει για λογαριασμό της Scuderia.

Ο τελευταίος, αφού δέχτηκε, έφερε στην ομάδα δύο παλαιούς συνεργάτες του : τον Ross Brawn, υπεύθυνο στρατηγικής αγώνα, και τον Rory Byrne ο οποίος ήταν σχεδιαστής. Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Ήδη από το 1996 η Scuderia είχε αρχίσει να γίνεται επικίνδυνα ανταγωνιστική, και τελικά το 1999 ο «κύβος ερρίφθη» με την κατάκτηση του πρωταθλήματος κατασκευαστών, για να ακολουθήσει η συγκλονιστική πρωτοκαθεδρία της Scuderia μέχρι και το 2004, με τον Schumacher να κατακτά 5 πρωταθλήματα και την Ferrari άλλα τόσα. Αυτό ήταν το καλύτερο φάρμακο στην χρόνια υπομονή που υπέδειξαν οι απανταχού οπαδοί της Ferrari, η οποία εκείνη την περίοδο, δούλεψε σαν ελβετικός μηχανισμός ρολογιού. Άψογα.

Οι οπαδοί οι οποίοι είναι ευρύτερα γνωστοί ως Tifosi, παρόλο που μετά το 1980 έβλεπαν πως η ομάδα τους δεν μπορούσε να επιτύχει και αντιμετώπιζε δυσκολίες, δεν της γύρισαν την πλάτη, ίσα ίσα, έμειναν δίπλα της και την στήριξαν σε μια περίοδο κατά την οποία  προσπαθούσε να αναγεννηθεί από τις στάχτες σας, μα η μια αποτυχία διαδεχόταν την άλλη. Εκείνοι όμως υπέμειναν, δείχνοντας πίστη στον στόχο, πως η Ferrari θα επιστρέψει. Και όντως το έκανε. Και με τι τρόπο ε; κανένας άλλος κατασκευαστής δεν έχει κατακτήσει 6 σερί πρωταθλήματα. Που θέλω να καταλήξω; Στο ότι οι οπαδοί, είναι μαθημένοι. Είναι συνηθισμένοι σε περιόδους μακράς αποχής από τις πρώτες θέσεις, χωρίς βεβαίως αυτό να τους αρέσει.

Μετά το 2004, η Ferrari έκανε μια κακή σεζόν το 2005, την επόμενη σεζόν όμως ήταν διεκδικήτρια, ωστόσο τελικά δεν κατάφερε να κατακτήσει κάποιον τίτλο. Την επόμενη διετία, παρότι έχασε μόνο το πρωτάθλημα οδηγών του 2008 και αυτό για 1..πόντο, είχε αρχίσει να διαφαίνεται πως η «συνταγή» σιγά σιγά χανόταν. Ο Brawn είχε ήδη φύγει το 2006, με τους Todt και Byrne να φεύγουν το 2009, χρονιά μάλιστα ή οποία  θεωρείται και καταστροφική για την Scuderia, η οποία δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τις τεχνικές αλλαγές του αθλήματος και παρουσίασε ένα πολύ κακό μονοθέσιο.

Τότε, ταράζοντας τα νερά, προσέλαβε τον μεγάλο αστέρα Fernando Alonso, ως έναν άλλο Michael Schumacher, έτοιμο να χτίσει μια νέα αυτοκρατορία. Ο Alonso έμεινε μέχρι και το 2014, με τις χρονιές 2010 και 2012 να χάνει τον τίτλο στον τελευταίο αγώνα. Tο 2010 μάλιστα ύστερα από κακή στρατηγική της Ferrari. Ωστόσο, σε κανένα σημείο της 5ετούς του θητείας, δεν οδήγησε κορυφαίο μονοθέσιο. Hταν το ταλέντο του εκείνο που έκανε τα μέτρια αυτά μονοθέσια, πρωταγωνιστές.

Κακή στρατηγική έγραψα πιο πάνω. Σας θυμίζει κάτι; Κακή διοίκηση δεκαετίας 80΄και 90’ ίσως; Η Ferrari, και σήμερα, πάσχει από το ίδιο σύνδρομο. Αυτό της κακής διοικητικής λειτουργίας. Διότι σίγουρα,  δεν της λείπουν ούτε οι πόροι, ούτε τα σύγχρονα μηχανήματα και εγκαταστάσεις, ούτε το πάθος για διακρίσεις. Λείπουν τα κατάλληλα άτομα στις κατάλληλες θέσεις, και το κλίμα εύρυθμης λειτουργίας. Λείπει το δέσιμο και η επιτυχημένη συνεργασία. Λείπει η παρακίνηση, λείπουν οι ηγετικές φυσιογνωμίες. Όπως έλειπαν και πριν από 30 χρόνια.

Οι αλλαγές του 2014 ήταν σαρωτικές, με τον πρόεδρο της Ferrari, Luca Di Montezomolo να δίνει την θέση του στον Sergio Marchionne, ο οποίος όντας επικεφαλής θέλησε να δώσει μια νέα πνοή στην ομάδα, φέρνοντας τον 4κις παγκόσμιο πρωταθλητή Sebastian Vettel στην θέση του Alonso, και τον Maurizio Arrivabene στην θέση του αγωνιστικού διευθυντή. Οι αλλαγές ήταν και άλλες, σχεδόν σε κάθε σημαντική θέση μέσα στην ομάδα. Φαινόταν πως πλέον γίνεται δουλειά προς τα εμπρός, τόσο όσον αφορά το μονοθέσιο, όσον και το κλίμα της ομάδας. Η χρονιά δεν ήταν κακή, με την Ferrari να πρωταγωνιστεί παίρνοντας και 3 νίκες. Το 2016 περιμέναμε ακόμη περισσότερα, πήραμε όμως τελικά(ακόμη) λιγότερα, με την Ferrari να κινείται σε χαμηλές πτήσεις.

Ακόμη και μετά από αυτές τις αλλαγές το 2014, η Ferrari δεν κατάφερε να πρωταγωνιστήσει. Τουλάχιστον όχι όπως θα έπρεπε. Μέχρι και πέρσι, η ομάδα παρά τις αλλαγές προσώπων, παρουσιάζει μια νωχελικότητα. Δεν είναι σίγουρη για τον εαυτό της. Οι στρατηγικές στερούνται φαντασίας και ρίσκου, πολλές φορές είναι ξεκάθαρα λανθασμένες. Το μονοθέσιο δεν είναι όσο ανταγωνιστικό θα έπρεπε, και μένει τελικώς να δούμε τι θα γίνει την σεζόν του 2017. Οι τεράστιες αλλαγές στους τεχνικούς κανονισμούς δίνουν μια ευκαιρία στην Ferrari να ορθοποδήσει. Θα το κάνει; Οι χειμερινές δοκιμές την έχρισαν πρωταγωνίστρια, αλλά ας μην βιαζόμαστε…αυτό συμβαίνει τα τελευταία 8 χρόνια.

Το μόνο σίγουρο είναι, πως το αλογάκι, θα ξανά-καλπάσει. Όπως το έκανε επιτυχημένα σχεδόν όλο το 1970 , όπως το έκανε από τα τέλη του 1990 έως και τα μέσα του 2000. Διότι είναι η φύση της ομάδας τέτοιας. Δεν δημιουργήθηκε για να έρχεται δεύτερη, ούτε τρίτη. Δημιουργήθηκε από την ανάγκη κάποιων ανθρώπων για διακρίσεις. Αυτό ήταν, είναι, και θα είναι, το όραμα της. Αυτό οφείλουν να ακολουθούν όσοι εργάζονται για το Cavalino Rampante. Αυτό οφείλουμε να θυμόμαστε, κάθε φορά που μας απογοητεύει η εμφάνιση της. Πως κάποια στιγμή, το αλογάκι (της) θα ξανά-καλπάσει περήφανο.